Τρεις πήλινες φιγούρες, έργα των εικαστικών Παναγιώτη Λουκά και Μαλβίνας Παναγιωτίδη, τοποθετημένες και φωτογραφημένες από τον επιμελητή Σταμάτη Σχιζάκη στην κορυφή Τίμιος Σταυρός του Ψηλορείτη το 2015, έδωσαν το έναυσμα για την μικρότερη ίσως μπιενάλε της κεντρικής Μεσογείου, η οποία, όπως λέει ο επιμελητής της "δεν τα πάει καλά οργανωτικά, έχει πολύ λίγους καλλιτέχνες, έχει ακανόνιστο πρόγραμμα, είναι πολύ δύσκολο να φτάσεις στα έργα, δεν υπάρχει σήμανση για να τα δεις, δεν υπάρχουν καθόλου υποδομές, έχει μηδενική επικοινωνία και καθόλου κοινό, αλλά το χειρότερο είναι ότι μέχρι να βγει ο κατάλογος τα έργα έχουν ξεστηθεί".
Από τότε ως την πρόσφατη παρουσίαση της "Πρώτης, τελευταίας και παντοτινής μπιενάλε του Ψηλορείτη" στο Μουσείο Εικαστικών Τεχνών Ηρακλείου (η έκθεση διαρκεί ως τις 16/02) μια σειρά αξιόλογων καλλιτεχνών έχουν κάνει τις δικές τους "προσφορές" στο βουνό που περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την "Ανακλαστική Γραμμή" της Έφης Σπύρου, μια ταινία 3 μ. που εκπέμπει το φως της σελήνης, τη σήμανση πιθανόν "εραστηρίων" με ορειβατικά σημάδια ροζ χρώματος από τις αρχιτέκτονες της Φάλαινας, σε διάλογο με στίχους από την ποιητική συλλογή Χίμαιρα της Φοίβης Γιαννίση, τη μεταφορά κομματιών της ασφάλτου της Κρησίλα της Ρένας Παπασπύρου, τα ανθρωπόμορφα πρόσφορα της Κατερίνας Κατσιφαράκη. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή...
Πώς ξεκίνησε η ιδέα για την Πρώτη, τελευταία και παντοτινή μπιενάλε του Ψηλορείτη;
Το 2015 ανέβηκα για πρώτη φορά στην κορυφή Τίμιος Σταυρός του Ψηλορείτη παρέα με ένα φίλο καλλιτέχνη. Λίγους μήνες αργότερα έκανα μια συνέντευξη με την Φοίβη Γιαννίση και την Ίριδα Λυκουριώτη για την κοινή έκθεση τους ΑΙΓΑΙ_Ω, όπου και συζητήσαμε πολύ σχετικά με την σύγχρονη τέχνη και τον πολιτισμό της υπαίθρου. Άρχισε τότε να παίρνει σχήμα μια ιδέα αλλά νομίζω το σημαντικό ήταν όταν σε μια συζήτηση με τους καλλιτέχνες Παναγιώτη Λουκά και την Μαλβίνα Παναγιωτίδη, ζήτησα να μου δώσουν ένα μικρό έργο για να εγκαταστήσω στην κορυφή του Ψηλορείτη, να το φωτογραφίσω και να το επιστρέψω. Το συζητούσαμε καιρό σαν αστείο και το ονόμασα Πρώτη, τελευταία και παντοτινή μπιενάλε του Ψηλορείτη. Όταν ξεκίνησα για την υλοποίηση είχα φτιάξει και το υφασμάτινο μπάνερ της μπιενάλε για να το φωτογραφίσω μαζί με το έργο. Επιστρέφοντας αποφάσισα να γράψω ένα κείμενο, να σχεδιάσω ένα κατάλογο και να επαναλάβω το εγχείρημα.
Ήδη από τον τίτλο διακρίνεται ένα παιγνιώδες σχόλιο στην εποχή των μπιενάλε, το οποίο αναπτύσσεται ουσιαστικά και με την ίδια τη φύση της πρωτοβουλίας.
Μια μπιενάλε τυπικά είναι ένα εικαστικό γεγονός μεγάλης κλίμακας και εμβέλειας, πολυέξοδη και συνδεδεμένη με τον τόπο διεξαγωγής της. Συμβαίνει κάθε δυο χρόνια και πλήθη κόσμου συρρέουν από παντού για να παρακολουθήσουν το πολιτιστικό της πρόγραμμα.
Αν έκρινε κάποιος αυτή την πρωτοβουλία με συμβατικούς όρους, θα κατέληγε ότι είναι η πιο μικρή μπιενάλε της κεντρικής Μεσογείου, δεν τα πάει καλά οργανωτικά, έχει πολύ λίγους καλλιτέχνες, έχει ακανόνιστο πρόγραμμα, είναι πολύ δύσκολο να φτάσεις στα έργα, δεν υπάρχει σήμανση για να τα δεις, δεν υπάρχουν καθόλου υποδομές, έχει μηδενική επικοινωνία και καθόλου κοινό, αλλά το χειρότερο είναι ότι μέχρι να βγει ο κατάλογος τα έργα έχουν ξεστηθεί.
Αυτό που συνήθως συμβαίνει στην Πρώτη, τελευταία και παντοτινή μπιενάλε του Ψηλορείτη είναι ότι ανεβαίνω στην κορυφή Τίμιος Σταυρός στα 2045 μ έπειτα από μια τετράωρη πορεία σε ένα επιβλητικό και έρημο τοπίο (ή περιπλανιέμαι σε άλλες κορυφές και τοποθεσίες του βουνού) με σκοπό την προσωρινή εγκατάσταση ή με άλλο τρόπο υλοποίηση καλλιτεχνικών έργων. Φωτογραφίζω κάθε εγχείρημα το οποίο γίνεται γνωστό μέσα από μια αυτοέκδοση. Έως τώρα έχουν συμμετάσχει οι: Φοίβη Γιαννίση, Κατερίνα Κατσιφαράκη, Παναγιώτης Λουκάς, Ίρις Λυκουριώτη (Αρχιτέκτονες της Φάλαινας), Γιώργος Ξένος, Μαλβίνα Παναγιωτίδη, Ρένα Παπασπύρου, Έφη Σπύρου, Μαρία Τσάγκαρη και Παντελής Χανδρής. Μπορεί κάποιος να δει όλα τα έως τώρα υλοποιημένα εγχειρήματα στην ιστοσελίδα της μπιενάλε.
Μπορεί η Πρώτη, τελευταία και παντοτινή μπιενάλε του Ψηλορείτη να μην είναι πραγματική μπιενάλε, αλλά από την άλλη πλευρά, αν κάποιος αποδεχτεί την παράδοξη χρονική συνθήκη, το "παντοτινό" του τίτλου, έργο-έργο χτίζεται μια μεγάλη έκθεση σε μεγάλη έκταση, ενώ παράλληλα επεκτείνεται και μια εκδοτική προσπάθεια από μικρά μονογραφικά τευχίδια.
Υπήρξε κάποιου τύπου υποστήριξη, οικονομική ή άλλη του εγχειρήματος;
Στην αρχή όχι και ούτε το επιδίωξα. Άλλωστε από το 2017 έως το 2021, ό,τι συνέβαινε γινόταν γνωστό σε ένα σχετικά κλειστό κύκλο μεταξύ φίλων και συναδέλφων, ενώ ένα ευρύτερο κοινό γνώρισε το εγχείρημα μόνο μέσα από λίγες συμμετοχές σε συνέδρια και φεστιβάλ. Όταν προέκυψε μια πρόσκληση από το Μουσείο Εικαστικών Τεχνών Ηρακλείου να προτείνω μια έκθεση, σκέφτηκα αμέσως την παρουσίαση αυτού του εγχειρήματος. Για τους σκοπούς της έκθεσης που εγκαινιάστηκε στις 16 Δεκεμβρίου 2021 και θα κρατήσει μέχρι τις 16 Φεβρουαρίου του 2022 αιτήθηκα χρηματοδότηση μέσω του Μητρώου Πολιτιστικών Φορέων του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού και η αίτηση έγινε δεκτή. Με τον τρόπο αυτό μπόρεσα να εκτυπώσω τους καταλόγους πέντε πρόσφατων δράσεων και να επανεκτυπώσω τους παλαιότερους ήδη εξαντλημένους καταλόγους. Με αφορμή την έκθεση στο ΜΕΤΗ στην οποία παρουσιάζονται αναλυτικά όλα τα υλοποιημένα εγχειρήματα, συγκεντρώθηκαν οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες καλλιτέχνες στο Ηράκλειο για την πραγματοποίηση μιας συζήτησης και γενικά μπορέσαμε να έχουμε όλα τα οφέλη μιας επαγγελματικής διοργάνωσης χωρίς όμως να έχουμε κανένα από τα βάρη, καθώς ήδη όλες οι δράσεις και τα έργα είχαν υλοποιηθεί σε ένα φιλικό και πειραματικό πλαίσιο. Αντιμετωπίζω διαφορετικά την μπιενάλε, η οποία είναι αυτοχρηματοδοτούμενη, από την έκθεση για την μπιενάλε που χρηματοδοτήθηκε. Μακάρι να υπήρχε χρηματοδότηση για καθαρό πειραματισμό χωρίς δεσμεύσεις. Χαίρομαι όμως που είχα τη δυνατότητα χρηματοδότησης για να παρουσιάσω το εγχείρημα στο κοινό.
Πώς αντιμετώπισαν οι καλλιτέχνες την πρόσκληση;
Σε ένα αυστηρά προκαθορισμένο επαγγελματικό περιβάλλον, με τις συμβάσεις και τις στερεοτύπες συμπεριφορές που χαρακτηρίζουν τον χώρο μας, το να ζητήσεις από ένα καλλιτέχνη να σκεφτεί και να προτείνει κάτι για να υλοποιηθεί χωρίς την παρουσία του σε ένα βουνό που δεν μπορεί κάποιος να πάει να το δει, θα προκαλούσε τουλάχιστον αμηχανία. Δεν υπήρχε βέβαια τέτοια αντίδραση στην περίπτωση της Πρώτης, τελευταίας και παντοτινής μπιενάλε του Ψηλορείτη καθώς δεν υπήρχε ακριβώς πρόσκληση αλλά περισσότερο μια συζήτηση με καλλιτέχνες που γνωρίζω και παρακολουθώ χρόνια, ή που το έργο τους βρίσκεται πολύ κοντά στους στόχους του συνολικού εγχειρήματος. Κάθε καλλιτέχνης ερμήνευσε με δικό του τρόπο το πλαίσιο αυτής της κίνησης και σε μεγάλο βαθμό προσάρμοσα και εγώ τον τρόπο εργασίας μου στις ανάγκες κάθε έργου. Έχοντας σχεδόν δεδομένο το ποιοτικό αποτέλεσμα μέσα από την επιλογή των καλλιτεχνών ήμουν και εγώ προετοιμασμένος να κάνω ό,τι ήταν μέσα στις δυνατότητες μου με στόχο να προκύψει κάτι μέσα σε ένα περιβάλλον παιχνιδιού και ευχαρίστησης.
Η μπιενάλε θα μπορούσε να ενταχθεί σε μια γενεαλογία έργων τέχνης στην ύπαιθρο. Υπήρχαν κάποιες αναφορές στο μυαλό σου όταν ξεκινούσες;
Θα επιθυμούσα η ίδια η μπιενάλε να επιτρέψει να αναπτυχθεί η εν λόγω γενεαλογία. Παρόλα αυτά, οι αναφορές μου δεν έχουν να κάνουν τόσο με την ύπαιθρο αλλά με την συνθήκη ελευθερίας και αυτάρκειας, εκτός του ασφυκτικού πλαισίου που δημιουργούν τα ιδρύματα, οι καλλιτεχνικοί θεσμοί και οι προσδοκίες του κοινού. Για παράδειγμα, νιώθω πιο κοντά στην πανκ/DIY νοοτροπία του εκδότη ενός φάνζιν από ότι με κάποιον που εμπλέκεται με ένα έργο Land art που χρειάζεται χορηγό, μηχανικό και κατασκευαστικές εταιρίες για να υλοποιήσει αυτό που οραματίζεται.
Από την ενασχόληση μου με την κατά μεγάλο μέρος ακόμα ακατάγραφη ιστορία της τέχνης στην Ελλάδα μπορώ να σκεφτώ πολλά έργα που σήμερα μας φαίνονται σημαντικά, με νόημα και στόχο, τα οποία έγιναν απλά στους δρόμους και σε πλατείες, χωρίς πρόσκληση χωρίς διάρκεια και χωρίς εισιτήριο, χωρίς διοργανωτή και χωρίς δελτίο τύπου. Ακόμα και αν δεν θυμάται σχεδόν κανείς την πραγματική δράση, αντιλαμβανόμαστε τη σημασία των έργων αυτών από τα ντοκουμέντα τους. Αυτό είναι επίσης μια αναφορά που είχα όταν ξεκινούσα.
Από τότε που ξεκίνησα όμως νιώθω και αρκετά κοντά στην πλούσια γενεαλογία από οιωνεί ιδρύματα τα οποία κατά κανόνα δημιουργούνται από καλλιτέχνες. Με λιγοστά επιμελητικά εγχειρήματα που μπορεί να διακρίνω αντιστοιχίες νιώθω μεγάλη απόσταση.
Ένα επίκαιρο διακύβευμα της πρωτοβουλίας είναι η πρόταση για μια νέα οικολογία της τέχνης με μικρό περιβαλλοντικό αντίκτυπο. Μίλησε μας σχετικά.
Μεγάλες και μικρές καλλιτεχνικές διοργανώσεις βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στην επιμελητεία (τα logistics), και τα κριτήρια τις αποδοτικότητας είναι οικονομικά. Έργα τέχνης, κατασκευές και εξοπλισμός μεταφέρονται, κατασκευάζονται και συχνά καταστρέφονται μετά την λήξη μιας έκθεσης, σύμφωνα με το τι είναι πιο οικονομικό ή γρήγορο. Συχνά είναι πιο οικονομικό να φέρεις κάτι από την άλλη άκρη της γης, άλλες φορές είναι πιο οικονομικό να το κατασκευάσεις επί τόπου, ενώ η επιδιόρθωση ή επανάχρηση σχετικού υλικού συχνά αποκλείεται λόγω κόστους. Θα έπρεπε να λαμβάνουμε περισσότερο υπόψη μας το περιβαλλοντικό αντίκτυπο και όχι τον προϋπολογισμό. Όποιος έχει παρακολουθήσει την αποεγκατάσταση μιας έκθεσης και την εγκατάσταση μιας άλλης γνωρίζει τι υλικό κατασκευασμένο με τις καλύτερες προδιαγραφές πετιέται γιατί δεν συμφέρει η αποθήκευση του. Αυτό δεν αφορά την διαχείριση της τέχνης αποκλειστικά, είναι γενικότερο φαινόμενο και αυτή η νοοτροπία πρέπει να αλλάξει παντού. Το παράδειγμα της Μπιενάλε του Ψηλορείτη, όπου ένα καλλιτεχνικό συμβάν μπορεί να απλωθεί σε μια μεγάλη έκταση αλλά μετά να εξαφανιστεί χωρίς ίχνος, είναι απλά ένας από τους τρόπους που αυτό μπορεί να αλλάξει.
Την ώρα που ξεφύλλιζα τα φυλλάδια της έκθεσης που μου έστειλες κυκλοφόρησε η είδηση της πρωτοβουλίας για τα Απάτητα Βουνά από το υπουργείο Ενέργειας και Περιβάλλοντος. Από την άλλη διεθνώς υπάρχει ένας προβληματισμός για την αγροτικοποίηση του υπερτουρισμού με τη δημοφιλία που αποκτούν οι απομακρυσμένοι προορισμοί λόγω της πανδημίας. Πιστεύεις ότι η τέχνη μπορεί να συμμετέχει σε ένα φιλοπεριβαλλοντικό σχέδιο προστασίας των βουνών ενάντια στην εργαλειοποίησή τους;
Στο πλαίσιο που μου περιγράφεις και με πρόσφατα παραδείγματα από εκθέσεις εκτός αστικών κέντρων, νομίζω πως και η τέχνη συχνά τίθεται ως ακόμα ένα τουριστικό άλλοθι συμβάλλοντας στην τουριστική εργαλειοποίηση μιας περιοχής. Σε μια κατεύθυνση από-ανάπτυξης, όπου θα αντιστρέφεται η τάση για υπερ-τουρισμό, υπέρ-καλλιέργεια, υπέρ-εκμετάλλευση, μπορούμε να φανταστούμε φυσικά τους καλλιτέχνες να οραματίζονται και να προτείνουν λύσεις, όπως σε οποιοδήποτε τομέα της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Επίσης την ίδια εποχή είχα μόλις διαβάσει το πολύ εύστοχο δοκίμιο του Αγγέλου Ελεφάντη "Τα βουνά" στο βιβλίο Τρία Δοκίμια (εκδόσεις Αντίποδες) όπου μεταξύ άλλων γράφει για τις φωνές του σώματος που μας βοηθούν να ακούσουμε.
"Ωραία είναι και σήμερα τα βουνά (...) δηλαδή εμείς τα βλέπουμε ωραία, τα ίδια δεν έχουν καμιά αυτοσυνειδησία, όπως έλεγε ο Χέγκελ.Το να ξαναπερπατήσουμε σήμερα ένα χαμένο από το δάσος ή τις νεροσυρμές μονοπάτι μοιάζει με τη διαδικασία της ψυχανάλυσης, γιατί πρέπει να ανακαλύψουμε αυτόν τον χαμένο δρόμο, να τον φτιάξουμε σχεδόν από την αρχή, προσέχοντας τα ελάχιστα σωζόμενα ίχνη (...)
Ειναι ένα τεράστιο αρχειοτάξιο ορεογνωσίας όλα αυτά, καμία φορά πιο εύγλωττο από τους σκονισμένους φακέλους των αρχείων. Μας βοηθάει κάπως να ακούσουμε τις φωνές του σώματος, τα νοήματα του σώματος των άλλοτε ζωντανών, αλλά νεκρών πια ανθρώπων."
Τι έχεις μάθει εσύ από τον Ψηλορείτη;
Το περπάτημα και η πεζοπορία είναι μια πολύ εσωτερική υπόθεση και θεραπευτική. Για αυτό και μου είναι σαφής ο παραλληλισμός με την ψυχαναλυτική διαδικασία. Μια μεγάλη και απαιτητική διαδρομή γίνεται κυρίως σιωπηλά, ακόμα και αν έχεις συντροφιά, αλλιώς χάνεις γρήγορα την ανάσα σου. Όπως και στον έρωτα, στις πεζοπορίες νιώθεις ξανά την ψυχική και σαρκική ενότητα, κάθε βήμα γίνεται συνειδητά και έχει άμεσο αισθητηριακό αντίκτυπο. Μέσα από τη διαδικασία της Πρώτης, τελευταίας και παντοτινής μπιενάλε του Ψηλορείτη έμαθα πολλά, για την τέχνη, για τα βουνά και για την Κρήτη. Για εμένα τον ίδιο θα έλεγα ότι έμαθα να προσέχω περισσότερο και να φοβάμαι λιγότερο.
Να υποθέσω ότι η φετινή μπιενάλε δεν ήταν η τελευταία;
Δεν ήταν ούτε η φετινή ούτε η τελευταία (ούτε και μπιενάλε).