Διεύθυνση:
Tηλ:
Τιμές:
€40 - €50
Εντυπωσιακή αρχοντική σάλα, με ντεκόρ που έχει ιταλικό άρωμα εποχής. Η κουζίνα χρειάζεται να ανεβάσει στροφές για να συντονιστεί με το χώρο.
Στην Αθήνα τα παλάτια είναι πλέον προσβάσιμα μόνο στους έχοντες ειδικήν εργασίαν (Βουλή, Προεδρικό Μέγαρο)... Υπάρχουν μόνο κάποιες σύγχρονες αρχοντικές σάλες πλήρεις κάλλους εποχής (π.χ. «Tudor Hall»), στις οποίες συγκαταλέγεται και το palazzo του «Giacomo» στην Κηφισιά. Ειδικά τώρα που έχει προστεθεί ακόμη μία σάλα, το project έχει εξελιχτεί σε ένα από τα πιο καλαίσθητα εστιατόρια της Αθήνας. Έχει αύρα από Μιλάνο, Ρώμη, Φλωρεντία, Βενετία και ταιριάζει πολύ στο στιλ της Κηφισιάς.
Το βλέπεις και στην πελατεία του: μεγάλες παρέες φίλων 50 plus, που κάποιοι έχουν αέρα παλαιού χρήματος και άλλοι προέρχονται εμφανώς από τους χώρους της αρχιτεκτονικής, του ντιζάιν και της διανόησης. Δεν είναι οι μόνοι, βέβαια, καθώς τόσο στο μπροστινό διάφανο αίθριο για τους καπνίζοντες όσο και στο χώρο όπου βρίσκεται το μπαρ απολαμβάνουν τη φάση ζευγάρια, ξένοι κι Έλληνες, αλλά και γυναικοπαρέες.
Στην επέκταση του χώρου πρωταγωνιστούν μπεζ, ελαφρώς «καπνισμένο» stucco, όμορφες διακοσμήσεις, αντικέ καθρέφτες εν είδει παραθύρων, κρυστάλλινοι πολυέλαιοι, απλίκες και καρέκλες εποχής, δερμάτινοι καναπέδες και δρύινο ψαροκόκαλο στο πάτωμα. Στον πρώτο χώρο, αυτόν του μπαρ, η interior designer Αλεξάνδρα Νικολάου έχει βάλει το νακ μετατρέποντας σερβάντες με βιτρίνα σε ντουλάπια κρεμασμένα ψηλά, σαν διακοσμητικό χάπενινγκ σε γκαλερί. Ο χώρος αποπνέει αρχοντιά και ζεστασιά και γι’ αυτό οι φθαρμένοι κατάλογοι –έχουν το προφίλ του Καζανόβα στο κόκκινο εξώφυλλο– πρέπει να αντικατασταθούν άμεσα.
Ο χώρος μού φέρνει στο μυαλό την άρια «Recondita armonia di belezza» από την «Tosca», ενώ η κουζίνα το «O sole mio», μια κι έχει πιο πολύ τη λογική της τρατορίας. Το κοντράστ μεταξύ του ντεκόρ και της κουζίνας του Θάνου Κουλτούκη είναι έντονο, καθώς το πιο λογικό θα ήταν να βρίσκεις εδώ μια πιο ραφινάτη κουζίνα fine dining, στην Ιταλία όμως μπλέκουν συχνά το γκράντε ντεκόρ με την πανιταλική comfort κουζίνα.
Αν υπάρχει ένα πιάτο που εκφράζει αυτήν τη σύμπνοια, είναι τα bucatini Cacio e Pepe, με τα χοντρά, χωρίς τρύπα μακαρόνια σε άψογο al dente να έρχονται με μια πλούσια κρέμα πεκορίνο με βαθιά νοστιμιά· και αν τρίψεις πάνω τους λίγο παραπάνω πιπέρι, κάνει την εμφάνισή του ένα σινεμασκόπ χαμόγελο. Σε ανάλογη, αλλά λίγο χαμηλότερη συχνότητα κινείται το vitello tonnato, με ωραία σάλτσα τόνου πάνω σε μια λεπτή και τρυφερή φέτα μοσχαριού.
Τα υπόλοιπα πιάτα που δοκίμασα όμως είχαν πολλά «ναι μεν αλλά» και, παρά το γενικά καλό επίπεδο των γεύσεων, περιμένεις σαφώς περισσότερα πράγματα από έναν τέτοιο χώρο. Ψήνουν λ.χ. μια φοκάτσια επιπέδου, τραγανή, σαρκωμένη και πολύ νόστιμη, και ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και με τη λεπτή ζύμη της πίτσας. Όταν όμως έρχεται με τα διάφορα αξεσουάρ της, διαπιστώνεις ότι δεν εκφράζει αυτό που περίμενες διαβάζοντας τον κατάλογο. Δεν είναι τυχαίο που μια πίτσα funghi e tartufo είναι συνήθως λευκή, στο «Giacomo» όμως της προσθέτουν σάλτσα ντομάτας, τα μανιτάρια είναι λίγα και η γεύση πάσχει. Ούτε στην capricciosa η ποσότητα των υλικών (ντομάτα, μοτσαρέλα, πικάντικο σαλάμι, αγκινάρα, ελιές, μανιτάρια) δημιουργεί μια εκφραστική γεύση που σου μένει.
Διαλέγοντας ταλιατέλες με τηγανητά μπαρμπούνια και κρέμα αχινού, περιμένεις μια μακαρονάδα πιο γκουρμέ, με ευγένεια, αλλά η κουζίνα δεν έχει ελαφρύ χέρι, το μπαρμπούνι είναι παρατηγανισμένο, ο αχινός μπλέκεται αδόκιμα με ντομάτα και το αποτέλεσμα είναι βαριά μαμαδίστικο. Ευγένεια δεν έχει ούτε το ριζότο με καραβίδες, καθώς η γεύση του δεν αφήνει στον ουρανίσκο την αίσθηση μιας ωραίας μπισκ, παραμένοντας βαρύ. Όταν ήρθε μπροστά μου η εντυπωσιακή στην όψη, τεράστια cotoletta milanese με την κυματιστή κρούστα και το κόκαλό της, σκέφτηκα ότι πέτυχα κελεπούρι. Δυστυχώς, η υπερβολικά χοντρή κρούστα και το άγευστο κρέας δεν συνάντησαν τις προσδοκίες μου και μόνο ένα μικρό κομμάτι πάνω στο κόκαλο παρέμενε ζουμερό κι ενδιαφέρον.
Το τιραμισού, κλασικό κι ευχάριστο, είναι μια ενδεδειγμένη λύση για γλυκό φινάλε. Η πάβλοβα όμως είναι αμήχανη και μέτρια έτσι όπως την προτείνουν, παρά το ενδιαφέρον ενός «κρόκου» από βερίκοκο με δεντρολίβανο. Το σέρβις έχει επαγγελματισμό και γνώση, με τα παιδιά που σερβίρουν να κάνουν τη δουλειά τους ζωντανά και ζωηρά. Η wine list δίνει λύσεις, κινούμενη πιο πολύ σε γνωστές αξίες.
Η επίσκεψη του κριτικού στο εστιατόριο έγινε στις 25/9.
GIACOMO Λεβίδου 11, Κηφισιά, 2108014007. Ωράριο λειτουργίας: Καθημερινά, μεσημέρι-βράδυ. Τιμή: € 35-50 (το άτομο χωρίς ποτά και κουβέρ). Πρόσβαση ΑμεΑ: Όχι. Πάρκινγκ: Στους γύρω δρόμους.