Οι συζητήσεις του Αλσάντρο Ρόσα με τον Έννιο Μορικόνε, τον "Μπετόβεν του σελιλόιντ", όπως χαρακτηρίστηκε ο πάπας του σάουντρακ, που έχει ντύσει με θεσπέσιους ήχους τόσες και τόσες ταινίες, οργανωμένες σε ένα καλαίσθητο τόμο, θα παρουσιαστούν επίσημα την Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου στις 12μ., παρουσία του συγγραφέα, στην Αίθουσα Διδασκαλίας Μουσικής Βιβλιοθήκης, του Συλλόγου "Οι Φίλοι της Μουσικής", στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, με ελευθερη είσοδο.
Η παρουσίαση του βιβλίου εντάσσεται στο συνολικό, πολύπλευρο αφιέρωμα που αποτίει το 28ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας Νύχτες Πρεμιέρας στον Μορικόνε, δύο χρόνια μετά την απώλεια αυτού του θρύλου της κινηματογραφική ς μουσικής. Το αφιέρωμα, (που πραγματοποιείται σε συνδιοργάνωση με τον Πολιτιστικό Σύλλογο Φίλων Μουσικής Ennio Morricone Ελλάδος, την Ιταλική Πρεσβεία και το Ιταλικό Ινστιτούτο) περιλαμβάνει, εκτός από την παρουσίαση της βιογραφίας του συνθέτη και την Πανελλήνια Πρεμιέρα του ντοκιμαντέρ "Ennio" (σε σκηνοθεσία του βραβευμένου με Όσκαρ Τζουζέπε Τορνατόρε) στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, παρουσία του Μάρκο Μορικόνε, γιου του συνθέτη, και του Τζιάνι Ρούσο, παραγωγού της ταινίας. Θα προηγηθεί συναυλία του "Stavros Lantsias Quartet", με εκτελέσεις μερικών από τα ωραιότερα μουσικά θέματα που άφησε παρακαταθήκη ο σπουδαίος συνθέτης. Επίσης, στο αφιέρωμα εντάσσεται και η εικαστική έκθεση με τίτλο "Ennio Formes" στο Ολύμπια, Δημοτικό Μουσικό Θέατρο "Μαρία Κάλλας".
>> Κερδίστε προσκλήσεις για την προβολή της ταινίας "Ennio" στο Μέγαρο Μουσικής
Η βιογραφία του Μορικόνε είναι το αποτέλεσμα πολλών συναντήσεων μεταξύ του συνθέτη και του Αλεσάντρο ντε Ρόζα. Είναι ένας διάλογος πυκνός και βαθύς και ταυτόχρονα ξεκάθαρος και ακριβής, που μιλά για τη ζωή, για τη μουσική και για τους θαυμάσιους, όσο και απρόβλεπτους τρόπους με τους οποίους αυτές έρχονται σε επαφή και επηρεάζουν η μία την άλλη.
Ο τιμημένος με Όσκαρ Μορικόνε αφηγείται με πολλές λεπτομέρειες την πορεία του. Τα χρόνια των σπουδών στο Ωδείο, το επαγγελματικό ντεμπούτο στη RAI και την RCA, όπου έγραψε και διασκεύασε πολυάριθμα σουξέ, τις συνεργασίες με σημαντικούς Ιταλούς και ξένους σκηνοθέτες, από τον Λεόνε, τον Παζολίνι, τον Μπερτολούτσι και τον Τορνατόρε, μέχρι τον Ντε Πάλμα, τον Αλμοδόβαρ και τον Ταραντίνο.
Είναι υπέροχο, το πώς ο Μορικόνε αφηγείται τι σημαίνει γι’ αυτόν να συνθέτει, αποκαλύπτοντάς τη μυστηριώδη και αμφίσημη σχέση που συνδέει τη μουσική και τις εικόνες στον κινηματογράφο.
Όπως λέει ο ίδιος ο Μορικόνε για το βιλβίο: "Αυτή η μακρά εξερεύνηση, αυτή η μακρά σκέψη, σε αυτή τη στιγμή της ζωής μου να ήταν σημαντική, ακόμη κι απαραίτητη. Το να έρθει κανείς σε επαφή με τις αναμνήσεις δε σημαίνει μόνο μελαγχολία για κάτι που φεύγει μακριά όπως ο χρόνος, σημαίνει επίσης να κοιτάζει μπροστά, να καταλαβαίνει ότι υπάρχει ακόμη, και ποιος ξέρει πόσα ακόμα μπορεί να συμβούν... Είναι περίεργο να παρατηρεί και να επανεξετάζει κανείς τη ζωή του μέσω μιας τέτοιας διαδρομής. Δεν είχα σκεφτεί ποτέ ότι θα το κάνω. Ωστόσο, προσφάτως γνώρισα τον Αλεσάντρο και αυτό το σχέδιο αναπτύχθηκε τόσο σταδιακά κι αυθόρμητα ώστε κι εγώ ο ίδιος ξαναήρθα σε επαφή με γεγονότα που αναδύθηκαν στην επιφάνεια σχεδόν χωρίς να το αντιληφθώ..."
Προδημοσίευση
"Πότε ξεκίνησες να δουλεύεις ως μουσικός; Πρωτοεμφανίστηκες ως συνθέτης;
Όχι. Ξεκίνησα ως τρομπετίστας, πρώτα συνοδεύοντας, και, μερικές φορές, αντικαθιστώντας τον πατέρα μου κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου κι έπειτα, στα νυχτερινά καταστήματα της Ρώμης και στις αίθουσες συγχρονισμού. Πράγματι, όταν ξεκίνησα να σπουδάζω σύνθεση ήδη έπαιζα μουσική λαμβάνοντας αμοιβή σε διάφορες περιστάσεις. Σταδιακά, έγινα γνωστός και ως διασκευαστής· για τον συνθέτη Ένιο Μορικόνε κανείς δε γνώριζε ακόμη τίποτε, εκτός του ωδείο.
Ο πρώτος που με κάλεσε να δουλέψω μαζί του, στις αρχές της δεκαετίας του πενήντα, ήταν ο Κάρλο Σαβίνα, ένας εξαιρετικός συνθέτης και διευθυντής ορχήστρας. Έψαχνε έναν συνεργάτη να τον βοηθήσει στη διαμόρφωση πολυάριθμων διασκευών για τη ραδιοφωνική παραγωγή για την οποία δούλευε. Ο Σαβίνα είχε συμβόλαιο με τη RAI για ένα πρόγραμμα τραγουδιών που μεταδιδόταν δύο ημέρες την εβδομάδα από τα στούντιο της οδού Ασιάγκο. Η τηλεόραση ακόμη δεν υπήρχε εκείνα τα χρόνια.
Η δουλειά μου ήταν να γράφω κάποιες διασκευές για την ορχήστρα που συνόδευε τους τέσσερεις τραγουδιστές που εμφανίζονταν σε απευθείας σύνδεση σε κάθε επεισόδιο.
Το επιτελείο με το οποίο είχα να κάνω αποτελείτο από ένα τμήμα εγχόρδων αρκετά ευμέγεθες, συν κάποια επιπλέον όργανα, όπως η άρπα, κι ένα ρυθμικό τμήμα που συμπεριελάμβανε ένα πιάνο, ένα όργανο Χάμοντ, κιθάρα, ντραμς και, νομίζω, κι ένα σαξόφωνο. Ήταν η λεγόμενη ορχήστρα Β, αυτή για την ελαφρά μουσική. Για μένα ήταν μια ευκαιρία εφαρμοσμένης μελέτης στην ενορχήστρωση. Πράγματι, εκείνη την εποχή πήγαινα στο ωδείο…
Το περίεργο είναι ότι εγώ κι ο Σαβίνα δε γνωριζόμασταν προσωπικά, εκείνος είχε μάθει για μένα μέσω του κοντραμπασίστα που είχε τότε, του μαέστρου Τζιοβάνι Τομαζίνι. Ο τελευταίος ήταν φίλος του πατέρα μου κι από εκείνον είχε μάθει ότι εγώ σπούδαζα σύνθεση. Σκέφτηκε λοιπόν, μέσω ενός απλού συσχετισμού, ότι θα ήμουν καλό όνομα να προτείνει· αφού σπούδαζα σύνθεση, λογικά θα ήμουν κατάλληλος για τη δουλειά.
Μου φαίνεται απίστευτο! Τι ανάμνηση έχεις από εκείνη την εμπειρία και απ’ τον Σαβίνα;
Φυσικά, ήταν απίστευτο που ήρθαμε έτσι σε επαφή!
Ήμουν αρκετά νέος, αλλά αμέσως ένιωσα τεράστια ευγνωμοσύνη προς αυτόν τον επαγγελματία που μου έδινε εκείνη τη στιγμή την πρώτη ευκαιρία. Ο Σαβίνα είχε πολλή μουσικότητα, είχε καθαρή γραφή, ευθυγραμμισμένη με τις εκτελέσεις που γίνονταν εκείνα τα χρόνια. Δούλευε ανέκαθεν με την ορχήστρα των εγχόρδων της RAI στο Τορίνο, αλλά λίγο πριν γνωριστούμε είχε μεταφερθεί στη Ρώμη. Έμενε ακόμη σ’ ένα ξενοδοχείο στην οδό Ντελ Κόρσο, όπου διέμεινε για πολύν καιρό (νομίζω ότι ονομαζόταν Χοτέλ Ελιζέο). Θυμάμαι ότι την πρώτη φορά συναντηθήκαμε εκεί ακριβώς. Όταν πήγα να τον βρω μου άνοιξε την πόρτα η σύζυγός του, μια πανέμορφη γυναίκα. Λίγο μετά ήρθε κι αυτός και συστηθήκαμε· τότε μπορέσαμε να μιλήσουμε και να γνωριστούμε καλύτερα. Έτσι ξεκίνησε η συνεργασία μας.
Μαζί του μου συνέβησαν και μια σειρά από "ατυχήματα"… αλλά το λέω μόνο σαν ανέκδοτο, γιατί αγαπούσα πολύ αυτόν τον άνθρωπο που με κάλεσε όταν δεν ήμουν κανένας.
Θέλεις να αφηγηθείς κανένα;
Έγραφα τις διασκευές παίρνοντας πολλά ρίσκα. Με άλλα λόγια, πειραματιζόμουν πολύ χρησιμοποιώντας την ορχήστρα πλήρως, όπως, κατά τη γνώμη μου, έπρεπε να γίνεται, όχι γράφοντας απλά ολόκληρα. Προσπαθούσα, επομένως, να είμαι πάντα παρών στις πρόβες γιατί μάθαινα πολύ συγκρίνοντας αυτό που είχα γράψει με το αποτέλεσμα του ήχου. Αλλά μερικές φορές, απορροφημένος από τη μελέτη, δεν μπορούσα να πάω.
Ακριβώς σε εκείνες τις περιπτώσεις, συχνά ο Σαβίνα έβαζε να μου τηλεφωνήσουν στο σπίτι: "Έλα, έλα. Έλα τρέχοντας!" Εγώ έτρεχα όσο πιο γρήγορα μπορούσα, έπαιρνα το τραμ 28 μέχρι την πλατεία Μπαϊνσίτσα (δεν είχα ακόμη αυτοκίνητο), έπειτα έφτανα με τα πόδια στην οδό Ασιάγκο και, μόλις έφτανα επιτέλους μπροστά σε ολόκληρη την ορχήστρα, εκείνος με μάλωνε μπροστά σε όλους: "Δεν καταλαβαίνω τίποτε! Τι έγραψες εδώ; Τι έχεις κάνει;"
Ίσως επρόκειτο για μια ξαφνική αλλαγή στον οπλισμό· μια φορά θυμάμαι ένα φα δίεση που κατά τη γνώμη του ήταν υπερβολικό, που περιλαμβανόταν σε μια ιδιαίτερα τολμηρή αλληλουχία σε αρμονικό επίπεδο, και κατά κάποιον τρόπο τον δυσκόλευε. Έβαζε να μου τηλεφωνήσουν επειδή δεν ήταν σίγουρος, αλλά εν τω μεταξύ ούρλιαζε.
Αργότερα, μετά το πέρας της πρόβας, με ρωτούσε αν χρειαζόμουν να με πάρει με το αυτοκίνητο κι εγώ δεχόμουν γιατί το σπίτι μου ήταν στην ίδια κατεύθυνση. Στο αυτοκίνητο, όταν ήμασταν μόνοι εγώ κι αυτός, με εγκωμίαζε για τις ίδιες λύσεις που περιλαμβάνονταν στη διασκευή για τις οποίες με είχε μαλώσει κάποιες ώρες πριν.