Iam Nothe: "Ήταν καταπληκτική εμπειρία η δημιουργία του "The Grand Design", αλλά είχε και πολύ σκοτάδι"

Spyreas Sid στα χρόνια των Cyanna (1999-2013) και των Cyanna Mercury (2014-2017), πλέον όμως Iam Nothe: ο Σπύρος Σιδηρόπουλος κάνει το πρώτο του σόλο βήμα με το άλμπουμ «The Grand Design», αφήνει αποτύπωμα στο rock που ακούσαμε φέτος και αναλαμβάνει να μας εξηγήσει τα τι και πώς σε έναν απογευματινό καφέ στο κέντρο της Αθήνας.

IamNothe_front

(Ξεκινάμε μιλώντας για την πρώτη μας συνάντηση το 2008 και για τα χρόνια που κύλησαν από τότε, οπότε η πρώτη ερώτηση έρχεται από μόνη της)
Πώς ορίζεται λοιπόν το "γήρας" για έναν άνθρωπο σαν κι εσένα, που είναι ακόμα νέος;
Καταρχάς, ευχαριστώ για το κεκαλυμμένο κοπλιμέντο. Αλλά δεν ξέρω εάν μπορώ να απαντήσω, γιατί είναι κάτι με το οποίο δεν νιώθω συμφιλιωμένος. Το γήρας με αγχώνει και μου προκαλεί φόβο, ενώ το ίδιο συμβαίνει και με την απώλεια –και προσώπων, αλλά και ικανοτήτων, δυνατοτήτων, καταστάσεων, ευκαιριών. Παρότι αισθάνθηκα να ωριμάζω ως μουσικός καθώς έκανα αυτό το πρώτο σόλο βήμα, το οποίο έβγαλε στο "The Grand Design", ίσως δεν έχω ωριμάσει αναλόγως ως άνθρωπος για να μπορέσω να το δω διαφορετικά. 

Βρίσκομαι βέβαια σε ένα καλύτερο σημείο σε σύγκριση π.χ. με πριν από 10 χρόνια, όταν δεν μπορούσα καν να διανοηθώ τον εαυτό μου στα 40 κι έλεγα ας πούμε από μέσα μου τώρα θα το κάνεις το τάδε live, γιατί σε 5 χρόνια ποιος ξέρει αν θα έχεις φωνή. 

Μήπως όμως για το τελευταίο φταίει κι εκείνη η μυθολογία που θέλει το rock να συνδέεται αποκλειστικά με τη νεότητα; Και τελικά είναι μύθος αυτό ή δεν είναι;
H ενασχόληση με το rock σίγουρα δεν βοήθησε έναν άνθρωπο σαν κι εμένα, με τέτοιου είδους φοβίες: θα ζούσα κάτι διαφορετικό αν είχα στραφεί στη μουσική δωματίου ή σε κάτι πιο "έντεχνο". Σε είδη, δηλαδή, όπου εξ ορισμού η ωρίμανση είναι πιο αργή. Δεν φταίει το rock, βέβαια, γιατί αυτά τα πράγματα έρχονται από πιο βαθιά κι έχουν να κάνουν με την οικογένειά μου, ας πούμε, με το πώς μεγάλωσα ή με το ιδεολογικο-κοινωνικό πλαίσιο το οποίο με διαμόρφωσε. 

Τώρα, για το αν είναι μύθος ή όχι, εξαρτάται από το τι ορίζεις ως rock. Αν μιλάμε δηλαδή για μια δυναμική, ηλεκτρισμένη, ενεργητική μουσική σαν κι εκείνη που μεσουράνησε στις δεκαετίες του 1960 και 1970, τότε δεν πρόκειται για μύθο. Απαιτεί νιάτα και ακμή, ιδιαίτερα αν τραγουδάς, οπότε βασίζεσαι στις φωνητικές χορδές, που είναι πολύ ευαίσθητες: δεν γεννιούνται όλοι σαν τον Eric Adams, πώς να το κάνουμε. Αν όμως δούμε το rock ως μια μόνιμη επιλογή στάσης σε ένα μη-πλαίσιο, τότε, προφανώς, δεν ισχύει τίποτα τέτοιο. Ένα παράδειγμα αυτού είναι ο Iggy Pop. 

Αναφέρθηκες στην οικογένειά σου και το δελτίο Τύπου για το "The Grand Design" κάνει λόγο για το πόσο δραματικά άλλαξε η ζωή σου καθώς το ολοκλήρωνες –αναφερόμενο εμμέσως στον θάνατο αμφότερων των γονιών σου. Ποια ήταν λοιπόν αυτή η οικογένεια;
Ήταν η πυρηνική ελληνική οικογένεια, δύο γονείς, ο Μιχάλης και η Κική, συν ένας αδερφός –o Νίκος, με τον οποίον συμπορευτήκαμε και καλλιτεχνικά: η μεγαλύτερή μου επιρροή και το σταθερότερό μου στήριγμα σε αυτά τα χρόνια που ασχολούμαι με τη μουσική. Αντιθέτως, για τον Μιχάλη και την Κική ίσως έλεγα παλιότερα ότι στάθηκαν το μεγαλύτερό μου εμπόδιο. Ωστόσο αυτή δεν θα ήταν μια ακριβής ανάγνωση της πραγματικότητας.

Ήταν δύο γονείς παρόντες, οι οποίοι έδωσαν τα πάντα για μας, με τον τρόπο βέβαια που έκριναν εκείνοι ως σωστό, γιατί ήταν και άνθρωποι βαθιά συντηρητικοί, καταπιεστικοί ενίοτε –ο καθένας με διαφορετικό τρόπο. Είχαν μεγαλώσει με έναν συγκεκριμένο τρόπο και, δυστυχώς, δεν κατάφεραν να τον φιλτράρουν όταν απόκτησαν τη δική τους οικογένεια, με αποτέλεσμα να προκληθούν τεράστια και αχρείαστα κενά επικοινωνίας. Νομίζω ότι χάσαμε έτσι πολλές στιγμές χαράς. Και εμείς και αυτοί. 

Με δεδομένο λοιπόν ότι και τα δύο τους παιδιά στράφηκαν προς την τέχνη, δημιουργήθηκε ένα μείγμα δύσκολο. Τη δική μου δε ενασχόληση δεν την περίμεναν. Κι όταν είδαν ότι μπορούσα να βγάζω χρήματα, λ.χ. από τις εκφωνήσεις, ένιωσαν τεράστια έκπληξη. Βίωσα έτσι και την επιδοκιμασία, έστω και αργά. Και θα σου πω και κάτι που μου έδωσε πολύ μεγάλη χαρά, με την ευκαιρία, ότι ο γλάρος της HELMEPA που λέει το περίφημο "όχι σκουπίδια, όχι πλαστικά σε θάλασσες και ακτές" απόκτησε πλέον τη δική μου φωνή στην τελευταία ανανέωση του καρτούν.

IamNothe_01
Το εξώφυλλο του άλμπουμ "The Grand Design"

Αυτές οι δυσκολίες τροφοδότησαν την τέχνη σου;
Ναι, δυστυχώς την τροφοδότησαν. Και το λέω αυτό γιατί εμπόδισαν τη γρηγορότερη ωρίμανσή μου ως μουσικού και τη θεμελίωση μιας δικής μου προσωπικότητας και όχι ενός χαρακτήρα εξωγενώς προσδιοριζόμενου και συχνά αντιδραστικού. 

Για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, βέβαια, την ίδια στιγμή ήμουν κι ένα παιδί πολύ συνεπές, τίμιο και εργατικό σε βαθμό τελειομανίας, πράγματα που όφειλα σε εκείνους –στο παράδειγμά τους και στις βάσεις τις οποίες μου πρόσφεραν. Στοιχεία που βοήθησαν πολύ και στο διάστημα των σπουδών μου, αλλά κι έπειτα, όταν βγήκαμε με τον αδερφό μου στην εγχώρια σκηνή (ειδικά γύρω στο 2007/2008, όταν μας έμαθε κάποιος κόσμος ως Cyanna), αντικρίζοντας ένα σκηνικό όπου υπήρχαν μεν κάμποσα ταλέντα, μα συχνά βασίλευαν και νοοτροπίες ό,τι να 'ναι. 

Παρ' όλα αυτά, υπήρχε μια λάθος αφετηρία. Έτσι, αρκετές φορές, δεν είχα συναίσθηση των όσων έκανα. Υπήρχε μεν η προαίρεση να φτιάχνω όμορφη μουσική, να αναζητώ τις σωστές μελωδίες, να τις ντύνω με ωραίο λόγο· ταυτόχρονα, όμως, επέμενε και μια οργή (συνήθως κακώς κατευθυνόμενη), καθώς και μια διάσπαση προσοχής όσον αφορά την παραγωγή έργου. Δεν μπορούσα λοιπόν να ηρεμήσω και να χτίσω τον καλλιτεχνικό εαυτό που επιθυμούσα. Για να το πω και λίγο πιο πρακτικά, δηλαδή, ένιωθα το βλέμμα των γονιών μου να με ακολουθεί ακόμα και πάνω στη σκηνή.

Πώς μετασχηματίστηκαν όλα αυτά καθώς δημιουργούσες το "The Grand Design";
Ήταν μια καταπληκτική εμπειρία η δημιουργία του "The Grand Design". Δεν μπορώ να σου περιγράψω πόσο απόλαυσα τη διαδικασία. Ειδικά το καλοκαίρι του 2020. Και δεν ήταν πάντα ρόδινα τα πράγματα στο στούντιο, μη νομίζεις. Υπήρχαν στιγμές δηλαδή που άκουγα ενθουσιώδη μπράβο από τον Άλεξ Μπόλπαση –τον οξυδερκή παραγωγό μου– αλλά και στιγμές που μου έλεγε "ρε φίλε, δεν γίνονται έτσι οι δίσκοι!". 

Εκ των πραγμάτων, όμως, είχε και πολύ σκοτάδι όλο αυτό. Φαντάσου ότι το ξεκίνημα του δίσκου συνέπεσε με τον θάνατο του πατέρα μου το 2018, ενώ έπειτα, το 2021, ενώ τελείωνα τις ηχογραφήσεις μετά το δεύτερο lockdown –το κακό lockdown, όπως το χαρακτηρίζω εγώ– και ήμουν έτοιμος να αρχίσω μίξεις, πέθανε και η μητέρα μου. 

Ο θάνατος του πατέρα μου ήρθε ως μια κλωτσιά. Μετά από 1,5 μήνα πένθους, όμως, ήμουν σε θέση να πω "πάμε τώρα" –και έμοιαζε λες και ο πατέρας μου με είχε αφήσει ελεύθερο. Θλιβερό από μια άποψη, αλλά είναι και λόγος για τον οποίον θέλω να πιστεύω ότι υπάρχει κάτι μετά, ώστε να μπορέσω να συμφιλιωθώ τελικά με αυτόν τον άνθρωπο. Η απώλεια της μητέρας μου, έπειτα, έφερε νέα παγωμάρα, ενώ στοίβαξε αναγκαστικά και τη μέριμνα που προέκυψε από δύο απανωτούς θανάτους.

Γι' αυτό και τα τελευταία 3 χρόνια το σημαντικότερο στη ζωή μου δεν ήταν ούτε η σύντροφός μου, ούτε η μουσική, ούτε οι κολλητοί μου, ούτε ο Άλεξ Μπόλπασης –ο οποίος ήταν γενικά ένας ήρωας. Αντιθέτως, ήταν ο ψυχοθεραπευτής μου. Ένας φοβερός άνθρωπος, που τυγχάνει και μουσικόφιλος και μάλιστα με υψηλή αισθητική και βάθος ακουσμάτων. Σημειωτέον, έχει γράψει και το καλύτερο κείμενο που έχω δει έως τώρα για τον δίσκο, σκηνικό που θυμίζει βέβαια όσα έγιναν και το 1963 με το "The Black Saint And The Sinner Lady" του Charles Mingus, όπου τα liner notes υπέγραφε ο ψυχολόγος του. Οφείλω ασφαλώς να πω ότι δεν την ήξερα τη συγκεκριμένη ιστορία: την πληροφορήθηκα από τον Βαγγέλη Ανανίδη, που έπαιξε κιθάρα στον δίσκο ως BLVCK DISCO.

Τώρα, λοιπόν, θέλω κι εγώ να χρησιμοποιήσω το κείμενο του ψυχοθεραπευτή μου με τον ίδιο τρόπο. Μη σου πω δηλαδή ότι το μοναδικό μου κίνητρο αυτή τη στιγμή για να κυκλοφορήσει το "The Grand Design" σε βινύλιο είναι να το δω τυπωμένο στο οπισθόφυλλο. Δεν το βλέπω να βγαίνει σε τέτοιο format, βέβαια. Όμως θα βρω πώς θα το δημοσιεύσω.

IamNothe_02

Βινύλιο δεν ξέρω αν θα βγάλεις, έμαθα πάντως ότι το "The Grand Design" θα κυκλοφορήσει σε κασέτα...
Θα κυκλοφορήσει, ναι, σε περιορισμένα αντίτυπα. Κι αυτό, όμως, επειδή το ανέλαβαν τα παιδιά της Bitter Tea Records. Μου το πρότειναν και τους είπα ΟΚ, αρκεί να αναλάβουν εκείνοι το κομμάτι των πωλήσεων.

Θέλω να αποφύγω τις βαρετές, κλισέ ερωτήσεις τύπου γιατί Iam Nothe ή τι σημαίνει το νέο σου καλλιτεχνικό ψευδώνυμο. Αλλά με ενδιαφέρει μια λεπτομέρεια: απηχεί την ομηρική "Οδύσσεια";
Την ιστορία με τον Κανένα και τον Πολύφημο, ε; Δεν θυμάμαι να μου το ρώτησε άλλος! Όμως, ναι: αναδύθηκε κι εκείνη ενώ αναρωτιόμουν ποιος είμαι ή, τέλος πάντων, καθώς προσπαθούσα να απολαύσω περισσότερο αυτό το ταξίδι. Και χαίρομαι που κάπως διασυνδέθηκε η όλη διαδικασία με τον μύθο του Οδυσσέα.

Είχες υλικό που προόριζες για κάποιο επόμενο βήμα των Cyanna Mercury, πριν τη διάλυσή τους; Το οποίο να βρήκε τον δρόμο του στο "The Grand Design"; Το "Damn You Devil Damn You", λ.χ., θυμάμαι να το παίζεις ζωντανά στην Πάτρα, ήδη από το 2018...
Δεν ηχογραφήσαμε τίποτα πριν παρθεί η απόφαση για το τέλος των Cyanna Mercury το 2017, αλλά, εάν προχωράγαμε σε επόμενο δίσκο, το "Damn You Devil Damn You" ήταν μάλλον το πρώτο που θα φτιάχναμε στο στούντιο. Αρχικά, βέβαια, όταν ξεκίνησα να ξεσκονίζω παλιές ιδέες και να γράφω καινούριες για το Iam Nothe εγχείρημα (2018), το έβαλα στην άκρη. Το 2019, όμως, καθώς ολοκλήρωνα το demo με τα κομμάτια που θα διάλεγα για το "The Grand Design", αποφάσισα να το χρησιμοποιήσω, φυσικά με αλλαγές και με μια καινούρια ενορχήστρωση. Η οποία άντλησε από το "Ball Of Confusion" των Undisputed Truth (1971) και από το "Die Wellen" των Einstürzende Neubauten (2007).

Και δεν ήταν η μόνη τέτοια περίπτωση, γιατί και το "Lord You Are The Cure", ας πούμε, πήγασε από μια συγχορδία που είχαμε προλάβει να παίξουμε σε μια πρόβα με τους Cyanna Mercury. Γι' αυτό στα συγκεκριμένα τραγούδια, όπως και στο "All The Lives I Never Led", θα δείτε και τον αδερφό μου τον Νίκο ως συν-συνθέτη, στα credits του δίσκου.

Διαβάστε Επίσης

Ο Κύριος στο "Lord You Are The Cure", ο Διάβολος στο "Damn You Devil Damn You", η Βαβυλώνα στο "Babylon Burn". Το άλμπουμ σου έχει κάμποσες θρησκευτικές αναφορές, αλλά η δική μου εντύπωση είναι ότι αντικρίζεις το ιερό κάπως όπως ο Αντρέι Ταρκόφσκι ή ο Nick Cave. Ισχύει;
Εδώ ξεκινά μια βαθύτερη συζήτηση, γιατί ακόμα πιο πέρα από τις θρησκευτικές αναφορές είναι νομίζω ο Καρλ Γιουνγκ και ο Ζίγκμουντ Φρόιντ και τα όσα έχουν θίξει για την προβληματική σχέση που μπορεί να αναπτυχθεί με τον γονέα, με την εξουσία και την αναπόφευκτη αποκαθήλωση των ειδώλων. Η δική μου οικογένεια, βέβαια, αν και συντηρητική όπως σου είπα, δεν ήταν θρησκόληπτη, ούτε και υποκριτική. Στην πανδημία, λ.χ., όπου η Εκκλησία κράτησε στάση εγκληματική, η μητέρα μου το παραδεχόταν στις συζητήσεις που κάναμε. Ωστόσο, όταν η κουβέντα έφτανε στο θεσμικό, υπήρχε ένας σεβασμός άνευ όρων. 

Μέχρι μια ηλικία, λοιπόν, τέτοιες αναφορές ήταν και για εμένα πράγματα πολύ οικεία. Αλλά από ένα σημείο και μετά έπαψαν να βγάζουν νόημα κι άρχισαν να μου φαίνονται χαζά. Έπειτα, βέβαια, ήρθε κι ένα ακόμα στάδιο, όπου θα έλεγα ότι με έναν τρόπο μου είχαν λείψει. Έως τώρα δεν έχω καταφέρω να το ισορροπήσω όλο αυτό. Ενώ με ιντριγκάρουν και τα σύμβολα και η αναζήτηση μιας ιερότητας, ταυτόχρονα αντιδρώ, γενόμενος έως και βλάσφημος. 

Τώρα, για τον Cave ειδικά, μου έχουν πει και στο παρελθόν ότι υπάρχουν κοινές συμπλεύσεις. Εμένα, ωστόσο, δεν με τράβηξε ποτέ ως δημιουργός –και το ίδιο θα σου πω και για τον Ταρκόφσκι. Αντιλαμβάνομαι το επιβλητικό που υπάρχει στην περίπτωσή τους, όπως και το δέος που μπορεί να προκαλεί, το πολύ βαθύ το οποίο διακρίνει τα έργα τους. Αλλά, ενώ το εκτιμώ, βρίσκομαι την ίδια στιγμή και να το βαριέμαι. Νιώθω να με καταπιέζει.

Μίλησες πιο πριν για την εγχώρια σκηνή. Τελικά, έχουμε όντως κάτι τέτοιο στην Ελλάδα των καιρών μας;
Αν συγκρίνουμε τη σημερινή Ελλάδα με την Ελλάδα της δεκαετίας των '00s, όταν για κάποιον λόγο δεν αμφισβητούσε κανείς το "εγχώρια σκηνή", θα έλεγα ότι υπάρχει επί 100. Από την άλλη, βέβαια –για εμένα, τουλάχιστον– στα '00s δεν υπήρχε κάτι τέτοιο, γιατί το πράγμα μπλεκόταν με πολλές υπερεκτιμημένες περιπτώσεις, με μια γενικότερη ασυδοσία, όπως και με μια τοξικότητα, καθώς οι άνθρωποι που βρίσκονταν γύρω από τους καλλιτέχνες όχι απλά δεν βοηθούσαν την κατάσταση, μπορεί να την έκαναν και χειρότερη μερικές φορές. 

Πλέον, όμως, επικρατεί η αίσθηση ότι ανήκεις σε μια σκηνή. Υπάρχει δηλαδή μια μικροκοινωνία αξιόλογων μουσικών, οι οποίοι και συνδιαλέγονται μεταξύ τους και αλληλοβοηθιούνται και μια σταθερή παραγωγή ποιοτικών δουλειών επιδεικνύουν –καλύτερων από τις τότε– δίχως πια καμία βιομηχανία πρόθυμη να τις στηρίξει. Αυτό, με τη σειρά του, δείχνει πως ό,τι συμβαίνει τώρα είναι και πιο αληθινό. Λιγότερο ίσως σε εκτόπισμα, ως προς την απήχησή του π.χ. στον κόσμο, μα πιο ουσιώδες, με μικρότερα "εγώ" σε σύγκριση με τα '00s.
 

Διαβάστε Επίσης

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Μουσική

Τρεις Κυριακές με τον Θοδωρή Βουτσικάκη στο "Gazarte Roof Stage"

Η καλλιτεχνική επιμέλεια του προγράμματος είναι της Λίνας Νικολακοπούλου.

19/11/2024

"Κάποτε την Κυριακή": Ένα απόγευμα με τους Calexico στο "Gagarin 205"

Τα ιδρυτικά μέλη της μπάντας, Joey Burns και John Convertino μαζί με τον τρομπετίστα Martin Wenk, περιοδεύουν επιλεκτικά σε λίγους σταθμούς στην Ευρώπη.

O Mark Zuckerberg έβγαλε τραγούδι και είναι ανατριχιαστικό

Ο Mark Zuckerberg εμφανίζεται όπως δεν τον έχουμε ξαναδεί (ή ακούσει) και συνεργάζεται με τον T-Pain για μια διασκευή του "Get Low."

Τα 10 πιο χαρούμενα τραγούδια στην ιστορία της μουσικής

Κάπως λίγο υποψιαζόμασταν τον καλλιτέχνη στην πρώτη θέση, αλλά θα ποντάραμε σε άλλο τραγούδι. Εντός βρίσκεις μία λίστα 10 κομματιών που θεωρητικά μας φτιάχνουν αυτομάτως τη διάθεση, σύμφωνα με την επιστήμη.

Ραντεβού στο Μουσείο Μαρία Κάλλας για ένα μοναδικό street party

Με αφορμή τα γενέθλια της θρυλικής σοπράνο.

Το πρώτο Death Disco Indoor Festival είναι γεγονός

Δύο μέρες γεμάτες από τις πιο αγαπημένες μπάντες της σύγχρονης σκοτεινής εναλλακτικής σκηνής