Βράδυ Παρασκευής η Θεσσαλονίκη δονείται στους ρυθμούς του σαββατοκύριακου που ξεκινά, όπως και το "Moldee" όπου κυριολεκτικά δεν πέφτει καρφίτσα. Αν η αναβίωση του θρυλικού "Όλυμπος Νάουσα" ήταν το ένα μεγάλο νέο της σεζόν που τσίγκλησε τα γευστικά αντανακλαστικά Θεσσαλονικέων και μη από τη μεριά της νοσταλγίας, το άλλο είναι το κομψό αυτό bar restaurant που στέκει από το περασμένο καλοκαίρι στη γωνία Προξένου Κορομηλά και Μητροπολίτου Ιωσήφ, εισάγοντας καινά δαιμόνια στην πόλη. Και όταν λέμε καινά δαιμόνια εννοούμε εκείνα του cool fine dining, που μέχρι τώρα τουλάχιστον δεν είχαν χτυπήσει την πόρτα της πρωτεύουσας του Βορρά.
Αντιθέτως, την ωραία μοντέρνα κουζίνα του βραβευμένου με πολλούς Χρυσούς Σκούφους σεφ Βασίλη Μουρατίδη, ο οποίος είναι ο ιθύνων νους του εγχειρήματος μαζί με τον στενό του συνεργάτη Σοφοκλή Μαραγκουδάκη, την χαιρόμασταν έξω από τη Θεσσαλονίκη, και πιο συγκεκριμένα στο πολυτελές ξενοδοχείο "Danai Beach Resort" της Χαλκιδικής. Αποφασίζοντας ωστόσο να δημιουργήσουν το δικό τους εστιατόριο στην πόλη τους, οι δύο σεφ πολύ σοφά δεν περιχαρακώθηκαν στην αυστηρότητα του fine dining αλλά ακολούθησαν μια προσέγγιση πιο ήπια ή και φιλική προς το χρήστη αν προτιμάτε.
Το "Moldee" τους είναι καταρχήν ένα μαγαζί ανοιχτόκαρδο στην καρδιά της πόλης και στημένο με τέτοιο τρόπο που σου δείχνει πως θέλει την επαφή μαζί της. Μπορείς να ντυθείς με τα καλά σου, μπορείς να ντυθείς πιο σπορ, να πας για ένα ή και περισσότερα κοκτέιλ με τη σφραγίδα του πολυβραβευμένου "The Clumsies" στο μπροστινό κομμάτι του μπαρ, και φυσικά να φας κανονικά στα μετόπισθεν. Εκεί δηλαδή όπου οριοθετείται ο χώρος του εστιατορίου με τα περιποιημένα άνετα τραπέζια, τις αναπαυτικές καρέκλες και τα μεγάλα ταμπλό στους τοίχους που από μέσα τους ξεπροβάλλουν ανάγλυφα σχήματα, βγαλμένα θαρρείς από κάποιο καλούπι όπως ερμηνεύεται το όνομα του εστιατορίου.
Η σχεδιαστική γραμμή που υπογράφει η αρχιτέκτων Ασπασία Τακά συνδέει κονσεπτικά το παρελθόν με το σήμερα, η μουσική σε σωστή ένταση προσφέρει τον παλμό της στο χώρο και συναντά την ενέργεια των θαμώνων που καλύπτουν ένα φάσμα από τα νεαρά ζευγαράκια ως τις μεγαλύτερες ηλικίες και παρέες που βλέπουμε σπαρμένες γύρω μας. "Ύστερα από τους πρώτους μήνες που κυριολεκτικά πέρασαν οι πάντες από εδώ, πλέον έχουμε αρχίσει να διαμορφώνουμε ένα κοινό από επαναλαμβανόμενους επισκέπτες που μας τιμούν σταθερά" εξηγεί ο Μουρατίδης, συμπληρώνοντας με ικανοποίηση πως "αρκετά από τα τραπέζια που αρχικά προορίζαμε για ποτό, πλέον τα διαθέτουμε για φαγητό λόγω μεγάλης ζήτησης".
Στο δικό μας τραπέζι εν τω μεταξύ έχουν κιόλας καταφτάσει διαφόρων ειδών αχνιστά χειροποίητα ψωμάκια που πάνω τους αλείφουμε πολύ ορεκτικό σπιτικό βούτυρο με miso, τρούφα και αλάτι. Στο πνεύμα της κουζίνας μπαίνουμε ήδη από το καλωσόρισμα που είναι μια ιδιαίτερα φίνα σούπα πατάτας παρμαντιέ, η οποία κρύβει μέσα της εντάσεις από καπνιστό χέλι, μπλε τυρί κυανό και γλυκιά δροσιά ανανά.
Μιας κουζίνας με φαντασία, δημιουργικότητα και εξαιρετική ευχέρεια στη σύνθεση, που φέρνει ακόμα και φαινομενικά αντίθετα στοιχεία σε μια ζεστή αρμονία. Την γευόμαστε στην καλύτερη της στιγμή όταν η ευγενική λιπαρότητα του καπνιστού φουαγκρά γειώνεται υπέροχα με φακές beluga, ωμά λευκά μανιτάρια και τζελ λεμονιού. Την χαιρόμαστε ακόμα στο ελαφρώς καψαλισμένο λάχανο savoy που πλάι του απλώνεται μια πρωτότυπη μπερμπλάν της θάλασσας και ταιριαστή οξύτητα πορτοκαλιού.
Kαι ασφαλώς στα χειροποίητα ζυμαρικά – ένα από τα διαχρονικά ατού του Μουρατίδη- που γεμίζονται με κατσικίσιο τυρί, μασκαρπόνε και μανιτάρια, και μπολιάζονται βοτανικά και πολυδιάστατα με ζαμπαγιόν δυόσμου και αφρό μανιταριών με τόνκα και τρούφα. Το ταρτάρ από λαβράκι έρχεται κρυμμένο κάτω από τρυφερές φέτες μήλου, τόσο λεπτοκομμένες που θυμίζουν πέταλα τριαντάφυλλου, και πλημμυρισμένο από μια εκτυφλωτική ρουμπινένια σάλτσα φραγκοστάφυλου που όμως από ένα σημείο και μετά πνίγει με την ποσότητα της το ψάρι.
Την παρέλαση των κυρίως οδηγεί δυναμικά ο μπακαλιάρος με την άψογη υφή και διαχείριση που κολυμπά σε μια υπέροχη πράσινη θάλασσα από σέλινο, ενισχυμένη με κομψές ιωδιούχες οξύτητες μυδιών και αυγών βασιλικής ρέγγας. Άψογη τεχνικά και η πεσκανδρίτσα, που συνοδεύεται από πουρέ πατάτας με βανίλια, η οποία ωστόσο κατατροπώνει γευστικά τα πάντα στο πέρασμα της, κάνοντας έτσι το πιάτο να μοιάζει μονοδιάστατο. Στο πεδίο των κρεατικών, η μοσχαρίσια bavette έρχεται ψημένη ολόσωστα, συνοδεία μιας φινετσάτης ντεμιγκλάς με πανσέτα και ρούμι που κολακεύει τη βαθιά νοστιμιά της. Πολύ καλό και πραγματικό τρυφερούδι είναι επίσης το αρνί με ψητά μπρόκολα που αξίζει να βουτήξεις στον καταπράσινο πουρέ από το ίδιο λαχανικό, την πλούσια σάλτσα από καυτερή κόκκινη πιπεριά και τη σος γιαουρτιού για να γευτείς κομψή φυτικότητα, συμπυκνωμένη και απολαυστική.
Τα επιδόρπια κρατούν τον πήχη σταθερά ψηλά μέχρι το τέλος, όπως άλλωστε και τα εξαιρετικά κοκτέιλ που έχουν μαγειρική αντίληψη και προσφέρονται για σπέσιαλ αρμονίες με το φαγητό. Από τα πρώτα θα σταθώ στην τραγανή μαρέγκα που σπάζοντας την γεύεσαι μια πανδαισία υφών και αρωμάτων από εσπεριδοειδή και χαμομήλι, ενώ από τα δεύτερα στο αλλιώτικο και σοφιστικέ Old Fashioned με ρούμι και νότες μανιταριών που στάθηκε επάξια πλάι σε αρκετά πιάτα της βραδιάς. Το σέρβις είναι πολυάριθμο, σβέλτο και επαγγελματικό βάζοντας τη δική του πινελιά στο καινούργιο αυτό γαστρονομικό στέκι της πόλης που πολύ θα θέλαμε να έχουμε και στη δική μας.
Η επίσκεψη του κριτικού στο εστιατόριο έγινε στις 20/1.
Μητροπολίτου Ιωσήφ 8 & Προξένου Κορομηλά, Θεσσαλονίκη, 2310286000, καθημερινά βράδυ, τιμή: € 40 – 55