«Η τραγωδία αρχίζει πάντα όταν ένας πόλεμος τελειώνει» ακούγεται στην έναρξη της παράστασης, και πράγματι στο Άργος, έξι ημέρες μετά τη δολοφονία του Αίγισθου και της Κλυταιμνήστρας, νέα τραγωδία ετοιμάζεται να ξεκινήσει: ο κύκλος της βίας ανατροφοδοτείται, η φλόγα της εκδίκησης αναζωπυρώνεται, καθώς η Ηλέκτρα και ο Ορέστης αποφασίζουν να σκοτώσουν την Ωραία Ελένη, τιμωρώντας τον Μενέλαο για την απροθυμία του να μεσολαβήσει υπέρ τους στους Αργείους. Οι δύο νέοι κουβαλούν το μίασμα του φόνου και είναι ανεπιθύμητοι στην πατρίδα τους, που έχει αποφασίσει το θάνατό τους. Στον κατά Γιάννη Κακλέα «Ορέστη» αυτή η πατρίδα μοιράζεται στα δύο: στο βάθος, το εσωτερικό του οίκου των Ατρειδών, ένα αστικό σαλόνι, και μπροστά η ορχήστρα, σπαρμένη με χώμα, ο κήπος του σπιτιού με τα απομεινάρια ενός δείπνου (ανάμνηση των θυέστειων δείπνων, από όπου ξεκίνησε η κατάρα των Ατρειδών), αλλά και η μητέρα-πατρίδα, το καταφύγιο των δύο ζωντανών-νεκρών (σκηνικά-κοστούμια: Ηλένια Δουλαδίρη-Γιάννης Κακλέας).
Ενδιάμεσος των δύο κόσμων που συγκρούονται και κέντρο βάρους της ηλεκτρισμένης παράστασης ο Χορός, σε μια σπουδαία σύλληψη: τα μέλη του δεν είναι μόνο οι νεαρές Αργίτισσες που έρχονται σε υποστήριξη των δύο νέων, όπως τις θέλει ο Ευριπίδης, αλλά και οι Ερινύες που κυνηγούν τον Ορέστη, τα φαντάσματα των Ατρειδών, που κατοικούν στο ρημαγμένο σπίτι, κι αυτές που θα δώσουν τη λύση, υποδυόμενες τον Απόλλωνα. Το (ειρωνικό) εύρημα του από μηχανής θεού περνάει έτσι σε ανθρώπινα χέρια, ίσως επειδή «ο άνθρωπος είναι η απάντηση όποια κι αν είναι η ερώτηση». Τα χορικά έχουν συντομευθεί, ακούμε λόγο αντί για τραγούδι, βόμβους αντί για μελωδίες, προσθέτουν όμως ακόμα περισσότερο σώμα και έκταση στα σκηνικά δρώμενα: ένα νανούρισμα πάνω από το σώμα του βασανισμένου Ορέστη, παραφορά και μανία πριν από τη δολοφονία της Ελένης (μουσική: Σταύρος Γασπαράτος, κίνηση: Άρης Σερβετάλης).
Στον πυρήνα του δράματος, η Μαίρη Μηνά, γήινη Ηλέκτρα, υποστηρίζει την ηρωίδα σε όλη τη διαδρομή που διανύει από τη στωικότητα ως την ηδονή της εκδίκησης και εισάγεται με πολλές αξιώσεις στο πεδίο της αρχαίας τραγωδίας. Ο Άρης Σερβετάλης σωματοποιεί τον ψυχικό κάματο του Ορέστη, του προσδίδει αποχρώσεις (χριστιανού) μάρτυρα, θυμίζει αγρίμι που παραδέρνει, αλλά στην αναμέτρησή του με τον Τυνδάρεω (στιβαρή ερμηνεία από τον Γιώργο Ψυχογιό) γίνεται ένθερμος υπερασπιστής του εαυτού του. Δεμένη η σχέση των δύο ηθοποιών και αξιομνημόνευτη στιγμή αυτή του –ερωτικού– χορού τους ενώπιον της θανατικής τους καταδίκης. Δίπλα τους ο Αιμιλιανός Σταματάκης (Πυλάδης) σε μια εξίσου ζωηρή ερμηνεία, ενώ στο σύμπαν που έστησε ο Κακλέας εντάσσονται, με επιμέρους μόνο αντιρρήσεις (π.χ. για την καλλιστειακή απόδοση της Ελένης από τη Νικολέτα Κοτσαηλίδου) και οι υπόλοιποι ηθοποιοί (Πάνος Βλάχος, Ζερόμ Καλούτα κ.ά.).
Περισσότερες πληροφορίες
Ορέστης
Στην πρώτη του προσέγγιση αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, ο σκηνοθέτης επιλέγει ένα έργο που φωτίζει τον φαύλο κύκλο της βίας και τις σχέσεις των γενεών και των φύλων.