Άνευρη θεατρική μεταγραφή του γνωστού –και από την τηλεοπτική του μεταφορά– κοινωνικού μυθιστορήματος-ψυχογράφημα του 1946 με θέμα την άδοξη ενηλικίωση και τις διαψεύσεις μιας παρέας εφήβων στα χρόνια του ελληνικού Mεσοπολέμου.
Η κρίση –οικονομική, ιδεολογική και αξιακή–, οι ταξικές διακρίσεις, η πολιτική διαφθορά και η στρατιά των απελπισμένων νέων, εκείνων που «ούτε το κρασί ούτε η αστροφεγγιά παρηγορεί». Γι’ αυτούς μας μιλάει στις 251 σελίδες του περίφημου μυθιστορήματός του ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος (1901-82), καταγράφοντας με μελαγχολία, ρομαντισμό, πεσιμισμό και ιδεαλισμό τα αδιέξοδα της γενιάς του, εκείνης που επέζησε του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, για να δει τελικά το όνειρο μιας καλύτερης ζωής να ακυρώνεται με τη Μικρασιατική Καταστροφή. Ο φτωχός επαρχιώτης Άγγελος και η παρέα των πλούσιων φίλων του ρεμβάζουν, ονειροπολούν, φλερτάρουν, ερωτεύονται αλλά και δοκιμάζονται, τυραννιούνται, συγκρούονται, απογοητεύονται – με δυο λόγια ενηλικιώνονται στην Αθήνα του Μεσοπολέμου.
Μυθιστόρημα-χρονικό μιας απομαγευμένης νιότης, μιας χαμένης γενιάς και συνάμα μιας διαψευσμένης χώρας, και ύστερα από μια άκρως επιτυχημένη δεύτερη καριέρα ως τηλεοπτική σειρά τη δεκαετία του ’80, ανέβηκε φέτος στο θέατρο. Ο Πέτρος Ζούλιας έστησε μια καλά δομημένη παράσταση, στην ουσία μια εικονογράφηση-παράθεση των βασικών «σκηνών» του βιβλίου, με μια ευσύνοπτη έκθεση των προσώπων και των καταστάσεων στην αρχή, με την αφήγηση να μπλέκεται έντεχνα με τη δράση και με εύρυθμα περάσματα από τη μία σκηνή στην άλλη, φωτίζοντας εξίσου τη σεμνοτυφία όσο και το ρημαγμένο ρομαντισμό των προσώπων.
Μια μουντή ατμόσφαιρα όμως και μια άνευρη διάθεση τη βαραίνoυν. Σίγουρα δεν βοηθούν τα δήθεν ποιητικο-ρεαλιστικά σκηνικά με τις ερασιτεχνικές λύσεις (Άση Δημητροπούλου). Ακόμη όμως και σε επίπεδο ύφους, τα πράγματα μένουν στάσιμα. Αντί για το ουμανιστικό πνεύμα, την ηθική ευγένεια, τη συναισθηματική δυναμική, τον κριτικό στοχασμό και την οργισμένη ματαίωση που διαπνέουν αυτό το μυθιστόρημα της ήττας, την παράσταση τυλίγει ένας αδικαιολόγητος ζόφος. Μια αγκύλωση στον πεσιμισμό την καθηλώνει μέχρι τέλους, μη επιτρέποντας τις ανατροπές και τις ρήξεις – τις στιγμές αστροφεγγιάς που υποδηλώνει ο ίδιος ο τίτλος του βιβλίου.
Σε μια ανάλογη υποκριτική κατεύθυνση κινείται, εξάλλου, το βασικό πρόσωπο του μυθιστορήματος όσο και της παράστασης, ο Άγγελος, ερμηνευμένος μονόχορδα και υποτονικά από τον Αντίνοο Αλμπάνη, δίχως καμία αίσθηση προοικονομίας – μας δείχνει εξαρχής το τέλμα στο οποίο θα οδηγηθεί, ακυρώνοντας έτσι την εσωτερική σύγκρουση. Γενικότερα η διανομή δεν έχει ευτυχήσει, ενώ στον θίασο, παρά τη φιλότιμη προσπάθεια, επικρατεί μιαν επίφαση νατουραλισμού: δηλαδή μια ψευδεπίγραφη αληθοφάνεια και μια δήθεν φυσικότητα στις ερμηνείες, σε συνδυασμό με ένα στόμφο παλαιάς εποχής κι ένα βαρύγδουπο μελοδραματισμό, ειδικά όταν εκφράζονται ταξικές ή συναισθηματικές ευαισθησίες, όπως τα «για να αγαπάς πρέπει να έχεις καρδιά κι εγώ δεν έχω» ή «η γενιά μας έχει χρέος να βγάλει τη σαπίλα του Δημοσίου» ή, πάλι, «αυτοί ζούνε μες στον πλούτο και στη δύναμη κι εμείς δεν έχουμε να φάμε». Παίζουν επίσης οι Ιωάννης Παπαζήσης, Μάκης Πατέλης, Μαριαλένα Ροζάκη, Ευδοκία Ρουμελιώτη, Σταύρος Σβήγκος, Γιούλικα Σκαφιδά, Χάρης Τζωρτζάκης, Βασίλης Χαρίσης, Ρένια Λουιζίδου και Δάνης Κατρανίδης.
ΧΩΡΑ Αμοργού 20, Κυψέλη, 2108673945. Διάρκεια: 120΄. Μέχρι 12/3.
Περισσότερες πληροφορίες
Αστροφεγγιά
Μέσα από τη ζωή μιας παρέας φοιτητών παρακολουθούμε τις κοινωνικές διεργασίες στην Ελλάδα, που σπαρταρούσε μεταξύ του τραύματος της Μικρασιατικής Καταστροφής και του αγώνα να εξελιχτεί σε σύγχρονο κράτος