Επιτέλους, θα σε δούμε στην Αθήνα (και) με τους Ceramic Dog –Τετάρτη 13/11, στο "Gazarte"– πράγμα που περιμέναμε καιρό. Εσύ, όμως, τι περιμένεις από το ελληνικό κοινό, με βάση την εμπειρία των προηγούμενων συναυλιών σου εδώ;
Αν έχω μάθει να περιμένω κάτι από τις προηγούμενες συναυλίες στην Ελλάδα, είναι ακροατές με ανοιχτά αφτιά, έτοιμους να ροκάρουν!
Γνωρίζουμε, βέβαια, τι παιχταράδες είναι οι υπόλοιποι Ceramic Dog, ο Shahzad Ismaily και ο Ches Smith. Αλλά πώς είναι η ζωή μαζί τους εκτός σκηνής, κατά τη διάρκεια των περιοδειών;
Είναι θεοπάλαβη. Μόνο με αυτήν τη λέξη μπορώ να περιγράψω τη ζωή μαζί τους, όταν βρισκόμαστε στον δρόμο.
Στον τελευταίο σας κοινό δίσκο, το "Connection" (2023), υπάρχει το απίστευτο λεκτικό σου παραλήρημα στο "Heart Attack". Θα το ακούσουμε και στην Αθήνα;
Δεν ξέρω, ποτέ δεν αποφασίζω από πριν τι θα παρουσιάσουμε σε κάθε συναυλία...
Τι ψάχνεις, αλήθεια, σε ξεσπάσματα σαν κι αυτό του "Heart Attack"; Σε ενδιαφέρει η καθαρά ηχητική τους διάσταση; Ή υπάρχουν κι άλλα πράγματα;
Οπωσδήποτε, ένα κομμάτι των όσων ψάχνω έχει πράγματι να κάνει με την ηχητική διάσταση, δηλαδή με τη φωνή ως ηχητικό γεγονός: το "Heart Attack", για παράδειγμα, παίζει με την αισθητική διαφορά που δημιουργείται όταν καταριέσαι σε ιταλικές διαλέκτους και όταν καταριέσαι στα αγγλικά που μιλάνε στο Μπρούκλιν.
Εκτός από μια τέτοια διάσταση, όμως, υπάρχει και η χαρά της μουσικής ως τελετουργίας, η οποία σε φέρνει σε ένα σημείο όπου νιώθεις, πια, ότι είναι δυνατόν να αναπτύξεις κάτι σαν γλωσσολαλιά. Όχι μόνο στιχουργικά, αλλά και με τα όργανα.
Η δισκογραφία των Ceramic Dog αγγίζει το ροκ, την τζαζ, τον αυτοσχεδιασμό, τον πειραματισμό. Αν κάτσουμε να συζητήσουμε για καλλιτέχνες σαν τους Ornette Coleman, Richard Hell, Arto Lindsay και Fred Frith, έχω την εντύπωση ότι, ενώ οι περισσότεροι θα δουν αποστάσεις και σύνορα, εσύ βλέπεις συγγένειες και διασυνδέσεις. Συμφωνείς;
Συμφωνώ απολύτως. Και θα ήθελα να προσθέσω και μερικούς ακόμα καλλιτέχνες στους παραπάνω, σαν τον soul/jazz δεξιοτέχνη του χάμοντ Brother Jack McDuff, τον Arsenio Rodriguez, τους Troggs, αλλά και τη rara μουσική της Αϊτής. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει μια ενστικτώδης ενέργεια, η οποία με ξεσηκώνει.
Στο βιβλίο σου "Unstrung: Rants and Stories of a Noise Guitarist" (2023), υπάρχει η φράση "να πληγιάσεις τη μουδιασμένη επιδερμίδα της ποπ". Έχει να κάνει με τον Robert Quine, βέβαια, αλλά λειτουργεί ως σημείο εκκίνησης και για σένα; Ειδικά σε διασκευές σαν κι αυτήν που κάνατε με τους Ceramic Dog στο "That's Entertainment";
Ναι, ακριβώς. Έγραφα για τη σχέση που αναπτύσσουν μερικές μουσικές και μερικοί μουσικοί με την ποπ. Πιστεύω ότι εκείνη η ενστικτώδης ενέργεια, στην οποία αναφέρθηκα πιο πάνω, διανύει μια δικιά της τροχιά: μερικές φορές, λοιπόν, έχει ρεύσει μέσω της ποπ ή έχει πυροδοτηθεί από την ποπ –τονίζω, βέβαια, το "μερικές φορές".
Η ενέργεια του ροκ, λ.χ., είναι δυναμική: τόσο κοινωνικά, όσο και ρυθμικά. Αυτές οι δύο μορφές "σύγκρουσης" αλληλεπιδρούν μέσω παράξενων και περιστασιακά όμορφων τρόπων. Η ποπ, από την άλλη, περιλαμβάνει απλά ό,τι τυχαίνει να γίνεται δημοφιλές, σε μια συγκεκριμένη στιγμή.
Ξέρεις, μιας και λέμε για ροκ, εδώ στην Ελλάδα πολλοί άρχισαν να σε ακολουθούν επειδή ανακάλυψαν τη δουλειά σου με τον Tom Waits, με τον οποίον συνεργαστήκατε συχνά, σε βάθος δεκαετιών. Άλλαζαν οι δημιουργικές προκλήσεις, μέσα σε αυτό το χρονικό φάσμα;
Όταν πρωτοσυνεργαστήκαμε με τον Tom Waits, για το άλμπουμ του "Rain Dogs" (1985), πάντα μου έλεγε να παίζω "σαν να 'μαι γέρος". Εννοούσε, δηλαδή, να παίζω χαλαρά, σαν να μην είχα, πια, τίποτα να αποδείξω και τίποτα να χάσω.
Την τελευταία φορά που τζαμάραμε παρέα ήταν για την ηχογράφηση του "Bella Ciao" (2018), εν μέσω μιας καταστροφικής πυρκαγιάς στην Καλιφόρνια. Κατά τη διάρκεια, λοιπόν, είπα από μέσα μου "ω ρε διάολε!". Γιατί συνειδητοποίησα ότι δεν χρειάζεται, πια, να προσπαθώ να παίζω έτσι: είμαι, πλέον, ένας γέρος άνθρωπος!
Ξαναγυρνώντας στο βιβλίο σου, είδα που έγραφες για κάποιους φίλους, οι οποίοι θεωρούν πως το να ασχολείσαι με τα πολιτικά δεν είναι και ό,τι καλύτερο. Δεν συμφωνώ, ωστόσο δεν πιστεύεις ότι γίνεται ολοένα και πιο απογοητευτικό; Φέρνω ως παράδειγμα τις επικείμενες Προεδρικές Εκλογές στις Η.Π.Α.: κατανοώ γιατί πρέπει να σταματήσετε τον Ντόναλντ Τραμπ –εναντίον του οποίου μάχεσαι κι εσύ– αλλά αδυνατώ να δω γιατί το νυν Δημοκρατικό Κόμμα αντιπροσωπεύει μια αληθινή επιλογή για το γενικό καλό. Πού πάνε οι δημοκρατίες, αν το δικαίωμα του εκλέγειν περιορίζεται, απλά, στην αποφυγή μιας δυσοίωνης επιλογής;
Αδερφέ μου, εάν δεν βλέπεις την αξία που υπάρχει στη αποφυγή του δυσοίωνου, πρέπει να υποθέσω ότι δεν έχεις βιώσει ποτέ τίποτα αληθινά δυσοίωνο. Κι ελπίζω η τύχη σου αυτή (ή, ίσως, το προνόμιό σου;) να κρατήσει. Προσωπικά, πριν τη συγκεκριμένη συνέντευξη, πέρασα ολόκληρη τη μέρα μου κάνοντας προεκλογική καμπάνια υπέρ της Κάμαλα Χάρις, στην Πενσιλβάνια. Και είμαι πανευτυχής που το έκανα.
Όσο για το "γενικό καλό", αυτό θα χτιστεί (ή και όχι) πάνω στην εργασία και σε μορφές κοινοτικής οργάνωσης, οι οποίες δεν έχουν σε τίποτα να κάνουν με τις εθνικές εκλογές των Ηνωμένων Πολιτειών ή με αγώνες για εθνική απελεύθερωση εκτός Αμερικής. Ωστόσο, το περιθώριο για την πιθανότητα μιας τέτοιας αλλαγής θα ελαχιστοποιηθεί σε σχεδόν μηδέν, αν παραδώσουμε τη μεγαλύτερη στρατιωτική και επιτηρητική δύναμη της παγκόσμιας ιστορίας στον φασιστικό έλεγχο. Και ο Ντόναλντ Τραμπ είναι φασίστας.
Αν κερδίσει, λοιπόν, αυτές τις εκλογές, θα συμβούν αλλαγές μη αναστρέψιμες. Κι όποιος πιστεύει ότι θα ευνοήσουν τους δημοκρατικούς ή τους ευρύτερα προοδευτικούς στόχους, είναι ηλίθιος. Δεν είναι καιρός, τώρα, για θεωρητικολογίες.
Και όσον αφορά τα πολιτικά της μουσικής; Για πού οδεύουν οι ψηφιακοί μας καιροί; Θα είναι λαμπρό το μέλλον μόνο για όσους έχουν τη δυνατότητα της αυτο-χρηματοδότησης; Ή υπάρχει φως και για τους υπόλοιπους νέους και εκκολαπτόμενους καλλιτέχνες;
Όσοι δουλεύουν δημιουργικά, έχουν στριμωχτεί άσχημα. Οι εταιρίες της Σίλικον Βάλεϊ, εκείνες που ασχολούνται με την εξόρυξη δεδομένων στηριγμένων στη διαφήμιση, έχουν οικοδομήσει τις επιχειρηματικές τους αυτοκρατορίες πάνω στις πλάτες μας. Το αποτέλεσμα είναι ο Spotify μισθός πείνας του 0,38 δολάρια ανά play.
Αλλά το Spotify δεν είναι η αιτία· κανείς δεν γίνεται να πουλά ό,τι μπορεί να βρεθεί τζάμπα. Επομένως, όσο η Google και το YouTube θα θησαυρίζουν ατιμωρητί για τις μαζικές τους παραβάσεις, η αδικία θα συνεχίζεται. Και τώρα έχουμε ένα καινούριο σετ παράσιτων: σκεπτόμενες μηχανές-γεννήτριες, που ετοιμάζονται να παίξουν το ίδιο παιχνίδι. Αυτή τη φορά, όμως, περάσαμε στην αντεπίθεση, με περίπου 32.000 εργαζόμενους σε δημιουργικούς τομείς να υπογράφουν τη Διακήρυξη του Ed Newton-Rex:
"Η μη αδειοδοτημένη χρήση έργων δημιουργίας για την εκπαίδευση A.I. μηχανών-γεννητριών αποτελεί μια σημαντική και άδικη απειλή για τον βιοπορισμό των ανθρώπων που βρίσκονται πίσω απο τέτοια έργα, οπότε δεν πρέπει να επιτραπεί".
Όλο και περισσότεροι υπογράφουν, καθημερινά. Και προτρέπω κάθε μουσικό στον κόσμο να το κάνει. Κι έπειτα να απαιτήσει οι αντιπρόσωποί μας να δράσουν, βάζοντας λουκέτο σε κάθε ανάλογη A.I. επιχείρηση που έχει στηρίξει το εκπαιδευτικό της πρόγραμμα στη δημιουργική μας δουλειά, δίχως τη συναίνεσή μας.