Σε περιμένουμε στην Αθήνα, για το διπλό ανέβασμα της όπερας "Νόρμα" του Βιτσέντζο Μπελίνι στο Ηρώδειο (Δευτέρα 28 & Τετάρτη 30/8), όπου θα τραγουδήσεις τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Αυτή είναι και η πρώτη "Νόρμα" της καριέρας σου, σωστά;
Ναι, είναι η πρώτη φορά που θα τραγουδήσω "Νόρμα". Οπότε καταλαβαίνεις πόσο σημαντική είναι για εμένα αυτή η περίσταση. Πάντως δεν έχω άγχος. Ίσα-ίσα, ανυπομονώ να έρθουν οι μέρες. Φυσικά, αντιλαμβάνομαι και την ευθύνη που δημιουργείται όταν αναλαμβάνεις έναν τόσο εμβληματικό ρόλο. Όμως έχω δουλέψει πολύ σκληρά κι έτσι δεν έχω κανέναν φόβο. Παρά μόνο ενθουσιασμό!
Δεν έχεις ξανατραγουδήσει στην Ελλάδα, έτσι δεν είναι;
Όχι, ποτέ. Και δεν είναι μόνο αυτό: μέχρι τις πρόβες που κάναμε κάποιες εβδομάδες πριν, δεν είχα ξανάρθει και γενικότερα. Και ήταν κάτι που το ήθελα διακαώς, εδώ και πολλά χρόνια, να δω την Ελλάδα. Δεν ξέρω αν μπορώ να σου μεταδώσω με λόγια πόσο ξετρελαμένη νιώθω για την ευκαιρία αυτή.
Μάλιστα, έχουμε κανονίσει με την αδερφή μου να έρθει κι εκείνη στην Αθήνα, ώστε, μετά τη δεύτερη συναυλία, να μείνουμε ένα διάστημα στη χώρα σας. Άλλωστε είναι και η πρώτη φορά κατά την τελευταία διετία που έχω λίγο ελεύθερο χρόνο, οπότε η περίσταση είναι ιδανική για μερικές ελληνικές εξερευνήσεις. Σχεδιάζουμε βέβαια να κατευθυνθούμε προς τα νησιά, καλά δεν το σκεφτόμαστε;
Ασφαλώς, μια χαρά το σκέφτεστε! Μιας και λέμε για Ελλάδα, εντωμεταξύ, το ανέβασμα της "Νόρμα" γιορτάζει τα 100 χρόνια από τη γέννηση της Μαρίας Κάλλας, καθώς ήταν ο αγαπημένος της ρόλος. Εσύ, επίσης, ανακηρύχθηκες πέρυσι σε "Maria Callas Debut Artist" από την Όπερα του Ντάλλας. Παραμένει λοιπόν ισχυρός ο θρύλος της και στον 21ο αιώνα, 46 χρόνια μετά τον θάνατό της;
Η Μαρία Κάλλας ήταν ασυναγώνιστη τραγουδίστρια. Δεν γίνεται να αντικατασταθεί και δεν θα ξεχαστεί ποτέ. Και νομίζω ότι είναι τώρα, περισσότερο ίσως από κάθε άλλη εποχή, που λειτουργεί ως πηγή έμπνευσης για τις επόμενες γενιές. Γιατί στον 21ο αιώνα ζούμε πλέον με μεγάλες ταχύτητες, λόγω της τεχνολογίας. Ξαφνικά, δηλαδή, τα πάντα κινούνται γρήγορα και πρέπει συνάμα να αποτιμώνται και ως διασκεδαστικά. Δεν είναι και το καλύτερο περιβάλλον για νέους σε ηλικία τραγουδιστές της όπερας.
Η Κάλλας, όμως, το αντισταθμίζει, προβάλλοντας ένα ισχυρό πρότυπο για το πώς πρέπει να φροντίζεις για κάθε συλλαβή και νότα, προκειμένου να προχωράς τη φωνητική σου τέχνη. Είναι κάτι που θεωρώ πως το χρειάζεται και η σημερινή βιομηχανία της όπερας, αλλά και η κοινωνία. Ακριβώς γιατί μας δείχνει ότι απαιτείται χρόνος και υπομονή για να δημιουργήσεις κάτι τόσο όμορφο και διαχρονικό.
Ποιες είναι, αλήθεια, οι αγαπημένες σου ηχογραφήσεις από αυτές που μας άφησε η Μαρία Κάλλας;
Αυτή είναι μια δύσκολη ερώτηση! (γέλια) Δεν ξέρω αν μπορώ να στην απαντήσω, γιατί έτσι όπως δουλεύω στέκομαι σε πολλά πράγματα παράλληλα, οπότε έχω ένα συνολικό ενδιαφέρον για τις ηχογραφήσεις της Κάλλας. Σίγουρα, πάντως, με έχει εμπνεύσει πολύ ο τρόπος που τραγούδησε την "Τραβιάτα" του Τζουζέπε Βέρντι, το 1958 στη Λισαβόνα –τον έχω μελετήσει, καθώς έχω τραγουδήσει κι εγώ πολύ "Τραβιάτα" μέχρι τώρα. Και τι να πει κανείς, ασφαλώς, για εκείνη την περίφημη "Τόσκα" του Τζάκομο Πουτσίνι. Μιλάω φυσικά για την παράσταση του 1953 στη Σκάλα του Μιλάνου, με τον Giuseppe di Stefano ως Mario Cavaradossi. Είναι το κάτι άλλο.
Πράγματι, έχεις τραγουδήσει συχνά τον ρόλο της Βιολέτα Βαλερύ στην "Τραβιάτα", ο οποίος είναι ιδιαίτερα απαιτητικός. Τι αγαπάς περισσότερο σε αυτόν;
Η Βιολέτα Βαλερύ είναι ο ρόλος που με έκανε γνωστή και είναι πάντα μια πρόκληση, γιατί απαιτεί να μένεις πολλή ώρα στη σκηνή τραγουδώντας, εκφραζόμενη με μια μεγάλη γκάμα συναισθημάτων. Αυτό που λατρεύω, είναι το μάθημα που μας δίνει πάνω στην αγάπη. Δεν είναι δίχως ελαττώματα η Βιολέτα και παραμένει, ασφαλώς, μια γυναίκα των καιρών της, έστω κι αν έζησε με τον δικό της τρόπο, βασισμένη σε μια βαθιά κατανόηση του να αγαπάς και να αγαπιέσαι. Το δείχνει περίτρανα, άλλωστε, στο πώς εξασφαλίζει ένα μέλλον για τον Αλφρέντο και για την οικογένειά του, πραγματοποιώντας μια προσωπική θυσία.
Και η "Νόρμα"; Για μια τραγουδίστρια με τη δική σου εκπαίδευση στο bel canto, πού βρίσκεται η μεγαλύτερη πρόκληση;
Στα συναισθήματα. Ήξερα πάντα ότι η Νόρμα είναι ένα βουνό, από ερμηνευτικής άποψης, γιατί περιλαμβάνει κάποιες καθόδους σε αρκετά σκοτεινά αισθήματα, στα οποία κι έπρεπε να φτάσω, εάν επιθυμούσα να την τραγουδήσω έντιμα. Είναι ένας χαρακτήρας πολύ συναισθηματικός και πολύ περίπλοκος.
Κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας μου, ας πούμε, υπήρξαν στιγμές στις οποίες ένιωθα ότι δεν μπορούσα να συνεχίσω κι απλά έβαζα τα κλάματα. Αλλά το βρίσκω υγιές, θεωρώ δηλαδή ότι κάθε καλλιτέχνης πρέπει να φτάνει σε ένα τέτοιο σημείο, ώστε να γνωρίζει πού είναι τα όριά του, κάθε φορά. Δεν κρύβω, λοιπόν, ότι με δυσκόλεψε ο τόσο ψυχολογικά πολύπτυχος χαρακτήρας της. Είναι μια γυναίκα που αντιμετωπίζει και όσα συμβαίνουν στη ζωή της και όσα αφορούν τα παιδιά της, βιώνοντας πολύ πόνο. Ταυτόχρονα, όμως, είναι και ισχυρός χαρακτήρας: μια θρησκευτική ηγέτιδα του λαού της, ικανή να ακολουθήσει, τελικά, την οδό της θυσίας.
Δεν αρκεί λοιπόν να μάθεις πώς να τραγουδάς σωστά και όμορφα τις νότες που αντιστοιχούν σε αυτόν τον ρόλο. Πρέπει να μπεις και σε μια νοητική και ταυτόχρονα συναισθηματική κατάσταση, ώστε να μπορέσεις να γνωρίσεις και να νιώσεις τη Νόρμα.
Τι διαφορές έχει η "Νόρμα" από άλλες δουλειές του Μπελίνι, π.χ. το "Il Pirata", που τραγούδησες σε πρόσφατα χρόνια;
Tο "Il Pirata" είναι ο μόνος Μπελίνι που έχω κάνει μέχρι στιγμής –συνήθως τραγουδούσα Βέρντι και Γκαετάνο Ντονιτσέτι. Νομίζω ότι η Νόρμα είναι πιο ισχυρός χαρακτήρας, σε σύγκριση με άλλους που έπλασε. Ίσως, μάλιστα, να είναι και η πιο μοντέρνα του μορφή, αν σκεφτούμε ότι πρόκειται για γυναίκα που κατέχει μια επίσημη δημόσια θέση με μεγάλο κύρος. Κάθε εξέλιξη στην προσωπική της ζωή, επομένως, γίνεται αυτόματα πιο περίπλοκη. Ενδέχεται, βέβαια, να μπορούν να εντοπιστούν ορισμένες ομοιότητες με την Ιμογένη, την πρωταγωνιστική μορφή στο "Il Pirata". Θεωρώ, ωστόσο, ότι η Ιμογένη δεν αγαπούσε τον άντρα της όσο αγαπούσε η Νόρμα τον Πολιόνε.
Τι βρήκες πιο σημαντικό, δουλεύοντας με τον Τομ Βολφ, ο οποίος ανέλαβε τη σκηνοθεσία της "Νόρμα" που θα δούμε στο Ηρώδειο; Τι είχε να φέρει στο έργο αυτό;
Πρώτα-πρώτα, γνωρίζει τη "Νόρμα" απ' έξω κι ανακατωτά κι έχει την πρόθεση να την αποτυπώσει επί σκηνής με τον πιο ειλικρινή τρόπο. Και, ταυτόχρονα, ξέρει καλά και ποια ήταν η Μαρία Κάλλας, έχοντας φτάσει σε μεγάλα βάθη κατανόησης, μέσω των μελετών του. Αν είχαμε περισσότερους σκηνοθέτες σαν αυτόν στην όπερα, ο χώρος μας θα ήταν και πιο υγιής και πιο όμορφος.
Με τον Τομ Βολφ, επίσης, ήταν ευτυχές ότι ταιριάξαμε από την πρώτη στιγμή που συναντηθήκαμε. Αλλά το πιο σημαντικό στη δουλειά μαζί του, είναι ο τρόπος με τον οποίον μπόρεσε να με "διαβάσει". Καθώς προσέγγιζα δηλαδή τον συναισθηματικό κόσμο της Νόρμα μέσω των δικών μου βιωμάτων και του προσωπικού μου χαρακτήρα, ήταν σε θέση να δει πότε ό,τι έφερνα κούμπωνε με το τι απαιτούσε ο ρόλος και να μου πει "αυτό είναι! κράτα το", δίνοντάς μου μια πολύ καθαρή εικόνα του πώς η Τζόις μπορούσε να "συναντήσει" τη Νόρμα.
Για εμένα, λοιπόν, κάτι τέτοιο ήταν αληθινά μοναδικό, γιατί έτσι δουλεύω πάντα, προσπαθώ δηλαδή να εντοπίσω εμένα μέσα σε κάθε χαρακτήρα, ώστε να καταφέρω να τον ενσαρκώσω. Δεν έχω συνεργαστεί με άλλον σκηνοθέτη ικανό για κάτι τέτοιο.
Η πρώτη μου ξαδέρφη, ξέρεις, ζει στο Μόντρεαλ. Αλλά, παρότι γεννημένη στον Καναδά, λέει ότι στην καρδιά είναι Ελληνίδα. Ισχύει και για σένα κάτι τέτοιο; Αισθάνεσαι Καναδέζα με λιβανέζικη καρδιά;
(γέλια) Α, την καταλαβαίνω απόλυτα! Εγώ βέβαια γεννήθηκα στον Λίβανο και ήρθα από εκεί στον Καναδά, όπου και μεγάλωσα. Και αισθάνομαι ευγνωμοσύνη για τις ευκαιρίες που μου παρείχε αυτή η χώρα: αν οι γονείς μου είχαν παραμείνει στον Λίβανο, το πιθανότερο είναι ότι θα είχαμε καταστραφεί από τον εμφύλιο πόλεμο και δεν θα τις είχα ποτέ. Οπότε δεν υπάρχουν λόγια ευχαριστίας για την ασφάλεια που βρήκα στον Καναδά και για το μέλλον που μπορέσαμε να χτίσουμε εδώ, οικογενειακώς.
Στην καρδιά, ωστόσο, νιώθω πλήρως Λιβανέζα! Έτσι μεγαλώσαμε, άλλωστε: στο σπίτι μιλούσαμε τη γλώσσα μας και μαγειρεύαμε λιβανέζικα φαγητά. Τις προάλλες, μάλιστα, βρέθηκα σε έναν γάμο Λιβανέζων. Και κάτι μου λέει ότι θα σου φανεί οικείο αν σου πω ότι όταν τρώμε, του δίνουμε και καταλαβαίνει –και ότι, όταν χορεύουμε, φωνάζουμε και κάνουμε μπόλικο θόρυβο! (γέλια) Οι λιβανέζικες οικογένειες μοιάζουν τόσο πολύ με τις ελληνικές, σε τέτοια πράγματα.
Με έναν τρόπο, μάλιστα, ο Λίβανος παραμένει και μια δύναμη που με οδηγεί στη ζωή μου. Κάνω πολλή δουλειά εκεί, για παράδειγμα, διδάσκοντας φωνητικά σε νεαρούς τραγουδιστές. Αλλά και γενικότερα, καθώς διατηρώ μια συνεργασία με το υπουργείο Πολιτισμού της χώρας. Είναι κάτι που το ευχαριστιέμαι όσο και την καριέρα μου στην όπερα.
Η δική σου οικογένεια, αλήθεια, είχε σχέση με τη μουσική;
Ο πατέρας μου τραγουδάει πολύ ωραία, όμως δεν το έκανε ποτέ επαγγελματικά. Αλλά ο πατέρας του, ο παππούς μου ο Γεώργιος, τραγουδούσε στην εκκλησία της περιοχής μας για πάνω από 35 χρόνια. Τόσο γνώριμος είχε γίνει στους ανθρώπους εκεί, μάλιστα, ώστε όταν τον συναντούσαν στον δρόμο τον αποκαλούσαν "ο Κύριε Ελέησον"! (γελάει)
Οπότε νομίζω ότι από εκεί πήγασε και η δική μου αγάπη για τη μουσική. Τραγουδάει και η μικρότερή μου αδερφή, ξέρεις, η Κρίστα: έχει βγάλει και δίσκο, μα σε πιο pop/soul κατευθύνσεις. Κι εγώ ως έφηβη, βέβαια, μια ποπ καριέρα ονειρευόμουν, στο σπίτι δηλαδή τραγουδούσα κομμάτια της Whitney Houston, της Céline Dion και της Mariah Carey. Έτσι ήταν που ανακάλυψαν οι γονείς μου ότι είχα φωνή, οι οποίοι και με ώθησαν να την αξιοποιήσω, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει συνήθως. Μετά με κέρδισε η όπερα, λίγο-λίγο.