Οι φωτογραφίες της Σίντι Σέρμαν μοιάζουν περισσότερο με προϊόντα παρά με φωτογραφίες. Παρόλο που ποτέ δεν συμπάθησε το χώρο της σύγχρονης τέχνης, φυλακίστηκε εκεί και δεν δραπέτευσε σ’ ένα πιο υγιές και ανοιχτό περιβάλλον, όπως ήθελε.
Μπορεί οι καταβολές της να ήταν κυρίως κινηματογραφικές και, στην πραγματικότητα, η παραγωγή της να θυμίζει ένα εξαιρετικά αργό φιλμ που το κάθε καρέ μένει στην οθόνη για ώρα, όμως ποτέ δεν την εκτίμησαν ιδιαίτερα οι κινηματογραφιστές. Μα ούτε οι φωτογράφοι, σε αντίθεση με τη Φραντσέσκα Γούντμαν, η οποία επίσης φωτογράφιζε τον εαυτό της. Μάλλον επειδή η Γούντμαν δεν φωτογράφιζε τον εαυτό της. Αλλά ένα φάντασμα.
Η Γούντμαν γεννήθηκε τέσσερα χρόνια μετά τη Σέρμαν. Αυτοκτόνησε τη μέρα γενεθλίων της Σέρμαν. Οι γκαλερί της Νέας Υόρκης έβρισκαν τη δουλειά της ακατανόητη. Ήταν η εποχή που η Σέρμαν είχε αρχίσει να γίνεται πασίγνωστη με την πρώτη σειρά φωτογραφιών της "Untitled Film Stills", ίσως την καλύτερη δουλειά της.
Μπορεί να μη φτάνει το νεύρο και την αιχμή της Γούντμαν, να μην έχει, επομένως, καθόλου την αγωνία του "κατεπείγοντος", αλλά τουλάχιστον είναι κάτι: καμιά εβδομηνταριά ασπρόμαυρα αυτοπορτρέτα που τράβηξε στο σπίτι της ή έξω στο δρόμο, σαν τις φωτογραφίες που χαζεύεις στις προθήκες μπροστά από έναν κινηματογράφο, ενώ ξέρεις πως δεν έχεις χρήματα για εισιτήριο.
Δεν ξέρω αν το έργο της Σέρμαν έχει μια εγωιστική χροιά, ίσως έχει, χωρίς βέβαια να χάνει την ειλικρίνειά του, αλλά σίγουρα δεν μπορεί να σε παρασύρει σ’ ένα διαφορετικό σημείο πέρα από τα σημεία που αποτυπώνονται στις εικόνες της.
Βλέποντας αυτό το πρώιμο δείγμα δουλειάς που συγκέντρωσε το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, εύκολα διαπιστώνει κανείς πως η Σέρμαν εγκλωβίστηκε -ή ακόμα χειρότερα, βολεύτηκε- πολύ νωρίς σε μια συγκεκριμένη φωτογραφική φόρμα, με το πρόσωπό της να γίνεται μάρκα προϊόντος, συσκευασία, προϊόν. Κάτι που γίνεται ήδη φανερό στις επόμενες έγχρωμες σειρές της "Rear Screen Projections", "Centerfolds", "Color Studies". Η ένταση έχει χαθεί.
Σαν τον ιδιοκτήτη ενός εργοστασίου που κάποτε είχε μια πιασάρικη ιδέα και αποφάσισε να την αναπαράγει εσαεί για μην κοντύνει το πελατολόγιο. Είναι καλό να υπάρχουν ωραίες ιδέες. Μόνο που το έργο ενός δημιουργού δεν χτίζεται με ιδέες.
Γι’ αυτό φοβάμαι πως αργότερα το έργο της θα καταντήσει μια υποσημείωση στην Ιστορία της Τέχνης - διόλου άσχημη κατάληξη, βέβαια. Προσωπικά, πάντα με απωθούσε η Ιστορία της Τέχνης. Αλλά ποτέ η υποσημείωση. Η υποσημείωση είναι επεξηγηματική, στεγνή και φιλική προς τον αναγνώστη. Όπως η Σέρμαν, έτσι όπως την παρακολουθώ να μιλάει ήρεμα και σταθερά στο εικοσάλεπτο βίντεο που προβάλλεται στην έκθεση.
Όταν ήταν μικρή, της άρεσε να παίρνει οικογενειακές φωτογραφίες και να κυκλώνει με μαρκαδόρο τον εαυτό της. Τις κολλούσε σ’ ένα τετράδιο και έγραφε ως λεζάντα "Thats me", μια χειρονομία που έκρυβε λίγη εγωπάθεια, περισσότερη ανασφάλεια, μα κυρίως αφέλεια: ποτέ δεν είμαστε ακριβώς εμείς. Δεν ξέρουμε καν αν είμαστε εμείς.
Ίσως εκεί κερδίζει η μικρή αυτή έκθεση (με το ακριβό εισιτήριο, εκτός αν το Μουσείο θεωρεί πως μια έκθεση που χρειάζεσαι σαράντα λεπτά για να τη δεις, αξίζει όσο δύο εισιτήρια κινηματογράφου): όσο παρατηρείς το πρόσωπο της Σέρμαν, τόσο σβήνει και εξαφανίζεται, όπως η ίδια άλλωστε επιθυμούσε. Κι έτσι αρχίζεις να παρατηρείς ό,τι βλέπεις γύρω σου.
Τα μαύρα μαλλιά του φύλακα στον πρώτο όροφο, την κόκκινη μοκέτα στη σκάλα, το μαρμάρινο τζάκι που δεν καπνίζει πια, τον καθρέφτη με το χρυσό πλαίσιο, μια επισκέπτρια που φορά ένα μαύρο φόρεμα με λουλούδια ραμμένα στο ύφασμα, μια γυναίκα που έρχεται καθυστερημένα και το πρόσωπό της δείχνει οικείο.
Και μετά, όλα αυτά ενώνονται με ό,τι βλέπεις στο περιθώριο των ασπρόμαυρων φωτογραφιών της Σέρμαν: μια ανοιχτή βαλίτσα, μια κονσέρβα, ένα λευκό νυχτικό, μια μάσκα θαλάσσης, ένας διάδρομος, ένα κτίριο με στέγη και καμινάδα, ένας έρημος δρόμος, μια πόρτα, λεπτομέρειες που τελικά αποκτάνε μεγαλύτερο ρόλο από το πρόσωπό της, γιατί σε πετάνε πίσω στο δρόμο, με μεγαλύτερη ένταση. Εκεί δηλαδή που σε πετάνε τα καλά έργα. Για να συνεχίσεις τη ζωή σου.
Κι όταν βγαίνεις έξω, η ποικιλία των προσώπων που βλέπεις στο δρόμο, σε κάνει να ξεχνάς αμέσως τις φωτογραφίες της Σέρμαν. Και δυστυχώς την έκθεση: Τhat’s me.
Περισσότερες πληροφορίες
Cindy Sherman at Cycladic: Πρώιμα έργα
Περισσότερα από εκατό έργα της Cindy Sherman παρουσιάζονται στην έκθεση που διοργανώνει το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, στο Μέγαρο Σταθάτου. Πρόκειται για την πρώτη μουσειακή έκθεση με φωτογραφικά έργα της διάσημης Αμερικανίδας καλλιτέχνιδας στην Ελλάδα, στην οποία θα παρουσιαστούν έργα-ορόσημα από την πρώιμη σειρά φωτογραφιών "Untitled Film Stills" (1977-1980), καθώς και από τις σειρές "Rear Screen Projections" (1980), "Centerfolds" (1981) και "Color Studies" (1982). Η Sherman μεταμορφώνεται σε διάφορους επινοημένους χαρακτήρες που απαθανατίζει σε διαφορετικά σκηνικά, αναλαμβάνοντας η ίδια όλους τους ρόλους που απαιτούνται για τη δημιουργία των έργων της. Η έκθεση εστιάζει στη γυναίκα, την ταυτότητα και την απεικόνισή της, διερευνώντας, μέσα από τους χαρακτήρες των έργων της Sherman, μεγάλο εύρος των γυναικείων στερεότυπων και θέτοντας ερωτήματα που παραμένουν πάντα επίκαιρα.