Στο έπακρο τίμησε τον τίτλο του ο κύκλος "Μεγάλες Ορχήστρες – Μεγάλοι Ερμηνευτές" του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, όπως κατέδειξαν οι δύο πρόσφατες συναυλίες στην "Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης" της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Λονδίνου και αυτής της Γαλλικής Ραδιοφωνίας, που οι πιο ψαγμένοι φιλόμουσοι αναγνωρίζουν ως τα πιθανότατα κορυφαία συμφωνικά σύνολα των χωρών τους! Κοινό χαρακτηριστικό τους ήταν τα μακράν της πεπατημένης προγράμματα (με αξιοπρόσεκτα κοινό έργο το 1ο Κοντσέρτο για βιολί του Σοστακόβιτς), η εμφάνιση ως σολίστ μερικών από τους επιφανέστερους σήμερα ευρωπαίους μουσικούς αλλά και κάποιες απρόοπτες …ακυρώσεις.
Στα μέσα Μαρτίου, η Φιλαρμονική Ορχήστρα της Γαλλικής Ραδιοφωνίας (Radio France) επισκέφθηκε μετά από καιρό την Αθήνα και προσέφερε δύο διαφορετικά προγράμματα. Το πιο παραδοσιακό πρώτο (12/3) περιελάμβανε αποκλειστικά έργα γαλλικής μουσικής, με έμφαση στον ιμπρεσιονισμό. Κατόπιν της ακύρωσης του αρχικά ανακοινωθέντος Γάλλου πιανίστα Ζαν-Υβ Τιμπωντέ (ο οποίος επρόκειτο να ερμηνεύσει το "Κοντσέρτο σε σολ μείζονα" του Ραβέλ), τον αντικατέστησε ο εξίσου εκλεκτός Γάλλος βιολοντσελίστας Γκωτιέ Καπυσόν.
Από τις πρώτες κιόλας νότες του εναρκτήριου έργου, του "Πρελούδιου στο απομεσήμερο ενός φαύνου" του Ντεμπυσσύ απόλαυσε κανείς την αραχνοΰφαντη διαφάνεια και πτητικότητα ήχου του συνόλου, τις απίστευτες, αιθέριες εκλεπτύνσεις και το αβίαστο παίξιμο των εγχόρδων (όμορφη συνεισφορά της εξάρχουσας βιολίστριας Ελέν Κολερέτ). Το αισθησιακό σόλο φλάουτου της Ματίλντ Καλντερινί και η προσεγμένη ανάδειξη της ονειρικής ενορχήστρωσης συνέβαλαν σε μία πραγματικά ποιητική απόδοση.
Ακολούθως, ο Γκωτιέ Καπυσόν (που, σημειωτέον, εμφανίστηκε στον ίδιο χώρο μόλις ένα μήνα μετά το ρεσιτάλ του βιολιστή αδερφού του Ρενώ χάρισε μιαν ανάλαφρη, υπέρκομψη ερμηνεία του σταθερά δημοφιλούς "Κοντσέρτου για βιολοντσέλο αρ. 1" του Σαιν-Σανς. Το παίξιμό του, (δεξιο)τεχνικά ανεπίληπτο, εξαιρετικά ισορροπημένο σε όλη την έκταση του οργάνου, άλλοτε κινητικό άλλοτε στοχαστικό, με σαφείς ποιότητες καντάμπιλε, δικαίωσε απόλυτα τη ρομαντική παρτιτούρα. Εξίσου καθοριστική αποδείχθηκε η δαντελένια, γεμάτη αποχρώσεις ορχηστρική συνοδεία που εκμαίευσε ο Φρανκ, ιδίως από έγχορδα και ξύλινα (φλάουτο-όμποε). Στο θερμότατο χειροκρότημα του κοινού ο 42χρονος σολίστ αντιχάρισε τον περίφημο "Κύκνο" του Σαιν-Σανς, όχι στη γνωστή εκδοχή για σόλο τσέλο, αλλά υπό τη συνοδεία της άρπας του Νικολά Τυγιέ. Η τοποθέτηση του βιολοντσέλου δίπλα στην άρπα, στα πλάγια της σκηνής, επέτρεψε μεν τον καλύτερο συντονισμό των δύο μουσικών, αλλά άμβλυνε τον εκφραστικό αντίκτυπο της ερμηνείας.
Προσωρινή αλλαγή ηχητικής εικόνας στη συνέχεια με την σπανίως παιζόμενη "Άνοιξη" του Ντεμπυσσύ, μια νεανική διμερή σουίτα για ορχήστρα και χορωδία, το χειρόγραφο της οποίας χάθηκε. Το έργο αναδημιούργησε ενορχηστρωτικά για συμφωνική ορχήστρα (χωρίς χορωδία), υπό την επίβλεψη του συνθέτη, ο Γάλλος μαέστρος και συνθέτης Ανρί Μπυσσέρ, βασιζόμενος στη μόνη υπάρχουσα εκδοχή για χορωδία και πιάνο-τέσσερα χέρια. Μεριμνώντας ιδιαίτερα για την ένταση του ήχου και την ποιότητα της φραστικής, ιδίως στο πιο ανήσυχο δεύτερο μέρος, ο Φρανκ διέπλασε μιαν επιτυχημένη, οργανικού συνεκτικού ειρμού εκτέλεση, που φώτισε -σε μια κάπως ρομαντική θεώρηση- περισσότερο την κατά βάση βαγκνέρεια ενορχήστρωση, παρά τις ορατές ιμπρεσιονιστικές πινελιές κυρίως ως προς την επίτευξη λεπταίσθητων ηχοχρωματικών συνδυασμών από την ορχήστρα.
Η βραδιά ολοκληρώθηκε με μία από κάθε άποψη εξαιρετική ερμηνεία της σουίτας "Η μάνα μου η χήνα", που ο Ραβέλ διαμόρφωσε από την ομώνυμη μουσική για μπαλέτο. Αντλώντας έμπνευση από τον κόσμο των παραμυθιών (και δη αυτόν της ομότιτλης συλλογής του Σαρλ Περρώ), ο Γάλλος συνθέτης έγραψε μια παρτιτούρα-φάρο του ιμπρεσιονισμού, η αιθέρια ενορχήστρωση της οποίας (που αξιοποιεί όργανα, όπως η άρπα, η τσελέστα, το γκλόκενσπιλ αλλά και όλα τα ξύλινα πνευστά!) αποδίδει ανάγλυφα την παραμυθένια -αν και όχι πάντοτε ανέφελη- ατμόσφαιρα και την τρυφερότητα της μουσικής. Ιδανική ευκαιρία να λάμψει το σύνολο των μουσικών της ορχήστρας, με παίξιμο κρυστάλλινης καθαρότητας και ακρίβειας φραστικής, γεμάτο οργιαστικά ηχοχρώματα και περιγραφική/αφηγηματική ρευστότητα, αρετές εκ των ων ουκ άνευ για την ιδανική απόδοση της γαλλικής μουσικής!
Μια τόσο όμορφη συναυλία, που προκάλεσε δικαιολογημένα τον ενθουσιασμό του ακροατηρίου που κατέκλυσε τη μεγάλη αίθουσα του Μεγάρου, δεν μπορούσε να τύχει πιο ενδεδειγμένου φινάλε από την υποβλητικής κομψότητας "Παβάνα για μια νεκρή ινφάντα" του Ραβέλ…
Την επομένη (13/3) η Φιλαρμονική Ορχήστρα της Γαλλικής Ραδιοφωνίας επιβεβαίωσε την υψηλή κλάση της σε ένα διαφορετικών απαιτήσεων πρόγραμμα με έργα ρωσικής μουσικής.
Αρχικά η εκλεκτή Νορβηγίδα βιολίστρια Βίλντε Φρανγκ χάρισε μίαν άκρως λυρική και τεχνικώς απαστράπτουσα ερμηνεία του 1ου Κοντσέρτου για βιολί του Σοστακόβιτς, που θύμισε αυτήν του Νταβίντ Όϊστραχ, του θρυλικού βιολιστή στον οποίο ήταν αφιερωμένο το έργο.
Ήδη από το αρχικό "Νυχτερινό", η διάθεση ήταν περισσότερο μελαγχολική παρά στοχαστική, λόγω του φωτεινού, ασύλληπτης καθαρότητας ήχου και της φινέτσας, της "γραμμής" του παιξίματος της. Το σαρδόνιο "Σκέρτσο", η συναισθηματικά φορτισμένη "Πασσακάλια", η διαύγεια, ενέργεια και δεξιοτεχνική αρτιότητα της καντέντσας που εκτονώθηκε σε μία χορευτικής ελαφράδας "Burlesque" με ένα σαρωτικό καταληκτικό "Presto" ολοκλήρωσαν την εικόνα μίας ερμηνείας μεγάλης μουσικότητας, περισσότερο εξωστρεφούς από αυτήν που έδωσε λίγες εβδομάδες νωρίτερα στον ίδιο χώρο ο Τέτσλαφ (βλ. παρακάτω). Άλλη μείζων διαφορά σημειώθηκε και σε επίπεδο μουσικής διεύθυνσης, λόγω των πιο παστέλ ηχοχρωμάτων του γαλλικού συνόλου αλλά και της συνοδείας που διέπλασε ο Μίκκο Φρανκ, φωτίζοντας πολλές λεπτομέρειες της γραφής, δείγμα -αν μη τι άλλο- του ότι στο συγκεκριμένο κοντσέρτο το ορχηστρικό μέρος είναι εξίσου σημαντικό με τη γραφή για το βιολί…
Ακολούθησε το πλήρες χορόδραμα "Πετρούσκα" του Στραβίνσκυ, στην αναθεωρημένη εκδοχή του 1947, όπου ο συνθέτης ενίσχυσε τη συμφωνική διάσταση της μουσικής αμβλύνοντας τα πιο δραματικά/θεατρικά της στοιχεία. Η άκρως ευφυής και εγκεφαλική γραφή του Ρώσου συνθέτη συνδυάζει εν προκειμένω περίτεχνα μια εκπληκτικά ευρηματική ενορχήστρωση με έντονο ρυθμικό σφρίγος, που δικαίωσαν απολύτως οι θαυμάσιοι κορυφαίοι κάθε υποσυνόλου της ορχήστρας. Ιδιαιτέρως εντυπωσίασαν τα καλειδοσκοπικού πλούτου ηχοχρώματα αυτών των ξύλινων (φλάουτο, φαγκότο, κυρίως όμως το κλαρινέτο του Ζερόμ Βουαζέν) και χάλκινων (τρομπέτα!) πνευστών, αλλά και η ικανότητα πύκνωσης/ αραίωσης του ήχου των εγχόρδων. Ο 45χρονος Φινλανδός αρχιμουσικός δεν αρκέσθηκε, όμως, σε μια ακριβέστατη ραδιογραφία της παρτιτούρας (πχ. στην απόδοση της σειράς αστικών λαϊκών μουσικών θεμάτων). Την όλη εκτέλεση απογείωσαν ένας αδιόρατα λικνιστικός βηματισμός, κυρίως δε μια μοναδικά γλαφυρή αφήγηση των περιπετειών του Πετρούσκα και των άλλων 2 μαριονετών της γκροτέσκας αυτής παντομίμας, επιτυγχάνοντας να φωτισθούν οι απότομες εναλλαγές διαθέσεων -και δη το λεπτό χιούμορ- ή ακόμη τα ποιητικά ξέφωτα του έργου, εν ολίγοις, να μεταφερθεί στο κοινό το συγκινησιακό/δραματουργικό φορτίο του, να αποκωδικοποιηθεί και εκφραστικά/νοηματικά!
Η έξοχη αυτή συναυλία, που πιστοποίησε εκ νέου την ώσμωση των Γάλλων μουσικών με τον επί 9ετία μουσικό τους διευθυντή, ολοκληρώθηκε με ένα απολύτως ταιριαστό ανκόρ, τη σύντομη, χιουμοριστική "Circus Polka" του Στραβίνσκυ.
Λίγες εβδομάδες νωρίτερα (23/2), η μοναδική συναυλία της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Λονδίνου -πρώτος σταθμός ευρύτερης ευρωπαϊκής περιοδείας της- αναμενόταν με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς θα αποτελούσε την πρώτη εμφάνιση στην Ελλάδα της ταχύτατα ανερχόμενης διεθνώς Αμερικανίδας αρχιμουσικού Καρίνας Κανελλάκις, που -όπως προδίδει και το επώνυμό της- έχει ελληνικές ρίζες.
Μολονότι ασθενής, η 42χρονη Κανελλάκις ήλθε στην Αθήνα, έκανε τις πρόβες, αλλά η κατάσταση της υγείας της επιδεινώθηκε (κατά πληροφορίες νοσηλεύθηκε σε αθηναϊκό νοσοκομείο), με αποτέλεσμα να μην καταφέρει τελικά να διευθύνει τη συναυλία.
Λίγα μόλις λεπτά πριν την έναρξή της, ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Μεγάρου Γιάννης Βακαρέλης ανακοίνωσε το γεγονός σε μια κατάμεστη πλην εύλογα μουδιασμένη "Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης", όπως και τις συνεπακόλουθες αλλαγές στο πρόγραμμα. Αφενός ότι θα παραλειπόταν το εναρκτήριο έργο (το Πρελούδιο από την όπερα "Χοβάνστσινα" του Μούσσοργκσκι), αφετέρου ότι το μεν "Κοντσέρτο για βιολί αρ. 1" του Σοστακόβιτς θα διηύθυνε ο ίδιος ο σολίστ Κρίστιαν Τέτσλαφ, ενώ την 4η Συμφωνία του Μπραμς ο νεαρός Έλληνας αρχιμουσικός Διονύσης Γραμμένος.
Η ερμηνεία που προσέφερε ο Τέτσλαφ στο Κοντσέρτο του Σοστακόβιτς ήταν εξίσου συναρπαστική, αλλά αρκετά διαφορετική από αυτήν της Φρανγκ. Ο Γερμανός βιολιστής -ένας από τους κορυφαίους παγκοσμίως!- εντυπωσίασε με το εξαιρετικά συγκεντρωμένο, δραματικό, (δεξιο)τεχνικά τελειοθηρικό παίξιμο, που ανέδειξε τη μορφολογική και εκφραστική ιδιοτυπία, κυρίως όμως το βαθύ συναίσθημα της αμφίσημης σύνθεσης. Αξιοποιώντας το τεράστιο εύρος δυναμικής του -σύγχρονου!- οργάνου του και πλήθος ηχητικών αποχρώσεων, κάνοντας σοφή χρήση του βιμπράτο, χάρισε μιαν ερμηνεία σπάνιας αφηγηματικής ευφράδειας, που βασίσθηκε και στην πλαστικότατη αντιδιαστολή των αργών από τα γρήγορα μέρη. Το εναρκτήριο "Νυχτερινό" αλλά και την ενδιάμεση "Πασσακάλια" διέκριναν ο πικρός λυρισμός, η στοχαστικότητα αλλά και η υποδόρια ένταση του παιξίματός του, που κορυφώθηκε σε με μία σπαρακτική, γεμάτη παλμό καντέντσα. Τα γρήγορα μέρη, τόσο το "Σκέρτσο" όσο και η καταληκτική "Burlesque", δόθηκαν με ορμή και ακόμα πιο αιχμηρή φραστική, χωρίς απώλειες στην καθαρότητα της άρθρωσης και τη νοηματοδότηση της δραματουργίας. Παρότι από πλευράς μουσικής διεύθυνσης ο Τέτσλαφ περιορίσθηκε στα απολύτως αναγκαία/προφανή, η ορχήστρα τον συνόδευσε με ακρίβεια και μεγάλη προσοχή, χωρίς να φείδεται φωτοσκιάσεων ή πιο σβέλτων αντανακλαστικών!
Εκτός προγράμματος, ο 57χρονος σολίστ αποφόρτισε την ατμόσφαιρα με την "Σακόν" από τη 2η Παρτίτα για σόλο βιολί του Γ.Σ. Μπαχ.
Αμέσως μετά το διάλειμμα προσφέρθηκε μία θαυμάσια εκτέλεση της 4ης Συμφωνίας του Μπραμς υπό τη διεύθυνση του Γραμμένου. Είναι προφανές ότι το συγκεκριμένο αποτέλεσμα ελάχιστα μπορεί να πιστωθεί στον 34χρονο Κερκυραίο αρχιμουσικό, ο οποίος πρωτοσυνάντησε τους μουσικούς …επί σκηνής και -κατά δήλωσή του- απλώς είχε μελετήσει, αλλά όχι ξαναδιευθύνει το έργο.
Παρότι όλοι γνωρίζουμε το μύθο περί της δυνατότητας κάποιων ορχηστρών (και δη της περίφημης Φιλαρμονικής της Βιέννης) να παίζουν "μόνες τους", η παρουσία ενός αρχιμουσικού στο πόντιουμ είναι σίγουρα αναγκαία και επιθυμητή, και όχι μόνο για λόγους συντονισμού. Ανεξαρτήτως αυτού, δεδομένης της δυσκολίας ακόμη και διάσημων ορχηστρικών συνόλων να ανταποκριθούν με άνεση στις τεράστιες απαιτήσεις της μεγαλειώδους τελευταίας Συμφωνίας του Μπραμς (ένα από τα σημαντικότερα έργα της παγκόσμιας μουσικής φιλολογίας!), η ποιότητα της εκτέλεσης που προσφέρθηκε όχι μόνο πρόδιδε την εξαιρετική προετοιμασία του έργου (που είχε παιχθεί δύο μέρες νωρίτερα στο Λονδίνο), αλλά και τη μεγάλη εμπειρία των Άγγλων μουσικών. Θαύμασε εδώ κανείς τη ρευστότητα ταχυτήτων και δυναμικών, την εύπλαστη φραστική, όπως και την άρτια ανάλυση του μουσικού συντακτικού, που μαζί με τη σε βάθος επεξεργασία πολλών παραγράφων (και δη της ακανθώδους καταληκτικής πασσακάλιας) επέτρεψε την αβίαστη προβολή του μελωδικού και αρμονικού υλικού! Απόλαυσε κανείς τον εστιασμένο, διαυγή και ευέλικτο ήχο των έξοχων έγχορδων (αποτελούμενων κατά περίπου 80% από γυναίκες μουσικούς!) και τις καλλιεπείς παρεμβάσεις από τα ξύλινα πνευστά (ιδίως στο εξαιρετικό, εμπροσθοβαρές τρίτο μέρος), κάπως λιγότερο τα κόρνα (πχ. στο andante moderato). Όλα αυτά επέτρεψαν το σημαντικότερο, την επιτυχημένη ανάδειξη του περιεχομένου του έργου, τη μελαγχολική διάθεση, το πνευματικό αλλά και συναισθηματικό φορτίο της μουσικής.
Σε ό,τι αφορά τον Γραμμένο, όσο πρέπει να σημειωθεί η μεγάλη του τύχη να διευθύνει ένα τόσο σημαντικό σύνολο, άλλο τόσο πρέπει να επαινεθούν η ετοιμότητά του να ανταποκριθεί σε μία διόλου αυτονόητη πρό(σ)κληση της τελευταίας στιγμής αλλά και η ικανότητά του να δαμάσει τα απολύτως εύλογα τρακ και ανασφάλεια. Η υπόσχεση πρόσκλησης που -κατά πληροφορίες- έλαβε από την λονδρέζικη ορχήστρα να την διευθύνει στο μέλλον αποτελεί ίσως σημαντικότερη ανταμοιβή από την προβολή του γεγονότος στον εγχώριο τύπο…
Λεζάντα κεντρικής φωτογραφίας: O Γάλλος τσελίστας Γκωτιέ Καπυσόν ερμηνεύει το "Κοντσέρτο για βιολοντσέλο αρ. 1" του Σαιν-Σανς κατά τη διάρκεια συναυλίας της Ορχήστρας της Γαλλικής Ραδιοφωνίας υπό τον Μίκκο Φρανκ ("Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης" Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, 12/3)
Περισσότερες πληροφορίες
Φιλαρμονική Ορχήστρα της Γαλλικής Ραδιοφωνίας
Ο Mikko Franck διευθύνει την ορχήστρα σε δύο συναυλίες με διαφορετικό πρόγραμμα και διαφορετικούς σολίστ: τον πιανίστα Jean-Yves Thibaudet και τη βιολονίστα Vilde Frang. Στην πρώτη συναυλία παρουσιάζει έργα των δύο κορυφαίων γάλλων εκπροσώπων του μουσικού ιμπρεσιονισμού. Μαζί του συμπράττει ο πιανίστας Jean-Yves Thibaudet, ένας από τους επιφανέστερους και εγκυρότερους ερμηνευτές γαλλικής μουσικής παγκοσμίως. Στη δεύτερη συναυλία της στο Μέγαρο(13/3), η περιώνυμη Φιλαρμονική Ορχήστρα της Γαλλικής Ραδιοφωνίας ερμηνεύει μία από τις πιο διάσημες σελίδες του μοντερνισμού του 20ού αιώνα, το μπαλέτο Πετρούσκα του Στραβίνσκυ. Μια μαριονέτα που ζωντανεύει «εξοργίζει» με τα καμώματά της την ογκώδη ορχήστρα και την παρασύρει σε μια μουσική αφήγηση γεμάτη δραματικότητα, χιούμορ, νεύρο αλλά και τρυφερότητα. Η βιολονίστα από τη Νορβηγία Vilde Frang, διάσημη από τις συνεργασίες της με τις μεγαλύτερες ορχήστρες του κόσμου, αλλά και τις ηχογραφήσεις της που έχουν σαρώσει τα σημαντικότερα διεθνή βραβεία, συμπράττει με την Ορχήστρα στο Πρώτο κοντσέρτο του Σοστακόβιτς, ένα από τα πλέον επικά κοντσέρτα του ρεπερτορίου του βιολιού, που πάλλεται μέσα από το βαθύ, ερεβώδες σκοτάδι έως την πιο φωτεινή, διονυσιακή έκσταση.
Φιλαρμονική Ορχήστρα Λονδίνου
Υπό την μπαγκέτα της Αμερικανίδας αρχιμουσικού Karina Canellakis, η ορχήστρα θα αναμετρηθεί με μία από τις πιο επιβλητικές συμφωνίες όλων των εποχών, την Τέταρτη του Μπραμς, και με το Πρώτο Κοντσέρτο του Σοστακόβιτς με σολίστ τον βιολιστή Christian Tetzlaff. ο 2020 η Φιλαρμονική Ορχήστρα του Λονδίνου, μία από τις παλαιότερες ορχήστρες όχι μόνο της βρετανικής πρωτεύουσας αλλά όλης της Ευρώπης, ανέθεσε στην παγκοσμίου φήμης ελληνικής καταγωγής αμερικανίδα μαέστρο Karina Canellakis τη θέση της πρώτης προσκεκλημένης αρχιμουσικού–θέση που για πρώτη φορά στην ιστορία της ορχήστρας κατέχει μία γυναίκα. Αυτό σημαίνει πολλά για το μουσικό κύρος της Canellakis αλλά και για το πόσο «ανοιχτή» σε προκλήσεις είναι αυτή η τόσο ιστορική ορχήστρα, που θα έχουμε τη χαρά να απολαύσουμε στο Μέγαρο και ιδιαίτερα σε μία από τις επιβλητικότερες συμφωνίες όλων των εποχών, την Τέταρτη του Brahms. Σολίστ της συναυλίας είναι ο περίφημος Γερμανός βιολιστής Christian Tetzlaff στο εκρηκτικό και αμείωτα περιπετειώδες Πρώτο Κοντσέρτο του Shostakovich.