Καταπράσινο περιβάλλον, ιδανικό για καλοκαιρινή έξοδο και σύγχρονη ελληνική κουζίνα με την υπογραφή του Δημήτρη Σκαρμούτσου.
Αν υπάρχει κάτι αξιοπερίεργο στο «Museum Café-Restaurant» που φιλοξενείται στο Μουσείο Γουλανδρή της Κηφισιάς, αυτό είναι ότι το εν λόγω εστιατόριο το τρέχει ένα catering και πιο συγκεκριμένα το Δειπνοσοφιστήριον. Παρότι η συγκεκριμένη εταιρεία είναι μία από τις ελάχιστες κορυφαίες του χώρου, οι σχετικοί με το επίπεδο του φαγητού συνειρμοί είναι αναπόφευκτοι. Ταυτόχρονα όμως είναι κι εκτός πραγματικότητας. Το ρεστοράν του μουσείου το μόνο που παίρνει από το catering είναι η προσήλωση στις ποιοτικές παροχές του... Για όλα τα υπόλοιπα την ευθύνη έχει ο Δημήτρης Σκαρμούτσος, ο οποίος (για όσους δεν έχουν δοκιμάσει τη δουλειά του) εκτός από TV star είναι κι ένας πολύ καλός κι έμπειρος σεφ.
Για να δούμε τι έχουμε λοιπόν. Καταρχάς αναμφίβολο ατού είναι η περιοχή. Η Κηφισιά είναι ό,τι πιο δροσερό (μακράν της θάλασσας) μπορεί να επιθυμήσει κάποιος για μια απογευματινο-βραδινή έξοδο, με εξαιρετική αγορά (ακόμη κι αν είναι ένα χάζεμα στις βιτρίνες) και ζωντάνια, την οποία της χαρίζει ένα καλοβαλμένο νεανικό κοινό. Κατά δεύτερο λόγο ο κήπος του μουσείου είναι μια όαση πρασίνου με ελάχιστους ανταγωνιστές στην περιοχή. Προσωπικά τον προτιμώ σε σύγκριση με τις προτάσεις που κάνει το Κεφαλάρι.
Όσον αφορά τη γευστική πρόταση του «Museum Café-Restaurant», τώρα, ο Δημήτρης Σκαρμούτσος αποδεικνύει την επάρκειά του τόσο σε σχέση με τη σύνθεση όσο και με την ποιότητα των επιλογών του. Το μενού είναι μετρημένο, με έξι-επτά προτάσεις στα πρώτα και καμιά δεκαριά στα κύρια. Κάνει χρήση επώνυμων, ποιοτικών ελληνικών προϊόντων για τα πιάτα που προτείνει και αυτό που παρουσιάζει έχει γεύση και δεν προσπαθεί να σε εντυπωσιάσει. αντιθέτως σε κερδίζει με τον τρόπο που «χαϊδεύει» τις αισθήσεις.
Θα αναφερθώ στην πολύ καλή φάβα Σχοινούσας, όσο πρέπει σφιχτή, που συνοδεύεται από ένα χυμώδες λουκάνικο με πορτοκάλι και στα πολύ καλά φαλάφελ (καθόλου στεγνά) με ρεβίθια Λάρισας και μια επιτυχημένη κρέμα αβοκάντο-ταχίνι. Θα συστήσω ανεπιφύλακτα το καλύτερο πιάτο της βραδιάς, το εξαιρετικό καλκάνι που συνοδεύεται από ένα νοστιμότατο ντοματόρυζο. Δεν θα συμφωνήσω όμως ιδιαίτερα με το σιτάρι που συνοδεύει το φιλέτο αρνιού, το οποίο έχει περιορισμένες γευστικές δυνατότητες και δεν επιτρέπει στο κρέας να αναδειχτεί. Την μπριζόλα μαύρου χοίρου (πολύ καλό το κρέας), πάλι, θα την ήθελα ένα «κλικ» λιγότερο ψημένη.
Η εικόνα παραμένει ενδιαφέρουσα και στα επιδόρπια όπου παίρνει τη σκυτάλη ένα άλλο δυνατό όνομα, ο Διονύσης Αλέρτας. Η πάστα αμυγδάλου είναι πολύ καλή –ξυπνάει μνήμες– και θα σας συνιστούσα να την τιμήσετε. Δεν θα πω όμως το ίδιο και για το προφιτερόλ, που κατά την κρίση μου χρειάζεται αναθεώρηση.
Το συμπέρασμα είναι απλό: το σύνολο είναι αξιοπρόσεκτο και σίγουρα θα περάσετε καλά αν αποφασίσετε να πάτε στο «Museum Café-Restaurant». Ειδικά αν το συνδυάσετε με μια επίσκεψη στο εξαιρετικά αξιόλογο μουσείο.
Η επίσκεψη του κριτικού στο εστιατόριο έγινε στις 23/6