Πώς ξεκίνησαν τα σχέδια για τη συναυλία που ετοιμάζετε για τον Γιάννη Σπανό, την Παρασκευή 7/10 στο Ηρώδειο; Ήταν δική σας πρωτοβουλία; Επιθυμούσατε μήπως να συμπέσει με τα 40 χρόνια από τον δίσκο "Φίλε...";
Συμπίπτει πράγματι με τα 40 χρόνια του "Φίλε..." (1982), αλλά η πρωτοβουλία δεν ήταν δική μου –ήταν του γραφείου παραγωγής. Μου άρεσε, όμως, γιατί ένιωθα ότι του το χρωστούσα αυτό του Γιάννη.
Δύο φορές είχαμε προσπαθήσει να κάνουμε κάτι μαζί τα τελευταία χρόνια και δεν στάθηκε δυνατόν. Η μία θα ήταν πάλι στο Ηρώδειο: του το είχαν δώσει, αλλά ήταν τότε που ο Γιάννης έπαθε έμφραγμα, οπότε η συναυλία δεν έγινε ποτέ. Η δεύτερη σχεδιαζόταν για το Παρίσι, όπου θα εμφανιζόμασταν μαζί με τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα –οι τρεις μας. Είχα πολλή όρεξη γι' αυτήν την παράσταση, πίστευα ότι θα είναι πολύ ωραία. Οι γιατροί, όμως, σύστησαν στον Γιάννη να μην ταξιδέψει με αεροπλάνο, ώστε να μην ταλαιπωρηθεί η καρδιά του.
Οπότε τώρα ελπίζω να μη βρέξει στις 7 του Οκτώβρη και αναβληθεί για τρίτη φορά! (γελάει) Μακάρι να είναι ο καιρός καλός, ώστε να γίνει επιτέλους αυτή η παράσταση. Να πω, επίσης, ότι τη διεύθυνση της ορχήστρας θα έχει ο Κώστας Νικολόπουλος, ο οποίος ανέλαβε και τις ενορχηστρώσεις.
Και τι ρόλο θα έχουν οι καλεσμένοι που έχετε επιλέξει;
Καλεσμένους στη συναυλία θα έχω τη Λιζέτα Καλημέρη, τη Μαρία Παπαγεωργίου, τον Γιάννη Παπαγεωργίου, τον Φώτη Σιώτα και τη Νεφέλη Φασούλη. Και, δεν ξέρω αν το προσέξατε, κανείς τους δεν ήταν τραγουδιστής του Σπανού. Κι αυτό γιατί δεν ήθελα η βραδιά στο Ηρώδειο να μοιάζει με μνημόσυνο στον Γιάννη. Να μαζευόμασταν δηλαδή όλοι εμείς οι παλιοί, κάπως θα μου έκανε.
Έτσι, λοιπόν, η συναυλία αποκτά έναν χαρακτήρα γιορτής για τα τραγούδια του. Τα οποία περνάνε σε νεότερους ερμηνευτές, ως κάτι σαν παρακαταθήκη. Όπως έγινε πριν κάποιες μέρες και στη βραδιά για τον Μάνο Λοΐζο, νομίζω. Δεν μπόρεσα να πάω, δεν βρισκόμουν στην Αθήνα, έμαθα όμως ότι τα παιδιά που συμμετείχαν έπαιξαν εκπληκτικά.
Έχει αφήσει σπουδαίο έργο ο Γιάννης και ο περισσότερος κόσμος δεν το ξέρει. Ακούνε και ανακαλύπτουν μετά με έκπληξη ότι α, κι αυτό του Σπανού, κι εκείνο δικό του. Χρειάζεται, επομένως, το ρεπερτόριο αυτό να περάσει και στους επόμενους. Και νομίζω ότι ο καλύτερος τρόπος είναι μέσω τραγουδιστών οι οποίοι μπορεί να μην έχουν βαθιά σχέση με το έργο του, έχουν όμως επαφή με ένα νεανικό κοινό. Και είναι βέβαια και σε θέση να φέρουν και μια φρέσκια άποψη ως προς την ερμηνεία.
Έχω παρατηρήσει κι εγώ, σε όσες συζητήσεις έτυχε να βρεθώ γύρω από το ποιοι είναι οι μεγάλοι Έλληνες συνθέτες, ότι το όνομα του Σπανού δεν αναφέρεται συχνά. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Ο Γιάννης Σπανός υπήρξε ένα από τα πιο σεμνά πλάσματα που έχουν περάσει από αυτόν τον χώρο. Ήταν ένας άνθρωπος με πάρα πολύ χαμηλό προφίλ, γλυκύτατος, ο οποίος δεν είχε καμία σχέση με τη συνήθη αλαζονεία των μεγάλων σταρ. Δεν τον ενδιέφερε δε καθόλου η αυτοπροβολή: αντιθέτως, ο Γιάννης δημιούργησε και έζησε με διακριτικότητα. Τέτοιοι άνθρωποι, ξέρετε, δεν κάνουν μεγάλη φασαρία. Και στις εποχές μας, για να σε μάθει ο κόσμος, χρειάζεται να κάνεις φασαρία.
Διαβάζοντας το δελτίο Τύπου της επικείμενης παράστασης, στάθηκα με ενδιαφέρον στην περιγραφή του ως "σπουδαίου συνθέτη και πιανίστα", γιατί λησμονείται ακόμα περισσότερο αυτή η διάστασή του, που έχει να κάνει με τις ικανότητές του στο πιάνο. Συμφωνείτε ότι τον επηρέασε ο Μάνος Χατζιδάκις;
Ο Σπανός είχε έναν έναν ειδικό, μοναδικό θα τον έλεγα, τρόπο να παίζει. Όταν ακούω κάποιο τραγούδι, για παράδειγμα, καταλαβαίνω αμέσως αν βρίσκεται ο Γιάννης στο πιάνο. Είναι πολύ σωστή η επισήμανσή σας ότι επηρεάστηκε από τον Μάνο Χατζιδάκι, τον οποίον αγαπούσε και γενικότερα. Ίσως γιατί είχε κι εκείνος έναν πολύ συγκεκριμένο και δικό του τρόπο απέναντι στο πιάνο.
Αλήθεια, πότε πρωτογνωριστήκατε με τον Γιάννη Σπανό; Ήταν την εποχή που ήρθατε στην Αθήνα για τις παραστάσεις του "Μορμόλη";
Όταν ήμουν στην εφηβεία, από ελληνική μουσική άκουγα μόνο ρεμπέτικα και Νέο Κύμα. Οπότε ήξερα καλά τις τρεις Ανθολογίες που είχε βγάλει ο Σπανός και αγαπούσα πολύ τα τραγούδια του. Θαύμαζα ιδιαιτέρως όσα δικά του είχε πει η Αρλέτα, όπως το "Μια Φορά Θυμάμαι" ή το "Η Ομίχλη Μπαίνει Από Παντού Στο Σπίτι", ενώ ήξερα βέβαια κι αυτά από την ταινία "Εκείνο Το Καλοκαίρι" –το "Ένα Καλοκαίρι" και το "Σαν Με Κοιτάς".
Αλλά, ναι, γνωριστήκαμε στις παραστάσεις για τον "Μορμόλη". Ήταν το 1973, σχεδόν 50 χρόνια πριν. Θυμάμαι ότι αντίκρισα έναν γλύκα, δεν μπορώ να σας περιγράψω τι χαριτωμένος άνθρωπος ήταν ο Γιάννης. Με φοβερή αίσθηση του χιούμορ, επίσης –τι παρατσούκλια είχαν βγει τότε, για όλους μας! Ήμασταν τόσο τυχεροί όσοι τον γνωρίσαμε.
Εντωμεταξύ, όσο δουλεύαμε έφτιαχνε και διάφορα σκιτσάκια. Εξαιρετικά σκιτσάκια. Και θέλω τώρα να προσπαθήσω να βρούμε κάποια από αυτά, γιατί στη συναυλία στο Ηρώδειο σκοπεύουμε να έχουμε και κάποιες προβολές. Ελπίζω ότι θα με βοηθήσει η ανιψιά του, κάπου πρέπει να υπάρχουν στο αρχείο του.
Πώς φτάσατε έπειτα στην πρώτη ολοκληρωμένη σας συνεργασία, για το άλμπουμ "Φίλε..." (1982); Τι θυμάστε πιο έντονα από τις τότε ηχογραφήσεις;
Στα χρόνια μετά τον "Μορμόλη" κάναμε πολύ παρέα με τον Γιάννη: βγαίναμε μαζί στα μπαρ, τραγουδάγαμε, περνούσαμε υπέροχα. Το 1980 πήγα στο θέατρο να δω το "Bent" του Martin Sherman, είχε ανέβει τότε με τον Γιάννη Φέρτη και τον Πέτρο Φυσσούν. Και σε μια σκηνή είδα τον Αλέξη Γεωργίου σε ρόλο τραβεστί, να κάθεται σε μια κούνια και να τραγουδάει το "Δρόμοι Του Βερολίνου". Έπαθα σοκ.
Έπιασα λοιπόν αμέσως τον Γιάννη και του είπα ξεκίνα γράφε, θέλω να κάνουμε έναν δίσκο και μέσα εκεί να είναι οπωσδήποτε και το "Δρόμοι Του Βερολίνου". Έτσι άρχισε η συνεργασία που μας έβγαλε τελικά στο "Φίλε...". Λίγο μετά, όταν είχαμε τελειώσει σχεδόν τις ηχογραφήσεις, παρουσίαζα μια συναυλία του στον Λυκαβηττό. Άκουσα λοιπόν εκεί κάποια μελωδικά θέματα, του είπα βάλε σε παρακαλώ στίχους και από τη διαδικασία αυτή μας βγήκε το "Αν Μ' Αγαπάς".
Η επόμενη σύμπραξή σας ήρθε 3 χρόνια αργότερα, για τον δίσκο "Της Βροχής Και Της Νύχτας..." (1985). Και ξέρω ότι ο Σπανός θεωρούσε ως πιο προσωπικό του τραγούδι από όσα έγραψε τις "Τυχαίες Συναντήσεις", έτσι δεν είναι;
Σε αυτά τα 3 χρόνια δεν πάψαμε να κάνουμε παρέα με τον Σπανό ή να συνεργαζόμαστε: έγιναν διάφορες συναυλίες, ας πούμε, μαζί και με την Πέννυ την Ξενάκη και τον Διονύση Θεοδόση. Οπότε ο δίσκος "Της Βροχής Και Της Νύχτας..." ήρθε σαν φυσιολογική συνέπεια. Και τώρα θα πω κι εγώ στο Ηρώδειο τις "Τυχαίες Συναντήσεις", οι οποίες, πράγματι, για τον Σπανό ήταν το πιο προσωπικό από τα τραγούδια που έγραψε.
Πώς και δεν φτιάξατε κι άλλους δίσκους μαζί;
Εγώ γενικά δεν έκανα πολλούς δίσκους. Αν κοιτάξετε δηλαδή την πορεία μου, σε σχέση με τα χρόνια στα οποία βρίσκομαι σε αυτόν τον χώρο, η δισκογραφία μου είναι μικρή. Δεν ήθελα ποτέ να βγάζω ένα άλμπουμ τον χρόνο. Δεν μου ταίριαζε μια τέτοια νοοτροπία: ηχογραφούσα όταν έβρισκα κάτι που με ενδιέφερε. Ούτε και ο Γιάννης κυνηγούσε την καριέρα, έτσι όπως το κάνουν συνήθως οι πολύ φιλόδοξοι επαγγελματίες. Τη μοιραζόμασταν μια τέτοια ματιά πάνω στη δουλειά μας. Είχαμε έναν τρόπο ερασιτεχνικό.
Παρ' όλα αυτά υπήρξε πρόθεση να κάναμε κάτι ακόμα μαζί, γιατί ετοίμαζε έναν δίσκο με μελοποιήσεις σε Κωνσταντίνο Καβάφη, ποιητή που ήθελα να τραγουδήσω. Αλλά η ίδια η λογική των δημιουργημάτων του υπαγόρευε ότι έπρεπε να ειπωθούν από κάποιον άντρα ερμηνευτή. Τελικά ο Γιάννης πραγμάτωσε ένα μέρος μόνο από εκείνα τα σχέδια, πριν κάποια χρόνια.
Κάτι άλλο που θα άξιζε να ξέρουμε για τον άνθρωπο Γιάννη Σπανό, όσοι τον γνωρίσαμε μόνο ως καλλιτέχνη;
Ο Γιάννης Σπανός αγαπούσε πάρα πολύ τα λουλούδια. Στο σπίτι του στην Ερέτρια είχε έναν εκπληκτικό κήπο με 300 τριανταφυλλιές, τις οποίες περιποιόταν μόνος του. Τον θυμάμαι ως έναν τόπο μαγικό. Αυτό, βέβαια, σημαίνει και κάποια πράγματα για την προσωπικότητα ενός ανθρώπου. Ότι δεν πετάς στα σύννεφα, δηλαδή, ότι έχεις μια γείωση. Ότι από τις πολλές εκφάνσεις που διαθέτει η ζωή, διάλεξες τις πιο γήινες.
Τέτοια αγάπη για τα λουλούδια έχω κι εγώ, ιδίως για τις τριανταφυλλιές. Ίσως γι' αυτό θυμάμαι τόσο έντονα τις τριανταφυλλιές του Γιάννη, από τα τόσα που είχε στους κήπους του –και στην Ερέτρια, αλλά και στο Κιάτο. Όπως θυμάμαι και τις τριανταφυλλιές στο μπαλκόνι του Κάρολου Κουν στο Κολωνάκι: ήταν τόσες πολλές, ώστε δεν χώραγες να περπατήσεις.