Η "Τραβιάτα" του Βέρντι αποτελεί μία από τις διασημότερες και ίσως τη δημοφιλέστερη όπερα, καθώς είναι αυτή που ανεβαίνει συχνότερα στα λυρικά θέατρα της υφηλίου. Σίγουρα αποτελεί ειρωνεία της τύχης ότι η πρεμιέρα της στο Τεάτρο "Φενίτσε" της Βενετίας (1853) αναφέρεται ως μία από τις μεγαλύτερες αποτυχίες στην ιστορία της όπερας. Ίσως βέβαια αυτό είχε να κάνει με την επιθυμία του κοινού να βλέπει πιστευτούς χαρακτήρες και όχι… υπέρβαρες πριμαντόνες να πεθαίνουν από φυματίωση!
Η όπερα περιγράφει τον έρωτα της εταίρας Βιολέτα Βαλερί με τον Αλφρέντο Ζερμόν, γόνο καλής οικογένειας του Παρισιού. Η σχέση προκαλεί την αντίδραση της οικογένειας του νέου, το ζευγάρι χωρίζει και ξανασυναντιέται λίγο πριν το θάνατο της κοπέλας.
Η θεατρική διάσταση του έργου εξηγεί, αναμφίβολα, την ιδιαίτερη αξία του. Το ποιητικό κείμενο του Πιάβε βασίζεται στο θεατρικό "Η κυρία με τις καμέλιες" του Αλέξανδρου Δουμά υιού που αφορά τη Μαρί Ντιπλεσί, διάσημη εταίρα της παρισινής κοινωνίας, με την οποία σχετιζόταν ο συγγραφέας. Αρχικά εκδόθηκε ως μυθιστόρημα και ακολούθησε η θεατρική εκδοχή, την οποία μάλιστα παρακολούθησε πιθανώς στο Παρίσι και ο ίδιος ο Βέρντι.
Συνεπαρμένος, αποφάσισε για πρώτη φορά να απευθυνθεί στο κοινό μέσα από ένα θέμα σύγχρονο, στοχεύοντας σε ένα είδος κοινωνικής κριτικής. Η ηρωοποίηση μιας γυναίκας ελευθερίων ηθών και, μέσω αυτής, η καταγγελία μιας κοινωνίας που την αναγκάζει να μείνει στο περιθώριο συνιστούσε για το συνθέτη, όχι μόνο μια ανατρεπτική επιλογή, αλλά και μια υπεράσπιση των "πιστεύω" του, αφού και ο ίδιος ζούσε τότε εκτός γάμου με τη σύντροφό του, υψίφωνο Τζουζεπίνα Στρεπόνι…
Και από μουσική άποψη, η "Τραβιάτα" αποτελεί ένα ασύγκριτο αριστούργημα. Κάθε σημείο της μουσικής συνδέεται άμεσα με την εξέλιξη της πλοκής, νοηματοδοτώντας το πέρασμα από την ανεμελιά και την ευτυχία στο τραγικό τέλος και συνεισφέροντας στη δημιουργία σπάνιας δραματικής έντασης.
Κυρίως, όμως, με τη μουσική ο Βέρντι αποδίδει ένα λεπτομερές ψυχογράφημα της ηρωίδας του. Ανάλογα με τις μεταπτώσεις στην ψυχολογία της, ο Βέρντι συνθέτει για τη φωνή με διαφορετικό τρόπο, προϋποθέτοντας τραγούδι άλλοτε δεξιοτεχνικό και άλλοτε αμιγώς λυρικό, αν και διαφορετικών αποχρώσεων. Εύλογα, λοιπόν, η επιτυχία του έργου εξαρτάται καθοριστικά από τις ικανότητες της πρωταγωνίστριας, που πρέπει να εντυπωσιάσει φωνητικά και να πείσει υποκριτικά.
Εν προκειμένω, όλα τα φώτα είναι στραμμένα στη διάσημη Αμερικανίδα υψίφωνο Ναντίν Σιέρρα, που κάνει ντεμπούτο στη χώρα μας. Το ίδιο ισχύει για τον ταχύτατα ανερχόμενο Βρετανό τενόρο Φρέντι ντε Τομάζο, που θα ενσαρκώσει τον εραστή της Αλφρέντο. Ο βαρύτονος Δημήτρης Πλατανιάς ως πατέρας Ζερμόν συμπληρώνει μια λαμπερή πρώτη διανομή (27 και 30/7). Αλλά και στη δεύτερη (28 και 31/7) μπορεί κανείς να απολαύσει ως Αλφρέντο τον συναρπαστικό Ιταλό τενόρο Φραντσέσκο Ντεμούρο, πλάι στη Βιολέτα της έμπειρης Βασιλικής Καραγιάννη και τον πατέρα Ζερμόν του έγκυρου Τάση Χριστογιαννόπουλου.
Για τον Ρήγο, η συγκεκριμένη όπερα συνιστά ένα "αέναο πάρτι καταναγκαστικής ηδονής". Η δράση της εκτυλίσσεται γύρω από ένα μεγάλο τραπέζι στο κέντρο της στενόμακρης σκηνής του Ηρωδείου (του κόσμου των απολαύσεων), εκατέρωθεν του οποίου οριοθετούνται δύο δωμάτια/εσωτερικοί τόποι. Η επιλογή μιας οπτικοποίησης, που επιτρέπει τον συνεχή διάλογο σύγχρονου και παλιού, τόσο σε σκηνικό επίπεδο όσο και σε αυτό των κοστουμιών (Ιωάννα Τσάμη), με φόντο υποβλητικούς φωτισμούς (Χρήστος Τζιόγκας) και ωραίες βιντεοπροβολές στον τοίχο του μνημείου (Βασίλης Κεχαγιάς), αποτελεί το έτερο κομβικό στοιχείο της παράστασης. Προσεγμένη κινησιολογία, ευφάνταστα χορευτικά και ευέλικτη υποκριτική καθοδήγηση ολοκληρώνουν μια σκηνοθετική προσέγγιση, ανάλαφρη μεν, αλλά αφηγηματικά σαφή.