Πρώτη παρουσίαση στην Ελλάδα ενός δείγματος queer δραματουργίας, το οποίο επιχειρεί να μιλήσει ανοιχτά για θέματα που θεωρούνται ακόμη ταμπού. Το κάνει αλλά όχι χωρίς αδυναμίες – όπως και η παράσταση.
Ο Τζον Στάινμπεκ συναντάει τον ακραίο, ωμό ρεαλισμό σε αυτήν την ευστοχότατη κι έντονα επιδραστική μεταφορά της αμερικανικής νουβέλας του 1937 στην Ελλάδα του σήμερα.
Με την παράστασή του, ο Σάββας Στρούμπος στρέφει το θέατρο ενάντια στο θέατρο, γυρίζοντας την πλάτη στην πεπατημένη, και καταφέρνει να εκφράσει με άμεσο τρόπο το αβάσταχτο κενό στη ζωή των ηρώων και των ανθρώπων εν γένει.
Σκηνοθέτης και ηθοποιοί υπηρετούν με κέφι και ζήλο ένα διασκεδαστικό όσο και συγκινητικό έργο, που εξυμνεί τον έρωτα, τον Σαίξπηρ και το θέατρο, σε μια παράσταση που δεν επιβάλλεται απλώς ως εντυπωσιακή υπερπαραγωγή.
Βουτηγμένο στη χαρμολύπη, το έργο του Πιραντέλο ξεδιπλώνει αργά και μεθοδικά όλα τα υπαρξιακά ερωτήματα που βασανίζουν τον άνθρωπο από τη γέννησή του.
Το ταξίδι της απεξάρτησης από τις ουσίες βρίσκεται στο επίκεντρο του έργου που μας συστήνει σε πανελλήνια πρώτη η ομάδα Νάμα, η οποία επιμένει να στρέφει την προσοχή της στο παγκόσμιο θεατρικό γίγνεσθαι.
Καθηγητής ο Γρηγόρης Βαλτινός και φοιτητής ο Γιάννης Σαρακατσάνης σε μια παράσταση με μοντέρνα, άμεση κι επικοινωνιακή σκηνοθεσία και σε ένα ιδιαίτερης ευαισθησίας έργο που υπογραμμίζει την οντολογική διάσταση της αγάπης.
Παρά το φλέγον κείμενο, τον εκλεκτό θίασο και την εγγυημένη σκηνοθετική παρουσία, κάτι εμποδίζει την παράσταση να απογειωθεί και να επιβληθεί ως εξέχον γεγονός της φετινής σεζόν.
Ο Γιάννος Περλέγκας μόχθησε εμφανώς να φωτίσει ένα από τα λιγότερο «φιλικά» έργα του Πιραντέλο. Το αποτέλεσμα προβληματίζει, όμως η ευθύνη είναι μοιρασμένη σε σκηνοθέτη και συγγραφέα.
Ο Χάργουντ συνδέει την τέχνη με τη ζωή πάνω στα αποκαΐδια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και ο Νικήτας Τσακίρογλου, στο ρόλο του φιλοναζιστή κορυφαίου μαέστρου Βίλχελμ Φούρτβενγκλερ, παίρνει στους ώμους του την παράσταση.
Υπάρχουν στιγμές που η σύγχρονη πραγματικότητα καθιστά κάποιες παραστάσεις επιτακτικά αναγκαίες. Αυτό συμβαίνει και με το «Δείπνο», που ανεβάζει στο σανίδι το –δικαίως πολυσυζητημένο– μυθιστόρημα του Ολλανδού συγγραφέα.
Σχεδόν τριάντα χρόνια μετά τη συγγραφή του, το έργο της μεγάλης συγγραφέως συνεχίζει να προκαλεί τα αντανακλαστικά μας ως καθρέφτης μιας Ελλάδας πάντα παρούσας αλλά και ως δείγμα γραφής υψηλών απαιτήσεων.
Μία ευκαιρία να γνωρίσει κάποιος και να απολαύσει βιωματικά ένα όχι και τόσο γνωστό πεζογράφημα και να διαπιστώσει ιδίοις όμμασι μία αξιοσημείωτη πρόταση αναβίωσης της λογοτεχνίας στο σανίδι.
Δυναμική, ερεθιστική, καταγγελτική παράσταση, γεμάτη χιούμορ και προβληματισμό, πάνω σε ένα υπερρεαλιστικής σύλληψης έργο που σχολιάζει εύστοχα τη σύγχρονη αποθέωση της τελειότητας.
Το να επιχειρήσει ο θεατής να λύσει τους γρίφους του αινιγματικού αλλά γοητευτικού έργου θα ήταν λάθος, ειδικά καθώς η παράσταση δεν επιθυμεί να δώσει απαντήσεις, αλλά μόνο να θέσει τα ερωτήματα.
Γιατί τελικά μια σκηνοθετική ιδέα στην οποία συντονίζεται άψογα κάθε μέρος της παράστασης και αφοσιώνονται με αξιοθαύμαστη συνέπεια όλοι οι ηθοποιοί δεν καταφέρνει να λειτουργήσει στον επιθυμητό βαθμό;
Χειρονομία αγάπης του σκηνοθέτη προς το θέατρο με αφορμή το έργο του Πιραντέλο, μια απολύτως προσωπική κατάθεση που γι’ αυτόν το λόγο είναι μεν γοητευτική αλλά κι εξόχως αυτοαναφορική.
Απολαύσαμε μια έξυπνη όσο και ατμοσφαιρική σκηνοθεσία, σε ένα άψογης αισθητικής περιβάλλον και με ορισμένες αξιοπρόσεκτες ερμηνείες, όπως αυτή του Δάνη Κατρανίδη, ο οποίος «γίνεται» Ηρακλής Πουαρό.
Χωρίς να μένει στο «ατού» που προσδίδει στο εγχείρημα η λαοφιλής προσωπικότητα της Σωτηρίας Μπέλλου, η παράσταση καταθέτει μια σημαντική δουλειά τόσο σε σκηνοθετικό όσο και σε υποκριτικό επίπεδο.