Διεύθυνση:
Tηλ:
Τιμές:
€75 - €110
Ένα άλλο εστιατόριο. Χωρίς υπερβολές, αυτό αντικρίζεις όταν μπαίνεις στην πιο λαμπερή από ποτέ σάλα του "GB Roof Garden" πλέον, που μετά από ριζική ανακαίνιση, έχει εδώ και λίγο καιρό επανασυστηθεί στην Αθήνα. Κι όταν λέμε ριζική, το εννοούμε: ξηλώθηκαν τα πάντα και το εστιατόριο στήθηκε από την αρχή, σε σχέδια του πολυβραβευμένου βρετανικού γραφείου Goddard Littlefair (projects του περιλαμβάνουν το νέο Ruffles στο The OWO του Λονδίνου, το Four Seasons στο Sultanahmet της Κωνσταντινούπολης, το Mandarin Oriental της Βιέννης), με αποτέλεσμα μια εντυπωσιακή αλλαγή, που δίνει στο εμβληματικό εστιατόριο της Αθήνας την όψη που του αξίζει. Ό,τι έδειχνε κουρασμένο έχει φύγει, ότι έμοιαζε φορεμένο και βαρύ έχει αποκτήσει αέρα και δροσιά, όλη η σάλα και ο κόσμος της εκπέμπουν λάμψη κι αρχοντιά.
Πρωτίστως είναι χάρη στα ανοιχτόχρωμα μάρμαρα αυτή η αίσθηση, που επενδύουν πατώματα, κολώνες και τοίχους, αλλά και στον φωτισμό, τόσο – όσο λαμπερός για να μη στερεί από ατμόσφαιρα, αλλά να ποτίζει την αύρα με αέρα γιορτινής εξόδου. Το χώρο δένει με ζεστασιά το ξύλο που διατρέχει το πάτωμα, σκαρφαλώνει στις κολώνες κι απλώνει old money αρχοντιά στο ταβάνι, ενώ ξεχωριστό διακοσμητικό touch δίνουν τα φωτιστικά με τις καμπύλες, που παραπέμπουν στις πτυχώσεις της φουστανέλας (και με τη σειρά τους σε αυτές της Ακρόπολης απέναντι). Η δε αναφορά στον τσολιά συνεχίζεται με τα τρουκς που επενδύουν τα άνετα, πλουσιοπάροχα καθίσματα – πολυθρόνες της κύριας σάλας, παραπέμποντας στις φούντες των τσαρουχιών, αλλά και στο στεφάνωμα των τραπεζιών: κομψοτέχνημα από μόνα τους αυτά, αξίζει τον κόπο να σηκώσετε τα διπλά λινά τραπεζομάντηλα για να θαυμάσετε μαστοριά και υλικό στις επιφάνειες και τα δεσίματά τους.
Αδιαφιλονίκητος πρωταγωνιστής παραμένει πάντα η Ακρόπολη, περήφανη κι ολόλαμπρη στον Αττικό ορίζοντα, τολμώ όμως να πω πλέον το εξής: τώρα, με τη νέα του όψη, το εστιατόριο εντυπωσιάζει ανεξάρτητα απ’ αυτό το ακροκέραμο της αθηναϊκής εικονογραφίας στο οπτικό πεδίο. Τόσο όμορφη είναι η νέα του εικόνα, στιλάτη κι έμπλεη μητροπολιτισμού, που είσαι πανευτυχής ακόμη κι αν κοιτάζεις μόνο προς τα μέσα. Σ’ αυτό βοηθά κι η λαμπερή ανθρωπογεωγραφία του, αφού ως γνωστόν εδώ μαζεύονται τα πιο κομψά και φροντισμένα δείγματα του ταξιδιωτικού crowd που συγκεντρώνει η πόλη, παρέα με power list Αθηναίους, νεαρά ζευγάρια σε ρομαντικά τετ α τετ και μυστηριώδεις business travelers σε μοναχικά dinners και μ’ αυτούς για πλήρωμα, ετούτο το κρουαζεριόπλοιο αστικής φινέτσας που είναι το "GB Roof Garden", θα μπορούσε πια να έχει πιάσει λιμάνι σε οποιαδήποτε πόλη του κόσμου. Το γεγονός ότι βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας, είναι ένας επιπλέον λόγος να το τιμήσουμε, κρατώντας το ψηλά στη λίστα μας για dinners με νότα εξτραβαγκάντσας.
Η κουζίνα σίγουρα θα μας βγάλει ασπροπρόσωπους, με τον σεφ Νίκο Λιόκα να ανεβάζει συνεχώς τον πήχη στην fine comfort προσέγγιση που εφαρμόζει συνολικά στο ξενοδοχείο ο executive chef της "Μεγάλης Βρεταννίας", Αστέριος Κουστούδης, επενδύοντας συστηματικά σε έννοιες όπως η εντοπιότητα και η εποχικότητα ως ιδεολογική πυξίδα των γεύσεων του. Ο Λιόκας δεν είναι τυχαίος, βέβαια. Ήρθε στο "GB Roof" από το Λονδίνο, όπου δούλεψε σε εξαιρετικά μισελενάτα εστιατόρια σαν τα "Fera at Claridge’s", "Davies and Brook by Daniel Humm" και "Hide", εμβαθύνοντας σε τεχνικές και γαστρονομικές γνώσεις. Το λεπτό του άγγιγμα εκφράζεται λαμπρά σε πιάτα όπως το σεβίτσε αστακού με ροδάκινο, μαγιονέζα βανίλιας και σορμπέ βασιλικού, όπου η υποδειγματική διαχείριση του ευγενούς θαλασσινού μας κάνει να πιστεύουμε πως, αν ο αστακός ο ίδιος καλούνταν να επιλέξει, έτσι θα ήθελε να τον φάμε: με τη σάρκα του κρουστή, άκρως εκφραστική στο δάγκωμα, και με τη γλύκα της υπέροχα ταιριασμένη με τη ζωηρή νοστιμιά του φρούτου. Στη δε βιολογική τσακώνικη μελιτζάνα η κουζίνα επιφυλάσσει βασιλική μεταχείριση, αναδεικνύοντάς την σε άξιο πρεσβευτή της γεύσης του ελληνικού καλοκαιριού - έρχεται με λουκουμένια την ψητή και καπνιστή σάρκα της, να συνοδεύεται από μεθυστικής γλύκας γλάσο ντομάτας και με ένα αέρινο άγγιγμα σκόρδου να γειώνει τη μπουκιά.
Στα ζυμαρικά, που κρατούν διαχρονικά σημαντικό κομμάτι στο μενού και στη λίστα των best seller του εστιατορίου, η μαεστρία του σεφ στη διαχείριση ευαίσθητων υλικών λάμπει ξανά με τα γκρατιναρισμένα candele, γεμιστά με καβούρι και γαρνιρισμένα με γαλάκτωμα οστράκων, ένα πιάτο ζημιάρικο, με την πληθωρική λιπαρότητα και τη θαλασσινή φινέτσα να πηγαίνουν χέρι – χέρι: σα mac n cheese θαλασσινών λέει ο σεφ ότι το εμπνεύστηκε και μακάρι να υπήρχαν κι άλλα τέτοια mac n cheese εκεί έξω, τόσο πλήρη λιχούδικης νοστιμιάς και συναρπαστικής φινέτσας, που κάνουν την calamarata με βασιλικό καβούρι και σάλτσα καβουριού να ωχριά, παρ’ ότι προσεγμένη σε υφές, πλούσια σε νοστιμιά και αβανταδόρικη σε υλικό.
Στα κυρίως, οι επιλογές είναι αρκετά περιορισμένες, με δύο ψάρια και δύο κρέατα να αφήνουν περισσότερο χώρο στις επιλογές ημέρας (φιλέτα από πελαγίσια ψάρια ή premium κοπές μοσχαριού αντίστοιχα, αμφότερα στη σχάρα),όμως θα ήταν ατόπημα να προσπεράσετε το ψητό καλκάνι αφ’ ενός, με σέσκουλο γεμιστό με χτένια και λεμονάτη σάλτσα με χαβιάρι, αφ’ ετέρου το καρέ από αρνάκι Ελασσόνας στα κάρβουνα, με αρνίσιο λουκάνικο με ματζουράνα, τζελ από τσαλαφούρι και σάλτσα ρομέσκο. Οι απαλές γεύσεις στο πρώτο, παρέα με την εξαιρετική πρώτη ύλη εξαιρετικά διαχειρισμένη, συνθέτουν ένα πιάτο γαλλικής φινέτσας απ’ αυτά που φέρνουν αβλεπί λάμψει αστεράτων διακρίσεων στα εστιατόρια που τα σερβίρουν, ενώ η μασίφ ελληνικότητα του δεύτερου, με στιβαρή εκφραστικότητα σε αρώματα και γεύσεις (ζουμερό κι αφράτο το καρέ, αέρινο και βαρβάτο το λουκάνικο) θα γεμίσουν το στόμα νοστιμιά και το στήθος περηφάνεια για τα υψίπεδα φινέτσας στην οποία μπορεί να ανέλθει η ελληνική παράδοση.
Ιδιαίτερη μνεία αξίζει η δουλειά του chef pâtissier Αλέξανδου Κούφα, που με επιδόρπια όπως η Φράουλα (μια στρουκτουραλιστική ανάγνωση της πάβλοβα, αέρινη, δροσερή κι αναζωογονητική) ή η Σοκολάτα (ελαφρύ, πολυεπίπεδο και αποτελεσματικά σοκολατένιο) κλείνει ιδανικά το δείπνο, ενώ δυνατά ατού παραμένουν τόσο το κορυφαίου επιπέδου σέρβις, όσο και η διεύθυνση της (βραβευμένης από καταξιωμένα διεθνή Μέσα) κάβας από τον σομελιέ Βαγγέλη Ψωφίδη, που περιλαμβάνει μεγάλη γκάμα καλοδιαλεγμένων κρασιών, από τον ελληνικό και το διεθνή αμπελώνα εξίσου.
Η επίσκεψη του κριτικού στο εστιατόριο έγινε στις 11/09.
GB ROOF GARDEN (ξεν. "Grande Bretagne") Πλ. Συντάγματος & Πανεπιστημίου, Σύνταγμα 2103330000. Ωράριο λειτουργίας: καθημερινά μεσημέρι – βράδι 7μμ – 12πμ (lunch 1μμ – 5μμ) Τιμή: €75 - 110 (το άτομο χωρίς ποτά και κουβέρ). Πρόσβαση ΑμεΑ: Ναι. Πάρκινγκ: Στους γύρω δρόμους.