O Hans Zimmer έχει συνδυάσει το όνομά του με τόσα επιτυχημένα soundtracks χολυγουντιανών blockbusters, ώστε μερικές φορές τείνουμε να ξεχνάμε ότι είναι Γερμανός –γεννημένος στη Φρανκφούρτη– και όχι Αμερικάνος. Άσχετα αν, εδώ και χρόνια, βρίσκεται εγκατεστημένος στις Η.Π.Α., διατηρώντας το στούντιό του στην Καλιφόρνια.
Ασφαλώς, όποιος ξέρει στοιχειώδη γεγονότα για την ιστορία των soundtracks, γνωρίζει ότι υπάρχει ισχυρή παρουσία Γερμανόφωνων συνθετών στην ανάδυση του film score όπως το αντιλαμβανόμαστε ακόμα και σήμερα: η όλη παράδοση χρωστάει πολλά στην καθοριστική δουλειά του Αυστριακού Max Steiner, λ.χ., ενώ στις σχετικές υποψηφιότητες Όσκαρ της δεκαετίας του 1930 συχνή παρουσία είχε και ο (επίσης Αυστριακός) Erich Wolfgang Korngold. Δύο ονόματα που εύκολα εντοπίζονται στις δημιουργικές καταβολές του Zimmer, χάρη –κυρίως– στον τρόπο με τον οποίον άρθρωσαν την επική αίσθηση δουλεύοντας για φημισμένες ταινίες σαν π.χ. τις "Περιπέτειες του Ρομπέν των Δασών" (1938) ή το "Όσα Παίρνει Ο Άνεμος" (1939).
Ο αυτοδίδακτος Zimmer, βέβαια, είναι "παιδί" μιας μεταγενέστερης και αισθητά πιο μοντέρνας εποχής, γι' αυτό και δίπλα στις γνώριμες ορχήστρες ακούμε συχνά και ήχους με σαφώς ηλεκτρονική υφή και ταυτότητα. "Είμαι τέκνο του 20ού αιώνα", είπε σε μια διάλεξή του πριν δέκα χρόνια, ενώ σε πρόσφατη συνέντευξή του για το έγκυρο περιοδικό κλασικής μουσικής "Gramophone" στάθηκε και στην έντονη επιρροή που του άσκησαν τα soundtracks του Ennio Morricone, ιδιαίτερα εκείνο για το θρυλικό "Μια Φορά Κι Έναν Καιρό Στη Δύση" του Σέρτζιο Λεόνε (1968).
Από εκεί και πέρα, φυσικά, ο Γερμανός δημιουργός τράβηξε τον δρόμο του, ο οποίος εκκίνησε το 1977, βρίσκοντάς τον να παίζει synths για συγκροτήματα σαν τους Krakatoa ή τους Buggles της γνωστής επιτυχίας "Video Killed The Radio Star" (1979). Χάρη σε αυτή τη θητεία στράφηκε στον συγκερασμό συμφωνικών και ηλεκτρονικών στοιχείων και το 1987 λάνσαρε μια νέα καριέρα ως σόλο κινηματογραφικός συνθέτης, γράφοντας το score για το "Terminal Exposure" του Νίκου Μαστοράκη.
Τα όσα εκτυλίχθηκαν από τότε μέχρι σήμερα είναι αρκετά γνωστά, αποτελώντας λόγο για τη μεγάλη απήχηση που βρίσκει τώρα στα μέρη μας ο ερχομός των Lords Of The Sound: μιας συμφωνικής ορχήστρας από την Ουκρανία, η οποία ασχολείται ενεργά με το ανακάτεμα παραδοσιακών και μοντέρνων στοιχείων (πάντα σε ένα κλασικό πλαίσιο, ασφαλώς) και περιοδεύει ανά τον κόσμο υπό την ηγεσία του Andrii Novatorov, φιλοδοξώντας να διακριθεί σε ρεπερτόριο σύγχρονων συνθετών που εργάζονται για την κινηματογραφική βιομηχανία.
Η ανακοίνωση, λοιπόν, μιας αθηναϊκής εμφάνισης αφιερωμένης στα πιο λαμπρά και διάσημα soundtracks του Hans Zimmer ("Christmas Theater", Πέμπτη 4/1) πυροδότησε τον μαζικό ενθουσιασμό, οδηγώντας στο πρώτο διεθνές sold out του Νέου Έτους. Με αποτέλεσμα οι Lords Of The Sound να ανακοινώσουν και δεύτερη συναυλία, νωρίτερα την ίδια ημέρα: η μία θα λάβει χώρα στις 16.00, δηλαδή, ενώ η άλλη στις 20.00.
Η απήχηση αυτή, φυσικά, δεν έχει τόσο να κάνει με την ουκρανική ορχήστρα –η οποία, άσχετα με τις εκτελεστικές της ικανότητες, ακόμα χτίζει το όνομά της– όσο με το ρεπερτόριο που θα ακουστεί στην Αθήνα: μια ανθολόγηση, δηλαδή, από μουσικές γραμμένες για διάσημες κι αγαπημένες ταινίες όπως π.χ. ο "Βασιλιάς των Λιονταριών" (1995), οι "Πειρατές της Καραϊβικής: Το Σεντούκι Του Νεκρού" (2006), το "Dune" (2022), το "Interstellar" (2014), ο "Κώδικας Da Vinci" (2006), ο "Μονομάχος" του Ρίντλεϊ Σκοτ (2001), το "Batman: The Dark Knight" του Κρίστοφερ Νόλαν (2009), αλλά και το 25o φιλμ της James Bond εποποιίας "No Time To Die" (2021).
Τέτοια παραδείγματα, βέβαια, αν και παγκοσμίως αναγνωρίσιμα, δεν αποτελούν παρά την κορυφή του παγόβουνου όσον αφορά την καριέρα του Zimmer και το κραταιό του στάτους ανάμεσα στους κινηματογραφικούς συνθέτες των καιρών μας: ο πλήρης κατάλογος με τα περίπου 500 έργα του θα μπορούσε να τροφοδοτήσει κάμποσες ανάλογες βραδιές σαν κι αυτή στο "Christmas Theater", κάθε φορά με διαφορετικές επιλογές.