Πώς προέκυψε η συνεργασία με τους σολίστες Γιώργο Λιμάκη και Κωνσταντίνο Μητρόπουλο, με τους οποίους θα εμφανιστείς τη Δευτέρα 15/4 στη Βιβλιοθήκη του Συλλόγου "Οι Φίλοι της Μουσικής", στο Μέγαρο Μουσικής; Γνωριζόσασταν ήδη; Ή βρεθήκατε με αφορμή τις "Metamorfosis" παραστάσεις;
Όλα ξεκίνησαν από την ανάγκη μου να πάω κάπως κόντρα στην εποχή μας, που θα τη χαρακτήριζα φασαριόζικη. Μια εποχή που βασίζεται κατά πολύ σε εντυπωσιασμούς άνευ λόγου και αιτίας και που όλα περιστρέφονται γύρω από την εικόνα και το lifestyle των εκπροσώπων της μουσικής –και όχι μόνο.
Κόντρα, λοιπόν, σε αυτό το ρεύμα, αποφάσισα τη συνεργασία με τους εξαιρετικούς μουσικούς Γιώργο Λιμάκη και Κωνσταντίνο Μητρόπουλο. Κι επειδή στο παρελθόν έχω κάνει πάλι ένα project με τον σολίστ της κιθάρας Παναγιώτη Μάργαρη –έχουν μεσολαβήσει κάμποσα χρόνια από τότε– αποφάσισα αυτή τη φορά να δημιουργήσω ένα διαφορετικό ηχόχρωμα, με δύο κιθαρίστες με διαφορετικό ήχο, οι οποίοι λειτουργούν συμπληρωματικά ο ένας προς τον άλλον.
Άρα το πρόγραμμα χτίζει πάνω σε αυτήν τη διαφορά ύφους του Γιώργου Λιμάκη και του Κωνσταντίνου Μητρόπουλου;
Αυτό είναι και το ενδιαφέρον του προγράμματος, πέρα βέβαια από το υλικό που έχουμε επιλέξει με μεγάλη φροντίδα. Ο Γιώργος Λιμάκης είναι ένας θαυμάσιος κλασικός κιθαρίστας κι έρχεται ο Κώστας Μητρόπουλος –ιδρυτικό μέλος των Gadjo Dilo– με την ακουστική κιθάρα και προσθέτει το στοιχείο που χρειάζεται, ώστε τα τραγούδια μας να "μεταμορφωθούν" ενορχηστρωτικά.
Πώς συντελείται, αλήθεια, η μεταμόρφωση του επιλεγμένου ρεπερτορίου μιας "Metamorfosis" συναυλίας; Τι συμβαίνει σε επίπεδο ενορχηστρώσεων, αλλά και με τις δικές σου προσεγγίσεις;
Eκ των πραγμάτων, προσεγγίζοντάς τα με δύο κιθάρες, τα τραγούδια που έχουμε επιλέξει παύουν να έχουν τη γνωστή τους μορφή. Ουσιαστικά τα παρουσιάζουμε αφαιρώντας τους το γνωστό τους "κοστούμι", αναδεικνύοντάς τα μέσα από την πρωταρχική τους μορφή. Κάτι τέτοιο, αυτομάτως, οδηγεί κι εμένα σε μια διαφορετική ερμηνευτική προσέγγιση.
Πώς ακριβώς προσδιορίζεται το θέμα των ορίων σε μια "Metamorfosis" εμπειρία, ώστε αυτό που παρουσιάζετε να μένει και αναγνωρίσιμο, μα να αποτελεί και μια πρόταση διαφορετική;
Η δυνατή μελωδική γραμμή ενός τραγουδιού δεν αλλοιώνεται, οπότε κάθε κομμάτι είναι απόλυτα αναγνωρίσιμο, απλώς φοράει άλλα "ρούχα". Εξάλλου, και η ρυθμική αγωγή να αλλάξει, δεν παύει να είναι ένα αγαπημένο τραγούδι: "μεταμορφωμένο" μεν, μα απόλυτα οικείο στα αφτιά των ακροατών.
Πόσο εύκολη είναι η αναδιαπραγμάτευση ενός τραγουδιού από τη δική σου δισκογραφία; Πρόκειται για δημιουργική διαδικασία; Ή έχει και τα άγχη της;
Δεν είναι απλή διαδικασία και, κατά τη γνώμη μου, δεν επιδέχονται όλα τα τραγούδια μια τέτοια προσέγγιση. Σίγουρα, όμως, είναι κάτι πολύ δημιουργικό.
Όσο για το άγχος, για μένα πάντα έχει λειτουργήσει ως κακός σύμβουλος και δεν συνάδει με τη δημιουργικότητα. Τώρα, σε ό,τι αφορά συγκεκριμένα το δικό μου ρεπερτόριο, μετά από τόσα χρόνια έχω έντονη την ανάγκη να το παρουσιάσω με έναν διαφορετικό τρόπο. Η ρουτίνα είναι κάτι με το οποίο προσωπικά δεν νιώθω άνεση ή ασφάλεια, δεν μου ταιριάζει ιδιοσυγκρασιακά.
Βλέπω παραδείγματα τραγουδιών που θα ακούσουμε στο Μέγαρο Μουσικής και θα ήθελα να σταθώ ιδιαίτερα σε δύο επιλογές: στο "Un Año De Amor" και στο "Νερό Στη Βάρκα". Τι σε τραβάει περισσότερο στο κάθε ένα;
Η επιλογή γίνεται με γνώμονα το συναίσθημα που μου γεννάται με το πρώτο άκουσμά τους. Αν το τραγούδι με κερδίσει με την πρώτη ακρόαση, σίγουρα είναι κι εκείνο που θα επιλέξω για τη λίστα μου. Δεν θα ξεχάσω, λοιπόν, όταν άκουσα για πρώτη φορά το "Νερό τη Βάρκα". Αμέσως είπα "τι υπέροχο και ιδιαίτερο τραγούδι είναι αυτό!". Με συγκλόνισε πώς ξεχώριζε από το γενικότερο ύφος το οποίο επικρατεί στα τραγούδια που ακούμε στο ραδιόφωνο τα τελευταία χρόνια.
Όσο για το "Un Año De Amor", έχει τόση απλότητα και δύναμη συνάμα, ώστε είναι αδύνατον να περάσει απαρατήρητο. Επίσης, πάντα με γοήτευαν τα τραγούδια που κρύβουν μια θεατρικότητα. Και το συγκεκριμένο είναι οπωσδήποτε ένα από αυτά.
Πέρα από την πορεία που γνωρίζει ο περισσότερος κόσμος, έχεις και σπουδές κλασικής μουσικής στο βιολοντσέλο, ενώ μετράς και συνεργασίες με αναγνωρισμένες ορχήστρες, ως μουσικός. Μέσα στα χρόνια, τι σε κάνει να θέλεις να υπάρχεις και σαν τραγουδίστρια;
Έχω μεγαλώσει μέσα στη μουσική. Όλη μου η μέχρι τώρα ζωή είναι η μουσική. Πολλές στιγμές, μου περνούσε από το μυαλό τι άλλο θα μπορούσα να κάνω πέρα από το τραγούδι, αδυνατούσα, όμως, να σκεφτώ κάτι που να με γεμίζει και να μου προσφέρει όλα αυτά που μου έχει προσφέρει το τραγούδι. Δεν σας κρύβω ότι, μερικές φορές, διάφορες δυσκολίες και στραβοπατήματα με έκαναν να σκεφτώ να τα παρατήσω. Τελικά, όμως, ήταν για μένα μονόδρομος.
Έκανες τα πρώτα σου βήματα δίπλα στον Νίκο Παπάζογλου. Τι θυμάσαι πιο ζωηρά από εκείνον;
Ο Νίκος Παπάζογλου ήταν ένας πραγματικός καλλιτέχνης, πολύ γενναιόδωρος, με φοβερό εκτόπισμα. Μου συμπεριφέρθηκε άψογα, μην ξεχνάμε ότι έδειξε εμπιστοσύνη σε ένα δεκαοχτάχρονο κορίτσι επιλέγοντάς με ως μέλος της ορχήστρας του. Η οποία απαρτιζόταν τότε από σπουδαίους μουσικούς, όπως η Ευανθία Ρεμπούτσικα, ο Παναγιώτης Καλαντζόπουλος και άλλα μεγαθήρια.
Πώς θα κινηθείς μετά την εμφάνιση στο Μέγαρο; Υπάρχουν ανακοινώσιμα σχέδια, ενόψει του καλοκαιριού;
Δεν υπάρχει ακόμα κάτι ανακοινώσιμο, αλλά σίγουρα θα συνεχίσω τη συνεργασία που έχω ξεκινήσει από πέρσι με τα παιδιά. Στην πραγματικότητα, αυτή την ώρα είμαστε στη διαδικασία οργάνωσης της καλοκαιρινής μας περιοδείας.
Τέλος, από τις μεγάλες διεθνείς συναυλίες που έχουν ανακοινωθεί για φέτος, υπάρχει κάποια στην οποία θα ήθελες, ιδανικά, να παραβρεθείς ως θεατής;
Θέλω να καταφέρω να δω τους Coldplay. Εισιτήριο, με τον χαμό που έγινε, δεν πρόλαβα, αλλά μέχρι τελευταία στιγμή θέλω να ελπίζω πως κάτι θα γίνει!
Περισσότερες πληροφορίες
Ελένη Πέτα
Η ερμηνεύτρια «… σε αντρικά κοστούμια», με τραγούδια που είπαν άντρες αλλά και δικά της, με guests τους Σταύρο Σαλαμπασόπουλο (31/1), Ηρώ (1/2) και Δώρο Δημοσθένους (2/2).