Διεύθυνση:
Tηλ:
Τιμές:
€40 - €70
Δεν μπορώ παρά να βγάλω το καπέλο μου στον σεφ Χάρη Νικολούζο και τον Γιώργο Καβακλή (μπαρ "Spoiled" και "Barro Negro") για την τόλμη τους να ανοίξουν το "Jerár" σε μια απόκεντρη περιοχή της Αθήνας όπως η Δάφνη, όπου η αύρα της μοντέρνας γαστρονομίας δεν είχε πνεύσει ποτέ ως τώρα. Έκανα ένα σουλάτσο στον γεμάτο πανύψηλα πεύκα και φοίνικες πεζόδρομο της Αγίας Βαρβάρας, που είναι η τοπική πιάτσα εξόδου, και είδα πόστα για σουβλάκι, μαζικές ψησταριές και πιτσαρίες που ανάμεσά τους το "Jerár", με την αφαιρετική, καλόγουστη θέρμη του, μοιάζει σαν τη μύγα μες στο γάλα. Και δεν μπορώ να μην επισημάνω άλλη μία φορά αυτή την ωραία τάση κάποιων σύγχρονων, cool εστιατορίων που δεν κολλάνε στο μονόδρομο του κέντρου, αλλά αναζητούν την ηρεμία και την ατμόσφαιρα της γειτονιάς, που χαλαρώνει ανακουφιστικά χαϊδεύοντας τις στρεσαρισμένες μας υπάρξεις.
Κι εδώ στα τραπέζια του μαγαζιού, δίπλα στην παιδική χαρά που το βράδυ ησυχάζει, αφήνεσαι να ρεμβάζεις με το βλέμμα να σκανάρει την κομψή εικόνα του "Jerár" απέναντί σου, ενώ ο κόσμος βολτάρει ήσυχα μπροστά σου. Οι δύο φαρμακαποθήκες που προϋπήρχαν στο χώρο άφησαν το νοσταλγικό στίγμα τους στην πρόσοψη με την τεράστια τζαμαρία, που προβάλλει την τόσο φιλόξενη σάλα με τα ζεν χρώματα να σε χαϊδεύουν· η μετρημένη δράση της ανοιχτής κουζίνας με το λευκό πλακάκι ζωντανεύει το σκηνικό, τα "σκανδιναβικά" τραπέζια και οι καρέκλες από μελί ξύλο, οι τσιμεντένιες κολόνες και το κολάζ των τεχνοτροπιών χτισίματος στην αποκαλυμμένη τοιχοποιία δημιουργούν cool σκηνικό για χειροκρότημα με την Άννα Γαβαλά. Ε λοιπόν, όλη αυτή η φάση –μοντέρνο μπιστρό σε μια γειτονιά που δεν το περιμένεις– μου μυρίζει Παρίσι, όπου η μπιστρονομία άπλωσε μ’ έναν προσιτό τρόπο τη γαστρονομία των νέων σεφ σ’ ολόκληρη την πόλη. Σίγουρα, βέβαια, δεν την πήρε χαμπάρι ο Ζεράρ των "Απαράδεκτων", που μας έκανε να σκάσουμε στα γέλια, απομυθοποιώντας την αγιοποιημένη εικόνα του Γάλλου γκουρμέ, και έδωσε την έμπνευση για το όνομα του μαγαζιού.
Εμείς, όμως, γευόμαστε την ελληνική μπιστρονομία του Νικολούζου που κινείται σε νόστιμα ελληνικά μονοπάτια. Το εναρκτήριο λάκτισμα, πάντως, δίνεται μ’ ένα εντυπωσιακό ψωμί που τη μεστή ξινή του γεύση την οφείλει στον "Καποδίστρια", ένα προζύμι τεσσάρων ετών· σερβίρεται με umamiσιο απαλό βούτυρο, που το φτιάχνει η κουζίνα από ξινή κρέμα. Η μπιστρονομική κουζίνα, τώρα, έχει μεν ωραίες ιδέες, αλλά συχνά της λείπουν τα κατάλληλα τα κοντράστ και οι εντάσεις που θα την έκαναν αξέχαστη. Είναι βαριά ή λέξη "μουσακάς", έστω και μέσα σε εισαγωγικά, και οι όποιες αποδομήσεις είναι ευπρόσδεκτες, αρκεί να κρατούν ζωντανό το νήμα των αγαπημένων αναμνήσεων. Εν προκειμένω, το ταρτάρ που φέρει το όνομά του δεν καταφέρνει να τις κινητοποιήσει, γεμίζοντας με ωμό αλλά επίπεδο γευστικά κρέας χοντρουλά ψωμένια choux· η μελιτζάνα δεν ακούγεται και η συμπαθητική καψαλισμένη μπεσαμέλ δεν αρκεί για να το κάνει αλησμόνητο. Το σκουμπρί με το ζουμί από πίκλες, πάλι, πουρέ καπνιστού χουρμά και αβγοτάραχο (πέρασε απαρατήρητο), ακούγεται προκλητικό μεν, αλλά το ψάρι που ήρθε ήταν πολύ πλαδαρό για να συγκινήσει. Ομολογώ ότι τα nuggets κουνελιού είναι έξυπνο εύρημα και έρχονται τραγανιστά και ζουμερά μαζί με πίκλες αγγουριού και μια μαγιονέζα αρωματισμένη με σπετσερικά όπως και η κρούστα τους. Δεν μπορώ να πω ότι δεν είναι ενδιαφέρον και πολύ προσεκτικά τηγανισμένο, του λείπει όμως μια τσαχπινιά – η χάρη αρωματικής οξύτητας εσπεριδοειδών, λόγου χάρη.
Στα κυρίως, οι στροφές ανεβαίνουν. Μοσχοβολάει ωραία bisque γαρίδας η πλούσια μακαρονάδα cacio e pepe "Μικρολίμανο", μια παλιότερη σπεσιαλιτέ του σεφ που την έχει εξελίξει σερβίροντάς τη με ταρτάρ γαρίδας που της πάει πολύ. Ο Νικολούζος είναι πολύ δυνατός στις σάλτσες. Η σάλτσα ψητών κρεμμυδιών με ψωμί, π.χ., που συνοδεύει τέλεια ψημένη και καραμελωμένη πεσκανδρίτσα είναι πιάτο fine dining· έλα όμως που τα ρεβίθια με την κρέμα τους και αρακά είναι τόσο άχρωμα, που χάνονται άδοξα χλομιάζοντας τη δύναμή του. Άλλο τόσο εξαιρετική είναι η σάλτσα των σπετσερικών στο κοτόπουλο παστιτσάδα (βόμβα κομψής δύναμης)· εδώ το κύριο θέμα έρχεται σε μορφή τεχνικά άψογης μπαλοτίνας με αρπαγμένη πέτσα, που η σάρκα της όμως δεν έχει ψυχή παρά μόνο γαλλικό comme il faut. Το δε "κερκυραϊκό τυλιχτό" με παραψημένο μπούτι κοτόπουλου και ωραία σάλτσα ντομάτας πάνω σε λεπτή πίτα δίπλα του στέκεται αμήχανο.
Μου άρεσε η μελόπιτα medovik για την ντελικάτη επίγευση που αφήνει για ώρα στο στόμα, μαζί με το παγωτό μέλι με παπαρουνόσπορο. Μου άρεσε και το ρυζόγαλο, αλλά ο σεφ έπεσε στο αμάρτημα της υπερβολής, φορτώνοντάς το με φρέσκες φράουλες και τη δυνατή μαρμελάδα τους, και τινάχτηκε στον αέρα η ισορροπία τους. Επισημαίνω την ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα αντισυμβατική λίστα κρασιών και το έμπειρο και cool επαγγελματικό σέρβις.
Η επίσκεψη του κριτικού στο εστιατόριο έγινε στις 25/5.
Ωράριο λειτουργίας: Κυρ. μεσημ. Κλειστά
Δευτ. Τιμή: € 35-50 (το άτομο χωρίς ποτά και κουβέρ).
Πρόσβαση ΑμεΑ: Ναι.
Παρκινγκ στους γύρω δρόμους.