"Ταξίδι στην Ρενς" και ρεσιτάλ μπελ-κάντο στο φετινό Φεστιβάλ Όπερας Ροσσίνι: διερευνώντας δυνατότητες και όρια της ανθρώπινης φωνής

Το φετινό "Φεστιβάλ Όπερας Ροσσίνι" ανέδειξε τη μοναδική σημασία των φωνών στο έργο του Ροσσίνι, με παραγωγές και ρεσιτάλ που επιβεβαιώνουν τη δραματουργική του προσέγγιση, όπου η μουσική και η έκφραση συνδυάζονται με αριστοτεχνικό τρόπο.

Φεστιβάλ Όπερας Ροσσίνι

Τη σημασία και τις προκλήσεις ανάδειξης των φωνών σε όλο το έργο του Ροσσίνι υπενθύμισαν γλαφυρά κατά τη διάρκεια του φετινού "Φεστιβάλ Όπερας Ροσσίνι" όχι μόνο οι παραγωγές όπερας αλλά και τα καθιερωμένα ρεσιτάλ, λυρικο- συμφωνικά και μπελ-κάντο, που περιλαμβάνονται -μαζί με θρησκευτικά έργα- πάγια στον προγραμματισμό του. Στον Ροσσίνι, ως γνωστόν, η δραματουργία περνάει μέσα από τη μουσική, ενώ οι φωνές δοκιμάζονται τόσο δεξιοτεχνικά όσο και εκφραστικά. 

Το ROF ολοκληρώθηκε με τη συναυλιακή παρουσίαση του (23/8, "Auditorium Scavolini", ταυτόχρονη live αναμετάδοση στην Piazza del Popolo του Πέζαρο) της σκηνικής καντάτας -κατά το λιμπρέτο "dramma giocoso"- "Το Ταξίδι στην Ρενς", που συνέθεσε ο Ροσσίνι πριν σχεδόν 200 χρόνια [1825] με αφορμή τους εορτασμούς για την ενθρόνιση του βασιλιά της Γαλλίας Καρόλου του 10ου. Τα ίχνη της πρώτης όπερας που έγραψε -σε ιταλική γλώσσα- για το κοινό της γαλλικής πρωτεύουσας χάθηκαν έκτοτε, παρότι υλικό της χρησιμοποιήθηκε από τον συνθέτη μεταγενέστερα σε γαλλικά του έργα, όπως "Ο κόμης Ορύ".

Η μουσικολογική αποκατάσταση του "Ταξιδιού" στις αρχές της δεκαετίας του 1980 από τους Τζάνετ Τζόνσον και Φίλιπ Γκόσετ για το "Ίδρυμα Ροσσίνι" και η πρώτη σύγχρονη σκηνική του παρουσίαση στο ROF το 1984 (σε σκηνοθεσία Λούκα Ρονκόνι, μουσική διεύθυνση Κλάουντιο Αμπάντο και με τη συμμετοχή της αφρόκρεμας των ροσσίνειων τραγουδιστών της εποχής εκείνης) θεωρήθηκαν ως ένα από τα μείζονα γεγονότα στο χώρο της μουσικής τον 20ό αιώνα!

Έκτοτε, το έργο -που έχει πλέον ενταχθεί στα cartellone των λυρικών θεάτρων ανά την υφήλιο- επανέρχεται στο ROF σε επετειακές χρονιές (το 1992 με αφορμή τα 200 χρόνια από το θάνατο του Ροσσίνι, το 1999 για τα 20χρονα του Φεστιβάλ και φέτος για τα 45 χρόνια του), ενώ από το 2001 και σε ετήσια βάση ανεβαίνει σκηνικά σε μία καλαίσθητη παραγωγή του Εμίλιο Σάτζι, με τους μονωδούς-σπουδαστές της "Accademia Rossiniana", καθώς περιλαμβάνει πληθώρα ρόλων και προκλήσεων για όλες τις φωνητικές κατηγορίες και αποτελεί ιδανικό τρόπο μυήσεως των νέων καλλιτεχνών στη μουσικοθεατρική ιδιοφυία του Ροσσίνι.

Χαρακτηρισθέν από το διαπρεπή Γάλλο μουσικοκριτικό Πιοτρ Καμινσκί ως "όπερα-καμπαρέ", λόγω του ότι αποτελείται ουσιαστικά από μια αλληλουχία ατομικών μερών αλλά και σκηνών συνόλων (όπως το περίφημο σεξτέτο υπ’αρ. 3), που παρέχουν σε πολλούς (18!) και διαφορετικών φωνητικών τύπων μονωδούς τη δυνατότητα να λάμψουν, το "Ταξίδι στην Ρενς" απαιτεί για τη δικαίωσή του διανομή υψηλού επιπέδου!

Φεστιβάλ Όπερας Ροσσίνι
 Οι Ρωσίδες μεσόφωνοι Μαρία Μπαράκοβα (αριστερά) και Βασιλίτζα Μπερζάνσκαγια (δεξιά) που ερμήνευσαν τους ρόλους της Μαρκησίας Μελιμπέα και της Κορίννας αντίστοιχα κατά τη συναυλιακή παρουσίαση (Πέζαρο – "Auditorium Scavolini", 23/8) της σκηνικής καντάτας "Το Ταξίδι στην Ρενς" του Ροσσίνι – πίσω αριστερά από την Μπερζάνσκαγια διακρίνεται καθήμενος ο Ρώσος τενόρος Ντμίτρυ Κόρτσακ, που ερμήνευσε το ρόλο του Κόμη Λίμπενσκοφ © Studio Amati Bacciardi

Και τέτοια ήταν η φετινή, στην οποία κορυφαίοι/έμπειροι τραγουδιστές που πρωταγωνίστησαν στις 4 βασικές οπερατικές παραγωγές συνέπραξαν με νεαρούς και ταλαντούχους συναδέλφους τους. Βέβαια, το ενδιαφέρον επικεντρώθηκε στις ατομικές επιδόσεις ενός εκάστου, αφού απουσίασε -και λόγω έλλειψης σκηνοθεσίας- ένα πιο ομαδικό θεατρικό παιχνίδι, αναγκαίο για την απογείωση ενός γκαλά με σαφή εορταστική διάσταση.

Αυτή δεν ήταν όμως η μοναδική ένσταση. Από μουσικολογικής άποψης, το γεγονός ότι η παρτιτούρα ακούσθηκε όπως είχε παιχθεί το 1984 οδήγησε στην παράλειψη κάποιων χορωδιακών (παρά την ύπαρξη Χορωδίας – αντίθετα με ό,τι ισχύει στις παραστάσεις της "Accademia") αλλά και στην εξάλειψη των αναφορών της Κορίννας στο ημέτερο 1821, που όταν ακούσθηκαν στο Παρίσι από την θρυλική Τζουντίτα Πάστα φημολογείται ότι ενίσχυσαν τη στήριξη της Γαλλίας στον εθνικό απελευθερωτικό αγώνα (και οι οποίες αποδίδονται κανονικά στις παραστάσεις της "Accademia"). Αδόκητες επιλογές για ένα Φεστιβάλ τόσο στενά συνδεδεμένο με τη μουσικολογική έρευνα!

Έκπληξη, όμως, προκάλεσε και σε επίπεδο διανομής η επιλογή ανάθεσης σε μεσοφώνους δύο από τους βασικούς γυναικείους ρόλους που προορίζονται για σοπράνο! Έτσι, η αρχική καβατίνα της Μαντάμα Κορτέζε ήχησε κάπως αναιμική στην ερμηνεία της Γαλλίδας μεσοφώνου Καρίν Ντεαί, παρότι αυτή αναλαμβάνει ολοένα και συχνότερα ρόλους δραματικής υψιφώνου (μιας Κολμπράν ή μιας Φαλκόν). Πάντως, έσωσε την παράσταση με την εμπειρία της και τις εκπληκτικές ψηλές νότες στις σκηνές συνόλων, όπως το αρχικό σεξτέτο.

Αντίστοιχα, αν και σε μικρότερο βαθμό, ίσχυσαν για την Κορίννα της εκπληκτικής Ρωσίδας μεσοφώνου Βασιλίτζα Μπερζάνσκαγια. Το μοναδικού πλούτου σε όλη την έκταση τίμπρο της υπηρέτησε άρτια, όσο και διαφορετικά, ένα ρόλο γραμμένο για λυρική σοπράνο, ενσταλάζοντας στην αγγελική του διάσταση (εξαίσια υψηλή περιοχή!) πιο δραματικές αποχρώσεις. Κάπως παράδοξα, πιο φωτεινό, λιγότερο σκούρο πρόβαλε το ηχόχρωμα της συμπατριώτισσάς της μεσοφώνου Μαρίας Μπαράκοβα στον -γραμμένο για τέτοια τεσσιτούρα- ρόλο της Μαρκησίας Μελιμπέα, τον οποίο ανέδειξε με άνεση και κομψότητα. 

Αντιθέτως, η Αυστραλέζα υψίφωνος Τζέσσικα Πρατ υπήρξε μεν ιδανική με μουσικούς όρους ως Κόμησσα του Φολβίλ, ρόλο που της παρείχε ακόμη μια ευκαιρία λάμψης -ενίοτε υπερβολικής- στη φωνητική στρατόσφαιρα, αλλά μάλλον αγνόησε τα εξίσου δεδομένα θεατρικά ζητούμενά του.

Περισσότερο ισορροπημένες υπήρξαν οι -σίγουρα, μικρότερων απαιτήσεων- ερμηνείες του ανδρικού σκέλους της διανομής. Από πλευράς τενόρων, εντυπωσίασε ο Ρώσος Ντμίτρυ Κόρτσακ ως Κόμης του Λίμπενσκοφ άλλοτε με ένα τραγούδι γεμάτο ορμή, slancio και καλόγουστες διανθίσεις άλλοτε με την αξιοποίηση μιας θαυμάσιας mezza voce για τις πιο τρυφερές στιγμές του ρόλου. Ο Αμερικανός Τζακ Σουάνσον προσέγγισε τον Ιππότη Μπελφιόρε με την αναγκαία φωνητική ηδύτητα και ευελιξία.

Από πλευράς κωμικών (buffo) βαρυτόνων, ξεχώρισαν ο Βαρόνος του Τρόμπονοκ του Νικόλα Αλάιμο για τη σπάνια θεατρικότητα και ικανότητα νοηματοδότησης του ρετσιτατίβο, όσο και ο Ντον Προφόντο του Ουρουγουανού μπασοβαρύτονου Έργουιν Σροτ, που, πέρα από το γνωστό σεξ-απήλ, βρέθηκε και σε καλή φωνητική φόρμα, αποδίδοντας με χιούμορ την απολαυστική άρια "Medaglie incomparabili". 

Από πλευράς βαθυφώνων, αν ο Ιταλός Βίτο Πριάντε υπήρξε ένας καλοτραγουδισμένος Ντον Αλβάρο, ο Σκωτσέζος μπασοβαρύτονος Μάικλ Μοφίντιαν ανταποκρίθηκε εντελώς οριακά στις δεξιοτεχνικές απαιτήσεις -ιδίως στην ψηλή περιοχή- της μεγάλης σκηνής του Λόρδου Σίντνεϋ. Θαυμάσιος ήταν ο Ντον Προυντέντσιο του Ισπανού μπάσου Αλεχάνδρο Μπαλίνας, αξιόπιστοι οι υπόλοιποι νεαροί τραγουδιστές στους μικρότερους ρόλους. 

Περισσότερο συμφωνική, παρά θεατρική, η διεύθυνση του Βενεζουελανού αρχιμουσικού Ντιέγκο Ματέους διέθετε παλμό, αλλά όχι χιούμορ, ενώ, παρά την άψογη ανάγνωση της παρτιτούρας από την Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της RAI (θαυμάσια σόλι φλάουτου και άρπας), το παίξιμό της κάλυπτε αρκετά συχνά τους μονωδούς. Δείγμα ίσως του ότι η προετοιμασία αυτής της μοναδικής συναυλιακής εκτέλεσης χρειαζόταν επαρκέστερο αριθμό δοκιμών. Καλή ήταν, τέλος, η συμμετοχή της Χορωδίας του "Τεάτρο Βεντίντιο Μπάσσο" του Άσκολι, παρά την προαναφερθείσα αμφισβήτηση της χρησιμότητάς της.

Φεστιβάλ Όπερας Ροσσίνι
Ο Αμερικανός τενόρος Γκρέγκορυ Κούντε ερμηνεύει την άρια του Αρνόλ από τον "Γουλιέλμο Τέλλο" του Ροσσίνι κατά τη διάρκεια ρεσιτάλ του στο φετινό Φεστιβάλ Όπερας Ροσσίνι (Πέζαρο – "Teatro Rossini", 18/8)  © Studio Amati Bacciardi

Κατά τα λοιπά, η επετειακή διοργάνωση αποτέλεσε ευκαιρία να προσκληθούν στο Πέζαρο για οπερατικά ρεσιτάλ διάσημοι τραγουδιστές, που είχαν αρκετά χρόνια να εμφανισθούν στο ROF, όπως οι τενόροι Ραμόν Βάργκας και Γκρέγκορυ Κούντε (ή ορθότερα Κάντι).

Ο Αμερικανός Κούντε -ένας από τους σημαντικότερους τενόρους του ρομαντικού μπελ-κάντο, και όχι μόνο!- είχε εμφανισθεί αρκετές φορές στο Πέζαρο μεταξύ 1992 και 2009, όταν και συμπρωταγωνίστησε στην "Ζελμίρα". Το φετινό, σύντομης -μόλις 45λεπτης!- διάρκειας ρεσιτάλ του (18/8) εντάχθηκε στην ενότητα των "λυρικο-συμφωνικών κοντσέρτων" και δόθηκε με τη συνοδεία της Φιλαρμονικής Ορχήστρας Ροσσίνι που διηύθυνε ο Ιταλός αρχιμουσικός Αλεσσάντρο Καντάριο.

Στον Ροσσίνι ήταν αφιερωμένο μόνο το αρχικό του μέρος. Μετά τη διάσημη εισαγωγή στην όπερα "Η κλέφτρα κίσσα", που έτυχε μιας αξιοπρεπούς ανάγνωσης (παρά την κακή φόρμα των κόρνων), ο Κούντε αναμετρήθηκε με τη μεγάλη άρια του Αρνόλ από τον "Γουλιέλμο Τέλλο" (ρόλο που είχε ερμηνεύσει στο ROF το 1995): παρά την όποια φθορά του τίμπρου, ο 70χρονος πλέον μονωδός απέδειξε ότι διαθέτει ακόμη την αναγκαία δεξιοτεχνία (τι άνεση στην υψηλή φωνητική περιοχή!), κυρίως όμως την εκφραστικότητα, την αίσθηση ύφους και την άψογη άρθρωση της γαλλικής γλώσσας!

Παρά το θαυμάσιο ξεκίνημα και τη θερμή, συγκινητική υποδοχή του κοινού που κατέκλυσε το "Τεάτρο Ροσσίνι", όλο το υπόλοιπο πρόγραμμα καλύφθηκε από κομμάτια …αμερικανικής μουσικής, τα οποία ο Κούντε τραγούδησε με μικρόφωνο! Οι λαμπερές ψηλές νότες εντυπωσίασαν και στην κοσμαγάπητη άρια του Τόνυ "Μαρία" από το "West Side Story" του Μπέρνσταϊν, που δόθηκε με λυρισμό και τρυφερότητα. Είχε προηγηθεί λίγο νωρίτερα μια γεμάτη ζωντάνια απόδοση της απαιτητικής εισαγωγής στον "Καντίντ" του ίδιου συνθέτη.

Φεστιβάλ Όπερας Ροσσίνι
Ο Γκρέγκορυ Κούντε σε ρόλο κρούνερ στο δεύτερο μισό του ρεσιτάλ του υπό τη συνοδεία της ""Φιλαρμονικής Ορχήστρας Ροσσίνι" και του Αλεσσάντρο Καντάριο στο φετινό Φεστιβάλ Όπερας Ροσσίνι (Πέζαρο – "Teatro Rossini", 18/8) © Studio Amati Bacciardi

Φορώντας λευκό σακκάκι, ο Κούντε ανέλαβε στη συνέχεια και μέχρι το τέλος της συναυλίας ρόλο …κρούνερ, ερμηνεύοντας 6 διάσημα τραγούδια (των Χάουαρντ, Λεγκράν, Μαρκς, Γιανγκ, βαν Χόϋζεν, Μύροου) που έχουμε συνδέσει με τους Φρανκ Σινάτρα, Τόνυ Μπένετ και Νατ Κινγκ Κόουλ! Στην ορχηστρική συνοδεία προσετέθη προκειμένω και η πιανιστική του Αμερικανού Τζον Τζ. Σμιθ, ο οποίος υπέγραψε και τις προσεγμένες διασκευές, που αποτέλεσαν αντικείμενο πρόσφατης δισκογραφικής κυκλοφορίας.

Όσο δύσκολο είναι για ένα λυρικό τραγουδιστή να προσαρμόσει τη μεγάλη του φωνή σ’ένα τέτοιο ρεπερτόριο, τόσο εύκολο αποδείχθηκε για τον Κούντε: τι αίσθηση σουίνγκ, τι ποιότητα φραστικής και αφήγησης, τι γοητεία συνόδευσαν τη στέρεη τεχνική που επέτρεψε τη διαφορετική τοποθέτηση της φωνής! Την απόλαυση επέτεινε η πλαστικότητα και το ρυθμικό σφρίγος της ορχηστρικής συνοδείας του Καντάριο, τα αντανακλαστικά της -σχετικά μεγάλου μεγέθους, πάντως-ορχήστρας και οι άρτιες σολιστικές επιδόσεις κρίσιμων εδώ οργάνων (όπως το κλαρινέτο, το σαξόφωνο ή ακόμη τα κρουστά!).

Το κοινό που κατέκλυσε το "Teatro Rossini" απόλαυσε σε κάθε περίπτωση το θαυμάσιο αυτό απογευματινό ρεσιτάλ, αναγκάζοντας τον Κούντε να αντιχαρίσει δύο ανκόρ, το "My way" -του Κλωντ Φρανσουά- στην απόδοση του Φρανκ Σινάτρα και κυρίως την άρια του Κάλαφ "Nessun dorma" από την "Τουραντότ" του Πουτσίνι, που κατέδειξε τις αντοχές και την κλάση ενός τραγουδιστή, που αποτέλεσε έναν από τους καλύτερους ερμηνευτές του ρόλου στη σύγχρονη εποχή. Ίσως όχι τυχαία τη συγκεκριμένη άρια απέδιδε, μαγικά, ο Λουτσάνο Παβαρόττι, το μπρούτζινο άγαλμα του οποίου στήθηκε φέτος έξω από το ιστορικό θέατρο, θυμίζοντας τη στενή σχέση του θρυλικού τενόρου με το Πέζαρο…

Ανεξαρτήτως των θαυμάσιων γενικά εντυπώσεων και του αναφαίρετου δικαιώματος ενός καλλιτέχνη (ειδικά τόσο σημαντικού, όσο ο Κούντε) να προτείνει ένα πρόγραμμα της απόλυτης αρεσκείας του, δεν έλειψαν οι ενστάσεις σε σχέση με το κατά πόσο ένα τέτοιου είδους crossover ρεσιτάλ ενδείκνυται για ένα τόσο εξειδικευμένο φεστιβάλ, όπως το ROF. Σε μικρότερο βαθμό οι ενστάσεις αφορούσαν και το κατά πόσο το πρόγραμμα ανταποκρινόταν στα κριτήρια ενός "λυρικο-συμφωνικού κοντσέρτου", όπως ονομαζόταν η ενότητα στην οποία αυτό εντάχθηκε.

Φεστιβάλ Όπερας Ροσσίνι
Ο Ιταλός βαρύτονος Τζόρτζο Καοντούρο ερμηνεύει κωμικές άριες του Ροσσίνι σε ρεσιτάλ του στο φετινό Φεστιβάλ Όπερας Ροσσίνι (Πέζαρο – "Teatro Rossini", 20/8)  © Studio Amati Bacciardi

Καμία τέτοια επιφύλαξη φόρμας δεν συνόδευσε το έτερο ρεσιτάλ του μίνι αυτού κύκλου, που έδωσε δύο μέρες αργότερα (20/8) στο ίδιο -αλλά, δυστυχώς, μισογεμάτο- θέατρο ο Ιταλός βαρύτονος Τζόρτζο Καοντούρο, συνοδευόμενος από την Συμφωνική Ορχήστρα Ροσσίνι υπό τον συμπατριώτη του αρχιμουσικό Γιάκοπο Μπρούζα. Το κάπως ετερόκλητο, πάντως, πρόγραμμα συνδύασε άριες του Χαίντελ, άριες και εισαγωγές από όπερες του Ροσσίνι με συμφωνικά έργα των Μέντελσον και Μπρίττεν.

Ο Καοντούρο είναι ένας καταξιωμένος βαρύτονος, ιδιαίτερα ενδεδειγμένος για ρόλους που απαιτούν χιούμορ (όχι αναγκαστικά κωμικούς), με μεγάλες ανέσεις στην κολορατούρα, χάρισμα σπάνιο για μια τέτοιας κατηγορίας φωνή, που έχει κερδίσει με τα χρόνια σε έκταση και όγκο (θυμίζοντας ενίοτε αυτήν μπασοβαρύτονου), παρότι παραμένει φτωχή σε χρώματα. Έτσι, οι άριες -για μπάσο!- του Χαίντελ (από το ορατόριο "Γιορτή του Αλέξανδρου" και αυτή di tempesta του Ζωροάστρη από την όπερα "Ορλάντο") απαιτούσαν θερμότερη χαμηλότερη περιοχή και μεγαλύτερη δύναμη εξαγγελίας, ενώ και υφολογικά πρόβαλαν μάλλον ξένες προς τις επιταγές της ιστορικής ερμηνευτικής, κάτι που ίσχυσε -ίσως ακόμη περισσότερο- και για την ορχηστρική συνοδεία.

Τα πράγματα κύλησαν πολύ καλύτερα στον Ροσσίνι, και δη σε φωνητικά κομμάτια από κωμικά έργα του, όπως την άρια του Μπατόνε από την "Πλάνη με το αίσιο τέλος", την καβατίνα του Νταντίνι από την "Σταχτοπούτα", κυρίως δε την -εκτός προγράμματος- άρια του Φιλίππο από την "Εφημερίδα", ρόλο που είχε ερμηνεύσει σκηνικά με μεγάλη επιτυχία στο ROF προ διετίας. Λεπτό χιούμορ, λαγαρή νοηματοδότηση του λόγου, ακρίβεια κολορατούρας και τέχνη του γλωσσοδέτη συνέθεσαν μια μοναδική εκφραστική παλέτα! Όμως, η μεγάλη σκηνή του Ασσούρ από την "Σεμιράμιδα" βοούσε για τραγούδι με μεγαλύτερη ευγένεια γραμμής και φραστικής.

Και η ορχήστρα ανταποκρίθηκε εντελέστερα στις απαιτήσεις των εισαγωγών στην "Πλάνη με το αίσιο τέλος" και την "Σεμιράμιδα" του Ροσσίνι, παρά τα σαφή περιθώρια για ακόμη περισσότερες αποχρώσεις και εκλεπτύνσεις δυναμικής στη τελευταία. Εξίσου επιτυχημένα ήχησαν η "Εισαγωγή με τρομπέτες" του Μέντελσον αλλά και οι σπάνια παιζόμενες "Μουσικές βραδιές" του Μπρίττεν, μια όχι ιδιαίτερα εμπνευσμένη σουίτα μπαλέτου πάνω σε θέματα του Ροσσίνι. Έστω κι έτσι, το κοινό επεφύλαξε σε όλους θερμότατη υποδοχή.

Φεστιβάλ Όπερας Ροσσίνι
Η Ιταλίδα μεσόφωνος Ντανιέλα Μπαρτσελλόνα και ο πιανίστας-συνοδός της Αλεσσάντρο Βιτιέλλο κατά τη διάρκεια του ρεσιτάλ μπελ-κάντο στο πλαίσιο του φετινού Φεστιβάλ Όπερας Ροσσίνι (Πέζαρο – "Teatro Rossini", 21/8) © Studio Amati Bacciardi

Από τα καθιερωμένα και ιδιαίτερα προσφιλή στο κοινό στο ROF "ρεσιτάλ μπελ-κάντο", που δίνονται συνήθως από ακμαίους τραγουδιστές, παρακολουθήσαμε φέτος αυτό της διάσημης Ιταλίδας μεσοφώνου Ντανιέλας Μπαρτσελλόνα ("Teatro Rossini", 21/8), την οποία συνόδευσε ο σύζυγός της, πιανίστας και μαέστρος Αλεσσάντρο Βιτιέλλο.

Από το 1996, όταν πρωτοεμφανίσθηκε στο Πέζαρο, η Μπαρτσελλόνα αποτελεί μία από τις πιο αγαπητές τραγουδίστριες (κάτι που επιβεβαίωσε το ασφυκτικά γεμάτο ιστορικό θέατρο), έχοντας συμμετάσχει σε 8 οπερατικές παραγωγές, ενσαρκώνοντας ως επί το πλείστον ανδρικούς ρόλους νέων πολεμιστών, κάτι που της επιτρέπει και το φυζίκ της. Σχεδόν 30 χρόνια μετά, η φωνή της έχει ελάχιστες απώλειες τόσο στη -λαμπερή- υψηλή περιοχή όσο και στη -θερμή- χαμηλή, ενώ παραμένει αξιοθαύμαστη η θεατρικότητα, εκφραστικότητα και γενναιοδωρία του τραγουδιού, που μιλά κατ’ευθείαν στις ψυχές των θεατών.

Το πρώτο μέρος του προγράμματος καλύφθηκε αποκλειστικά από έντεχνα τραγούδια, και δη τα "Επτά λαϊκά ισπανικά τραγούδια" του ντε Φάγια και τα "Τέσσερα τραγούδια της Αμαράνθης" του Τόστι, σε ποίηση ντ’Αννούντσιο. Η σολίστ προσάρμοσε τη μεγάλη, οπερατική φωνή της στις διαφορετικές διαθέσεις των δύο κύκλων, την απλότητα του πρώτου αλλά και τη μελαγχολία του -πιο δραματικού- δεύτερου. Ακολούθησε μία συναρπαστική, ανεπιτήδευτη, γεμάτη χάρη και χιούμορ ερμηνεία της περίφημης "Βενετσιάνικης ρεγκάτας" του Ροσσίνι (από τα "Αμαρτήματα της γηραιάς ηλικίας").

Φεστιβάλ Όπερας Ροσσίνι
Η Ιταλίδα μεσόφωνος Ντανιέλα Μπαρτσελλόνα κατά τη διάρκεια του ρεσιτάλ μπελ-κάντο της στο φετινό Φεστιβάλ Όπερας Ροσσίνι (Πέζαρο – "Teatro Rossini", 21/8)   © Studio Amati Bacciardi

Εξ ολοκλήρου αφιερωμένο στην όπερα, το δεύτερο μέρος ξεκίνησε -μάλλον αναμενόμενα- με το ρετσιτατίβο και τη μεγάλη άρια του Τανκρέδου από την ομότιτλη opera seria του Ροσσίνι, τον πρώτο μεγάλο της πρωταγωνιστικό ρόλο στο Πέζαρο το 1999. Αφού έφερε στη μνήμη της με μεγάλη συγκίνηση και σχεδόν δάκρυα στα μάτια και τον αρχιμουσικό εκείνης της παραγωγής, τον προ τριετίας αποβιώσαντα Τζανλουίτζι Τζελμέττι, απέδωσε το φωνητικό κομμάτι με στέρεη δεξιοτεχνία, ευγενές συναίσθημα και μουσικοδραματικό κύρος.

Η συνέχεια καλύφθηκε με ρόλους που η Μπαρτσελλόνα τραγουδά στην παρούσα φάση της καριέρας της. Παρότι πολύ ενδιαφέρον, το πέρασμα στο γαλλικό ρεπερτόριο δεν ήταν το ίδιο επιτυχημένο, κυρίως λόγω της ατελούς άρθρωσης και νοηματοδότησης της γαλλικής γλώσσας. Περισσότερο από την -όλως ευπρόσδεκτη!- άρια της Μινιόν από την ομότιτλη όπερα του Τομά ή ακόμη τη μεγάλη δραματική άρια της Λεονώρας από την "Ευνοούμενη" του Ντονιτζέττι, ικανοποίησε η -εκτός προγράμματος- απόδοση με το σωστό ταμπεραμέντο της διάσημης Χαμπανέρας της Κάρμεν από την ομότιτλη όπερα του Μπιζέ. Ακόμη δε πειστικότερη υπήρξε στο δεύτερο ανκόρ, την άρια "Acerba voluttà" της Πριγκίπισσας του Μπουγιόν από την "Ανδριανή Λεκουβρέρ" του Τσιλέα

Καθ’όλη τη διάρκεια του ρεσιτάλ, ο Βιτιέλλο την συνόδεψε με πολύ μεγάλη φροντίδα, προσοχή και ακρίβεια, ενώ εμβόλιμα της διασφάλισε τις αναγκαίες ανάπαυλες, ερμηνεύοντας εξαιρετικά δύο "Πολωνέζες" του Σοπέν, του πιο μπελ-καντίστα συνθέτη πιανιστικών έργων.

Η ομόθυμα αποθεωτική υποδοχή του κοινού θα οδηγούσε σίγουρα και σε πρόσθετα ανκόρ σ’αυτό το χορταστικό ρεσιτάλ που υπερέβη την μιάμιση ώρα, αν δεν έπρεπε να προετοιμασθεί η σκηνή για την τελευταία παράσταση της "Αλλόκοτης παρεξήγησης"...

Λεζάντα πρώτης φωτογραφίας: Στιγμιότυπο από τη συναυλιακή παρουσίαση της σκηνικής καντάτας του Ροσσίνι "Το Ταξίδι στην Ρενς" με την οποία ολοκληρώθηκε το φετινό Φεστιβάλ Όπερας Ροσσίνι (Πέζαρο – "Auditorium Scavolini", 23/8): από αριστερά προς τα δεξιά διακρίνονται οι κυριότεροι σολίστ Μαρία Μπαράκοβα, Καρίν Ντεαί, Τζέσσικα Πρατ, Βασιλίτζα Μπερζάνσκαγια, Ντμίτρυ Κόρτσακ, Τζακ Σουάνσον, Μάικλ Μοφίντιαν, Έργουιν Σροτ, Νικόλα Αλάιμο, Βίτο Πριάντε και Αλεχάνδρο Μπαλίνιας © Studio Amati Bacciardi

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Μουσική

Οι Fundracar επιστρέφουν στην Αθήνα για μια μοναδική συναυλία στο "Gagarin"

Οι Fundracar ετοιμάζονται να ταξιδέψουν το κοινό σε έναν μουσικό κόσμο που συνδυάζει reggae, psychedelic, punk και rock ήχους.

ΓΡΑΦΕΙ: ATHINORAMA TEAM
20/11/2024

Το απόλυτο love story της Amelie Lens με την techno

Η πρώτη κυρία της ηλεκτρονικής σκηνής του Βελγίου –τίτλο που μοιράζεται ευχαρίστως με τη συνεργάτιδά της πλέον, Charlotte de Witte– επιστρέφει στην Αθήνα σε ένα event με την υπογραφή των Blend Athens, VLCT και SEDS (23/11, Sunel Arena).

Τρεις Κυριακές με τον Θοδωρή Βουτσικάκη στο "Gazarte Roof Stage"

Η καλλιτεχνική επιμέλεια του προγράμματος είναι της Λίνας Νικολακοπούλου.

"Κάποτε την Κυριακή": Ένα απόγευμα με τους Calexico στο "Gagarin 205"

Τα ιδρυτικά μέλη της μπάντας, Joey Burns και John Convertino μαζί με τον τρομπετίστα Martin Wenk, περιοδεύουν επιλεκτικά σε λίγους σταθμούς στην Ευρώπη.

O Mark Zuckerberg έβγαλε τραγούδι και είναι ανατριχιαστικό

Ο Mark Zuckerberg εμφανίζεται όπως δεν τον έχουμε ξαναδεί (ή ακούσει) και συνεργάζεται με τον T-Pain για μια διασκευή του "Get Low."

Τα 10 πιο χαρούμενα τραγούδια στην ιστορία της μουσικής

Κάπως λίγο υποψιαζόμασταν τον καλλιτέχνη στην πρώτη θέση, αλλά θα ποντάραμε σε άλλο τραγούδι. Εντός βρίσκεις μία λίστα 10 κομματιών που θεωρητικά μας φτιάχνουν αυτομάτως τη διάθεση, σύμφωνα με την επιστήμη.

Ραντεβού στο Μουσείο Μαρία Κάλλας για ένα μοναδικό street party

Με αφορμή τα γενέθλια της θρυλικής σοπράνο.