Η μουσική των Βαλκανίων δεν υπακούει σε σύνορα, δεν έχει φυλετική καθαρότητα. Αυτό μου έμεινε από τα όσα είπαν οι Κρίστοφερ Κινγκ και Αφροδίτη Παναγιωτάκου τη μέρα που φτάσαμε στη μαγευτική Κόνιτσα -ίσως η καταλληλότερη φράση για να συμπυκνώσει όσα ζήσαμε στο "Γιατί ‘ναι μαύρα τα βουνά ‘24". Μετά την πρώτη, επιτυχημένη διεξαγωγή του πέρυσι, το μουσικό φεστιβάλ που σχεδίασε ο βραβευμένος με Grammy παραγωγός και εθνομουσικολόγος Κρίστοφερ Κινγκ με τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση επέστρεψε στην Κόνιτσα για να μας χαρίσει τρεις ακόμα μέρες γεμάτες βαλκανικές μουσικές και πρωτότυπες καλλιτεχνικές συμπράξεις.
Το τριήμερο 28-30 Ιουνίου ο Κρίστοφερ Κινγκ μάς ταξίδεψε από το ιστορικό σπίτι της Χάμκως και τα ηπειρώτικα χωριά, στη Μακεδονία, τα δυσπρόσιτα βουνά της Αλβανίας και το βουλγάρικο Καβρακίροβο, στήνοντας ένα λαϊκό γλέντι αφιερωμένο στους παραδοσιακούς ήχους της Ελλάδας και των νότιων Βαλκανίων. Φέτος τα φώτα έπεσαν στην τσιγγάνικη κουλτούρα και τους Ρομά καλλιτέχνες, όπως μας εξήγησε ο Κρίστοφερ Κινγκ καλωσορίζοντάς μας στο σίκουελ του "Γιατί ‘ναι μαύρα τα βουνά". "Η παραδοσιακή μουσική των Βαλκανίων εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τους Ρομά και λόγω αυτών εξελίσσεται μέχρι σήμερα" λέει ο Κινγκ. "Η δεύτερη χρονιά του φεστιβάλ εστιάζει την προσοχή μας σε δύο θέματα: τη σύγχρονη έννοια της μουσικής σύγκλισης και τον ρόλο των Ρομά στη μουσική των νότιων Βαλκανίων. Αυτό που ακούμε σήμερα σε όλη την Ελλάδα και τα Βαλκάνια είναι αποτέλεσμα ανθρώπων που διατηρούν αλλά και προσαρμόζουν τη μουσική τους, προκειμένου αυτή να παραμείνει επίκαιρη, ζωντανή και δυναμική. Αν η μουσική είναι όντως απαραίτητη ως εργαλείο για την επιβίωσή μας, τότε τα εργαλεία μας πρέπει να είναι εξίσου προσαρμόσιμα με εμάς. Διαφορετικά, και οι δύο θα πάψουμε να υπάρχουμε. Και δεν υπάρχει πιο πλούσιο μέρος με μουσική τόσο θετική απέναντι στη ζωή από την Ελλάδα και τα νότια Βαλκάνια".
Για να ξεκαθαρίσει το μουσικό τοπίο και να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε καλύτερα το κόνσεπτ του "Γιατί ‘ναι μαύρα τα βουνά", κάθε μέρα ο Κινγκ μάς έπαιζε μερικούς από τους σπάνιους δίσκους γραμμοφώνου 78 στροφών που έχει στην προσωπική συλλογή του, θέλοντας να μας μυήσει στα δημοτικά τραγούδια που ηχογραφήθηκαν την περίοδο 1913-1958. "Οι δίσκοι που θα σας παίξω αυτές τις μέρες, μαζί με τις ταινίες που θα προβληθούν, μας δίνουν μία πιο αντιπροσωπευτική παρουσίαση του παρελθόντος". Ο ίδιος περιέγραψε το φεστιβάλ ως ένα εγχείρημα που μας βοηθάει να εξαλείψουμε την "πολιτιστική μας μυωπία": "Συχνά βρισκόμαστε τόσο κοντά σε ορισμένα πράγματα, που δεν μπορούμε να τα δούμε ξεκάθαρα. Ίσως η παλαιότερη μουσική και η παράδοση μας βοηθούν να τα βλέπουμε καθαρότερα".
Οι Αγρινιώτες πεθαίνουν θεαματικά
"Για να εκτιμήσουμε πλήρως το πλούσιο πολιτιστικό αγαθό της ελληνικής δημοτικής μουσικής, πρέπει να κατανοήσουμε όλα τα μέρη που συνεισφέρουν στο σύνολο" ανέφερε πολύ σωστά ο Κρίστοφερ Κινγκ, γι’αυτό και η πρώτη μουσική μας στάση την Παρασκευή δεν ήταν ένα ελληνικό σχήμα, αλλά οι Grupi Lab, που μας εισήγαγαν στην ισοπολυφωνική παράδοση της νότιας Αλβανίας. Καταγόμενοι από την ορεινή Λιαπουριά, οι έξι πολυφωνικοί τραγουδιστές με επικεφαλής τον Golik Jaupi, στημένοι στο λόφο κοντά στο σπίτι της Χάμκως και ντυμένοι με τις παραδοσιακές στολές του τόπου τους, ήταν ιδανικοί για να μας βάλουν στο mood του "Γιατί ‘ναι μαύρα τα βουνά".
Σειρά είχε το μουσικό σχήμα του Ηλία Κακαρούκα, ενός από τους πιο φημισμένους βιρτουόζους της πίπιζας. Το πρώτο μισό του act παρακολουθούσαμε τους τρεις Ρομά μουσικούς να παίζουν καθισμένοι, όμως σύντομα κατέβηκαν μπροστά στην είσοδο του ιστορικού χώρου, όπου έστησαν ένα πραγματικά εντυπωσιακό γλέντι. Οι Αγρινιώτες καλλιτέχνες ήταν εξαιρετικοί, αλλά την παράσταση έκλεψαν τα μέλη του Συλλόγου Πανηγυριστών "Ο Άη Σύμιος" που έκαναν αναπαράσταση ενός αυθεντικού μεσολογγίτικου πανηγυριού. Ο Κρίστοφερ Κινγκ το χαρακτήρισε ένα από τα πιο τρελά πανηγύρια που έχει δει και, αν λάβουμε υπόψη τα όσα είδαμε από κοντά, θα συμφωνήσουμε μαζί του. Ο χορός του συλλόγου περιλάμβανε μια διασκεδαστική σκηνή "φόνου" με τον θύτη να κλαίει μετανιωμένος πάνω από το θύμα του, ενώ τα υπόλοιπα μέλη χόρευαν γύρω τους, γεγονός που ενθουσίασε ακόμα περισσότερο το κοινό.
Η πρώτη βραδιά ολοκληρώθηκε με την προβολή της ταινίας "General Gramophone" του Viktor Gjika, ένα κινηματογραφικό αφήγημα για τη μουσική της νότιας Αλβανίας την περίοδο της ιταλικής κατοχής. Παρότι ενδιαφέρουσα, η ταινία αδικήθηκε μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα και οδήγησε σε ένα κάπως αμήχανο κλείσιμο για την πρώτη μέρα του φεστιβάλ. Θα ήταν προτιμότερο να παρακολουθούσαμε τις κινηματογραφικές προβολές ενδιάμεσα των μουσικών acts και όχι στο τέλος, όπου ο κόσμος είτε έχει ξεθεωθεί είτε θέλει να γλεντήσει λίγο παραπάνω πριν αποχωρήσει.
Κροάτισσες σε ρυθμούς country
Τη γυναικεία χορωδία Fige γνωρίσαμε το πρωί του Σαββάτου. Οι ταλαντούχες Κροάτισσες μάς περίμεναν σε μια μικρή πλατεία της Κόνιτσας για να τραγουδήσουμε όλοι μαζί παραδοσιακά τραγούδια του τόπου τους. Ήδη εντυπωσιασμένη από την ιδιαιτερότητα των φωνών τους, ανυπομονούσα να δω τι είχαν ετοιμάσει για την έναρξη της δεύτερης μουσικής βραδιάς. Πλαισιωμένες από τον επίσης Κροάτη συνθέτη και τραγουδιστή Adam Semijalac, οι Fige ερμήνευσαν "πειραγμένα" παραδοσιακά κομμάτια, που αρχικά θύμιζαν κάτι από Kyuss, ενώ οι μελωδίες που ακολούθησαν έμοιαζαν βγαλμένες κατευθείαν από την Αριζόνα ή το Τενεσί. Η αλήθεια είναι ότι μετά από λίγο το set έγινε κάπως μονότονο και αρχίσαμε να αναπολούμε τα μαγευτικά παραδοσιακά τραγούδια που μας έμαθαν οι Fige στο πρωινό workshop. Θα θέλαμε να ακούσουμε λίγο παραπάνω τις μοναδικές φωνές της πενταμελούς χορωδίας, ωστόσο η εμφάνισή τους ήταν από τις ωραιότερες του τριημέρου.
Καθ’όλη τη διάρκεια του φεστιβάλ, ο Κινγκ πολύ έξυπνα επέλεξε να παρουσιάσει πρώτα τα πιο "ήσυχα", μελωδικά acts, τα οποία θα ακολουθούσαν καλλιτέχνες με περισσότερο τσαγανό, ικανοί να ξεσηκώσουν τον κόσμο που περίμενε να ζήσει ένα από τα περιβόητα γλέντια της Βόρειας Ελλάδας. Βέβαια, το "Γιατί ‘ναι μαύρα τα βουνά" δεν είναι ένα πατροπαράδοτο ηπειρώτικο γλέντι -αυτό είναι που το κάνει τόσο μοναδικό. Ωστόσο η Nova Prespa Band (αν δεν το μαντέψατε, ναι, στις Πρέσπες εδρεύουν) και οι μουσικοί Πάνος Σκουτέρης και Aurel Qirjo, "παντρεύοντας" χάλκινα πνευστά, θρακιώτικη γκάιντα, κλαρίνο και αλβανικά βιολιά, κατάφεραν να δημιουργήσουν το πολυπόθητο κλίμα για ένα ακόμα βορειοελλαδίτικο ξεσάλωμα. Αφού μας αποχαιρέτησαν, τη σκυτάλη πήρε ο σκηνοθέτης Νίκος Ζιώγας για να προλογίσει την ταινία του "Ενθύμιον", η οποία μιλά για την ιστορία και την εξέλιξη της μουσικής σε ένα χωριό της Θεσπρωτίας.
Τίτλοι τέλους με ένα τσιγγάνικο ξεφάντωμα
Φτάνουμε λοιπόν στην τρίτη και τελευταία μέρα του "Γιατί ‘ναι μαύρα τα βουνά", με την ταλαντούχα Alkyone να ανοίγει το πρόγραμμα. Η ανερχόμενη μουσικός μάς χάρισε μία από τις πιο μαγευτικές στιγμές του φεστιβάλ, σε σημείο που δεν καταλάβαμε πότε πέρασε ο χρόνος. Η Alkyone τραγούδησε κυρίως ελληνικά παραδοσιακά κομμάτια (ανάμεσά τους και το τραγούδι που ενέπνευσε τον τίτλο του φεστιβάλ), αλλά και μερικά από τη δισκογραφία της. Μια ιδιαιτέρως συγκινητική στιγμή ήταν όταν ο πατέρας της, ο λόγος που ασχολείται με τη μουσική -σύμφωνα με όσα μας είπε η ίδια-, ανέβηκε στη σκηνή για να παίξει ακορντεόν δίπλα στην κόρη του.
Η ονειρική φωνή της Alkyone ήταν από τα highlights του φεστιβάλ, όμως δεν γινόταν να αποχαιρετήσουμε την Κόνιτσα χωρίς ένα πανηγυρικό finissage. Εννοείται πως το κλείσιμο έκαναν Ρομά μουσικοί: Από αγώνες πάλης και γάμους, ο Βούλγαρος κλαρινοπαίχτης Samir Kurtov και το εξίσου ταλαντούχο κουαρτέτο του (Demir Kurtov, Ognyan Lazarov, Oleg Mitrev) βρέθηκαν να παίζουν σε ένα εντελώς διαφορετικό σκηνικό που δύσκολα θα ξαναδούμε. Το εκκωφαντικό τύμπανο του Mitrev, συνοδευόμενα από τους ζουρνάδες των Kurtov και Lazarov, απογείωσαν το φεστιβάλ, με αποτέλεσμα να βλέπεις ντόπιους να χορεύουν χέρι-χέρι με τις Κροάτισσες Fige, τουρίστες, ακόμα και μικρά παιδιά που προσπαθούσαν να ακολουθήσουν τον απρόβλεπτο ρυθμό των Ρομά.
Ακόμα και αν αυτές οι μουσικές δεν είναι του γούστου σου, δύσκολα αντιστέκεσαι στον πειρασμό να χορέψεις με τους ξεσηκωτικούς Ρομά, να πλησιάσεις το γλέντι για να μοιραστείς τον ενθουσιασμό του κόσμου ή έστω να πορωθείς με τα τραγούδια καθισμένος σε μια γωνιά, χτυπώντας ρυθμικά παλαμάκια. Αν δεν ήσασταν φέτος εκεί, σας συμβουλεύω να προγραμματίσετε μια τριήμερη απόδραση στην Κόνιτσα για το 2025, όπου θα απολαύσουμε το τρίτο και πολλά υποσχόμενο "Γιατί ‘ναι μαύρα τα βουνά".