Σύγχρονο έργο της παγκόσμιας δραματουργίας, που θίγει ζητήματα συλλογικής ενοχής και προσωπικής ευθύνης μέσα από τις ιστορίες δέκα συμμαθητών κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Πολωνία, Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Οι Εβραίοι κάτοικοι μιας πόλης δολοφονούνται, για την ακρίβεια καίγονται ομαδικά κλειδωμένοι σε ένα στάβλο, από τους καθολικούς συμπολίτες τους. Το έγκλημα αποδίδεται στους Γερμανούς κατακτητές, ώσπου η αποκάλυψη της αλήθειας έπειτα από αρκετές δεκαετίες συγκλονίζει την πολωνική κοινή γνώμη. Σε αυτό το αληθινό γεγονός βασίστηκε το έργο του Ταντέους Σλομποντζιάνεκ, ένα καλό δείγμα σύγχρονης θεατρικής γραφής, που δομείται γύρω από τις «μικροϊστορίες» δέκα χαρακτήρων, Εβραίων και καθολικών, και της κοινής διαδρομής τους, που ξεκινάει από τα σχολικά θρανία τη δεκαετία του ’30 και καταλήγει πολύ διαφορετικά για τον καθέναν – για άλλους πολύ νωρίς και για άλλους στα βαθιά γεράματα.
Ο Τάκης Τζαμαργιάς έχει στα χέρια του ένα έργο που χρησιμοποιεί ποικίλα υφολογικά εργαλεία, από το ρεαλισμό μέχρι τη μεταδραματικότητα, για να δομήσει πάνω στο αληθινό συμβάν μια ιστορία –ή καλύτερα ένα πλέγμα ιστοριών–, που διαθέτει θεατρική επάρκεια και τελικά ανοίγεται σε ευρύτερα ζητήματα συλλογικής ενοχής, ατομικής ευθύνης και προσωπικής ηθικής στάσης υπό το καθεστώς ακραίων συνθηκών όπως αυτές ενός πολέμου.
Ο κατά βάση αφηγηματικός χαρακτήρας του έργου, που θέλει τους ήρωες να περιγράφουν τι (τους) συνέβη, προσδίδει ιδιαίτερη δυναμική στα σκηνικά δρώμενα, καθώς τα προστατεύει από την παγίδα του μελοδραματισμού χωρίς να τα αποδυναμώνει. Παρομοίως, η λογική της αναληθοφανούς αναπαράστασης που διέπει κάποιες σκηνές βίας εντείνει, αντί να μειώσει, τη σκηνική τους επίδραση. Η τεχνική της αφήγησης δεν στοιχίζει σε θεατρικότητα και το ενδιαφέρον διατηρείται όσον αφορά τις σχέσεις των προσώπων αλλά και την προσωπική διαδρομή καθενός ξεχωριστά, αν και ίσως παρατηρείται κάποια φλυαρία προς το τέλος. Εκεί θα μπορούσε να βοηθήσει μια σκηνοθετική παρέμβαση υπέρ της δραματικής οικονομίας.
Από την άλλη, αν και δεν αγνοεί το όποιο μέτρο δημιουργεί η αφηγηματική τεχνική, η παράσταση στοχεύει ξεκάθαρα στην επίτευξη συγκινησιακής ατμόσφαιρας. Εκμεταλλεύεται κάθε άνοιγμα του έργου προς το συναίσθημα, την ποίηση, ακόμη και το χιούμορ, και γεμίζει τη σκηνή με χυμούς: η ζωντανή μουσική (Δημήτρης Μαραμής) από το ακορντεόν, τα τραγούδια, τα εφέ των φωτισμών (Σάκης Μπιρμπίλης) και της σκηνογραφίας (Ελένη Μανωλοπούλου) δουλεύουν προς αυτόν το σκοπό. Συνολικά το σκηνικό, ο τεράστιος πίνακας που κυριαρχεί στο φόντο της σκηνής, τα σχολικά θρανία τοποθετημένα σε κλίμακες, που σταδιακά θα καταλήξουν νεκρικές πλάκες, αποδεικνύεται ένα από τα δυνατά χαρτιά της παράστασης.
Οι ηθοποιοί, ωραία επιλεγμένοι στην ηλικία που έφτασε ο κάθε ήρωας, υποστηρίζουν το όλο οικοδόμημα, το υπηρετούν ως ομάδα, χωρίς να παραμελεί ο καθένας να φωτίσει τη διαδρομή του χαρακτήρα του. Υπάρχουν, βέβαια, διαφορετικές προσεγγίσεις, κάποιοι δείχνουν μεγαλύτερη κλίση προς το συναισθηματικό παίξιμο, ενώ άλλοι κρατούν τις (απαιτούμενες) αποστάσεις, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται διαφορετικές δυναμικές επί σκηνής, όχι όμως σε σημείο βλαπτικό για το συνολικό αποτέλεσμα.
ΕΘΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ-ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΣΚΗΝΗ Αγ. Κωνσταντίνου 22-24, 2105288170. Διάρκεια: 180΄.
Περισσότερες πληροφορίες
Η τάξη μας
Δέκα συμμαθητές από την Πολωνία γυρίζουν πίσω στο χρόνο, στην εποχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν ο ναζισμός δίχασε την πόλη τους.