Κάθε καινούρια παράσταση που στήνεται γύρω από τη Νατάσσα Μποφίλιου με πυλώνες τον Θέμη Καραμουρατίδη και τον Γεράσιμο Ευαγγελάτο γίνεται κι ένας κρίκος σε μια αλυσίδα ζωντανών εμφανίσεων που υπερασπίζεται μια διακριτή πρόταση διασκέδασης στην αθηναϊκή νύχτα. Το ίδιο συμβαίνει και φέτος στο Vox, στην πρώτη εμφάνιση της δημοφιλούς ερμηνεύτριας σε κλειστό χώρο μετά από τα 2 δύσκολα χρόνια της πανδημίας.
Μια τέτοια παρατήρηση, βέβαια, ίσως δεν συνάδει με τον παλμό που δονεί το Vox κάθε Σάββατο –δεν αποτελεί έκπληξη η παράταση των παραστάσεων μέχρι τις 7 Μαΐου, αφού το μαγαζί παραμένει κατάμεστο από βδομάδα σε βδομάδα. Πράγματι, είναι μια επισήμανση πιο νηφάλια, του είδους που ίσως κάνεις απομακρυσμένος πια από τα τεκταινόμενα της βραδιάς. Κουμπώνει όμως σε όσα έχεις παρακολουθήσει τα τελευταία 15 χρόνια, αναδεικνύοντας έτσι το συνεπές ενδιαφέρον των συντελεστών για ένα ακρόαμα με στοιχεία θεάματος γερά θεμελιωμένο στο δικό τους υλικό. Είναι κάτι περισσότερο από συναυλία, μα τηρεί και αποστάσεις από ό,τι λέμε "μπουζούκια".
Στο Vox ο κόσμος δεν σταματάει να τραγουδά. Ξέρει όλους τους στίχους, είτε πίσω στο 2005 τον πάει το πρόγραμμα προκειμένου να νικηθεί "μ' έναν καφέ και μια ασπιρίνη", είτε στο πρόσφατο άλμπουμ Η Εποχή Του Θερισμού (2020). Και παίρνει κάθε, μα κάθε πάσα που του δίνεται από σκηνής ώστε να καταθέσει τον ενθουσιασμό του, τη συγκίνησή του, την αγάπη του. Η Μποφίλιου πρωταγωνιστεί μπροστά σε ταγμένο κοινό, το οποίο αφήνει την εντύπωση ότι μεγάλωσε μαζί με τα συγκεκριμένα κομμάτια και συνεχίζει να ακολουθεί, προσθέτοντας νέες ψηφίδες στο όλο παζλ –λ.χ. το "Κοίτα Με". Πρόκειται για έναν ηλικιακά ενδιάμεσο πληθυσμό: δεν έχει γεράσει, μα η νιότη είναι πια πίσω του, έστω κι αν εδώ, εκεί, παραπέρα η εικόνα αυτή σπάει από νεαρότερες φάτσες· οι οποίες φανερώνουν ότι συντηρούνται δίαυλοι επικοινωνίας και με μια φουρνιά ακροατών που έπεται της κυρίαρχης.
Αναντίρρητα, η Μποφίλιου είναι η δύναμη πυρός της βραδιάς. Όλα συγκλίνουν πάνω της, όλα τα παίρνει επ' ώμου –τα τραγούδια, τις διηγήσεις για τις ερωτικές απογοητεύσεις που έθρεψαν στιγμιότυπα σαν το "Σ' Έχω Βρει Και Σε Χάνω", τις δηλώσεις για το προσφυγικό, για τον Γιάννη Μπεχράκη και για τα όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία, τη φωτιά που θέλει να βάλει στην πατριαρχία. Πότε στο μέσον της σκηνής, πότε στις άκρες, πότε σε απολαυστικά μετρημένη πρόζα ("Το Όνομά Μου"), πότε καθιστή στο πιάνο να διασκευάζει ωραιότατα το "Girl On Fire" της Alicia Keys. Είναι μια πυρακτωμένη παρουσία σε αστραφτερό κόκκινο σακάκι τύπου μπλέιζερ με παγιέτα, αλλά προπάντων μια ερμηνεύτρια καταπληκτική, την οποία χαίρεσαι ακόμα και σε κομμάτια που δεν σου λένε τίποτα. Πόσο μάλλον σε αυτή τη φάση της καριέρας της, όπου ξανατραγουδά πιο γήινα και καθάρια, μειώνοντας μια τάση προς αχρείαστες φωνασκίες που για κάποια χρόνια τσαλάκωναν τα χαρίσματά της.
Πίσω βέβαια από τη σταρ δουλεύουν κι άλλες δυνάμεις. Η ορχήστρα, για παράδειγμα –μία από τις καλύτερες που θα ακούσετε φέτος. Στήριξαν κι εμπλούτισαν την παράσταση με παιξίματα ακριβείας, άψογες δυναμικές και σολιστικές εκλάμψεις (π.χ. από τον Άρη Ζέρβα στο τσέλο και τους Λάμπη Κουντουρόγιαννη & Γιώργο Καρδιάνο στις κιθάρες), αναδεικνύοντας τις καινούριες ενορχηστρώσεις του Θέμη Καραμουρατίδη. Ο οποίος στον συγκεκριμένο τομέα παραμένει ασυναγώνιστος στο σύγχρονο έντεχνο τοπίο. Είναι όμως και σταθερός συνοδοιπόρος της Μποφίλιου στο πιάνο, σε ορισμένα ντουέτα (εξαιρετική η ακουστική εκδοχή στο "Εγώ Μεγάλωνα Για Σένα"), στις αναγκαίες ανάσες που χρειάζεται ένα πρόγραμμα χωρίς δεύτερα ονόματα. Αυτό, βέβαια, σημαίνει ότι επιμένει να τραγουδά, με το κοινό να αποθεώνει ακόμα κι όταν λέει το "Έπαθα Αγάπη". Αδυνατώ να συντονιστώ. Παραδέχομαι εντούτοις ότι στέκεται κάπως καλύτερα, συγκριτικά με το παρελθόν.
Κάτι ακόμα που δεν με έπεισε στο Vox ήταν το rock κλίμα στο οποίο ντύθηκαν κάμποσα από τα γνώριμα τραγούδια. Ήταν βέβαια ένας νέος τρόπος να υπάρξουν, με ένα στυλ που μάλλον κληροδοτήθηκε από τις πρόσφατες Εν Λευκώ συναυλίες. Και μερικές φορές το πράγμα δούλεψε απροσδόκητα καλά.
Στην "Ασπιρίνη" λ.χ. ή στο "Σ' Έχω Βρει Και Σε Χάνω". Όπου τα κόκκινα φώτα που έλουσαν την ορχήστρα, το ασπρόμαυρο βιντεάκι και το τσέλο έπλασαν μια ατμόσφαιρα σχεδόν Tindersticks, στην οποία πάτησε η Μποφίλιου για τη μάλλον κορυφαία ερμηνευτική στιγμή της βραδιάς. Σε άλλα σημεία, όμως, περίσσεψε μια κινησιολογία άβολα δανεισμένη από τις μεγάλες rock στιγμές των διεθνών σταδίων. Και είναι άλλο πράγμα η ροκιά που έμεινε από "τραγούδια, στάδια, συγκροτήματα" στη "Συναυλία" της Χάρις Αλεξίου –την οποία η Μποφίλιου είπε πολύ ωραία– και άλλο να χτυπιέσαι ακανόνιστα στο "Εν Λευκώ" ή να πέφτεις θεατρικά στο σανίδι στο φινάλε της "Βαβέλ" ενόσω σβήνουν τα φώτα της σκηνής. Στα καθ' ημάς, τέτοια πράγματα τα υπηρετεί πειστικά μόνο η Άννα Βίσση.
Τελικά, πάντως, τίποτα από όλα αυτά δεν έθεσε σε κίνδυνο τη βραδιά. Μπορεί να σημείωσα ότι μου έλειψε η "Άνω Τελεία" και οι "Ομπρέλες Του Demy", αλλά είδα μια παράσταση που δικαίως καταχειροκροτήθηκε. Η οποία, πέρα από τις άνωθεν ενστάσεις, πετυχαίνει πράγματι να μην είναι "ένα πρόγραμμα έτσι τυχαία μέσα στη νύχτα", όπως το έθεσε πρόσφατα και ο Γεράσιμος Ευαγγελάτος, μιλώντας στην Αργυρώ Μποζώνη.