Το Υπουργείο Πολιτισμού, ανταποκρινόμενο σε διαχρονικό αίτημα της τοπικής κοινωνίας, προχωρά στην αποκατάσταση του οθωμανικού τεμένους Γενί Τζαμί, το οποίο βρίσκεται στον αστικό πυρήνα της Έδεσσας, στην πλατεία Μουσείου. Η απόφαση αυτή έρχεται μετά την ολοκλήρωση των αρχιτεκτονικών, στατικών και ηλεκτρομηχανολογικών μελετών εφαρμογής για την αποκατάσταση και ανάδειξη του σημαντικού αυτού μνημείου.
Το Γενί Τζαμί είναι το μοναδικό από τα εννέα μουσουλμανικά τεμένη που υπήρχαν στην Έδεσσα, το οποίο διασώζεται σχεδόν ακέραιο, και ένα από τα ελάχιστα τζαμιά στον ελλαδικό χώρο που, αν και δεν χρησιμοποιείται πλέον για θρησκευτικούς σκοπούς, διατηρεί τον μιναρέ του σε πλήρη μορφή. Η ίδρυσή του χρονολογείται με αρκετή ασφάλεια στο πρώτο μισό του 17ου αιώνα.
Η ιστορική πορεία του Γενί Τζαμί υπήρξε πλούσια. Το 1912 λειτουργούσε ήδη ως κρατητήριο, ενώ το 1924 πέρασε στην ιδιοκτησία της Υπηρεσίας Διαχειρίσεως Ανταλλαξίμων Μουσουλμανικών Κτημάτων. Το 1937 κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο, ενώ η σημερινή του εικόνα είναι αποτέλεσμα επεμβάσεων του 19ου αιώνα.
Η Υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, δήλωσε σχετικά: "Η αποκατάσταση και ανάδειξη του οθωμανικού τεμένους Γενί Τζαμί με σκοπό την επανάχρησή του και η διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου του εντάσσονται στις επεμβάσεις του Υπουργείου Πολιτισμού στην πρωτεύουσα της Πέλλας, με επίκεντρο την προστασία και ανάδειξη των μνημείων της πόλης που συνδέονται με την περίοδο της οθωμανοκρατίας. Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού συνεργάζονται στενά με τους τοπικούς φορείς για την ολοκλήρωση του έργου της αποκατάστασης, ώστε το Γενί Τζαμί να ενταχθεί λειτουργικά στην πολιτιστική ζωή της πόλης, ενισχύοντας συγχρόνως τον μνημειακό της πλούτο. Η Έδεσσα συνδυάζει πολιτιστικό απόθεμα όλων των περιόδων και ένα φυσικό περιβάλλον που της προσδίδουν τις προϋποθέσεις για να αναδειχθεί σε προορισμό υψηλής επισκεψιμότητας".
Το Γενί Τζαμί ανήκει στον πιο διαδεδομένο τύπο οθωμανικών τεμένων, με τετραγωνική αίθουσα προσευχής, κιονοστήρικτη ανοιχτή στοά (ρεβάκ), και μιναρέ που εδράζεται στην εξωτερική δυτική γωνία του κύριου κτίσματος. Ο εσωτερικός του διάκοσμος είναι ζωγραφικός, καλύπτοντας όλες τις επιφάνειες των τοιχοποιιών και του τρούλου. Ωστόσο, παρουσιάζονται σημαντικά προβλήματα υγρασίας, ανάπτυξης βλάστησης και φθορών, που καθιστούν αναγκαία την επέμβαση για την αποκατάστασή του.
Η στατική μελέτη προτείνει τη συντήρηση και αποκατάσταση της στέγης, την αποκατάσταση των σφονδυλωτών κιόνων του προστώου, την αναδόμηση και συρραφή των ρωγμών, την ενίσχυση του μιναρέ, καθώς και την κατασκευή περιμετρικού αποστραγγιστικού συστήματος. Παράλληλα, η αρχιτεκτονική μελέτη προτείνει παρεμβάσεις που περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την προσεκτική αφαίρεση και επανατοποθέτηση των βυζαντινών κεραμιδιών της στέγης, την εξυγίανση των θόλων, και την αποκατάσταση της κωνικής απόληξης του μιναρέ.
Τέλος, οι μελέτες ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων περιλαμβάνουν τον φωτισμό για την ανάδειξη των εξωτερικών όψεων και του εσωτερικού του τεμένους, καθώς και την εγκατάσταση συστημάτων κλιματισμού, αποχέτευσης, ύδρευσης, και πυροπροστασίας, διασφαλίζοντας τη λειτουργική και ασφαλή επανάχρηση του μνημείου.