Πώς είναι η συνεργασία σας με τους Primavera en Salonico από το 1994 μέχρι σήμερα; Εξαιρετική. Συνεργαζόμαστε 30 χρόνια ακριβώς. Ξεκινήσαμε ως συνεργάτες και γίναμε φίλοι.
Μαζί θα παρουσιάσετε μια σειρά από βραδιές με τίτλο "maTerra" και τραγούδια της Μεσογείου και των Βαλκανίων. Τι έχετε ετοιμάσει για το κοινό του Άλσους;
Θα είναι μια επιλογή από τα διάφορα στάδια της δουλειάς μας, από τα "Τραγούδια της Μεσογείου", τις "Παναγιές του κόσμου", από τα "Τραγούδια της Θεσσαλονίκης" κ.λπ., που είναι όλα στο πλαίσιο της world music. Δηλαδή, τραγούδια από τις παραδόσεις διαφόρων χωρών τραγουδισμένα στις γλώσσες τους αλλά διασκευασμένα ελεύθερα από εμάς. Θα παίξουμε επίσης τραγούδια από το "Watersong", την παράσταση που ξεκίνησε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, τραγούδια με θέμα το νερό τα οποία έχουμε ηχογραφήσει αλλά δεν έχουν ακόμα κυκλοφορήσει. Από τους Primavera στο Άλσος θα παίξουν οι Κώστας Βόμβολος, Μιχάλης Σιγανίδης, Χάρης Λαμπράκης, και Κυριάκος Γκουβέντας.
Πώς προσεγγίζετε τα παραδοσιακά μουσικά ιδιώματα των περιοχών της Μεσογείου και των Βαλκανίων;
Τα προσεγγίζουμε με διάθεση ελευθερίας. Μας ενδιαφέρει πάντα να μπορούμε να δημιουργούμε δικές μας εκδοχές των τραγουδιών αυτών. Να χρησιμοποιούμε το παραδοσιακό στοιχείο σαν βάση για μια καινούργια "ιστορία" των τραγουδιών.
Τι χαρές παίρνετε από τον ελεύθερο αυτοσχεδιασμό;
Τη χαρά της δημιουργίας μέσα από το παιχνίδι. Έτσι αντιλαμβάνομαι τον αυτοσχεδιασμό… Ναι. Αυτό ακριβώς είναι. Και έχει πολύ ενδιαφέρον. Παίρνεις τη χαρά του παιχνιδιού, του κλεισίματος του ματιού στον συνάδελφο επί σκηνής, το γέλιο που προκαλεί ένα αυθόρμητο αστείο. Και το ότι συνήθως λύνεις επί σκηνής ένα πολύπλοκο παζλ. Αυτές τις χαρές παίρνεις.
Πώς επικοινωνεί η παράδοση με τη νέα γενιά καλλιτεχνών, στην οποία παρατηρούμε ένα ανανεωμένο ενδιαφέρον για τις ρίζες του ελληνικού τραγουδιού;
Από την δημιουργία των μουσικών γυμνασίων και μετά, στην Ελλάδα, έχει προκύψει μία οργανωμένη γνώση γύρω από την παράδοση, οπότε και το ενδιαφέρον για το πώς την χειρίζεται κανείς. Επειδή οι νέοι αυτοί μουσικοί γνωρίζουν πια και θεωρητικά την παραδοσιακή μουσική, από την μια έχουν μεγάλο σεβασμό προς στους παλιούς και στο αντικείμενο τους, από την άλλη, σίγουρα με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θέλουν να την εξερευνούν. Νομίζω όμως ότι ο σεβασμός υπερισχύει της επέμβασης. Νομίζω ότι είναι αρκετά προσεκτικοί, αν τους συγκρίνω με τον εαυτό μου ας πούμε. Εγώ ασχολούμαι με την παράδοση μόνο όταν την βλέπω σαν κάτι το εξωτικό και το μακρινό, δεν έχω την γνώση που θα με έκανε διστακτική στο να επέμβω. Μπορεί δηλαδή να είμαι και σαν τον τουρίστα που χορεύει καλαματιανό στο πανηγύρι… Ελπίζω όχι.
Από τα ταξίδια σας αλλά και από την επαφή σας με πολλούς διεθνείς καλλιτέχνες, ποια θα λέγατε ότι είναι η απήχηση του ελληνικού τραγουδιού στο εξωτερικό;
Στο παρελθόν ξέρω ότι όλοι γνώριζαν την μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, και φυσικά την Νάνα Μούσχουρη, και επίσης το ρεμπέτικο. Και τα "Παιδιά του Πειραιά" του Μάνου Χατζιδάκι φυσικά. Πολύ χονδρικά. Σε κάποιο όμως από τα τελευταία μου ταξίδια, στην Σουηδία συγκεκριμένα, μου λέει κάποιος από τη διοργάνωση "Μου αρέσει πολύ μία συνθέτης στην Ελλάδα που λέγεται Λένα Πλάτωνος. Την ξέρεις;" Αυτό για μένα ήταν μία πάρα πολύ ευχάριστη έκπληξη. Αυτός δεν είχε ιδέα για τη συνεργασία μου με την Λένα. Και κάποτε που τραγούδησα τα τραγούδια της Λένας στο εξωτερικό, σε δική της συναυλία, κανείς δεν ήξερε το δικό μου όνομα. Μόνο της Λένας. Είναι τελείως μοιρασμένα τα πράγματα. Το κοινό ενός στυλ, μιας μουσικής τάσης, δεν επικοινωνεί καθόλου με το κοινό μιας άλλης. Δεν γνωρίζω δηλαδή τι γίνεται αυτή την στιγμή έξω σε διαφορετικούς χώρους, ποιοι από τους Έλληνες νέους μουσικούς είναι πιο γνωστοί έξω και τι κάνουν.
Τις Τρίτες του Μαρτίου θα συνεχίσετε στο θέατρο Άλσος με τον κύκλο εμφανίσεων "Πάω να πω στο σύννεφο" με τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι, σε ενορχηστρώσεις της Δήμητρας Τρυπάνη. Πώς εργαστήκατε γι’ αυτό το πρόγραμμα;
Γνώριζα την Δήμητρα από παλιά και εκτιμούσα τη δουλειά της πάντα. Της πρότεινα αυτήν την συνεργασία γιατί ήξερα ότι θα ήταν εξαιρετικό το αποτέλεσμα. Αυτό το cd είχε κυκλοφορήσει αρχές του 2000. Το είχαμε παρουσιάσει πολλές φορές από τότε. Το καλοκαίρι που μας πέρασε το παρουσιάσαμε ξανά στην δημοτική βιβλιοθήκη της Αγίας Παρασκευής και ήταν τέτοια η ανταπόκριση του κοινού, υπήρχε συγκίνηση, υπήρχε συμμετοχή, και έτσι προέκυψε και η ιδέα να ξαναπαίξουμε αυτά τα τραγούδια.
Πώς συνδέεστε με το έργο του Χατζιδάκι;
Άκουγα τα τραγούδια του από μικρή επειδή τα ακούγαμε στο σπίτι. Το "Ο ταχυδρόμος πέθανε” για παράδειγμα, ήταν το αγαπημένο μου τότε, όμως στην εφηβεία μου αυτά που άκουγα μανιωδώς ήταν τα "Reflections" και "Το χαμόγελο της Τζοκόντας". Αργότερα συνδέθηκα παρά πολύ με τα "Παράλογα" και τις "Μπαλάντες της οδού Αθηνάς". Με είχε εντυπωσιάσει τότε το πώς εξελισσόταν συνθετικά ο Χατζιδάκις, το πώς δεν επαναπαυόταν ποτέ. Η μουσική του με συνόδευε σε όλες τις φάσεις, ηλικιακά, εννοώ. Και πάντα μου αρέσει πολύ.
Είστε αισιόδοξη για τη νέα χρονιά;
Όσον αφορά τη δουλειά μου, ναι. Αλλά η δουλειά μου είναι μία κουκκίδα μπροστά στο τι συμβαίνει γύρω μου και η αλήθεια είναι ότι διαβάζοντας τις ειδήσεις καθημερινά, νιώθω σαν να είναι η υφήλιος σε κατάσταση αναμονής. Σαν να καθόμαστε σε αναμμένα κάρβουνα. Μακάρι να υπερβάλλω…
Πάνω σε τι δουλεύετε τώρα;
Πάνω στην όπερα "Περσεφόνη", του Δημήτρη Μαραγκόπουλου και της Έλλης Παπακωνσταντίνου, που παρουσιάστηκε στο Μέγαρο Μουσικής την 1η Φεβρουαρίου και έρχεται στην Ελευσίνα στις 24-25 Φεβρουαρίου.
Ποιος είναι ο εχθρός της δημιουργικότητας για εσάς;
Η απαξίωση της δημιουργικής ενασχόλησης. Η απαξίωση της προσωπικής σου έκφρασης. Το να μην θεωρείς δεδομένο ότι αξίζει τον κόπο να ασχοληθείς για να φτιάξεις κάτι καινούργιο στην τέχνη σου ή σε ό,τι θεωρείς εσύ ότι σε εκφράζει. Αυτός είναι ο εχθρός. Η απαξίωση της δημιουργικότητας και της προσωπικής έκφρασης σε οποιονδήποτε τομέα.