Διεύθυνση:
Tηλ:
Τιμές:
€30 - €50
Το δεύτερο «Feedέλ», αυτό της Γλυφάδας, έχει πολλές ωραίες ιδέες και μια αύρα χειροποίητου, αλλά η πρωτότυπη κουζίνα, κατώτερη της πρώτης περιόδου, βρίσκεται μεν κοντά στο επόμενο βαθμολογικό σκαλοπάτι, ωστόσο χρειάζεται μεγαλύτερη προσοχή για να πετύχει το στόχο της.
Στο καινούργιο «Feedέλ Asador» της Γλυφάδας υπάρχει μια λεπτομέρεια που κλέβει τις εντυπώσεις και παραπέμπει στην αρχική ιδέα του Λεωνίδα Κουτσόπουλου να ονομάσει το εστιατόριο «Feedέλ Gastro». Με το που μπαίνεις στη σάλα των μη καπνιζόντων σε καθηλώνει ένας εντελώς σουρεάλ οπλαρχηγός! Έχει το μπούστο της πασίγνωστης γκραβούρας του Κολοκοτρώνη, αλλά το κεφάλι του Φιντέλ Κάστρο, ενώ δίπλα στον τοίχο με τον άγριο σκρατσαρισμένο σοβά είναι γραμμένο το σύνθημα «VIVA έλ REVOLUTION». Όπως η ζωγραφιά της Φρίντα στο αδελφό «Feedέλ» του κέντρου, έτσι κι εδώ αυτό το post graffiti εκπέμπει μια δύναμη κι ένα λοξό χιούμορ που σε κάνει να χαμογελάς.
Έχουν καταφέρει να δώσουν σε αυτήν την αίθουσα μια καλομανικιουραρισμένη αγριάδα (ξυσμένοι τοίχοι, λειψές σειρές πλακάκια) σε συνδυασμό με comme il faut κουρτίνες και άψογα βαμμένους σε σοβαρό γκριζοπράσινο τοίχους, που μαζί με τα τραπέζια και τις καρέκλες πολλών διαφορετικών στιλ σε ξανθό ξύλο δημιουργούν ένα φιλόξενο χειροποίητο σύμπαν. Καλύτερο τραπέζι εκείνο δίπλα στην μπαλκονάτη τζαμαρία, απ’ όπου χαζεύεις τη θέα του δρόμου. Το έμπα του μαγαζιού είναι μεν σε στιλ παρόμοιο, αλλά και διαφορετικό. Ο εξωτερικός χώρος έχει κλείσει με πλαστικό και τζαμαρία κι έχει γεμίσει με παρόμοια ανομοιόμορφη επίπλωση, έτσι που μαζί με την άγρια κόκκινη πέτρα της επένδυσης του τοίχου να δημιουργεί ανεπιτήδευτη mix ’n’ match θέρμη, αρκεί όμως μια ματιά στον πρόχειρα καλυμμένο «ουρανό» για να συνειδητοποιήσεις την αμηχανία αυτού του κομματιού.
Η στιλιστική αμηχανία φαίνεται και από τα ψηλά, μεγάλα τραπέζια του μπαρ, όπου τα αταίριαστα πολύχρωμα φωτιστικά βγάζουν μάτι. Ίσως κάποιος θεωρήσει ότι όλα αυτά είναι παραξενιές κάποιου που προσέχει και την τελευταία λεπτομέρεια, διότι η φιλόξενη γενική αίσθηση είναι δεδομένη, αυτό όμως δεν αναιρεί τις αστοχίες. Η μουσική, πάντως, είναι σωστά επιλεγμένη και σε ταξιδεύει σε Κούβα και Λατινική Αμερική με παραδοσιακά και μοντέρνα κομμάτια. Ο κόσμος γύρω μου και στο μπαρ –νέα ζευγάρια, σαραντακάτηδες και γυναικοπαρέες–, χαλαρά αλλά προσεγμένα ντυμένος, είναι προφανές ότι την απολαμβάνει, όπως και το φαγητό του άλλωστε.
Ο Κουτσόπουλος είναι σίγουρα αντισυμβατικός σεφ, ορκισμένος ροκάς που ακούει Αγγελάκα, Panx Romana και Διάφανα Κρίνα αλλά και δεινός ταξιδιώτης, που του αρέσει να κάνει οδικώς γαστρονομικό προσκύνημα στο Σαν Σεμπαστιάν, και αυτή η εκτός mainstream ματιά του, την οποία σίγουρα έχετε διαπιστώσει στο «MasterChef», είναι εμφανής και στην κουζίνα του. Μια μπουκιά από τη μελιτζανοσαλάτα του σου δίνει να καταλάβεις τι εννοώ. Οικεία μεν, αλλά την ίδια στιγμή αλλιώτικη, αφού το καπνιστό ρουστίκ βελούδο της έχει μια υπαινικτικά φρουτώδη γεύση, που από τα σποράκια συνειδητοποιείς ότι οφείλεται σε passion fruit – μαζί με το κατσικίσιο τυρί, το θυμάρι και τα άλλα μυρωδικά παίρνει άλλον αέρα.
Όπως και στο μαγαζί της Αθήνας, τα πιάτα είναι μεσαίου μεγέθους, χωρίς διακρίσεις σε πρώτα και δεύτερα, παροτρύνοντάς σε να τα βάζεις στη μέση και να τα μοιράζεσαι. «Είμαστε γκουρμέ μεζεδοπωλείο» διευκρινίζει το παιδί που μας σερβίρει, παρουσιάζοντας τις σπεσιαλιτέ με μια αυτοπεποίθηση και γνώση άξια συγχαρητηρίων. «τις έχω δοκιμάσει όλες και τις ξέρω», μας λέει χαλαρά. Το μόνο σίγουρο είναι ότι, διαβάζοντας τον κατάλογο, φαίνονται όλα τόσο ερεθιστικά και πρωτότυπα, άλλοτε πιο ελληνικά και άλλοτε σε ένα έξυπνο fusion, που θέλεις να τα βάλεις στο τραπέζι σου. Στην πρώτη επίσκεψη αφήσαμε τα μεγάλα πιάτα για τρία άτομα, όπως το χεράκι ορεινού αρνιού και τα short ribs για άλλη φορά, και στραφήκαμε στην ποικιλία. Χάρηκα το ευγενώς dirty πεϊνιρλί με αρνίσια γλυκάδια και μανιτάρια, αλλά θα το προτιμούσα με πιο αγριωπή, παραδοσιακή ζύμη.
Το χταπόδι είναι ζημιά, άψογα ψημένο –μάλλον sous vide– έτσι που να έχει τσαγανό και αλειμμένο με μια ιντριγκαδόρικα πικάντικη σάλτσα kimchi, κρέμα αβοκάντο και τραγανές φετούλες ρέβας που το δροσίζουν. Από τις fusion σπεσιαλιτέ και πάλι, τα χτένια αποδείχτηκαν μάλλον αμήχανα: ήταν μεν σωστά ψημένα, αλλά ασυντόνιστα με το «ριζότο» φαγόπυρου με αχλάδι και σέλινο. Η απογοήτευση όμως ήρθε από ένα σίγουρο συνδυασμό: από λάθος επιλογές της κουζίνας, οι τηγανητές με τη φλούδα τους πατάτες ήταν τραγανές σχεδόν μέχρις αποχυμώσεως, ο κρόκος του αβγού δεν μπορούσε να χυθεί σωστά σαν σάλτσα πάνω τους, οι φέτες της τρούφας ήταν ελάχιστες και το τρουφέλαιο ταλαιπωρημένο και με βαριά μυρωδιά, ενώ η εκπληκτική ιδέα να προσθέσουν αρνίσιο εντεράκι πήγε χαμένη έτσι ξερό και άχαρο που ήταν.
Η δύναμη της κουζίνας φαίνεται στα σιγομαγειρεμένα κρεατικά με τα όσπρια, τα οποία έχουν μια γοητευτική umami νοστιμάδα τόσο βαθιά, που κατεβάζεις τη μία μπουκιά μετά την άλλη σχεδόν σαν υπνωτισμένος. μιλάω για τη ρεβιθάδα με αρνίσιο κότσι (πολύ μικρή ποσότητα) και σαλάμι Λευκάδας και το απίθανο σιγομαγειρεμένο για 8 ώρες μοσχαρίσιο μάγουλο πάνω σε σούπερ μελωμένους γίγαντες κοκκινιστούς με θυμάρι. Το γλυκό με κρέμα καραμέλας, πανακότα και ναμελάκα πολύ καλό, αλλά το αποδομημένο cheesecake με γιαούρτι και φράουλα μέτριο.
Η επίσκεψη του κριτικού στο εστιατόριο έγινε στις 7/3.
FEEDΕΛ ASADOR Αλ. Ζέρβα 24 και Κύπρου, Γλυφάδα, 2108980066. Ωράριο λειτουργίας: Καθημερινά από 6 μ.μ. Κυρ. 1.30-9.30 μ.μ. Τιμή: € 22-25 (το άτομο χωρίς ποτά και κουβέρ). Πρόσβαση ΑμεΑ: Όχι. Παρκινγκ: Στους γύρω δρόμους.