Πάντα αναρωτιόμουν γιατί τόσα χρόνια δεν στέριωσαν καλά εστιατόρια στη Νέα Σμύρνη, την παλιά μου γειτονιά, αυτό το ωραίο προάστιο που δεν του λείπει η αριστοκρατική αύρα. Η κατάσταση όμως αλλάζει και το πιο πρόσφατο εντυπωσιακό opening είναι το "Cavaliere", λίγα μέτρα από τη γνωστή για το μοντερνισμό της πλατεία. Εκεί όπου βρισκόταν το δημοφιλές στέκι "Sugar Cubes" έχει δημιουργηθεί ένας χώρος που πολλοί τον περιγράφουν με μια λέξη: υπερπαραγωγή. Δεν έχουν άδικο… Η καλαισθησία του χώρου γίνεται ορατή ήδη απ’ έξω. Μια υπαινικτική εσάνς φιλικής art deco πολυτέλειας είναι απλωμένη στην όψη και οι δίδυμοι φούρνοι της Valoriani, ντυμένοι με χρυσές ψηφίδες και πλαισιωμένοι από μια "βιτρίνα" παρόμοιας αισθητικής, είναι θερμό σημείο αναφοράς, γράφοντας δυνατά στα βλέμματα που τους αντικρίζουν από την τεράστια τζαμαρία.
Μπαίνοντας στη σάλα, έχεις την αίσθηση μιας δροσερής, φιλόξενης πολυτέλειας με το πράσινο χρώμα που δεσπόζει σε βελούδινους καναπέδες, τοίχους, μαρμάρινα τραπέζια και τη γλυκιά οικειότητα του ξύλου στα έπιπλα και στο πάτωμα. Το χρυσό χρώμα δεν περιορίζεται στους φούρνους, αλλά διανθίζει όλη τη μακρόστενη, ψηλοτάβανη αίθουσα με διακοσμητικά στοιχεία και φωτιστικά, δίνοντας το feeling μιας πολυτέλειας κομψής, που δεν υπονομεύει τη χαλαρότητα του χώρου. Το επιτυχημένο ντεκόρ έχει σχεδιάσει ο αρχιτέκτονας Κώστας Γκάγκος, ο ίδιος που διαμόρφωσε άλλο ένα από τα εντυπωσιακά ρεστοράν της περιοχής: το γιαπωνέζικο "Kenko", δύο εκ των συνεταίρων του "Cavaliere". Η ζωντάνια της ανοιχτής κουζίνας συναντιέται με το ήρεμο buzz του πολυάριθμου κοινού που συχνάζει σταθερά εδώ, διασκεδάζοντας με μουσική υπόκρουση από Frank Sinatra και Pink Martini μέχρι Mel Torme και Dany Brillant. Γύρω μου απολαμβάνουν το φαγητό τους σένιες γυναικοπαρέες, καλοβαλμένα ζευγάρια και αρκετή νεολαία.
Σεφ και εκ των ιδιοκτητών του εστιατορίου, ο Βασίλης Τσατσάκης, γνωστός από την προϋπηρεσία του στους "Ψαράδες" του Παλαιού Φαλήρου, εστιάζει εδώ αναλυτικά στην ιταλική κουζίνα, προσθέτοντας μια σειρά από καλοδιαλεγμένες κοπές και ράτσες κρεάτων που ψήνονται στον ξυλόφουρνο. Crudi, antipasti, focaccia, pizza, insalate, risotti, pasta farcita και asciutta, secondi με κλασικές συνταγές και κρέατα από τον ξυλόφουρνο και φυσικά dolce είναι το ευρύτατο ρεπερτόριο που καλύπτει μάλλον όλες τις επιθυμίες, ανάλογα και με την ώρα που θα θελήσει κανείς να φάει. Εμείς είχαμε μια πολύ δυνατή έναρξη μ' ένα τρυφερό crudo τόνου, με όσο πρέπει πικάντικο λάδι peperoncino, τραγανό σιναπόσπορο και πολύ εκφραστική κρέμα από σχοινόπρασο να κλέβει την παράσταση. Με τόσο καλή αρχή, το vitello tonnato ήταν άχρωμο, διότι το συμπαθές μοσχάρι δεν είχε πάνω του μια κρέμα τόνου που να μιλάει θαλασσινή γλώσσα. Η πίτσα, όμως, με τη χωριάτικη κρούστα και τη λεπτή ζύμη σε κερδίζει άνετα, αν κρίνω από τη Norma salchicha με μελιτζάνα, ντομάτα, λουκάνικο και ποικιλία τυριών, αλλά και από την Capricciosa με σάλτσα ντομάτα San Marzano, μοτσαρέλα, αγκινάρα, ελιές, μανιτάρια και prosciutto cotto.
Με δεδομένο, πάντως, το καλό επίπεδο της κουζίνας, θα πω ότι παρατηρούνται αστάθειες. Περίμενα από την ούτως ή άλλως πληθωρική καρμπονάρα να νιώσω δυναμικά και κομψά τη γεύση του τυριού και του αβγού στην κρέμα της, αλλά τίποτα συνταρακτικό δεν συνέβη. Στην επιλογή, μάλιστα, με guanciale ή καπνιστή παντσέτα που προσφέρουν, προτίμησα το πρώτο ως καλύτερο, αλλά τους ξέφυγε το καβούρντισμα και πίκρισε λίγο. Είναι κρίμα επίσης να έρχονται τόσο άχρωμες σε γεύση οι γαρίδες μαζί με το πολύ ωραίο ριζότο με χυλωμένη/al dente υφή και πέστο μπρόκολου, κοντραρισμένο από τραγανά "τσιπς" πεπερόνι. Κι αυτό, διότι η κουζίνα δείχνει να έχει μεγάλες δυνατότητες, παρουσιάζοντας τα εξαιρετικά τηγανισμένα culurgiones· πρόκειται για ένα παραδοσιακό ζυμαρικό της Σαρδηνίας, σαν ραβιόλι με γραμμωτή επιφάνεια, που εδώ το γεμίζουν με πατάτα και φρέσκια τρούφα και το σερβίρουν πάνω σε σάλτσα pecorino Sardo με φιστίκι και μπρεζάολα, κερδίζοντάς μας με την πολυεπίπεδη υφή και γεύση της. Γι’ αυτή θα μπορούσα να έρχομαι πολύ συχνά στο "Cavaliere". Το ίδιο και για το secreto Iberico, ένα κομμάτι κρυμμένο στο πλάι του λαιμού κάπου στη σπάλα, που, επειδή έχει άφθονο ενδομυϊκό λίπος, θεωρείται το Wagyu του ιβηρικού χοιρινού. Σε κάθε μπουκιά το στόμα πλημμυρίζει μια τραγανή, θεάρεστα dirty νοστιμιά με ταιριαστή φρεσκάδα από salsa verde. Από τον πουρέ μοβ πατάτας με μαύρο σκόρδο που διάλεξα για συνοδευτικό, περίμενα πάντως πιο πλούσια γεύση.
Προχωρώντας στα επιδόρπια, σημειώνω ότι το cannoli είναι χοντροκομμένο, αδικώντας τη namelaka φιστικιού Αιγίνης, και το tiramisu είναι συμπαθές αλλά κάπως βαρύ. Η gianduja, όμως, με τις διάφορες υφές και τα παιχνίδια των γεύσεων –namelaka, πραλίνα, σορμπέ yuzu, μαρέγκες – είναι σαφώς σε άλλο επίπεδο.
Η επίσκεψη του κριτικού στο εστιατόριο έγινε στις 22/2.
Ωράριο λειτουργίας: Και μεσημ.
Τιμή: € 25-35 (το άτομο χωρίς ποτά και κουβέρ).
Πρόσβαση ΑμεΑ: Όχι.
Πάρκινγκ: Στο εστιατόριο.