Το ΕΜΣΤ παρουσιάζει μέχρι τις 2 Φεβρουαρίου την πρώτη ατομική έκθεση στην Ελλάδα του εικαστικού Viron Erol Vert, με τίτλο "The Hermit" ("Ο Eρημίτης"), σε επιμέλεια Ιόλης Τζανετάκη. Μεγαλωμένος μεταξύ Γερμανίας, Τουρκίας και Ελλάδας, σε διαπολιτισμικό περιβάλλον, τα ερευνητικοί και καλλιτεχνικοί προβληματισμοί του Vert αφορούν θρησκευτικά συστήματα, πολιτισμικές ταυτότητες και γλώσσα. Έτσι, δημιούργησε μια επιτόπια, εμβυθιστική εγκατάσταση που εμπέεται από το έργο του Ιάννη Ξενάκη, στον οποίο το ΕΜΣΤ έχει αφιερώσει δύο μεγάλες εκθέσεις την περίοδο 2023-2024. Συγκεκριμένα στο "The Hermit" εξερευνά διάφορες όψεις της πρακτικής του πρωτοποριακού συνθέτη, αρχιτέκτονα και μαθηματικού, και αναδεικνύει την επιρροή που είχε στους σύγχρονους μουσικούς και ηχητικούς καλλιτέχνες.
Μπορείς να μας πείτε λίγα λόγια για το "Hermit" και τη διαδικασία δημιουργίας του;
Το "Hermit" είναι μια εκτεταμένη εγκατάσταση που αναπτύχθηκε σε συνεργασία με τo Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Η καλλιτεχνική διευθύντρια του μουσείου Κατερίνα Γρέγου με κάλεσε να δουλέψω πάνω σε ένα site-specific concept που καταπιάνεται ιδιαίτερα με το έργο και την καλλιτεχνική πρακτική του Ιάννη Ξενάκη και θα παρουσιαστεί στους εκθεσιακούς χώρους του μουσείου παράλληλα με δύο εκθέσεις για τον Ξενάκη. Για αρκετούς μήνες, συνεργαστήκαμε στενά με την Ιόλη Τζανετάκη, επιμελήτρια του έργου, και ολόκληρη την ομάδα του μουσείου, για τη σύλληψη της εγκατάστασης, επομένως προσωπικά βλέπω αυτή την εγκατάσταση ως ένα είδος συλλογικής δουλειάς και θέλω να ευχαριστήσω σε αυτό το σημείο όλους τους εμπλεκόμενους. Ως αποτέλεσμα δημιουργήθηκε ένα sound space installation που επιχειρεί να ενώσει διαφορετικά οπτικοακουστικά επίπεδα και αισθητηριακές εμπειρίες. Υπάρχουν έξι κομμάτια σύγχρονου ηχητικού σχεδιασμού που δημιούργησαν διαφορετικοί διεθνείς καλλιτέχνες για την εγκατάσταση.
Επιπλέον, η εγκατάσταση είναι διαδραστική και διαγενεακή καθώς οι επισκέπτες καλούνται να αλληλεπιδράσουν οι ίδιοι με τους ηχητικούς σωλήνες της. Το concept στοχεύει στο να ρίξει μια σύγχρονη ματιά στο έργο του Ξενάκη και επίσης συνδέεται με διάφορες πτυχές της δικής μου καλλιτεχνικής πρακτικής. Αυτές οι εγκαταστάσεις συνδέονται πάντα με τον χώρο στον οποίο παρουσιάζονται, καθώς τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά του χώρου επηρεάζουν το σχεδιασμό· η σχέση μεταξύ ανθρώπων και χώρου ήταν το επίκεντρο της δουλειάς μου τα τελευταία χρόνια. Θα ήθελα επίσης να αναφέρω εδώ ότι ο πατέρας της μητέρας μου ήταν Αθηναίος και είχα περάσει πολλές ιδιαίτερες στιγμές στην Αθήνα από τα παιδικά μου χρόνια μέχρι τον θάνατό του. Αυτό το έργο λοιπόν είναι μια σύνδεση με τις δικές μου οικογενειακές και πολιτιστικές ρίζες και είναι ταυτόχρονα το πρώτο μου καλλιτεχνικό έργο που δείχνω στην Ελλάδα.
Πώς συνομιλεί η εγκατάστασή σου με την κληρονομιά του Ξενάκη;
Εκτός από τη δουλειά του ως μουσικός, ο Ξενάκης έχει εργαστεί σε πολλούς διαφορετικούς τομείς όπως η μηχανική, η σκηνογραφία και η εγκατάσταση a.s.o. [σ.σ. Automatic Shut Off (ASO) Installation] και αυτός είναι και ο λόγος που ήθελα να ενσωματώσω εννοιολογικά την πολυπλοκότητα και την ποικιλομορφία της δουλειάς του στην εγκατάσταση. Εγώ ο ίδιος εργάζομαι σε διαφορετικά μέσα και κάθε μέσο είναι σαν ένα άλλο σύμπαν και γλώσσα. Ήταν σημαντικό για την καλλιτεχνική διαδικασία να αναλύσω τι μας συνδέει και τι διαχωρίζει το καλλιτεχνικό του έργο με τη δική μου πρακτική, καθώς η εγκατάσταση προσπαθεί να βρει μια ισορροπία και προς τις δύο κατευθύνσεις. Στο "The Hermit" όλες οι εννοιολογικές πτυχές βασίζονται σε δύο θεμελιώδεις αρχές: η πρώτη του σύνθεση, "Six chansons pour piano" και η ακολουθία Fibonacci, ένας μαθηματικός τύπος, που είναι επίσης γνωστός ως "χρυσή τομή" και που χρησιμοποιούσε από την πρώιμη περίοδο της καριέρας του. Εδώ χρησιμοποιήθηκε για να δημιουργήσουμε και να υπολογίσουμε όλη την οπτική διάταξη και σύλληψη, όπως τις δομές γραμμής, τα μοτίβα και τα επίπεδα χρώματος και τις θέσεις.
Η εγκατάσταση χωρίζεται σε έξι κύριες χρωματικές περιοχές, καθεμία από αυτές έχει έξι ανοδικά και φθίνοντα επίπεδα χρώματος που συναντώνται στο κεντρικό φως, το οποίο επίσης είναι κατασκευασμένο από έξι έγχρωμους σωλήνες LED. Επιπλέον, υπάρχουν έξι περίπτερα με 180 ηχητικούς σωλήνες στους οποίους μπορούν να παίξουν οι επισκέπτες κατά την παραμονή τους στην εγκατάσταση. Έξι διαφορετικοί, διεθνείς και Έλληνες, καλλιτέχνες ήχου έχουν προσκληθεί να δημιουργήσουν ο καθένας από ένα ηχητικό κομμάτι που σχετίζεται με το περιεχόμενο. Και τα έξι κομμάτια παίζονται στην εγκατάσταση κατά τις ώρες λειτουργίας για τους επισκέπτες. Θα υπάρξει επίσης μια σειρά από ζωντανές εμφανίσεις. Μια από αυτές επιμελήθηκε το KRAMA Festival για τα εγκαίνια και την ενεργοποίηση της εγκατάστασης και θα ακολουθήσουν κι άλλα.
Προσωπικά βιώνω μια θεμελιωδώς ανοιχτή και μη επικριτική ατμόσφαιρα στο έργο του Ξενάκη, που δεν κατηγοριοποιεί τον ήχο και τη μουσική με την κλασική έννοια ή τρόπο, αλλά προσπαθεί να επιτρέψει σε όλα τα είδη ήχων να είναι ελεύθεροι και να συναντηθούν. Έτσι, το έργο του έχει τελικά και έναν τρόπο πολιτικής έννοιας, γιατί δίνει χώρο στα αντίθετα και παρόλο που η μουσική του εξακολουθεί να έχει μια προοδευτική επίδραση από τη σημερινή ματιά, νιώθω ότι ο ήχος του συνδέεται επίσης με τα αρχαϊκά, πιο βαθιά μας συναισθήματα και δηλώνει ότι όλοι μοιραζόμαστε μια εμπειρία. Στο τέλος αυτής της εγκατάστασης, θέλησα να ασχοληθώ με την ελεύθερη και συμπληρωματική πτυχή του έργου του και να αποκαλύψω τη σύνδεση μεταξύ του αύριο, του σήμερα και του κοινού μας παρελθόντος.
Γιατί επέλεξες να επικεντρωθείς στα πρώιμα του έργα, όπως είναι η σύνθεση "Six chansons pour piano";
Στην έρευνά μου, κοιτάζω πάντα το αντικείμενο της έμπνευσης από διαφορετικές οπτικές γωνίες προκειμένου να κατανοήσω καλύτερα το περιεχόμενο και την ατμόσφαιρα. Με όλη την ποικιλομορφία και τις διαφορετικές κατευθύνσεις στις οποίες δούλεψε ο Ξενάκης -που είναι πολύ συναρπαστικό- ήθελα ιδιαίτερα να κατανοήσω καλύτερα τις απαρχές και την πηγή της δημιουργικής του περιόδου ως μουσικός. Κατά τη διάρκεια της έρευνάς μου, συνάντησα το "Six chansons pour piano". Αυτά τα έξι σύντομα και έντονα κομμάτια, άγνωστα για μεγάλο χρονικό διάστημα, συντέθηκαν στα φοιτητικά του χρόνια μεταξύ 1950-51, αλλά δημοσιεύτηκαν πολύ αργότερα, γύρω στο έτος 2000. Γράφτηκαν πριν από τις "Μεταστάσεις", που επίσημα θεωρούνταν η πρώτη του σύνθεση για πολύ καιρό. Σε αυτές τις συνθέσεις ο Ξενάκης θεματοποίησε τις ρίζες του στην Ελλάδα.
Αυτή η αναζήτηση για την πολιτιστική του προέλευση και την ταυτότητά του ήταν απαραίτητη για την περαιτέρω πορεία του ως μουσικού και καλλιτέχνη και η οποία είναι θεμελιωδώς σημαντική για κάθε καλλιτέχνη. Η κατανόηση της καταγωγής κάποιου - από και για την καλλιτεχνική σκοπιά σημαίνει ότι κατανοεί καλύτερα τον εαυτό του και την καλλιτεχνική του επιθυμία. Είτε το δουλέψει καλλιτεχνικά αργότερα είτε όχι, αν το ενστερνιστεί ή το αποκλείσει αργότερα - πρέπει να νιώσει και να κατανοήσει τις πηγές και τις αφετηρίες. Επιπλέον, νιώθω μέσα από την αντανάκλαση του έργου του, μια ευέλικτη ατμόσφαιρα και μια μοναδική συγκινητική και μεταμορφωτική στάση σε αυτές τις πρώιμες, μάλλον ημιτελείς και ανοιχτές συνθέσεις και αυτή ακριβώς την πτυχή και τον χαρακτήρα ήθελα να θεματοποιήσω εδώ.
Νιώθω σε αυτά τα πρώτα έργα ένα είδος αναζήτησης για τον εαυτό του και αυτή είναι η πηγή κάθε είδους καλλιτεχνικής δημιουργίας. Επιπλέον, οι αριθμολογικές πτυχές είναι πάντα σημαντικές στην καλλιτεχνική μου πρακτική και εκτός αυτού ο αριθμός έξι έχει επανειλημμένα εμφανιστεί στα έργα του Ξενάκη από την εποχή του ως μηχανικός. Στην αναδρομική στο ΕΜΣΤ, μπόρεσα να βρω αρκετά σκίτσα και σχέδια που παραπέμπουν σε εξάγωνο και εξάγραμμα, κάτι που τελικά ήταν ο λόγος που αποφάσισα να βασίσω την ιδέα μου στον αριθμό έξι.
Το έργο εμπνέεται από την αισθητική των clubs του Βερολίνου...
Έχω αποκτήσει με τα χρόνια την εμπειρία ότι η καλλιτεχνική δημιουργία συνδέεται πάντα με τα διάφορα μέρη της διαδρομής της ζωής μας ή ότι επηρεάζεται και ταυτόχρονα προκύπτει από τις εμπειρίες μας. Σπούδασα αρχικά σχέδιο μόδας, μετά εικαστικά και μετά πειραματικό σχέδιο υφασμάτων. Για να χρηματοδοτήσω τις διάφορες σπουδές μου και να μπορέσω να εργάζομαι τα Σαββατοκύριακα και να σπουδάζω κατά τη διάρκεια της εβδομάδας, άρχισα να δουλεύω πόρτα στο Βερολίνο για περισσότερα από 25 χρόνια σε ένα κλαμπ που ονομάζεται "Ostgut", το οποίο σήμερα είναι γνωστό ως "Berghain".
Η νυχτερινή ζωή και η clubbing κουλτούρα έχει τους δικούς τους κανόνες, συστήματα και αποτελούν ένα παράλληλο σύμπαν μέσα στη δημόσια ζωή μας. Πολλοί άνθρωποι θέλουν να "μεταναστεύσουν" για λίγο σε αυτούς του τους ασφαλείς χώρους που συνδέονται με την κουλτούρα του rave, μια κουλτούρα θεμελιωδώς ανοιχτή προς κάθε είδους σεξουαλικό προσανατολισμό, φύλο, a.s.o. και όλα τα στυλ και συμπεριφορές γίνονται σεβαστά. Σας τα λέω όλα αυτά καθώς τελικά, είμαστε πάντα η πεμπτουσία των εμπειριών μας και όλες οι πτυχές που αναφέρονται παραπάνω μπορούν τελικά να βρεθούν στην ιδέα αυτής της εγκατάστασης. Άρχισα να εργάζομαι στη νυχτερινή ζωή του Βερολίνου όταν ήμουν 20 χρονών και μόνο λίγα χρόνια μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, σε μια πόλη που ήταν ακόμα πολύ διχασμένη - οπτικά και συναισθηματικά υποθέτω.
Ο χρόνος της επανένωσης, η ανάπτυξη μιας πόλης, αλλά και η δική μου πρώην πολυπολιτισμική κοινωνικοποίηση μέσω της οικογενειακής μου δομής, το θέμα των πολιτισμικών, γλωσσικών αντιθέσεων, η ζωή μεταξύ της βόρειας Γερμανίας, της Κωνσταντινούπολης και της Αθήνας είναι επίσης μέρος αυτής της δουλειάς στο τέλος. Κατάλαβα όλα αυτά τα χρόνια, ότι θέλω να δημιουργήσω στιγμές στις χωρικές μου εγκαταστάσεις που να επιτρέπουν συλλογικές εμπειρίες, όπου μπορούμε να ξεπεράσουμε τα κοινωνικά πλαίσια. Αισθάνομαι επίσης στο έργο και την κληρονομιά του Ξενάκη. Εκτός αυτού ο όρος "Κοινωνική Γλυπτική" του Γερμανού καλλιτέχνη Joseph Beuys αποτελεί σημαντική έμπνευση στην καλλιτεχνική μου πρακτική αλλά και την ιδέα μου για τη σχέση των ανθρώπων με τον περιβάλλοντα χώρο μας. Στο τέλος, το ανθρώπινο και το συλλογικό είναι πάντα στο επίκεντρο των έργων μου.
Στα εγκαίνια του "The Hermit" φιλοξενήθηκαν παράλληλα μερικές ζωντανές μουσικές παραστάσεις σε επιμέλεια της κολεκτίβας KRAMA. Τι είδους εμπειρία ήταν αυτή για το κοινό της έκθεσης;
Το "The Hermit" συνεργάστηκε με το KRAMA Festival για τα εγκαίνια, τα οποία ήταν πολύ διασκεδαστικά για εμένα προσωπικά και νομίζω ότι πολύς κόσμος το χάρηκε. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, έχω μια μακρά σχέση με κλαμπ, μουσικούς και DJs και η συνεργασία με διαφορετικούς καλλιτέχνες ήχου για πολλά έργα ήταν πάντα μέρος της καλλιτεχνικής μου πρακτικής. Ήταν ιδιαίτερα σημαντικό για εμάς να συνεργαστούμε με μια σύγχρονη θέση από τη σκηνή της Αθήνας. Βρήκα τους μουσικούς που επέλεξε η KRAMA να είναι πολύ ατομικοί και ενωτικοί ταυτόχρονα. Είναι σύγχρονοι καλλιτέχνες ηλεκτρονικού πειραματικού ήχου που δουλεύουν εν μέρει ατμοσφαιρικά, πειραματικά και εν μέρει αρχαϊκά.
Υπήρχε μια μεγάλη ποικιλία από αισθησιακά ηχητικά ταξίδια καθ' όλη τη διάρκεια της βραδιάς και υποστηρίχθηκαν από όλους τους επισκέπτες που ήρθαν στην τελετή έναρξης παίζοντας τους ηχητικούς σωλήνες και μέσω αυτού συνδέθηκαν μεταξύ τους, με τους μουσικούς και τις ερμηνείες τους και ένιωσα και λίγο τον Ξενάκη εκεί... Τα σύνορα από κοινό σε ερμηνευτή, από χώρο σε σώμα εξαφανίζονταν - αυτό μου άρεσε πολύ. Οι ποικίλες πολύχρωμες στιγμές ήχου σε αφήνουν να χαλαρώσεις και να συνευρεθείς ταυτόχρονα. Όπως είπα και παραπάνω, θα οργανώσουμε επίσης μια βραδιά με την ομάδα του μουσείου τον Φεβρουάριο του 2024. Εκεί θα προσκαλέσουμε τις άλλες πέντε ηχητικές θέσεις του concept μας να συναντηθούν.
Περισσότερες πληροφορίες
Viron Erol Vert. The Hermit
Το ΕΜΣΤ παρουσιάζει την πρώτη ατομική έκθεση του εικαστικού καλλιτέχνη Viron Erol Vert στην Ελλάδα. Η επιτόπια εγκατάσταση, που δημιουργήθηκε ειδικά για το μουσείο, είναι εμπνευσμένη από το έργο του Ιάννη Ξενάκη. Στόχος της είναι να εξερευνήσει διάφορες πτυχές της πρακτικής του πρωτοποριακού συνθέτη, αρχιτέκτονα και μαθηματικού, καθώς και να αναδείξει την επιρροή που άσκησε στους σύγχρονους δημιουργούς. Ο καλλιτέχνης έχει δημιουργήσει ένα διαδραστικό περιβάλλον με αισθητική επηρεασμένη από κλαμπ του Βερολίνου, το οποίο θα γεμίσει με ήχους που θα συνθέσουν σύγχρονοι πειραματικοί μουσικοί.