Η φετινή, 43η διοργάνωση του Φεστιβάλ Όπερας Ροσσίνι (ROF) στο Πέζαρο (9-21 Αυγούστου) δεν θα μπορούσε να μην διεξαχθεί υπό τη σκιά των συνεπειών της πανδημίας του κορωνοϊού. Πρώτο μέλημα υπήρξε, εύλογα, η επιστροφή στην κανονικότητα παραγωγών, καλλιτεχνών, επισκεπτών…
Σε ό,τι αφορά το τελευταίο επίπεδο, και παρότι τα νούμερα κινήθηκαν ενθαρρυντικά, οι -πρωτόγνωρα- πολλές κενές θέσεις στις παραστάσεις των καθιερωμένων 3 οπερατικών παραγωγών υπενθύμισε διακριτικά την ιδιαιτερότητα του ROF. Καθώς το κοινό του απαρτίζεται παγίως κατά 70% από …μη Ιταλούς, η απουσία Ιαπώνων και Ρώσων επισκεπτών (λόγω έξαρσης του ιού και ταξιδιωτικών απαγορεύσεων αντίστοιχα) έγινε έντονα αισθητή!
Λιγότερο απασχόλησε η στάση έναντι των Ρώσων καλλιτεχνών, και δη των τραγουδιστών, που παραδοσιακά κατέχουν σημαντικό ρόλο στις διάφορες εκδηλώσεις. Ίσως γιατί στο Πέζαρο προτιμούν να μην προσελκύουν συστηματικά φτασμένους καλλιτέχνες, αλλά να αξιοποιούν δεκάδες νεαρών και ταχύτατα ανερχόμενων μονωδών από τη Ρωσία, αφού τους έχουν προηγουμένως μυήσει στους μουσικοθεατρικούς κώδικες του ροσσίνειου τραγουδιού αλλά και του εν γένει ρομαντικού μπελ-κάντο στο φυτώριο της περίφημης "Accademia rossiniana Alberto Zedda".
Ο ανταγωνισμός, βέβαια, με τους Λατινοαμερικανούς ομολόγους τους βαίνει αυξανόμενος και αναμένεται να ενταθεί, με δεδομένη την παρουσία δύο σπουδαίων Περουβιανών τενόρων στα ηνία του ROF! Ως γνωστόν, από την αρχή του 2022 ο διάσημος τενόρος Χουάν Ντιέγο Φλόρες (που οφείλει την λαμπρή σταδιοδρομία του σε μεγάλο βαθμό στο συγκεκριμένο φεστιβάλ!) ανέλαβε το πόστο του καλλιτεχνικού διευθυντή πλάι στον εδώ και λίγα χρόνια sovrintendente, …μέντορα και πρώην ατζέντη του Ερνέστο Παλάσιο.
Είναι, πάντως, προφανές ότι για τη νέα διευθυντική ομάδα η διασφάλιση της υποδειγματικής από κάθε άποψη -μουσική, παραστατική, μουσικολογική- ανάδειξης της σπουδαίας ροσσίνειας κληρονομιάς οφείλει να συνδυάζεται με προσπάθειες τόνωσης του ενδιαφέροντος του φανατικού κοινού αυτής της μικρής "Μέκκας του μπελ-κάντο" – και τούτο όχι μόνο σε επίπεδο επικοινωνίας, αλλά και σκηνοθεσιών!
Ι. Οπερατικές Παραγωγές
Αυτό έγινε ιδιαίτερα αντιληπτό στις δύο νέες φετινές παραγωγές, αυτές των "Κόμη Ορύ" και "Οθέλλου", έργων που είχαν πολλά χρόνια να παρουσιασθούν σκηνικά στο Πέζαρο (από το 2009 και 2007 αντίστοιχα).
Η ιδανική ώσμωση μουσικής-θεάτρου επετεύχθη μόνο στην καινούργια παραγωγή του "Οθέλλου", που παρακολουθήσαμε (17/8) στην αχανή -πρώην Αδριατική- Αρένα "Vitrifrigo" (το κλειστό γήπεδο μπάσκετ – έδρα της γνωστής τοπικής ομάδας "Σκαβολίνι").
Ο ροσσίνειος "Οθέλλος" είναι ίσως λιγότερο γνωστός από αυτόν του Βέρντι, αλλά διόλου υποδεέστερος μουσικά. Εν προκειμένω, απογειώθηκε και δραματικά χάρη στην πολύ ενδιαφέρουσα -και με επιρροές από το γερμανικό Regietheater-σκηνοθεσία της Ροζέττας Κούκκι. Η Ιταλίδα πιανίστα, σκηνοθέτις και καλλιτεχνική διευθύντρια του Φεστιβάλ Όπερας του Γουέξφορντ μελέτησε πολύ προσεκτικά το λιμπρέτο και εντόπισε τον σημαίνοντα ρόλο της …Δυσδαιμόνας στο συγκεκριμένο έργο του Ροσσίνι. Εδώ δεν περιστρέφονται όλα γύρω από τα έντονα συναισθήματα, το χρώμα ή την καταγωγή του Οθέλλου. Μακράν του να ανατρέψει το δραματουργικό άξονα της όπερας, η Κούκκι την παρουσίασε σαν αστικό δράμα, εστιάζοντας στις βίαιες σχέσεις "εξουσίας" και τα συναισθήματα της Δυσδαιμόνας απέναντι στους 4 άνδρες της ζωής της, τον πατέρα, τον -απόκληρο της βενετσιάνικης αριστοκρατίας- σύζυγο (Οθέλλο) και τους 2 ερωτευμένους "αντιζήλους" (Ροντρίγκο και Ιάγο). Η έντονη -φανερή ή υπολανθάνουσα- ψυχολογική και σωματική βία και οι αναφορές σε αντίστοιχα δράματα άλλων γυναικών (για τα οποία αξιοποιήθηκε εύστοχα η χρήση βιντεοπροβολών) αποτέλεσαν την αφορμή για τη διατύπωση ενός σχολίου για τις δυσάρεστα και αέναα επίκαιρες γυναικοκτονίες. Στα συν, η πολύ καλή θεατρική καθοδήγηση του συνόλου της διανομής και η αξιοζήλευτη ακρίβεια σκιαγράφησης των χαρακτήρων, ακόμα και των δευτεραγωνιστικών (όπως της -δραματουργικά κομβικής- υπηρέτριας Εμίλια).
Η παράσταση ευτύχησε καθώς η θεατρική δράση θερμαινόταν αδιάπτωτα από τη μουσική. Αντλώντας από την έξοχη Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της RAI (Τορίνο) παίξιμο συναρπαστικού σφρίγους και ακρίβειας, η θυελλώδης διεύθυνση του Καναδού Υβ Αμπέλ φώτισε κάθε γωνιά της ρομαντικής παρτιτούρας και διασφάλισε ένα ακρόαμα εξαιρετικά ρευστού αφηγηματικού ειρμού. Συνόδευσε δε άριστα μια πολύ αξιόλογη φωνητικά -και προεξαρχόντως ιταλική- διανομή, που ανταποκρίθηκε με άνεση στις μουσικοδραματικές απαιτήσεις των ρόλων.
Η Δυσδαιμόνα της υψιφώνου Ελεονώρας Μπουράττο αποδόθηκε με τραγούδι μοναδικής πληρότητας (κυρίως στην υψηλή φωνητική περιοχή) και μετρημένη υπόκριση. Ο "Οθέλλος", βέβαια, φημίζεται κυρίως για τη δυσκολία να βρεθούν 3 ισάξιοι τενόροι, εγχείρημα που δεν πτοεί συνήθως το ROF. Εν προκειμένω, συνυπήρξαν επί σκηνής τρεις ακμαίοι και με διαφορετικά ηχοχρώματα τενόροι, που ανταποκρίθηκαν με επάρκεια στις ιδιαίτερες απαιτήσεις ύφους και δεξιοτεχνίας του ροσσίνειου τραγουδιού, έστω και αν δεν διέθεταν επακριβώς την προβλεπόμενη για κάθε ρόλο τεσσιτούρα. Ο Ενέα Σκάλα αντιμετώπισε με γενναιότητα τον γραμμένο για baritenore πρωταγωνιστικό ρόλο, o Ρώσος Ντμίτρυ Κόρτσακ -χωρίς να διαθέτει φωνή contraltino- ισορρόπησε με ωραίο φραζάρισμα και ευελιξία μεταξύ των ηρωϊκών και λυρικών πτυχών του Ροντρίγκο, ο Αντονίνο Σιραγκούζα ενσάρκωσε ιδανικά τον υποχθόνιο Ιάγο, έστω και αν οι χαμηλές νότες δεν διέθεταν την αυθάδη αυτοπεποίθηση των ψηλών. Πολύ καλός ο Ελμίρο του Ρώσου βαθύφωνου Εβγκένι Σταβίνσκυ, εξαιρετική -και φωνητικά- η Εμίλια της μεσοφώνου Αντριάνας ντι Πάολα. Μουσικοθεατρικά αξιοπρεπής υπήρξε, τέλος, η συμμετοχή της Χορωδίας του "Τεάτρο Βεντίντιο Μπάσσο".
Λιγότερο ενθουσιώδους υποδοχής έτυχε, αντιθέτως, η βασική φετινή παραγωγή, αυτή της όπερας "Ο Κόμης Ορύ", που παρακολουθήσαμε (16/8) στην "Vitrifrigo Arena". Η τελευταία κωμωδία που ο Ροσσίνι έγραψε -στα γαλλικά- για την Παρισινή Όπερα αφηγείται την ιστορία ενός νεαρού έκλυτου Κόμη, ο οποίος εισχωρεί μαζί με τους άνδρες του -μεταμφιεσμένος άλλοτε σε ερημίτη άλλοτε σε ηγουμένη!- στο οικογενειακό κάστρο της όμορφης κόμησσας Αντέλ, όπου αυτή και άλλες γυναίκες είναι κλεισμένες, λόγω απουσίας αδελφού και συζύγων στις σταυροφορίες. Τα σχέδια ανατρέπονται από τον Ιζολιέ, ακόλουθο του Ορύ, που είναι ερωτευμένος με την Αντέλ και από την έγκαιρη επιστροφή των σταυροφόρων.
Ο γνωστός μας Ούγκο ντε Άνα, που υπέγραψε σκηνοθεσία, σκηνικά και κοστούμια της παραγωγής, προσπάθησε να οπτικοποιήσει το γκροτέσκο σύμπαν του διάσημου πίνακα του Ιερώνυμου Μπος "Κήπος των επίγειων απολαύσεων". Το αποτέλεσμα ήταν μια παράσταση πολύχρωμη και ευχάριστη (στο μάτι), με κάποια ωραία γκαγκ αλλά και με μία υπερφόρτωση της σκηνής με αλλόκοτες κατασκευές και γιγάντια πτηνά, τα οποία μάλλον αποσπούσαν την προσοχή των ακροατών, χωρίς να υπηρετούν ουσιαστικά τη δράση. Ακόμη χειρότερα, ο Αργεντινός σκηνοθέτης προσπέρασε το χιούμορ και τη λεπτή ειρωνεία του έργου, υποκαθιστώντας τα με μία όχι πάντοτε καλόγουστη υπερβολή, ιδίως σε σχέση με τις χοντροκομμένες απόπειρες "κατάκτησης" των γυναικών των σταυροφόρων, για τις οποίες πλανιόταν μία αίσθηση πονηριάς, υποκρισίας και καταπιεσμένης σεξουαλικότητας. Ξάφνιασε επίσης η ατελής σκιαγράφηση κάποιων -ανδρικών, κυρίως- χαρακτήρων. Κρίμα, γιατί η μεγαλύτερη απλότητα θα υπηρετούσε πληρέστερα ένα έργο που σφύζει από θεατρικότητα!
Ευτυχώς, τα πράγματα κύλησαν πολύ καλύτερα σε μουσικό επίπεδο, και δη σε αυτό της διανομής. Εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες, ο τενόρος Χουάν Ντιέγο Φλόρες θεωρείται -δικαίως- ο κορυφαίος παγκοσμίως ερμηνευτής του Ορύ. Για μία ακόμη φορά, ο Περουβιανός σούπερ-σταρ εντυπωσίασε με την χάρη της υπόκρισης, τη σπάνια μουσικότητα και το δεξιοτεχνικά ανεπίληπτο τραγούδι του (μολονότι λιγότερο κυρίαρχο απ’ό,τι στο παρελθόν στις σοβρακούτες), αλλά και με την πολύ φροντισμένη εκφορά και νοηματοδότηση της γαλλικής γλώσσας. Το στοιχείο αυτό στάθηκε κομβικό για την επιτυχία της όλης παράστασης, αφού τον πλαισίωσαν ακμαίοι γαλλόφωνοι μονωδοί, όπως η Γαλλίδα υψίφωνος Ζυλί Φουξ, συναρπαστική Αντέλ, που αποθεώθηκε -περισσότερο και ...από τον Φλόρες!- μετά τη δυσκολότατη (σε κολορατούρα, αποχρώσεις, διανθίσεις, τρίλλιες, εκλεπτύνσεις δυναμικής, λεγκάτο) μεγάλη άρια της και ο Αργεντινός μπάσος Ναουέλ ντι Πιέρρο, φωνητικά έξοχος Παιδαγωγός.
Από την υπόλοιπη διανομή ευχαρίστησε ιδιαίτερα ο αεικίνητος, νεανικός, μουσικά και δραματικά έγκυρος Ιζολιέ της Ρωσίδας μεσοφώνου Μαρίας Κατάεβα. Η Ραγκόντ της έμπειρης μεσοφώνου Μόνικας Μπατσέλλι ξεχώρισε περισσότερο για την πικάντικη υπόκριση και ο Ραιμπώ του Πολωνού βαρύτονου Αντρζέι Φίλοντσυκ για το ωραίο τίμπρο. Κεφάτη υπήρξε η σύμπραξη της Χορωδίας του "Τεάτρο Βεντίντιο Μπάσσο".
Παρά την αναμενόμενα άριστη απόδοση (θαυμάσια ξύλινα!) της Εθνικής Συμφωνικής Ορχήστρας της RAI, η μουσική διεύθυνση του Βενεζουελανού Ντιέγκο Ματέους άφησε μάλλον ανάμικτες εντυπώσεις. Η σβελτάδα και ο γενικά καλός συντονισμός των επί σκηνής δρώμενων δεν έκρυψε την έλλειψη ενός σαφούς στίγματος, κυρίως δε μιας πιο ισόρροπης προβολής τόσο των επεισοδίων της ροσσίνειας folia όσο και του εξίσου καθοριστικού στη συγκεκριμένη παρτιτούρα ποιητικού στοιχείου και αισθησιασμού.
Χαμόγελα και μεγάλη ικανοποίηση προσέφερε, αντιθέτως, η μοναδική παραγωγή που δόθηκε σε επανάληψη, αυτή της όπερας μπούφα "Η Εφημερίδα" (Θέατρο "Ροσσίνι", 15/8), επιβεβαιώνοντας τις ανεξίτηλα χαραγμένες στη μνήμη εντυπώσεις από το αρχικό ανέβασμα (2015). Η δροσερή παράσταση του Ιταλού σκηνοθέτη Μάρκο Καρνίτι πάνω στη -μινιμαλιστικά μεταφερμένη στο ελευθεριάζον Παρίσι των ‘50s- σπαρταριστή ανατροπή καταστάσεων με αφορμή μιαν αγγελία ενός ξιπασμένου πλούσιου για να παντρέψει την κόρη του πιστοποίησε ότι έμπνευση και καλό γούστο αναπληρώνουν εύκολα την έλλειψη πόρων και μέσων˙ πολλώ δε μάλλον όταν προβάλλεται γλαφυρά ο πυρήνας του -βασισμένου σε θεατρικό του Γκολντόνι- λιμπρέτου, δηλ. η χειραφέτηση των γυναικών και η ελευθερία των επιλογών.
Υποδειγματική χρήση φωτισμών, κοστουμιών, χρωμάτων και σκηνικών ευρημάτων, εκπληκτική συλλογική προσπάθεια (σε υπόκριση, κίνηση, τραγούδι), ρυθμός, χορευτική ελαφράδα και λεπτή ειρωνεία χαρακτήρισαν μία δουλειά που συνόψισε θαυμαστά τις μεγάλες κατακτήσεις του ROF: αφενός τη συμπόρευση με τη μουσικολογική έρευνα (που ανακάλυψε πρόσφατα το κουϊντέτο της Α’ πράξης -άλλο ένα δάνειο, πάντως, εν μέσω περισσοτέρων στο συγκεκριμένο έργο!), αφετέρου τη δυνατότητα δικαίωσης της ροσσίνειας κωμικής ιδιοφυίας μέσα από τον χειρουργικής ακρίβειας συνδυασμό λόγου, μουσικής και θεάτρου, χωρίς ανάγκη σκηνικών. Όπως έχουμε γράψει επανειλημμένα, στον Ροσσίνι η θεατρική δράση περνάει μέσα από και πατάει πάνω στη μουσική!
Αυτό, βέβαια, συμβαίνει μόνο όταν διαθέτεις μία νεανική διανομή με ταλέντο, κέφι, γνώση των μουσικοθεατρικών κωδίκων του κωμικού Ροσσίνι και ικανότητα ν’ανεβάσει τη δραματική θερμοκρασία. Στην εντελώς νέα -κατά βάση, ιταλική- διανομή ξεχώρισαν περισσότερο οι άνδρες! Εν προκειμένω, ο Ναπολιτάνος μπάσος parlante Κάρλο Λέπορε έλαμψε ως Ντον Πομπόνιο, με γνήσια κωμική φλέβα και άψογη άρθρωση της …ναπολιτάνικης διαλέκτου, καθιστώντας συμπαθή ένα μάλλον αντιπαθητικό χαρακτήρα, τον οποίο πλαισίωνε ακατάπαυστα -(επι)σχολιάζοντας τα δρώμενα- ο βουβός υπηρέτης Τομμαζίνο (ο ηθοποιός Ερνέστο Λάμα), βγαλμένος μέσα από την παράδοση της κομμέντια ντελ’άρτε. Εξίσου -αν όχι περισσότερο- έλαμψε ο έξοχος Φιλίππο του βαρύτονου Τζόρτζο Καοντούρο, με υπόκριση χειρουργικής ακρίβειας και δεξιοτεχνικές φωνητικές επιδόσεις, ιδίως στην κολορατούρα, όπου ακουγόταν κάθε λέξη! Στο ρόλο του -έτερου μνηστήρα- Αλμπέρτο ο τενόρος Πιέτρο Ανταΐνι ξεχώρισε κυρίως για το καλαίσθητο τραγούδι του, ασταθές πάντως στην υψηλή φωνητική περιοχή.
Η οξύτητα του τίμπρου (σουμπρέτας) της σοπράνο Μαρίας Γκράτσια Σκιάβο, καλοτραγουδισμένης και ταιριαστά "λαϊκής" Λιζέττας, σκίασε κάπως την όλη ερμηνεία. Το εξίσου πλούσιο ηχόχρωμα της Κολομβιανής μεσοφώνου Αντρέα Νίνιο (στο ρόλο της Μαντάμα ντε λα Ροζ) ίσως ενδείκνυται για βαρύτερο ρεπερτόριο, ενώ το πιο ισορροπημένο μουσικοδραματικά γυναικείο πορτρέτο χάρισε ως Ντοραλίτσε η Ρουμάνα υψίφωνος Μαρτινιάνα Αντονίε.
Πολύ καλοί ήσαν στους μικρότερους ρόλους των Μονσού Τράβερσεν και Ανσέλμο αντίστοιχα ο Ισπανός βαρύτονος Πάμπλο Γκάλβεθ και ο συμπατριώτης του μπάσος Αλεχάνδρο Μπαλίνιας, ενώ φερέγγυα υπήρξε η συμμετοχή της χορωδίας του "Τεάτρο Φορτούνα" του Φάνο.
Επικεφαλής της Συμφωνικής Ορχήστρας "Ροσσίνι", ο πολύπειρος Ιταλός αρχιμουσικός Κάρλο Ρίτσι υπέγραψε μια μουσική διεύθυνση σφριγηλή σε τέμπι και δυναμικές, που προωθούσε συνεχώς τη δράση και υποστήριζε αδιάλειπτα τους τραγουδιστές.
ΙΙ. Ρεσιτάλ Μπελ Κάντο & Συμφωνική Συναυλία
Αν κάπου απογοήτευσε η φετινή διοργάνωση ήταν στα απογευματινά ρεσιτάλ μπελ-κάντο τραγουδιστών, που εμφανίζονται συνήθως -αλλά όχι πάντοτε- στις λυρικές παραγωγές του. Οι δύο πιο διάσημοι από αυτούς, η Νοτιοφρικανή υψίφωνος Πρήττυ Γέντε και ο Αμερικανός τενόρος Μάικλ Σπάιρς, ακύρωσαν την τελευταία στιγμή τις μοναδικές εμφανίσεις τους. Στην περίπτωση του Σπάιρς, το ROF έσπευσε να μετακαλέσει την διακεκριμένη Αμερικανίδα υψίφωνο Άντζελα Μηντ, η οποία, όμως, ακύρωσε και αυτή, λόγω ασθενείας, κυριολεκτικά …στο παρά πέντε! Έτερη αναπλήρωση δεν κατέστη δυνατή, με αποτέλεσμα να προσφερθεί τελικά μία συμφωνική συναυλία.
Από τα δύο ρεσιτάλ που παρακολουθήσαμε φέτος στο "Θέατρο Ροσσίνι", μεγαλύτερο ενδιαφέρον είχε αυτό που ήταν αποκλειστικά αφιερωμένο στον Ροσσίνι (τα προγράμματα εκτείνονται συχνά και εκτός της ροσσίνειας δημιουργίας).
Στις 17/8, προσφέρθηκε στο πλαίσιο συναυλίας, μια σπανιότητα, η σκηνική μουσική (για μπάσο, ανδρική χορωδία και ορχήστρα) που ο Ροσσίνι συνέθεσε για την τραγωδία του Σοφοκλή "Οιδίπους επί Κολωνώ" και είχε ν’ακουσθεί στο Πέζαρο από το 2007. Η νέα ακρόαση επιβεβαίωσε αρετές και προβλήματα μιας παρτιτούρας, που θα κέρδιζε ίσως περισσότερο από ένα σκηνικό ανέβασμα. Καμία ένσταση, πάντως, για τη θαυμάσια ερμηνεία του εκλεκτού Αργεντινού μπάσου Ναουέλ ντι Πιέρρο, για την οποία επιστρατεύθηκαν το δεδομένης ομορφιάς τίμπρο, το κύρος της απαγγελίας στα recitativi accompagnati, η δραματική νηφαλιότητα της αφήγησης, το αβίαστο τραγούδι στα λιγοστά αριόζι. Τον -γνωστό και από εμφανίσεις του στην Αθήνα- 38χρονο καλλιτέχνη, που πλαισίωσε επί σκηνής 15μελής ανδρική χορωδία του "Τεάτρο Φορτούνα" του Φάνο, συνόδευσε η Φιλαρμονική Ορχήστρα Ροσσίνι υπό την προσεγμένη μουσική διεύθυνση του Φαμπρίτσιο Ρουτζέρο.
Ορχήστρα και αρχιμουσικός άνοιξαν τη συναυλία με ωραίες, στρωτές αναγνώσεις 3 νεανικών "Sinfonie" του Ροσσίνι, της πιο γνωστής από τις "Νεανικές συμφωνίες" (αυτής σε μι μπεμόλ μείζονα) και των εναλλακτικών εκδοχών εισαγωγών στις όπερες "Η αλλόκοτη παρεξήγηση" και "Δημήτριος και Πολύβιος", που δόθηκαν, σε πρώτη εκτέλεση, στις πρόσφατες κριτικές εκδόσεις του "Ιδρύματος Ροσσίνι". Οι εκτελέσεις είχαν σαφώς εντονότερο μουσικολογικό ενδιαφέρον κατά το ότι αποκάλυπταν την εξέλιξη της συνθετικής γραφής με συχνά αξιοπρόσεκτη και απαιτητική εκτύλιξη του συμφωνικού ειρμού.
Προβληματισμούς άφησε, δυστυχώς, την προηγουμένη (16/8) το ρεσιτάλ της Σόνιας Πρίνα. Η Ιταλίδα μεσόφωνος -που είχε πολλά χρόνια να εμφανισθεί στο ROF- διακρίνεται πρωτίστως για τις επιδόσεις της στο ρεπερτόριο του μπαρόκ. Εν προκειμένω, σε μιαν αποπνικτική -λόγω υγρασίας- ατμόσφαιρα, αιφνιδίασε προτείνοντας ένα πρόγραμμα έντεχνων τραγουδιών σε 3 γλώσσες, το οποίο, όμως, μάλλον εξέθεσε τις αδυναμίες της παρούσας φωνητικής της κατάστασης. Οι ωραίες χαμηλές νότες συνοδεύονταν από περισσότερο πιεσμένες ψηλές, η εκφραστική παλέτα περιοριζόταν σε συνεχή παιχνίδια με τις δυναμικές και μια -ενίοτε υπερβολική- θεατρικότητα (πχ. στις μπελ-καντίστικες "3 Αριέττες" του Μπελλίνι), η άρθρωση και νοηματοδότηση του αδόμενου λόγου υπήρξε ατελής (ιδιαιτέρως σε γαλλικά τραγούδια των Ντυπάρκ και Μότσαρτ). Το "ροκ" ταμπεραμέντο της Πρίνα ταίριαξε περισσότερο με τα τραγούδια του Ροσσίνι και τα "7 ισπανικά λαϊκά τραγούδια" του ντε Φάλλια (κορυφαία στιγμή του ρεσιτάλ) και φυσικά στο μπαρόκ – που τιμήθηκε, πάντως, μόνο εκτός προγράμματος με τη δεξιοτεχνική άρια του Αρσάκη "Furibondo spira il vento" από την όπερα "Παρθενόπη" του Χαίντελ. Στα ατού η εξαιρετική πιανιστική συνοδεία του Πάολο Σπάνταρο Μουνίτο, που απέδωσε εμβόλιμα -άρτια!- σύντομα πιανιστικά κομμάτια των Ροσσίνι και Μπάρτοκ.
Τέλος, από την με πολλές περιπέτειες διεξαχθείσα συναυλία της 18/8 κρατάει κανείς το επιτυχημένο πρώτο μέρος κατά το οποίο η Φιλαρμονική Ορχήστρα "Ροσσίνι" απέδωσε με ρυθμομελωδική ακρίβεια, χιούμορ και εκφραστικότητα εισαγωγές από όπερες των Ροσσίνι ("Η κλέφτρα κίσσα" και "Ο Κουρέας της Σεβίλλης") και Μπελλίνι ("Ο Πειρατής"). Κομβική στάθηκε εν προκειμένω η γεμάτη παλμό και πλαστικότητα μουσική διεύθυνση του -εξίσου γνωστού μας από πρόσφατες εμφανίσεις στη Λυρική- Ντάνιελ Σμιθ. Ο ταλαντούχος Αυστραλός αρχιμουσικός είχε κάνει το διεθνές ντεμπούτο του εδώ στο ROF το 2013.
Με χάρη, μεγάλη σαφήνεια κινήσεων και …χωρίς παρτιτούρα ο Σμιθ μετέδιδε διαρκώς ένα νεανικό ενθουσιασμό στο σύνολο, το οποίο ανταποκρίθηκε με εγρήγορση. Αυτό έγινε ιδιαίτερα αντιληπτό και στην 9η Συμφωνία του Ντβόρζακ που επελέγη να αναπληρώσει το κενό που άφησαν οι ακυρώσεις των τραγουδιστών. Με σβέλτες ταχύτητες και αντλώντας το καλύτερο από τα αξιόπιστα έγχορδα και ξύλινα (ωραίο σόλο αγγλικού κόρνου στο largo) αλλά και τα πιο ασταθή χάλκινα (εσφαλμένη είσοδος κόρνων στο πρώτο μέρος!) της Φιλαρμονικής, ο αρχιμουσικός διέπλασε -με την ελάχιστη δυνατή προετοιμασία- μια δραματική ερμηνεία με σαφείς αφηγηματικές ποιότητες, παρά την μια κάποια βιασύνη στις κορυφώσεις.
Τις εν γένει κάπως αμήχανες εντυπώσεις επέτεινε η ανάμνηση ότι το Φεστιβάλ προσκαλούσε, κατά τις δύο πρώτες δεκαετίες του (αυτές των ‘80 και ‘90), όταν δηλ. ο προγραμματισμός δεν ήταν εστιασμένος κυρίως στην όπερα, μεγάλες ορχήστρες και αρχιμουσικούς…
Η επόμενη χρονιά αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αφενός γιατί θα παρουσιασθεί σκηνικά -επιτέλους- η νεανική όπερα του Ροσσίνι "Εντοάρντο και Κριστίνα" (το μοναδικό λυρικό του έργο που δεν έχει ποτέ παιχθεί στο ROF!) στην πρόσφατα ολοκληρωμένη κριτική της έκδοση από το "Ίδρυμα Ροσσίνι", αφετέρου γιατί την επανάληψη της παλιότερης παραγωγής της όπερας "Αυρηλιανός στην Παλμύρα" θα διευθύνει ο Γιώργος Πέτρου!
Λεζάντα πρώτης φωτογραφίας: Η Δυσδαιμόνα (Ελεονώρα Μπουράττο) στοχοποιείται ταυτόχρονα από τον πατέρα (Εβγκένι Σταβίνσκυ – αριστερά), τον υποψήφιο μνηστήρα Ροντρίγκο (Ντμίτρυ Κόρτσακ – κέντρο) και τον "κρυφό" σύζυγο Οθέλλο (Ενέα Σκάλα – δεξιά): σκηνή από την Α’ Πράξη της όπερας "Οθέλλος" του Ροσσίνι που παρουσιάσθηκε στο Φεστιβάλ Όπερας Ροσσίνι του Πέζαρο ("Αρένα Vitrifrigo", 17/8) © Studio Amati Bacciardi