![«Don’t follow the wind» στο ξενοδοχείο Classical Acropol](https://www.athinorama.gr/Content/ImagesDatabase/p/750x422/pad/both/lmnts/articles/2521332/fff1.jpg?quality=81&404=default&v=4)
Έχει κάτι από την αλλόκοτη ατμόσφαιρα της κινηματογραφικής «Λάμψης» του Στάνλει Κιούμπρικ η περιπλάνηση στους ορόφους και τα δωμάτια του εγκαταλειμμένου ξενοδοχείου Classical Acropol. Αν, όμως, είστε ασθματικοί, πάρτε μαζί το εισπνεόμενό σας. Η σκόνη είναι παντού. Η σκόνη, βασικά, είναι ένα από τα εκθέματα. Το ίδιο και μια νεκρή κατσαρίδα εντός ενός παρατημένου δίσκου υπηρεσίας. Δεν αστειεύομαι. Τα κανονικά-κανονικά, πάντως, έργα των καλλιτεχνών που συμμετέχουν στο πρότζεκτ επαν-ενεργοποίησης του ξενοδοχείου, με τον τίτλο «Don’t Follow the Wind*», αποκτούν το δικό τους, ιδιοσυγκρασιακό ενδιαφέρον όσο περισσότερο διαβάσεις για αυτά και τις λογικές που διέπουν τη δημιουργία τους. Παράδειγμα; Τρεις γενιές μιας οικογένειας Ιαπώνων –παππούδες, γονείς και εγγόνια- που ζει στη μολυσμένη περιοχή της Φουκουσίμα**, στα όρια ακριβώς έξω από τη ζώνη αποκλεισμού έχει κατασκευάσει τις χειροποίητες μάσκες-τοτέμ, τις οποίες, φορώντας τις ωσάν headsets, εμβυθίζεσαι στο βίντεο θέασης 360ο που προβάλλεται εντός τους από τη ραδιενεργή ζώνη. Τα υπολείμματα ενός διαπολιτισμικού πικ-νικ τριών «εκτοπισθέντων» εκτίθενται στην τραπεζαρία του πρώτου ορόφου: ενός Σύρου πρόσφυρα, ενός πρώην κατοίκου της Φουκουσίμα κι ενός Έλληνα-μετανάστη της κρίσης. «Θα ζήσω όπως θέλω, θα κάνω ό,τι θέλω να κάνω και κανένας δεν θα ελέγχει τη ζωή μου»: αυτή, η κοινή επιθυμία τους είναι γραμμένη -σε τρεις γλώσσες- με το δάχτυλο πάνω στα σκονισμένα τραπέζια της αίθουσας. Αυτό υποθέτω είναι το επιστέγασμα του «Φόρουμ των βιαίως εκτοπισθέντων», όπως είναι ο τίτλος του έργου με το πικ-νικ. Μια γυάλα δεμένη με πέτρα και τους δικούς του συμβολισμούς είναι ένα από τα έργα του 3ου ορόφου, όπως επίσης ο ήχος ενός κουδουνιού, οι φωτογραφίες των κατοίκων της Φουκουσίμα μπροστά στα «ραδιενεργά» ρούχα τους, το γέλιο ενός ανθρώπου που αδυνατεί να γελάσει ξανά μετά την πυρηνική καταστροφή, στρώματα κρεβατιού σηκωμένα όρθια, σαν τοτέμ κι αυτά, καλυμμένα με τυπώματα από οικιακά αντικείμενα των εγκαταλειμμένων πλέον ραδιενεργών ζωνών γύρω από τη Φουκουσίμα.
Το έχω ξαναγράψει. Το Fast Forward της Στέγης είναι ένα mentoring festival, όπως είναι, εξάλλου, τόσες ακόμη διοργανώσεις διεθνούς κύρους, συμπεριλαμβανομένης ασφαλώς και της –πιο οικείας από ποτέ- Documenta. Μέντορας καλείται ο σύμβουλος-καθοδηγητής που μας υποστηρίζει πνευματικά. Έτσι και αυτοί οι θεσμοί επιδιώκουν να μας πυρπολήσουν με νέες εμπειρίες και εναλλακτικές απόψεις, διαφορετικά βλέμματα και άλλες δυνατότητες θέασης του κόσμου, μετατοπίζοντάς μας από το ρόλο του παθητικού καταναλωτή τέχνης και θεαμάτων στη συνειδητότητα του χειραφετημένου θεατή-παραλήπτη μηνυμάτων, όπως τον έχει οραματιστεί ο Γάλλος στοχαστής Ζακ Ρανσιέρ. Τα τελευταία χρόνια αλλά ειδικά πέρυσι, με την τρίτη εκδοχή του Fast Foward, η Κάτια Αρφαρά (σύλληψη-καλλιτεχνική διεύθυνση) έκανε τη διαφορά, εξοικειώνοντας το κοινό της Στέγης με διάφορες μορφές της σύγχρονης τέχνης, παρουσιάζοντας έργα που κινούνται στα όρια της new media περφόρμανς, της εικαστικής εγκατάστασης, του θεάτρου-ντοκουμέντο, της περιπατητικής εμπειρίας και της παρεμβατικής δράσης στο δημόσιο χώρο. Στην τωρινή, τέταρτη εκδοχή του, το φεστιβάλ ασχολείται με την Αθήνα και τον Πειραιά ως τόπους-μάρτυρες κρίσιμων διεθνών ζητημάτων: του αναγκαστικού εκτοπισμού και του μεταναστευτικού κύματος που προκάλεσε ο πόλεμος στη Συρία αλλά και της αναζωπύρωσης του νεοφιλελευθερισμού όσο και του εθνικισμού, του αντιδραστικού λαϊκισμού και της ξενοφοβίας μέσα στις συνθήκες της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης.
Πώς πέρυσι ο Φλαμανδός Τόμας Μπέλινκ, στο κτίριο-φάντασμα όπου παλιότερα στεγαζόταν το Υπουργείο Εργασίας, όρθωσε, με ιστορική εμβρίθεια αλλά και απαράμιλλο χιούμορ, ένα φανταστικό μουσείο για την ίδρυση, την πορεία και τη διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Σε ανάλογο πλαίσιο, τώρα, μια συλλογικότητα επιμελητών από την Ιαπωνία, την Ευρώπη και την Αμερική, γνωστή από το πιο ραδιενεργό πρότζεκτ στη σύγχρονη ιστορία της τέχνης - την παρέμβασή της με έργα και εγκαταστάσεις στη ζώνη αποκλεισμού της Φουκουσίμα-, κλήθηκε να αναπτύξει μια σειρά έργων σε ένα εγκαταλειμμένο ξενοδοχείο της Ομόνοιας. Αν στην περίπτωση της Φουκουσίμα η καλλιτεχνική κολεκτίβα των Chim↑Pom, Kenji Kubota, Eva & Franco Mattes και Jason Waite παρακινήθηκε από την πυρηνική καταστροφή και τον αντίκτυπό της στη ζωή των εκτοπισμένων κατοίκων της περιοχής, εδώ αφορμή γίνεται το εγκαταλειμμένο –εξαιτίας της οικονομικής κρίσης- ξενοδοχείο που σφραγίστηκε βιαστικά το 2011. Σε αυτό το κτίριο προσπάθησαν να μεταφέρουν την αίσθηση και τη δύναμη της παρέμβασης που πραγματοποίησαν στα άδεια κτίρια της Φουκουσίμα –μια δράση απροσπέλαστη, αθέατη, χωρίς επισκέπτες τώρα αλλά για πολλές ακόμη δεκαετίες, λόγω των υψηλών επιπέδων μόλυνσης. Η μεταφορά, μάλιστα, του εν εξελίξει πρότζεκτ Don’t Follow the Wind στο 4ο Fast Forward Festival αποτελεί την πρώτη, μεγάλης έκτασης μεταφορά της δράσης σε ευρωπαϊκό έδαφος.
Η αρχική σύλληψη έχει τη δική της ιδιοσυγκρασιακή δυναμική αν και το έναυσμα είναι κάπως «τραβηγμένο από τα μαλλιά» και η κατακλείδα μάλλον προβληματική σε γεωπολιτικό επίπεδο. Τι εννοώ; Η συνισταμένη του «εκτοπισμού» δεν μπορεί να είναι κοινή στην Αθήνα της οικονομικής κρίσης και των προσφυγικών εισροών με την πληγείσα από την πυρηνική καταστροφή Φουκουσίμα. Κάθε γεγονός έχει τη δική του βαρύτητα, τους δικούς του υπαίτιους και τα δικά του θύματα και κάθε περίπτωση απαιτεί τη δική του ανάλυση, μακριά από ομογενοποιητικές ευκολίες και βεβιασμένες συνάφειες. Περισσότερες αμφιβολίες έχω, όμως, για την αποτελεσματικότητα της έκθεσης και τα ίδια τα έργα- για το πόσο, δηλαδή, ενδιαφέρουσα είναι –μες στον υπαρκτό σουρεαλισμό της- όλη αυτή η παρέμβαση στο παλιό ξενοδοχείο. Σίγουρα όσο περισσότερα γνωρίζεις τόσο περισσότερο γόνιμη γίνεται η επίσκεψή σου. Το Fast Forward Festival 4 θέλει να είναι ένα φεστιβάλ για την υπέρβαση των διαχωριστικών γραμμών και των συνόρων, για τη βίαιη απώλεια της οικίας και για την τέχνη ως ετεροτοπία: όχι, δηλαδή, ως ουτοπία αλλά ως ένας υπαρκτός τόπος - καθρέφτης για την επανεξέταση της πραγματικότητας. Στην περίπτωση της έκθεσης «Don’t follow the wind» εκείνο που πρωτίστως θεωρώ ότι επανεξετάζεται από τους επισκέπτες είναι μια ιδέα: αυτή που προκάλεσε τη δημιουργία της έκθεσης.
Η έκθεση «Don’t follow the wind» είναι ανοιχτή στο κοινό μέχρι και τις 14 Μαΐου στο Ξενοδοχείο Classical Acropol (Πειραιώς 1, Ομόνοια) από τις 12:00-20:00 με είσοδο 3€. Πληροφορίες: 2109005800, http://www.sgt.gr/gre/SPG1899/ Η είσοδος του κοινού πραγματοποιείται από την πλαϊνή είσοδο του ξενοδοχείου εντός της στοάς. Ο χώρος δεν είναι προσβάσιμος σε ανθρώπους με κινητικές δυσκολίες.
*Ο τίτλος του πρότζεκτ είναι εμπνευσμένος από την αφήγηση ενός εκτοπισμένου κατοίκου της Φουτάμπα της Φουκουσίμα, ο οποίος, μια μέρα μετά το πυρηνικό ατύχημα, στις 12 Μαρτίου 2011, συνειδητοποίησε ότι τα ραδιενεργά απόβλητα μεταφέρονταν με τον αέρα προς τα βόρεια και, προκειμένου να τα αποφύγει, οδήγησε την οικογένειά του στον ασφαλή νότο.
** Στις 11 Μαρτίου 2011, ένας καταστροφικός σεισμός και το επακόλουθο τσουνάμι έπληξαν την Ιαπωνία, προκαλώντας ένα από τα μεγαλύτερα πυρηνικά ατυχήματα της ιστορίας στον πυρηνικό σταθμό Ντάι-ίτσι της Φουκουσίμα, ιδιοκτησίας της εταιρείας TEPCO (Tokyo Electric Power Company), όταν τεράστιες ποσότητες ραδιενέργειας εκλύθηκαν στο περιβάλλον, με αποτέλεσμα την υποχρεωτική εκκένωση του πληθυσμού, που αριθμούσε 100.000 και πλέον ανθρώπους, οι περισσότεροι εκ των οποίων παραμένουν εκτοπισμένοι έκτοτε (από το έντυπο υλικό της έκθεσης).