Βρισκόμαστε στο 2000. Με την έλευση της νέας χιλιετίας, η Εθνική Πινακοθήκη εκδίδει έναν νέο οδηγό για τις μόνιμες συλλογές της. Στις πρώτες κιόλας σελίδες του μπορεί κανείς να διαβάσει μία μικρή σημείωση: "[…] Η ανεπάρκεια του χώρου δεν επιτρέπει μια συνολική παρουσίαση της σύγχρονης ελληνικής τέχνης". 22 χρόνια μετά, αυτή η λιτή παραδοχή του μουσείου-κιβωτού για την ελληνική εικαστική τέχνη, αποτελεί παρελθόν. Και αυτό γιατί το όραμα της αποβιώσασας τέως διευθύντριάς του, κας Μαρίνας Λαμπράκη-Πλάκα, έχει γίνει πλέον πραγματικότητα. Εδώ και ενάμιση περίπου χρόνο, η νέα Εθνική Πινακοθήκη έχει ανοίξει τις πόρτες της και υποδέχεται το κοινό στους νέους, εκτεταμένους -υπερδιπλασιασμένους- χώρους της.
Από το περασμένο καλοκαίρι, βέβαια, η σκυτάλη της διεύθυνσης έχει περάσει στην ιστορικό τέχνης και επιμελήτρια κα Συρα Τσιάρα, η οποία μάλιστα πρόσφατα παρούσιασε το νέο, φιλόδοξο καλλιτεχνικό πρόγραμμα του μουσείου. Εκτός από σπουδές στο ΑΠΘ, του οποίου είναι και διδακτόρισσα, αλλά και στο πανεπιστήμιο του Leeds, η κα Τσιάρα διαθέτει πολύχρονη εμπειρία στην εικαστική διαχείριση. Αρχικά, εργάστηκε ως επιμελήτρια της συλλογής έργων ρωσικής πρωτοπορίας του Γιώργου Κωστάκη. Για δεκατρία χρόνια διηύθυνε το Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης στη Θεσσαλονίκη, ενώ από το 2018 ήταν στο τιμόνι του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, το οποίο αποτελεί μέρος του Μητροπολιτικού Οργανισμού Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης MOMus.
Αυτή η μακρά πορεία στον χώρο της τέχνης περιγράφεται από την ίδια στο βιβλίο της "Η επιμέλεια του βλέμματος" (εκδόσεις Νήσος). Στις σελίδες του, η Τσιάρα κάνει μία ανασκόπηση των εκθέσεων που έχει επιμεληθεί στο παρελθόν. Ταυτόχρονα, πλαισιώνει κάθε έργο με παράθεση θεωρητικών στοιχείων ή αναφορές σε άλλα καλλιτεχνήματα, αναδεικνύοντας τις ποικίλες πλευρές κάθε δημιουργίας. Η αρχή γίνεται με μία εισαγωγή σχετικά με την πραγματικότητα της σύγχρονης τέχνης των τελευταίων ετών, με αφορμή την Ντοκουμέντα 14. Στη συνέχεια, βασικά θέματα με τα οποία καταπιάνεται το βιβλίο είναι οι έννοιες του σώματος, του φύλου και της μνήμης.
Το σώμα, το φύλο, η μνήμη
Όπως παρατηρεί η κα Τσιάρα, η δυναμική της σωματικής επιτέλεσης στη σύγχρονη εποχή μπορεί να συγκριθεί με εκείνη της δεκαετίας του ’70, όταν "συνέβη η έκρηξη της σωματικής έκφρασης στην τέχνη". Ενδεικτική αναφορά γίνεται στην ιέρεια της performance Marina Abramović, που στο "Rhythm 0” άφηνε το σώμα της έκθετο στη χρήση αντικειμένων από τους επισκέπτες της γκαλερί Morra, τα οποία που εκτείνονταν από λίγο άρωμα και έφταναν ως ένα όπλο με σφαίρα.
Γυρνώντας στο ελληνικό πλαίσιο, αλλά χωρίς να μεταφερθεί στην ουσία μακριά, η νέα διευθύντρια της Πινακοθήκης αναφέρει μία περφόρμανς του Ulay, πρώην καλλιτεχνικού ντουέτου με την Abramović, που έλαβε χώρα στο Βυζαντινό Λουτρό της Θεσσαλονίκης. Στο πλαίσιο της 5ης Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης στην πόλη, ο περφόρμερ υποδεχόταν σε αυτόν τον χώρο –κατεξοχήν τόπο συνάντησης σωμάτων- έναν επισκέπτη. Ο τελευταίος έπρεπε να φέρει μαζί του ένα αντικείμενο ροζ χρώματος, το οποίο τοποθετούνταν στον χώρο, και ύστερα έφευγε, με τη συνάντηση αυτή να παραμένει πάντα ιδιωτική. Τα μάτια των ατόμων κατά την έξοδό τους, όπως εκμυστηρεύεται η Τσιάρα, ήταν αρκετά για να κατανοήσει κανείς την επίδραση που είχε αυτή η συναναστροφή στους επισκέπτες, που ήταν συνάμα και συνδιαμορφωτές του καλλιτεχνικού αποτελέσματος.
Όσον αφορά το επόμενο πεδίο, δηλαδή την εξερεύνηση των διαστάσεων του φύλου, ιδιαίτερα τολμηρό ήταν το εγχείρημα υπό τον τίτλο "Ταυτο-ετερό-τητα". Με αυτόν τον εύγλωττο τίτλο, οι συντελεστές της έκθεσης έθεταν το στίγμα της επιμελητικής τους ματιάς: στο επίκεντρο του αυτοπροσδιορισμού του κάθε ατόμου βρίσκεται η έννοια της διαφορετικότητας. Η παρουσίαση της έκθεσης αυτής έγινε στο πλαίσιο της 5ης Μπιενάλε Θεσσαλονίκης, με έργα όπως οι μικρές βιντεο-συνεντεύξεις τρανς ατόμων στη Λατινική Αμερική (Carlos Motta) ή οι "διαφημιστικές αφίσες" του πρότζεκτ "Ε, εσύ στρέιτ!", που στηλίτευαν την ετεροκανονικότητα (Deborah Kelly & Tina Fiveash). Κι αν κάποιος θεωρεί τα ζητήματα αυτά "λεπτά" ή "ευαίσθητα" για το δημόσιο διάλογο, τότε ίσως εκπλαγεί από την επιλογή του χώρου που στέγασε την έκθεση, δηλαδή το δημαρχείο της Θεσσαλονίκης.
Κλείνοντας με τα ζητήματα μνήμης, δύο φαίνεται να είναι οι άξονες γύρω από τους οποίους συγκροτείται η καλλιτεχνική παραγωγή. Από τη μία πλευρά υπάρχει ο ιδιωτικός, με έργα που μεταχειρίζονται τη μνήμη ως διαπράγματευση του οικογενειακού ή κοινοτικού παρελθόντος και γενικά της ταυτότητας. Από την άλλη, βρίσκουμε και το πολιτικό/δημόσιο στοιχείο, ιδίως σε δημιουργίες καλλιτεχνών από την πρώην Σοβιετική Ένωση σε σχέση με τα βιώματα του κομμουνισμού. Ίσως, βέβαια, η πιο ιδιάζουσα πραγμάτευση του θέματος αυτού έχει να κάνει με το ολοένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για το αρχείο. Η ίδια η κα Τσιάρα σημειώνει το χαμηλόφωνο "Επισφαλές Αρχείο" (Στέφανος Τσιβόπουλος), στο οποίο οι επισκέπτες μπορούσαν να θέσουν αρχειακό υλικό σε κοινή θέα, προβάλλοντάς το με σλάιντ σε οθόνες στο χώρο. Τα ντοκουμέντα αυτά προέρχονταν από αμφιλεγόμενες περιόδους, όπως ο Ψυχρός Πόλεμος, και η εκάστοτε διαμόρφωσή τους καταδείκνυε τη δυσκολία να μιλήσει κανείς με γενικό ή απόλυτο τρόπο για τα γεγονότα της ανθρώπινης ιστορίας.
Περισσότερες πληροφορίες
Κωνσταντίνος Παρθένης (1878-1967), Η Ιδανική Ελλάδα της Ζωγραφικής του
Μια καλλιτεχνική αναδρομή στο έργο του Κωνσταντίνου Παρθένη, ο οποίος με τη ζωή του και την τέχνη του τα τέλη του 19ου αιώνα και ολοκλήρωσε τη διαδρομή του στα τέλη της δεκαετίας του 1960 στο σπίτι του, στους πρόποδες της Ακρόπολης. Αλεξάνδρεια, Βιέννη, Παρίσι, Κέρκυρα, Αθήνα, είναι οι κυριότεροι σταθμοί του έργου του, που δεν είναι ακόμη καταγεγραμμένο στο εύρος του, ούτε απολύτως οριοθετημένο στην ιστορία της τέχνης. Η ζωγραφική του Παρθένη βρίσκεται σε διαρκή δημιουργικό διάλογο, πάντα με προσωπικό ύφος, με τα εικαστικά ρεύματα του μοντερνισμού, ενώ οι εικονογραφικές αναφορές στην αρχαιότητα και στην βυζαντινή τέχνη διαμορφώνουν ένα προσωπικό ζωγραφικό ιδίωμα, που εξελίσσεται σταθερά μέχρι το τέλος της ζωής του μέσα από μια πληθώρα έργων.