Ποιος το περίμενε, αλήθεια, ότι η απόλυση ενός άσημου εικοσάχρονου μουσικού θα οδηγούσε στη δημιουργία μιας θρυλικής μπάντας; Όμως η πορεία των Megadeth είναι, πάνω απ' όλα, η πορεία του Dave Mustaine μέσα στον χρόνο. Η οποία, ακόμα και τώρα που έχει φτάσει στα 62 και είναι παγκοσμίως διάσημος, εξακολουθεί να διανύεται εν μέσω κάμποσων αναταράξεων και προβλημάτων, λίγο-πολύ όπως γινόταν και στις αρχές της δεκαετίας του 1980, κάπου στην Καλιφόρνια.
Η ιστορία είναι γνωστή ακόμα και σε όσους δεν ακούν heavy metal κι έχει ειπωθεί και τυπωθεί πάρα πολλές φορές: ο Mustaine ήταν ο βασικός κιθαρίστας των Metallica μεταξύ 1981-1983, στα κρίσιμα χρόνια, δηλαδή, που έφτιαχναν το ντεμπούτο τους "Kill 'Em All", στο οποίο δεν πρόλαβε όμως να παίξει: απολύθηκε κακήν κακώς ενώ ξεκινούσαν οι ηχογραφήσεις, με τον Kirk Hammett των Exodus να τον αντικαθιστά μέσα σε ένα απόγευμα. "Όλοι έπιναν", θα σχολίαζε αργότερα ο Brian Slagel, ιδιοκτήτης της Metal Blade Records, "όμως ο Dave έπινε πολύ περισσότερο". Παράλληλα, εντωμεταξύ, έκανε και πολλά ναρκωτικά και συχνά συμπεριφερόταν σαν τρελός, παραδιδόμενος σε κρίσεις μεγαλείου, που δεν άργησαν να τον φέρουν σε ευθεία σύγκρουση και με τον Lars Ulrich, αλλά και με τον James Hetfield, παρά το αναμφίβολο ταλέντο του.
Για τους περισσότερους, κάπου εκεί θα είχε τελειώσει το φλερτ με την παγκόσμια μουσική δόξα. Όχι όμως και για έναν άνθρωπο σαν τον Dave Mustaine, που φλεγόταν από τα πάθη και τις εμμονές του, στις οποίες η απόλυση αυτή πρόσθεσε άλλη μία, ισχυρότερη ακόμα και από τους εθισμούς του –την επιθυμία να εκδικηθεί τους παλιούς συντρόφους, στήνοντας ένα συγκρότημα και πιο γρήγορο και πιο βαρύ. Πλέον, τέσσερις δεκαετίες αργότερα, γνωρίζουμε ότι δεν συνέβη: οι Metallica θα έπαιζαν χωρίς αντίπαλο στο τερέν που διάνοιξαν οι πρώτοι τους δίσκοι στη metal φαντασία, για να γιγαντωθούν, έπειτα, σε μία από τις σπουδαιότερες μπάντες του πλανήτη. Πάντως κι ο Mustaine δεν έμεινε με άδεια χέρια, αφού οι Megadeth αναδείχθηκαν γοργά σε μία από τις μεγάλες δυνάμεις της thrash αισθητικής, την οποία ανέπτυξαν κι διέδωσαν διεθνώς όσο λίγοι, φτάνοντας, στην πορεία, να πουλήσουν γύρω στους 50 εκατομμύρια δίσκους, σε πλανητικό επίπεδο.
Όλα αυτά, βέβαια, δεν συνέβησαν άμεσα. Ο Mustaine είχε αρκετό ταλέντο, αρκετό όραμα κι αρκετή σχέση με τις thrash εξελίξεις που έτρεχαν τότε στο metal underground των Η.Π.Α. ώστε να βγάλει ένα ντεμπούτο σαν το "Killing Is My Business... And Business Is Good!" (1985) και δύο δίσκους σαν τα "Peace Sells... But Who's Buying?" (1986) και "So Far, So Good... So What!" (1988), χάρη στους οποίους οι Megadeth έγιναν καλλιτεχνικώς υπολογίσιμη και εμπορικώς επιτυχημένη περίπτωση, με top-30 βεληνεκές στην Αμερική και top-20 στη Βρετανία. Έλειπε, όμως, εμφανώς εκείνο το "κάτι" που θα τους μετέτρεπε από αξιόλογο συγκρότημα σε συγκρότημα αναφοράς. Καλώς ή κακώς, ακόμα και για έναν ιδιότροπο και κυκλοθυμικό άνθρωπο σαν τον Mustaine, χρειάζονταν (και) οι κατάλληλοι συνοδοιπόροι. Γι' αυτό και το πράγμα απογειώθηκε, τελικά, όταν δίπλα στην κιθάρα και στα φωνητικά του δεν στάθηκε μόνο το μπάσο του πιστού David Ellefson, αλλά και η κιθάρα του Marty Friedman με τα ντραμς του Nick Menza.
Η σύνθεση αυτή στάθηκε υπεύθυνη για τον thrash metal κολοσσό που ακούει στο όνομα "Rust In Peace" (1990) και είναι, πολύ απλά, ο δίσκος των Megadeth που πρέπει να ακούσουν και όσοι δεν ενδιαφέρονται για τον ήχο τους, εάν θέλουν να καταλάβουν γιατί λογίζονται ως σπουδαίο κι επιδραστικό γκρουπ. Εδώ, δηλαδή, προσκύνησαν ακόμα και όσοι ενοχλούνταν από τα φωνητικά του Mustaine –τα οποία είναι, πράγματι, ιδιότροπα, όπως κι εκείνος– καθώς τους πήραν και τους σήκωσαν τα απίστευτα riffs και οι κραταιές συνθέσεις των "Hangar 18", "Tornado Of Souls" και "Holy Wars... The Punishment Due", που, μέσα σ' όλα τα άλλα τα ήδη θαυμαστά, κρατούσαν ζωντανή και την επικριτική κοινωνικοπολιτική ματιά του thrash χώρου στο κατεστημένο, μαζί με μια γενικευμένη καχυποψία για το "σύστημα". Με έναν τόνο που ήταν ακόμα υγιής, οφείλουμε μάλλον να διευκρινίσουμε εδώ, γιατί αργότερα ο Mustaine οδηγήθηκε και σε πιο αμφιλεγόμενα μονοπάτια, ασπαζόμενος, λ.χ., ακόμα και ορισμένες ακροδεξιές θεωρίες συνωμοσίας (π.χ. επί προεδρίας Μπαράκ Ομπάμα στις Η.Π.Α.).
Λέει πολλά, θεωρώ, ότι η άνωθεν σύνθεση παγιώθηκε στο πρώτο μισό των 1990s, σε μια μπάντα όπου, στην πραγματικότητα, μόνη σταθερά υπήρξε ο Mustaine ανάμεσα στα πάνω από 30 μέλη που εναλλάχθηκαν μέσα στα χρόνια. Δεν είναι τυχαίο, δηλαδή, ότι ήταν η συγκεκριμένη τετράδα που παρήγαγε και τους υπόλοιπους σπουδαίους δίσκους της Megadeth παρακαταθήκης, δηλαδή το "Countdown To Extinction" (1992) και το "Youthanasia" (1994), πριν φθίνει φυσιολογικά, φτάνοντας, αξιοπρεπέστατα, στον ορίζοντα των δυνατοτήτων της με το "Cryptic Writings" (1997). Τα άλμπουμ αυτά φιλοξενήσαν κάποια από τα σπουδαιότερα, αλλά και τα πιο διαφορετικά κομμάτια των Megadeth, αφού, συχνά, η τραγουδοποιία του Mustaine άγγιξε ακόμα και τις alternative rock εξελίξεις της εποχής, όπως π.χ. στο "I Thought I Knew It All" ή στο κοινωνικοπολιτικό "Foreclosure Of A Dream", το οποίο άνετα θα το έλεγαν, ας πούμε, και οι Soundgarden.
Από εκεί και πέρα, άρχισε μια κατρακύλα. Το άνοστο, χλιαρό "Risk" (1999), πέρα από ρίσκο, υπήρξε και μια έκδηλη απογοήτευση, ενώ στο "The System Has Failed" (2004) αισθανόσουν ότι ήταν ο Mustaine ο οποίος αποτύγχανε κι όχι το σύστημα που κατήγγειλε για ακόμα μία φορά, καθώς έμοιαζε, πια, ολότελα χαμένος στην αυτοκαταστροφή ενός νέου υπαρξιακού σεισμού, παρότι το ταλέντο του ακόμα στραφτάλιζε στα riffs ή σε τραγούδια σαν το "The Scorpion". Μέσα σε χίλια κύματα και μύρια σκαμπανεβάσματα, ωστόσο, ο Αμερικανός δημιουργός αποκατέστησε τις προσωπικές του ισορροπίες ρίχνοντας άγκυρα στον Χριστιανισμό, ενώ λίγο-λίγο ξαναβρήκαν και οι Megadeth τη φόρμα τους, απ' όταν ειδικά άφησαν πίσω τους ένα ακόμα ναδίρ ("Super Collider", 2013) και συμμαζεύτηκαν/σοβαρεύτηκαν.
Αυτή η νέα περίοδος ακμής και ενεργητικότητας τονώνει το ενδιαφέρον για τον φετινό τους ερχομό στην Ελλάδα, στο πλαίσιο της παγκόσμιας περιοδείας "Crush The World". Ο οποίος αποτελεί κάτι σαν γενικό κάλεσμα προς όλους όσους μετρήθηκαν κάποτε στους φίλους τους, ώστε να δώσουν ηχηρό παρών στην Πλατεία Νερού την Παρασκευή 14/6, στο πλαίσιο της 2ης φεστιβαλικής ημέρας του Release Athens –όπου οι Megadeth έχουν τοποθετηθεί ως headliners, πάνω από τους αειθαλείς Blind Guardian και τους συζητημένους Σουηδούς Grand Magus. Όλοι οι οιωνοί είναι καλοί, λοιπόν, δείχνοντας ότι θα απολαύσουμε μία από τις μεγάλες metal συναυλίες του φετινού καλοκαιριού.