![Πόσο έχει αλλάξει η μουσειακή εμπειρία τις τελευταίες δεκαετίες;](https://www.athinorama.gr/Content/ImagesDatabase/p/750x422/pad/both/lmnts/articles/2531873/goulandri.jpg?quality=81&404=default&v=4)
Στην παιδική μου ηλικία το φιλόδοξο εκπαιδευτικό πρόγραμμα του πατέρα μου, που είχε στόχο τον εμπλουτισμό της παιδείας της δικής μου και της αδερφής μου, περιλάμβανε διαφόρων ειδών επισκέψεις σε πολιτιστικά ιδρύματα και παραστάσεις. Εξαιτίας των προτιμήσεών του, οι επισκέψεις μας είχαν να κάνουν περισσότερο με μουσική και μουσεία. Στην τρυφερή ηλικία των 8 ετών η όπερα του Βέρντι μου είχε πέσει κομματάκι βαριά («μπαμπά, τι γλώσσα μιλάει ο κύριος»), αντίθετα με τη θέαση μιας ελληνικής οπερέτας, που με είχε οδηγήσει την επόμενη μέρα να απευθύνομαι τραγουδιστά στη μητέρα μου («Μάμααααα, δεν θα πιω το γάλα αυτόοοοο»).
Οι επισκέψεις στα μουσεία όμως ήταν αυτές που με προβλημάτιζαν περισσότερο. Και αυτό επειδή είχα εύλογες παιδικές απορίες... Όπως γιατί δεν μπορούσα να αγγίξω τα μικρά λευκά αγαλματάκια με τις σκαλιστές μυτούλες στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης. Ή γιατί έπρεπε να διαβάζω δεκάδες μικρά ταμπελάκια για να καταλάβω τι βρίσκεται στις προθήκες του Αρχαιολογικού. Αυτά και άλλα πολλά με έκαναν να χρησιμοποιώ στην ενήλική μου ζωή αρκετά συχνά τη λέξη «μουσειοποίηση», όταν θέλω να μιλήσω για τη διαδικασία αποστείρωσης και αποκοπής από το βίωμα.
Στην τρυφερή ηλικία των 8 ετών η όπερα του Βέρντι μου είχε πέσει κομματάκι βαριά («μπαμπά, τι γλώσσα μιλάει ο κύριος»), αντίθετα με τη θέαση μιας ελληνικής οπερέτας, που με είχε οδηγήσει την επόμενη μέρα να απευθύνομαι τραγουδιστά στη μητέρα μου («Μάμααααα, δεν θα πιω το γάλα αυτόοοοο»).
Έκανα αυτήν τη μακροσκελή εισαγωγή για να εξηγήσω πόσο παράξενο μου φάνηκε όταν συνάντησα τυχαία τη φίλη μου, τη Ζωή, στο μετρό και μου πρότεινε να πάμε με τους μπόμπιρές μας στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας για να δούμε φίδια! «Ζωντανά, Ζωή; Εκεί νομίζω ότι κάνει θραύση το βαλσάμωμα», της είπα. «Ολοζώντανα», μου απάντησε. Για μένα λοιπόν, που είχα ζήσει μια διαφορετική, βαρετή μουσειακή εποχή, ήταν πρωτόγνωρη εμπειρία αυτή που βίωσα στην Κηφισιά το περασμένο Σάββατο. Ξεκινήσαμε με την έκθεση ζωντανών ερπετών και αμφιβίων, όπου ο μικρός είδε σαύρες, βόες, μια χελώνα αλιγάτορα (το ξέρατε ότι υπάρχει;), ενώ όταν έβγαλε ένας υπεύθυνος τον πύθωνα έξω από τη γυάλα για να τον αγγίξουν τα παιδιά, εγώ φοβήθηκα περισσότερο από ένα τετράχρονο παιδί («μπαμπά, γιατί να μη χαϊδέψω το φιδάκι;»).
Στη συνέχεια περιηγηθήκαμε τη μόνιμη έκθεση ΓΑΙΑ τρέχοντας στους διαδρόμους, πατώντας κουμπιά και πιάνοντας ξύλα και κόκαλα. Στον επάνω όροφο έτρεχε παράλληλα η περιοδική έκθεση «Σεισμός στο μουσείο», όπου οι τολμηροί της παρέας κάθισαν σε μια ειδική καρέκλα για να νιώσουν τα Ρίχτερ. «Μπαμπά, να ξανάρθουμε στο μουσείο. Ήταν ωραία», μου είπε φεύγοντας ο Παναγιώτης. Πόσο θα ήθελα να είχα πει το ίδιο και στον δικό μου πατέρα κάποτε...