Η συναυλία που ετοιμάζετε για τη Δευτέρα 26/9 στο Θέατρο Βράχων είναι απόρροια μιας προγενέστερης επί σκηνής συνάντησής σας, στο Christmas Theater, η οποία –όπως εύστοχα επισημαίνει το δελτίο Τύπου– συνέβη "έναν δύσκολο χειμώνα". Ποια ανάγκη τη γέννησε, τότε; Και ποιο θεωρείτε ως το πολυτιμότερο δώρο που σας χάρισε;
Γιώργος Νταλάρας: Έτσι γεννιούνται οι ευτυχείς συνεργασίες κι έτσι γίνονται οι συναυλίες που έχουν λόγο: από την ανάγκη επικοινωνίας με τον κόσμο. Κι αυτό ακριβώς είναι το πολύτιμο και πιο ακριβό δώρο που απολαμβάνουμε –η επικοινωνία, που με τα χρόνια γίνεται ακόμη πιο στέρεη και δυνατή. Κι επειδή είχαμε όντως έναν δύσκολο χειμώνα και τα τελευταία χρόνια αντιμετωπίσαμε μεγάλες προκλήσεις, αλλά κυρίως κρίσεις, οι τέχνες και ιδιαίτερα το τραγούδι έλειψαν πολύ στον κόσμο.
Επιβεβαιώθηκε άλλωστε και το καλοκαίρι, αφού οι ακροατές ήρθαν στις συναυλίες με μεγάλη αγάπη. Δείχνοντας να διψάνε για αυτή τη ζωντανή επαφή, που ίσως είναι παρηγοριά κι ελπίδα κι ανάσα από όλα τα άλλα που προβληματίζουν, αγχώνουν ή στενοχωρούν. Είναι απολύτως κατανοητή η δίψα του κόσμου για τις συναυλίες, όπως και για το θέατρο. Γιατί πιέστηκε κι απομονώθηκε πολύ.
Γιάννης Κότσιρας: Από τότε που ξεκίνησα, αν κάτι αγάπησα περισσότερο στις ζωντανές εμφανίσεις, είναι η δυνατότητα των συνεργασιών με άλλους καλλιτέχνες. Αυτή ακριβώς η στιγμή, που όντας πάνω στη σκηνή, γεννιούνται καινούριες εκτελέσεις τραγουδιών, καινούριες εμπειρίες και γενικότερα η συνάντηση δύο διαφορετικών κόσμων, η οποία οδηγεί σε κάτι πρωτότυπο. Έτσι και με τον Γιώργο Νταλάρα: ήταν μια τεράστια ευκαιρία να ξανασυστηθούμε.
Το δώρο λοιπόν που πήρα από τη συνεργασία μας, είναι η δυνατότητα να βρεθώ επί σκηνής με έναν από τους σημαντικότερους Έλληνες τραγουδιστές, αλλά κι έναν δικό μου μύθο. Όμως εκείνο που εμένα με συγκινεί είναι οι τρομερές ιστορίες που μου αφηγείται ο Γιώργος πριν και μετά τις συναυλίες. Είναι μια διαφορετική ματιά στη σύγχρονη ιστορία τόσο της Ελλάδας, όσο και του εγχώριου τραγουδιού. Κι αυτό είναι από τα πολυτιμότερα δώρα που μπορεί να πάρει κάποιος.
Μετά από τόσα χρόνια συναυλιών, τι είναι αυτό που συνεχίζει να σας κινητοποιεί για να βρεθείτε ξανά πάνω στο σανίδι; Και πώς αποτιμάτε τα live streaming που μπήκαν στη ζωή μας πρόσφατα –έστω και αναγκαστικά; Θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε νέα μορφή επικοινωνίας με το κοινό; Ή τα βλέπετε καταδικασμένα να είναι υποκατάστατα των ζωντανών εμφανίσεων;
Γ.Ν.: Νομίζω πως κινητήρια δύναμη είναι η αγάπη για τη μουσική. Η μουσική και οι μουσικοί. Δεν είναι καθόλου απλή διαδικασία –κι αυτή είναι και η γοητεία της. Η ζωντανή επαφή στις συναυλίες, η συμμετοχή του κόσμου δεν γίνεται να αντικατασταθεί από τα live streaming. Βοήθησαν βέβαια στη διάρκεια της καραντίνας, αλλά θεωρώ ότι δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τη συναυλία. Δεν γίνεται! Η ζεστασιά και ο ενθουσιασμός, το να ακούμε να τραγουδά το κοινό μαζί μας, δεν συγκρίνονται.
Γ.Κ.: Αυτό που με κινητοποιεί είναι φυσικά η επαφή με τον κόσμο, που τόσο αγαπώ: η προσωπική επαφή με τους ανθρώπους στους οποίους απευθύνονται τα τραγούδια μου. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να υποκατασταθεί με τίποτα. Το live streaming είναι ένα χρήσιμο εργαλείο επικοινωνίας σε δύσκολες εποχές, αλλά και σε περιπτώσεις που θέλεις να απευθυνθείς μαζικότερα, σε κοινό από όλον τον κόσμο. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν γίνεται να αντικαταστήσει τις συναυλίες.
Θα επιθυμούσατε να φτιάξετε κι έναν κοινό δίσκο μαζί, με καινούρια τραγούδια; Πόσο εύκολο και πόσο δύσκολο είναι κάτι τέτοιο, όπως έχει διαμορφωθεί το δισκογραφικό τοπίο εδώ και αρκετά (πια) χρόνια;
Γ.Ν.: Όλα είναι πιθανά! Μακάρι να γράφονται ωραία τραγούδια κι εμείς εδώ είμαστε. Μόνο στα ντουέτα έχουμε συνυπάρξει με τον Γιάννη. Ρωτήσατε για έναν δίσκο με καινούργια τραγούδια και το μυαλό μου πήγε αμέσως σε ένα ακόμη ταλέντο του, το στιχουργικό. Γράφει ωραίους στίχους ο Γιάννης. Μου έκανε εντύπωση και είχε μεγάλη ανταπόκριση κι από τον κόσμο.
Είναι δύσκολο, άνυδρο και σκληρό το τοπίο της δισκογραφίας, όπως το αναφέρατε. Ειδικά για τους νέους καλλιτέχνες. Προσωπικά νιώθω υποχρέωση να είμαι δίπλα τους και να βοηθάω όσο μπορώ. Και είναι μεγάλη η χαρά όταν βλέπω πως προχωράνε κι εξελίσσονται. Η δισκογραφία περνά μεγάλη κρίση, δεν "επενδύει" πια στα καλά τραγούδια. Είμαστε ίσως στη χειρότερη εποχή.
Υπάρχει ελπίδα, πάντως, μιας και υπάρχουν και καλές φωνές και καλά τραγούδια. Επιπλέον, έχει αποδειχτεί πως το εύπεπτο και το περιστασιακό δεν κερδίζουν στη μάχη με τον χρόνο. Μακάρι να μην το ξεχνάνε αυτό οι υπεύθυνοι των δισκογραφικών εταιριών –όσες απέμειναν– ή οι υπεύθυνοι των ραδιοφώνων με τις playlists.
Γ.Κ.: Θα το επιθυμούσα πάρα πολύ. Και μάλιστα να του γράψω εγώ καινούρια τραγούδια. Αλλά νομίζω ότι δεν είναι εύκολο, για πολλούς λόγους. Ο Νταλάρας, όντας ο σημαντικότερος τραγουδιστής από την παλιότερη γενιά, έχει συγκεντρωμένο υλικό ετών, που φυσικά έχει προτεραιότητα. Έτσι κι αλλιώς, βέβαια, νιώθω ότι πια δεν έχει πραγματικό νόημα η δημιουργία ολοκληρωμένων άλμπουμ με τη μορφή που έχουμε συνηθίσει. Η εποχή έχει αλλάξει πολύ και τα CD, ως φορέας ήχου, έχουν σχεδόν εγκαταλειφθεί. Όμως έστω κι ένα τραγούδι με τον Γιώργο, θα ήταν κάτι πολύ σημαντικό για μένα. Ίσως τα καταφέρουμε κάποια στιγμή.
Κύριε Κότσιρα, με αφορμή το τραγούδι "Σασμός" που ερμηνεύσατε στους τίτλους της ομώνυμης, επιτυχημένης τηλεοπτικής σειράς, είναι τα σίριαλ ένα αντίβαρο για τη νυν εικόνα της δισκογραφίας, ίσως και της ραδιοφωνίας; Είναι δηλαδή ένας τρόπος να ακουστούν ευρέως καινούριες δημιουργίες δίχως να χρειαστεί να παίξουν με τους όρους του YouTube και του Spotify; Ή το παιχνίδι αυτό είναι πλέον αναπόφευκτο, για κάθε καλλιτέχνη;
Γ.Κ.: Η εποχή της μουσικής μετάδοσης μέσω streaming ήρθε και δεν θα φύγει. Ούτε και μπορεί να αντικατασταθεί. Είναι ο καινούριος τρόπος και θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με αυτή. Δεν χρειάζεται άλλωστε να φοβόμαστε την τεχνολογία: είναι ο σύμμαχός μας, εάν φυσικά την κατανοήσουμε και τη χρησιμοποιήσουμε με μέτρο. Η παγίδα πάντα σε κάτι τέτοιο είναι να γίνει δικό σου εργαλείο –και όχι εσύ εργαλείο αυτής.
Ως προς τη μουσική, δεν πρέπει να μπερδεύουμε τον "Σασμό" με οτιδήποτε άλλο. Ο "Σασμός" είναι μια νέα μορφή τηλεοπτικού σήριαλ, το οποίο έχει ένα συνολικό soundtrack με πολλά τραγούδια και πάρα πολλή ορχηστρική μουσική, όλα γραμμένα αποκλειστικά για τη σειρά. Αυτό που συμβαίνει και με τον "Σασμό", όπως και με την πλειονότητα των επιτυχημένων σειρών, είναι πως έβαλαν ξανά την καλή μουσική στα σπίτια μας. Εκείνη τη μουσική, δηλαδή, που ουσιαστικά είχε εξαφανιστεί εντελώς από την τηλεόραση.
Σπουδαίες μουσικές, σε εξαιρετικές σειρές, ξαναμπήκαν λοιπόν στο σπίτι μας. Κι αυτό μόνο καλό μπορεί να είναι. Κι αν τα κανάλια τσακώνονται μεταξύ τους για τις πρωτιές, να είστε σίγουροι ότι εμείς οι μουσικοί, αλλά και οι ηθοποιοί, νιώθουμε μεγάλη χαρά για όλο αυτό που συμβαίνει με τα σήρια. Γιατί ανεβαίνει το συνολικό επίπεδο πολιτισμού το οποίο εκπέμπεται από τους δέκτες.
Στην κοινή συναυλία που δώσατε τον Ιούλιο στο "Άλσος", σας ακούσαμε να σχολιάζετε τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης για τις υποθέσεις του Δημήτρη Λιγνάδη και του Επαμεινώνδα Κορκονέα. Θεωρείτε ότι η Δικαιοσύνη συγκαταλέγεται ανάμεσα σε όσα έχουν απογοητεύσει την κοινή γνώμη στις μέρες μας;
Γ.Ν.: Προσπαθώ να είμαι φειδωλός στην κριτική σε θεσμούς, όπως η Δικαιοσύνη. Όμως απορώ κάποιες φορές. Αλίμονο αν ο κόσμος χάσει την εμπιστοσύνη του στη Δικαιοσύνη. Η Δημοκρατία μας πρέπει να στηρίζεται και να στηρίζει ένα ισχυρό και ανεξάρτητο δικαστικό σώμα, με νομικούς με όραμα, αρχές και ήθος.
Από την άλλη μεριά, το κοινό αίσθημα υπάρχει. Μπορεί να μην είμαστε νομικοί, όμως δεν γίνεται να μην απορούμε και να μην αντιδρούμε όταν αποφυλακίζεται κάποιος που σκότωσε ένα παιδί 15 χρονών σε ένα στενό των Εξαρχείων. Αλίμονο σε όποιον τόπο αφήνει να φωλιάζει στην καρδιά των ανθρώπων του το αίσθημα της αδικίας.
Γ.Κ.: Η δικαιοσύνη είναι κάτι γενικόλογο. Και το να βρίζουμε γενικόλογα τη δικαιοσύνη είναι κάτι εντυπωσιακό και πανεύκολο. Προσωπικά δεν μπορώ να τσουβαλιάζω τους πάντες και τα πάντα, ώστε να γίνομαι αρεστός.
Η ίδια δικαιοσύνη που καταδίκασε τον Δημήτρη Λιγνάδη αλλά τον άφησε ελεύθερο, είναι η ίδια δικαιοσύνη που καταδίκασε και φυλάκισε τους φασίστες της Χρυσής Αυγής, που καταδίκασε την 17 Νοέμβρη κλπ. Όμως οι νόμοι εύκολα μεταφράζονται και παρερμηνεύονται κατά το δοκούν. Οι άνθρωποι μπορούν να εξαντλούν την επιείκεια ή την αυστηρότητα ενός δικαστικού συστήματος είτε με προσωπικά, είτε με πολιτικά, είτε και με ταξικά κριτήρια. Επίσης, μέσω αυτών των κενών, μπορούν να ασκούνται και πολιτικές πιέσεις από κυβερνήσεις –όπως στις πρόσφατες, συγκεκριμένες περιπτώσεις.
Εγώ λοιπόν από ανθρώπους απογοητεύομαι και όχι από τη δικαιοσύνη συνολικά. Κι αν θέλουμε να είμαστε με τη σειρά μας δίκαιοι, εκείνο που θα πρέπει να απαιτούμε είναι να διασφαλιστεί η αντικειμενική ερμηνεία των νόμων και το σφράγισμα των όποιων "παραθύρων" ανακαλύπτουν διάφοροι επιτήδειοι δικηγόροι, πολιτικοί ή και δικαστές –όχι να ρίχνουμε στην πυρά τους πάντες και τα πάντα. Κι εκείνοι που πρέπει πρώτοι από όλους να γιατρέψουν τις παθογένειες των νόμων, είναι οι ίδιοι οι εργαζόμενοι στην δικαιοσύνη, που καταλήγουν να τσουβαλιάζονται εξαιτίας κάποιων.
Για σας, κύριε Νταλάρα, αυτή η σύμπραξη με τον Γιάννη Κότσιρα είναι ένας ακόμα κρίκος σε μια μακρά αλυσίδα συνεργασιών. Η οποία κρατά ήδη από τις αρχές της καριέρας σας και ανά περιστάσεις έλαβε μάλιστα και διεθνείς διαστάσεις, καθώς τραγουδήσατε και με διάσημα ονόματα από το εξωτερικό. Υπήρξαν όμως και περιπτώσεις που θέλατε πολύ μια συνεργασία, μα τελικά να μην ευοδώθηκε;
Γ.Ν.: Με τον Γιάννη περνάμε πολύ ωραία και νομίζω πως περνάνε και οι ακροατές ωραία, όπως φαίνεται. Είμαι από τους πολύ τυχερούς ανθρώπους σε αυτή τη δουλειά. Συνεργάστηκα με όσους αγάπησα, με όσους θαύμασα. Λέγοντας βέβαια τυχερός, δεν ξεχνώ και τη δουλειά και τη μελέτη. Γιατί όλες μου οι συνεργασίες ήταν αποτέλεσμα δουλειάς και διαρκούς μελέτης.
Αναγνωρίστηκε αυτή η προσπάθεια και από καλλιτέχνες στο εξωτερικό. Ο Sting, ο Paco De Lucía, ο Al Di Meola, η Dulce Pontes είναι κάποιες από τις ξεχωριστές συνεργασίες, που θα θυμάμαι πάντα. Να προσθέσω βέβαια σε αυτές και τις συμπράξεις με τις μεγάλες ορχήστρες και τους μεγάλους μαέστρους. Πριν αρκετά χρόνια, επίσης, παίξαμε στο Ηρώδειο με ξεχωριστούς τραγουδιστές και μουσικούς, ενώνοντας τις ακτές της Μεσογείου.
Η προσωπική μου επιδίωξη δεν είναι να συμπράξω με κάποιον διεθνή καλλιτέχνη απλά ως εύσημο. Μου αρέσει να υπάρχει μια ιδέα –και πάνω εκεί, σε αυτή την ιδέα, να γίνεται η παραγωγή και η μουσική συνάντηση. Με αυτή τη σκέψη και νοοτροπία λέω πάντα "ναι" σε ωραίες συνεργασίες.