Ένα εξαιρετικό τριμερές αφιέρωμα σε τρεις γυναίκες που σφράγισαν με το έργο και την προσωπικότητά τους τη μουσική δημιουργία και πράξη κατά τις εποχές της Αναγέννησης και του μπαρόκ παρουσιάσθηκε πρόσφατα (16 και 23 Φεβρουαρίου, 9 Μαρτίου), υπό τον τίτλο "Ex Femina", στην "Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος" του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών. Την καλλιτεχνική και μουσικολογική επιμέλεια του όλου κύκλου είχε ο εκλεκτός λαουτίστας και πανεπιστημιακός Θεόδωρος Κίτσος.
Σε τρεις βραδιές, κορυφαίοι ερμηνευτές στη χώρα μας της λεγόμενης "Παλαιάς Μουσικής" παρουσίασαν σπάνια έργα, ενώ του μουσικού μέρους προηγήθηκαν εισαγωγικές ομιλίες εξειδικευμένων ακαδημαϊκών δασκάλων. Πολύτιμη στάθηκε σε όλα τα προγράμματα η απόδοση των ποητικών κειμένων από την Δέσποινα Παπαγιαννοπούλου.
H πρώτη συναυλία (16/2) εστίασε στην Iζαμπέλλα ντ’ Έστε (1474-1539), γόνο κραταιής οικογένειας, η οποία, έχοντας εκπαιδευθεί στη μουσική και το χορό, έγινε η μεγαλύτερη μαικήνας τους. Η Αυλή της υπήρξε το λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό κέντρο της Ιταλίας στις αρχές του 16ου αιώνα, από το οποίο παρέλασαν σπουδαίες προσωπικότητες της Αναγέννησης.
Η Ιζαμπέλλα απολάμβανε την ποίηση με μουσική συνοδεία, είχε δε ιδιαίτερη προτίμηση στην "φρότολα", την κατ’εξοχήν μελοποίηση της ποιητικής φόρμας. Αυτό το είδος κοσμικού πολυφωνικού τραγουδιού, όπου το ποιητικό κείμενο καταγράφεται μόνο στην ψηλότερη φωνή κατέληξε σταδιακά να αποδίδεται ως σόλο τραγούδι με συνοδεία λαούτου ή σε διανθισμένη εκδοχή για σόλο πληκτροφόρο ή λαούτο.
Εν προκειμένω, ακούσθηκαν φρότολες για σόλο φωνή με ενόργανη συνοδεία των Τρομποντσίνο και Κάρα (δασκάλων της Ιζαμπέλλας), που περιλαμβάνονταν στις πρώτες έντυπες εκδόσεις κοσμικής μουσικής του Πετρούτσι. Τις απέδωσε η μεσόφωνος Θεοδώρα Μπάκα με τη συνοδεία των Θεόδωρου Κίτσου (αναγεννησιακό λαούτο, αναγεννησιακή κιθάρα) και Ηλέκτρας Μηλιάδου (βιόλα ντα γκάµπα).
Εκμεταλλευόμενη τις γνωστές αρετές της (στυλιζαρισμένη θεατρικότητα, λαγαρή εκφορά και νοηματοδότηση του αδόμενου λόγου, αίσθηση ύφους, μέτρο στη χρήση εκλεπτύνσεων και διανθίσεων) αλλά και μια αβίαστη υψηλή φωνητική περιοχή, η Μπάκα χάρισε έξοχες ερμηνείες, με μοναδική ευγένεια συναισθήματος (συναρπαστικό "Pietà, cara signora"). Την ευπρόσδεκτη λιτότητα της προσέγγισης ενός φωνητικού είδους - προαγγέλου της μονωδίας του μπαρόκ ενίσχυσε και η διακριτική ενόργανη συνοδεία. Σε μια προσπάθεια ανάπλασης της ατμόσφαιρας της Αυλής της Ιζαμπέλλας, Κίτσος και Μηλιάδου ερμήνευσαν εμβόλιμα και σύντομα έργα συνθετών της ίδιας εποχής (Σπινατσίνο, Ντάλτσα, Μπορρόνο) για σόλο λαούτο ή βιόλα ντα γκάμπα και λαούτο.
Σημειωτέον ότι η συναυλία, που πλαισιώθηκε από προβολές έργων τέχνης μεγάλων ζωγράφων που δημιουργήθηκαν στην Αυλή της Ιζαμπέλλας (επεξεργασία και σχεδιασμός φωτισμού: Αλέξανδρος Σεϊταρίδης), ολοκληρώθηκε με μία φρότολα του Καπριόλι, το ποιητικό κείμενο της οποίας είναι καταγεγραμμένο σε …χαμηλότερη φωνή. Την ερμήνευσαν σε ντουέτο η Μπάκα με τον -μαθητή του Κίτσου- Δημήτρη Γεωργόπουλο.
Μία εβδομάδα αργότερα (23/2), η δεύτερη συναυλία επικεντρώθηκε σε μία σημαντική μορφή της εκκλησιαστικής μουσικής, την Ιζαμπέλλα Λεονάρντα (1620-1704), το ενδιαφέρον για την οποία έχει προσφάτως αναζωπυρωθεί σε διεθνές επίπεδο. Η Λεονάρντα εισήχθη στη Μονή Ουρσουλινών της Νοβάρρας, όπου παρέμεινε έως το τέλος της ζωής της. Υπήρξε η πλέον παραγωγική συνθέτρια μουσικής μπαρόκ, με περισσότερα από διακόσια έργα, και η πρώτη γυναίκα που έγραψε οργανικές σονάτες, εκ των οποίων οι περισσότερες έχουν ασυνήθιστη δομή και ιδιαίτερη υφολογική ποικιλία.
Τέσσερις από τις 12 συνολικά οργανικές σονάτες του έργου 16 (ένδεκα για δύο βιολιά -και μία για σόλο βιολί- και συνεχές βάσιμο) της Λεονάρντα αποτέλεσαν τον πυρήνα του προγράμματος. Τα έργα ερμήνευσαν, σε όργανα εποχής, οι βιολίστριες Φανή Βοβώνη και Ναταλί Καρντούτσι, ο βιολοντσελίστας Ιάσων Ιωάννου και ο Πάνος Ηλιόπουλος (φορητό εκκλησιαστικό όργανο, τσέμπαλο).
Η ακρόαση αποκάλυψε μια συντηρητική, πρωτίστως ακαδημαϊκή γραφή με αρκετά περίτεχνα φινάλε, που πρόδιδε, πάντως, γνώση των εκφραστικών δυνατοτήτων του βιολιού, όπως π.χ. στις διανθίσεις της 11ης ή στις στοχαστικές καντιλένες της 12ης Σονάτας (που απέδωσε η Καρντούτσι). Οι ερμηνείες υπήρξαν από κάθε άποψη απολαυστικές, λόγω της τεχνικής και υφολογικής σιγουριάς των 4 μουσικών, της μεταξύ τους ώσμωσης με θαυμάσια, ισότιμη ανάδειξη κάθε "φωνής" και της ισορροπημένης ομάδας συνεχούς βασίμου.
Πρωταγωνίστρια υπήρξε αναμφίβολα η Βοβώνη, με παίξιμο σπάνιας σαγήνης και δεξιοτεχνίας, στο οποίο η πλαστικότητα φραστικής, οι γλυκασμοί και οι εκλεπτύνσεις ηχούσαν μοναδικά εκφραστικές. Οι ικανότητές της έλαμψαν ακόμη περισσότερο στα έργα άλλων συνθετών της εποχής, όπως οι Κατσάτι και Ντομένικο Γκαμπριέλλι, η ευφάνταστη, πιο παιχνιδιάρικη γραφή των οποίων χάρισε την αναγκαία αντίστιξη, όσο -και κυρίως- στην 1η από τις Σονάτες "του Ροζαρίου" του Μπίμπερ, όπου εντυπωσίασε η συγκλονιστική ρητορική της αφήγησης.
Η Σονάτα αυτή, δείγμα ευλάβειας στη Θεοτόκο, προανήγγειλε εύστοχα τη μοναδική φωνητική σύνθεση της βραδιάς, το μοτέτο "Quam dulcis es", που ερμήνευσε με τη δέουσα κατάνυξη και νηφάλιο θρησκευτικό συναίσθημα η Μπάκα. Αυτός ο ύμνος στην Παναγία υπήρξε αντιπροσωπευτικό δείγμα του επικρατέστερου -και ανώτερης αξίας!- μέρους του συνολικού έργου της Λεονάρντα, που κάλυπτε σχεδόν όλα τα είδη θρησκευτικής μουσικής.
Μεγαλύτερο προβληματισμό άφησε η τελευταία εκδήλωση του κύκλου (9/3), που ήταν αφιερωμένη στην Μπάρμπαρα Στρότσι (1619-1677), μιαν από τις επιφανέστερες συνθέτριες και τραγουδίστριες του μπαρόκ. Πέραν τούτων, η Στρότσι συγκαταλέγεται στις γυναίκες που συμμετείχαν σε συναθροίσεις "ακαδημιών".
Οι ακαδημίες ήσαν κύκλοι λογίων με κοινά πνευματικά και επιστημονικά ενδιαφέροντα, η συνεισφορά των οποίων στη διατήρηση, τη διάδοση και στον μετασχηματισμό της γνώσης στην Ιταλία του 17ου αιώνα ήταν ανυπολόγιστη. Σε μια τέτοια σημαντική ακαδημία της Βενετίας, την "Accademia degli Unisoni", η Στρότσι, χωρίς να είναι επίσημο μέλος, διατηρούσε σημαντικό ρόλο, καθώς αναλάμβανε τη μουσική διάνθιση των συναντήσεων και ως "οικοδέσποινα" έθετε θέματα για τη διαλεκτική αντιπαράθεση μεταξύ των ακαδημαϊκών, επιβραβεύοντας τους καλύτερους. Σε αυτήν έλαβε χώρα, μεταξύ άλλων, και η αντιπαράθεση των Ντάντολο και Λορεντάνο σχετικά με το ποιο είναι ικανότερο να συνεγείρει το ερωτικό πάθος, το τραγούδι ή το δάκρυ. Σύμφωνα με τις πηγές, η Στρότσι ήταν αυτή που παρουσίασε τα επιχειρήματα των δύο ανδρών απαγγέλλοντας και τραγουδώντας.
Με αφετηρία τις πολλαπλές ιδιότητες της Στρότσι, στήθηκε μία "παράσταση", ή ορθότερα ένα μουσικοθεατρικό αναλόγιο, που αναπαρέστησε την αντιπαράθεση Ντάντολο-Λορεντάνο, κατά την οποία την Στρότσι "υποδύθηκαν" ως τραγουδίστρια η υψίφωνος Έλενα Κρασάκη και ως αφηγήτρια-οικοδέσποινα η ηθοποιός και δραματουργός Ελένη Μολέσκη.
Την απαγγελία των υπέρ τραγουδιού και υπέρ δακρύων λόγων από τη δεύτερη διαδεχόταν η απόδοση από την πρώτη ερωτικών φωνητικών κομματιών της Στρότσι, αλλά και των Μοντεβέρντι και Καβάλλι. Την -ανεπίληπτη- ορχηστρική συνοδεία παρέσχε ενόργανο σύνολο αποτελούμενο από τις βιολίστριες Φανή Βοβώνη και Άντζυ Κασδά, και τους Ιάσονα Ιωάννου (μπαρόκ τσέλο), Αλέξη Μαστιχιάδη (φορητό εκκλησιαστικό όργανο, τσέμπαλο) και Θεόδωρο Κίτσο (θεόρβη).
Παρά την έξυπνη και θεωρητικά ορθή σύλληψη του προγράμματος, η σύζευξη μουσικής και θεατρικής τέχνης ατύχησε εν προκειμένω σε επίπεδο εκτέλεσης. Αφενός, γιατί δραματουργικά χρειαζόταν ένα διαφορετικό στήσιμο από την κουραστική -και κάπως μονότονη- αφήγηση των μακροσκελών λόγων, αφετέρου γιατί, παρά το γενικά προσεγμένο και υφολογικά ενημερωμένο τραγούδι της, η υψίφωνος δεν διαθέτει ακόμη την απόλυτη (δεξιο)τεχνική ασφάλεια και την πλούσια εκφραστική παλέτα που θα δικαίωνε την -μόνο φαινομενικά απλή- φωνητική γραφή των εκτενών αριών της Στρότσι.
Ίσως τούτα εξηγούν σε ένα βαθμό τις αντιδράσεις -μικρής- μερίδας του πολυπληθούς κοινού, μολονότι εκφράσθηκαν με τη συνήθη νεοελληνική αγένεια και απρέπεια…
Λεζάντα κεντρικής φωτογραφίας: Η μεσόφωνος Θεοδώρα Μπάκα ερμηνεύει αναγεννησιακές φρότολες υπό τη συνοδεία των Θεόδωρου Κίτσου (λαούτο) και Ηλέκτρας Μηλιάδου (βιόλα ντα γκάμπα) στο πλαίσιο της αφιερωμένης στην Iζαμπέλλα ντ’ Έστε πρώτη συναυλία του κύκλου "Ex Femina" ("Αίθουσα Δημ. Μητρόπουλος" Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, 16/2)