Διεύθυνση:
Tηλ:
Τιμές:
€65 - €80
Με το που πρωτομπαίνεις στο "Brutus Tavern", το wow βγαίνει αυθόρμητα απ ‘ το στόμα σου πριν προλάβεις να συνειδητοποιήσεις καλά – καλά που βρίσκεσαι. Πήγα την τελευταία μέρα που επιτρέπονταν μουσική στα εστιατόρια και κλείνοντας τα μάτια, νόμιζα πως μόλις τα ξανανοίξω θα βρεθώ, μ αυτά που άκουγα, στο "New York New York". Έχει φανταστική ατμόσφαιρα αυτό το μαγαζί που ενώνει στο ντεκόρ του τις παραδόσεις τριών μεγάλων μητροπόλεων.
Μια ζεστή παριζιάνικη αγκαλιά περιποιημένου bistrot, το πνεύμα ενός νεουορκέζικου power room, και την αιρετική glam punk πόζα ενός λονδρέζικου men’s club. Στον τελευταίο χαρακτηρισμό με οδηγούν λεπτομέρειες σαν τα βαμμένα χρυσά scratch στα λευκά πλακάκια στους τοίχους, οι χρυσές πλάτες στις καρέκλες και φυσικά τα κρανία με ημίψηλο, κορώνα ή χωρίς, σαν rocking skeletons and skulls, ζωγραφισμένα στα εντελώς ιδιοσυγκρασιακά πιάτα που βρίσκεις πάνω στα τραπέζια. Και βέβαια το σοφό ημίφως με αρκετό spot light όμως στα τραπέζια, να δημιουργεί μαζί με το σκοτεινό/ φωτεινό ταβάνι αίσθηση υποβλητική.
Chapeau λοιπόν στον interior designer Στράτο Χιωτέλη που αν δεν κάνω λάθος έχει επιμεληθεί και την ατμοσφαιρική "Brasserie Lorraine " στο Κολωνάκι. Μόνο ο, φωτισμένος κόκκινος, εσωτερικός κήπος κλωτσάει όντας εκτός κλίματος. Το τρίο Μωράκης - Μελισσάρης – Κανελλόπουλος έκανε κίνηση ρουά – ματ τόσο σε ατμόσφαιρα όσο και σε γευστικό στυλ ανοίγοντας το "Brutus Tavern" στη Λεβέντη, εκεί που παλιότερα ήταν το δικό τους "Nikkei".
Το όνομά του σε παραπέμπει ενδόμυχα σε μια φορτωμένη ένστικτα αυθόρμητη κρεοφαγία, αλλά τα πράγματα είναι σαφώς εξευγενισμένα αφού την επιμέλεια της κουζίνας έχει ο βραβευμένος σεφ Μιχάλης Νουρλόγλου με executive τον Στέφανο Ρίζο. Όντως αν εξαιρέσεις τρεις σαλάτες και κάποια συνοδευτικά, όλο το υπόλοιπο μενού ασχολείται με το κρέας. Όλα πάντως αρχίζουν με πολύ καλό, αφράτο και ξυνό ψωμί, που έρχεται μ ένα ωραιότατο βούτυρο και παίρνει βαθειά μυρωδάτη γεύση από καραμελωμένα κρεμμύδια και το πασπαλίζουν με ανθό αλατιού. Η κλασσική coleslaw με pecan δροσίζει σωστά το κρεοφαγικό σερί που επακολουθεί.
Τα παιδιά που σερβίρουν πουλάνε τα πιάτα του μενού υπογραμμίζοντας τις επιλογές που κάνεις με δικά τους προσωπικά σχόλια. Έτσι για το "crust" μας είπαν ότι πρόκειται για μια από τις πιο δημοφιλείς σπεσιαλιτέ όταν τη ζητήσαμε και στο τραπέζι έφτασε μ ένα πρωτότυπο food styling ∙ μια κρούστα με το γράμμα "B" σαν tattoo και ψήγματα από φύλλο χρυσού, που τη σπάνε μπροστά σου για να αποκαλυφθεί το εσωτερικό. Πρόκειται για ένα νόστιμο είδος κρεατόπιτας με μοσχαρίσια ουρά που για να είμαι ειλικρινής περίμενα τη γεύση της πιο βαθειά και τη μπεσαμέλ με τη δυνατή γεύση τυριού Comté πιο πηχτή. Πιο βαθειά περίμενα επίσης τη γεύση του "Besparmak" (σύγχρονη μετάφραση ενός φαγητού της Κεντρ. Ασίας με σιγομαγειρεμένα μάγουλα, λαζάνια, ζωμό, και καλή hollandaise) καθώς σε αυτές τις comfort γεύσεις αυτό που μετράει πάνω απ΄ όλα είναι η γευστική συμπύκνωση.
Το γευστικό σκηνικό άλλαξε πολύ με τα slider, που μας είπαν ότι "είναι από τα καλύτερα στην πόλη". Καθόλου δεν θα διαφωνήσω μαζί τους αφού τα μικρά burger στο ωραίο ψωμάκι τους είναι μια ευγενώς "dirty" λιχουδιά που κολλάς μαζί της. Ήρθε λοιπόν η ώρα για τα steak και εκεί αναπτύχθηκε η δυναμική του "Brutus Tavern". Το σπάνιο Denver steak από wagyu ταϊσμένο με πάστα ελιάς το προτείνω στα οπωσδήποτε, καθώς το διάχυτο "μαρμάρωμα" ενδομυϊκού λίπους και το πολύ σωστό ψήσιμο καταλήγουν σ ένα εξαιρετικό κρέας με τραγανή αλαβάστρινη υφή που αφήνει μια γευστικότατη αίσθηση στο στόμα.
Πολύ καλό επίσης το αμερικάνικο T-bone Black Angus της "Greater Omaha” και να για να σας δώσω ένα μέτρο της ποιότητάς του υπογραμμίζω πως με εντυπωσίασε το συνήθως όχι και πολύ γευστικό, εξ ορισμού, φιλέτο ∙ οπότε μπορείτε βάσιμα να υποθέσετε ότι το κόντρα κομμάτι ήταν ακόμη καλύτερο. Μια παρατήρηση για το σέρβις μόνο ∙ καταλαβαίνω ότι για πρακτικούς λόγους διευκόλυνσης του πελάτη τα κρέατα έρχονται κομμένα σε φέτες, αυτό όμως έχει σαν αποτέλεσμα ειδικά σε μεγάλα κομμάτια να κρυώνει το κρέας και είναι κρίμα ∙ ίσως λοιπόν να ήταν σκόπιμο να έρχεται κομμένο το μισό. Από τα συνοδευτικά που διαλέξαμε οι τηγανητές πατάτες ήταν οκ και τραγανές, με τον μεστό πουρέ πολύ καλύτερο. Το αρμένικο κεμπάπ αποτελεί ομολογουμένως μια πρόκληση∙ ενδιαφέρον είναι και θα ήταν περισσότερο αν ήταν φτιαγμένο μόνο από αρνί, πρέπει πάντως να προσέξουν τις πίτες που το συνοδεύουν γιατί ήρθαν πολύ λαδερές.
Το ψητό βάσκικο lemon cheese cake είναι πολύ δροσερό για φινάλε συνοδεία φρούτων του δάσους. Το παρφέ πικρής σοκολάτας με αλμυρή σάλτσα καραμέλα, ακόμη πιο γκουρμέ ισορροπημένο και λαχταριστό. Κλείνοντας μια παρατήρηση. Υπάρχει μια φροντισμένη wine list με ελληνικές ετικέτες και κρασιά του Νέου Κόσμου, αλλά εγώ θέλησα να πιω το πιο κλασσικό και εμβληματικό κοκτέιλ του κόσμου, ένα dry martini και θεωρώ φάουλ την απάντηση ότι δεν φτιάχνουν κοκτέιλ. Μπορεί να μην έχουν μπάρα για φαντεζί κοκτέιλ αλλά ένα εστιατόριο αυτού του επιπέδου τα 3-4 πολύ κλασσικά δεν μπορεί να μην τα φτιάχνει.
Η επίσκεψη του κριτικού στο εστιατόριο έγινε στις 29/12.
Ωράριο λειτουργίας: Καθημερινά, 7 μ.μ.-1 π.μ.
Τιμή: € 55-70 (το άτομο χωρίς ποτά και κουβέρ).
Πρόσβαση ΑμεΑ: Όχι.
Πάρκινγκ: Στους γύρω δρόμους.