Βάγκνερ, ρώσικη μουσική και Χρήστου από την ΚΟΑ: Tρεις συναυλίες, μία αποτίμηση

Μεγάλη προσέλευση κοινού παρατηρήθηκε στην «Αίθουσα Χρ. Λαμπράκης» του Μεγάρου Μουσικής και στις τρεις συναυλίες που προσέφερε η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών μέσα σε διάστημα ενός μήνα.

Βάγκνερ, ρώσικη μουσική και Χρήστου από την ΚΟΑ: Tρεις συναυλίες, μία αποτίμηση

Μεγάλη προσέλευση κοινού παρατηρήθηκε στην «Αίθουσα Χρ. Λαμπράκης» του Μεγάρου Μουσικής και στις τρεις συναυλίες που προσέφερε η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών μέσα σε διάστημα ενός μήνα. Ο εξαιρετικού ενδιαφέροντος και μεγάλης ποικιλίας προγραμματισμός δεν συνοδεύθηκε, πάντως, από την τόσο επιθυμητή σταθερότητα απόδοσης.

Η διεύρυνση του ρεπερτορίου της ΚΟΑ υπήρξε ένα από τα στοιχήματα του καλλιτεχνικού της διευθυντή Στέφανου Τσιαλή, και καλλιεργήθηκε πολύ συστηματικά ιδίως σε ό,τι αφορά την κινηματογραφική μουσική, περιλαμβανομένης της ζωντανής μουσικής συνοδείας ταινιών του βωβού κινηματογράφου.

Το -πέραν λυρικών γκαλά- άνοιγμα στην όπερα πρωτοεντοπίσθηκε πέρσι με αφορμή την κοντσερτάντε παρουσίαση της «Τόσκας» του Πουτσίνι, και συνεχίσθηκε τις προάλλες (21/2) με συναυλιακή παρουσίαση της δεύτερης πράξης από την όπερα «Τριστάνος και Ιζόλδη» του Ρίχαρντ Βάγκνερ. Πολλοί αμφισβητούν τέτοια ανοίγματα, είτε στο όνομα κάποιου -καλώς ή κακώς εννοούμενου- «πουρισμού» (κατ’αυτούς η πρώτη ορχήστρα της χώρας οφείλει να έχει ως κύρια αποστολή την υπεράσπιση και προβολή του αχανούς συμφωνικού ρεπερτορίου), είτε γιατί τα συνδέουν όχι με αμιγώς καλλιτεχνικές προθέσεις, αλλά με λογικές προσέλκυσης ευρύτερου κοινού και τόνωσης των εσόδων.

Έστω κι έτσι, και μολονότι δύσκολα αμφισβητείται ότι η ΚΟΑ δεν έχει καμία δουλειά να προτείνει έργα (όπως η «Τόσκα») που παρουσιάζονται σταθερά από την Λυρική, άλλο τόσο δεν θα πρέπει να υποτιμάται η αναμέτρηση με τα λυρικά δράματα του Ρίχαρντ Βάγκνερ, τα οποία -για στρεβλούς, ιδεολογικοπολιτικούς λόγους- παραμένουν εν πολλοίς άγνωστα στο ευρύ εγχώριο κοινό (με αξιέπαινη εξαίρεση την προσπάθεια που έγινε στην ΕΛΣ επί θητείας Μύρωνα Μιχαηλίδη).

Παρότι αυτή δεν ήταν η πρώτη παρουσίαση από την ΚΟΑ μερών μιας όπερας του Βάγκνερ (είχαν προηγηθεί το 2004 και το 2013, υπό τους Φιδετζή και Βασ. Χριστόπουλο αντίστοιχα, συναυλιακές εκτελέσεις της Α’ πράξης από την «Βαλκυρία», ενώ το 2008 δόθηκε η Γ’ πράξη από το «Λυκόφως των θεών», πάλι υπό τον Φιδετζή), ήταν σίγουρα η καλύτερη, όχι μόνο λόγω της αδιαμφισβήτητης προόδου του συνόλου κατά την τελευταία δεκαπενταετία, αλλά και λόγω της μετακλήσεως δύο διακεκριμένων Γερμανών τραγουδιστών, του τενόρου Στέφαν Φίνκε και της υψιφώνου Πέτρας Λανγκ, ερμηνευτών των βασικών ρόλων πέρσι στο περίφημο Φεστιβάλ Βάγκνερ του Μπάυρωυτ!

Πέρα από τη σκηνική εμπειρία των ρόλων, αμφότεροι διαθέτουν μεν την άνεση στις υψηλές νότες που επιτρέπει άρσεις πάνω από την τεράστια ορχήστρα, αλλά όχι και αξιομνημόνευτα ηχοχρώματα ή ιδιαίτερη προσωπικότητα, κάτι που στοίχισε στην εκφραστικότητα του τραγουδιού τους. Η φωνή της Λανγκ ήχησε δε αρκετά άδεια στην χαμηλή περιοχή, ενώ και η άρθρωση και νοηματοδότηση του αδόμενου λόγου υπήρξε λιγότερο εντελής από αυτήν του Φίνκε.

Ιδανικός πρόβαλε από άποψη ομορφιάς τίμπρου, εκφοράς του κειμένου και κύρους του χαρακτήρα ο βασιλιάς Μάρκε του Αμερικανού βαθύφωνου Τζέϊμς Μέλλενχοφ, ενώ πολύ καλή μουσικοδραματικά ήταν και η Μπρανγκαίνε της Σλοβένας μεσοφώνου Μπάρμπαρας Κοζέλι, που ξεχώρισε για το ωραίο, αισθησιακό φωνητικό ηχόχρωμα. Αξιοπρεπέστατες ήταν οι σύντομες παρεμβάσεις του τενόρου Χρήστου Κεχρή στους ρόλους των Μέλοτ και Κούρβεναλ, αλλά απολύτως αδικαιολόγητη η επί σκηνής χρήση παρτιτούρας στη δεύτερη περίπτωση.

Κατά τα λοιπά, ΚΟΑ και Τσιαλής απέδωσαν καλά το γράμμα της παρτιτούρας, με στρωτό, γενικά συντονισμένο ήχο στα έγχορδα (αν και χωρίς ιδιαίτερες εκλεπτύνσεις στη διάπλαση και ιεράρχηση των βαθμίδων της φραστικής) και ωραία σόλι των ξύλινων πνευστών. Όμως, καθώς στα βαγκνέρια μουσικά δράματα η πυκνότητα της συμφωνικής γραφής αντικατοπτρίζει τη συναισθηματική ένταση και τη νοηματική πολυσημία του ρομαντισμού, το ορχηστρικό παίξιμο ήχησε γενικόλογα διαπλασμένο και, κυρίως, συναισθηματικά αμέτοχο, άρα ανεπαρκές για την εκφραστική δικαίωση έργων τέτοιας εμβληματικής φόρτισης…

Βάγκνερ, ρώσικη μουσική και Χρήστου από την ΚΟΑ: Tρεις συναυλίες, μία αποτίμηση - εικόνα 1
Ο φλαουτίστας Στάθης Καραπάνος ερμηνεύει τη μεταγραφή για φλάουτο του «Κοντσέρτου για βιολί» του Χατσατουριάν, συνοδευόμενος από την ΚΟΑ υπό τον Γερμανό αρχιμουσικό Ματίας Φορέμνυ («Αίθουσα Χρ. Λαμπράκης» Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, 7/2) © Μαρία Γραμματικού

Δύο εβδομάδες νωρίτερα (7/2), σε μια συναυλία με ρωσικά έργα -στα οποία συνήθως διακρίνεται- υπό τον Ματίας Φορέμνυ, η ΚΟΑ συνδύασε το εξαιρετικό με το πραγματικά μέτριο.

Το πρώτο αφορούσε την ερμηνεία από τον φλαουτίστα Στάθη Καραπάνο της μεταγραφής για φλάουτο (από τον Ζαν-Πιερ Ραμπάλ) του «Κοντσέρτου για βιολί» του Χατσατουριάν. Ο 23χρονος ταχέως ανερχόμενος και διεθνώς σολίστ επέστρεψε στην ορχήστρα, της οποίας διατέλεσε -εκτάκτως- α’ φλάουτο τη σαιζόν 2017-2018, με μια μάλλον ιδιαίτερη επιλογή. Και τούτο γιατί το πρωτότυπο έργο σφύζει από φολκλορικά αρμενικά χορευτικά/ρυθμικά θέματα, που σίγουρα αναδεικνύονται εντελέστερα από τον ισχυρότερο ήχο του βιολιού.

Ο Καραπάνος δεν είναι όμως ένας οποιοσδήποτε μουσικός. Με άψογη δεξιοτεχνία, ανεπίληπτο έλεγχο αναπνοής και πεντακάθαρη άρθρωση δικαίωσε τα γρήγορα μέρη (και την δικής του ύφανσης καντέντσα του εναρκτήριου allegro con fermezza), ενώ φώτισε με έξοχα πτητικό ήχο και πηγαίο καντάμπιλε τις πιο μελωδικές/λυρικές παραγράφους (και δη τη νοσταλγική μελαγχολία του ραψωδικού αργού μέρους), καταφέρνοντας να μεταδώσει την εκφραστική αμεσότητα της γραφής του Χατσατουριάν. Ευχής έργο θα ήταν να αξιοποιηθεί το ταλέντο και η ξεχωριστή αντίληψη του σολίστ στο μέλλον και σε άλλα -σημαντικότερα- αυθεντικά κοντσέρτα για φλάουτο.

Πολύ καλή, ακριβής και σβέλτων αντανακλαστικών ήταν η ορχηστρική συνοδεία που διέπλασε ο Φορέμνυ. Χωρίς να υπολείπεται σε σφρίγος, η εξαιρετικά φροντισμένη δουλειά στις δυναμικές επέτρεπε διαρκώς τη διατήρηση των κρίσιμων ηχητικών ισορροπιών με το τόσο ευαίσθητο ξύλινο πνευστό.

Κατόπιν τούτων, αιφνιδίασε δυσάρεστα μετά το διάλειμμα η απόδοση της κοσμαγάπητης συμφωνικής σουίτας «Σεχραζάντ» του Ρίμσκυ-Κόρσακοφ. Στη γνωστή έλλειψη της κρίσιμης ποιότητας και διαφάνειας ήχου αλλά και της πλαστικότητας φραστικής του σώματος των εγχόρδων, ήλθαν να προστεθούν ελάχιστα εύροες αγωγικά ταχύτητες και δυναμικές (ιδίως στις κορυφώσεις), αλλά και πλήρης απουσία φαντασίας στη διαμόρφωση της μελωδικής γραμμής από τον Γερμανό αρχιμουσικό.

Και αν το εκφραστικά συγκρατημένο, αφηγηματικά αβαρές -παρότι ελεύθερο λαθών- παίξιμο του εξάρχοντος Δημήτρη Σέμση ίσως αναμενόταν, ξένισαν ιδιαίτερα οι αδιάφορες σολιστικές συνεισφορές από το σύνολο των πνευστών, ξύλινων (εξαιρουμένου του έξοχου φαγκότου του Λιοδάκη) και χάλκινων.

Εύλογα, έλειψε από την εκτέλεση η γλαφυρότητα του διαλόγου ανάμεσα σε ενότητες όπου αξιοποιείται η πλήρης ορχήστρα και σε αυτές με ποιότητες μουσικής δωματίου. Ακόμη χειρότερα, έμεινε κενό γράμμα ο ανεξάντλητος πλούτος, ο αισθησιασμός και η μαγνητική γοητεία του μουσικού «οριενταλισμού» στην πιο αντιπροσωπευτική έκφανσή του…

Βάγκνερ, ρώσικη μουσική και Χρήστου από την ΚΟΑ: Tρεις συναυλίες, μία αποτίμηση - εικόνα 2
Στο πλαίσιο συναυλίας της ΚΟΑ υπό τη μουσική διεύθυνση του Μίλτου Λογιάδη, η μεσόφωνος Ειρήνη Τσιρακίδου ερμηνεύει τα «Έξι τραγούδια σε ποίηση Τ.Σ. Έλλιοτ» του Γιάννη Χρήστου («Αίθουσα Χρ. Λαμπράκης» Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, 17/1) © Χάρης Ακριβιάδης

Τις συνολικά πιο ισορροπημένες εντυπώσεις άφησε η αφιερωμένη στον Γιάννη Χρήστου συναυλία της 17/1, που διηύθυνε ο Μίλτος Λογιάδης, με αφορμή τη συμπλήρωση 50ετίας από το θάνατό του. Σε αυτήν προσφέρθηκαν τρία εμβληματικά έργα των πρώτων δημιουργικών χρόνων (1949-1957) του σπουδαίου, πρόωρα χαμένου συνθέτη, που γοήτευσαν το πολυάριθμο -και άκρως νεανικό!- ακροατήριο.

Αρχικά, δόθηκε μία προσεγμένη ερμηνεία του πρώτου του έργου, του συμφωνικού ποιήματος «Η Μουσική του Φοίνικα», στο οποίο θαύμασε κανείς τόσο την αρτιότητα της φόρμας (αέναες μεταμορφώσεις του βασικού θεματικού κυττάρου, που όπως το μυθικό πτηνό αναγεννιέται από τις στάχτες του) όσο και την αφομοίωση των επιρροών του μουσικού μοντερνισμού (Στραβίνσκυ και Μπεργκ).

Η επιτυχία του έργου αυτού οδήγησε στην παραγγελία, ένα χρόνο αργότερα, της 1ης Συμφωνίας, με την εκτέλεση της οποίας έκλεισε η βραδιά. Εν προκειμένω, ο Χρήστου προχώρησε παραπέρα, αφομοιώνοντας στην ενορχήστρωση τη μουσική αισθητική των Μάλερ και Σοστακόβιτς, ενώ η γλώσσα του μοντερνισμού παρέμεινε παρούσα με το ποίημα του Τ.Σ. Έλλιοτ «Eyes that last I saw in tears», με το οποίο ολοκληρώθηκε η σύνθεση. Η επένδυση στους μελοποιημένους στίχους και η συναισθηματική φόρτιση της μελαγχολικής, σχεδόν ελεγειακής παρτιτούρας παρέπεμπαν στη δραματουργία των μαλερικών συμφωνιών. Και εδώ ο Λογιάδης άντλησε από την ΚΟΑ παίξιμο ρυθμομελωδικά ακριβές, άρτιας φραστικής και αρκούντως εκφραστικό.

Το ποίημα του Έλλιοτ απέδωσε η μεσόφωνος Ειρήνη Τσιρακίδου. Η ίδια είχε εμβόλιμα ερμηνεύσει τα «Έξι τραγούδια σε ποίηση Τ.Σ. Έλλιοτ» που ακούσθηκαν στην ορχηστρική τους εκδοχή. Παρά την ανομοιογένεια των ρετζίστρων, η σολίστ διέθετε και το σκούρο φωνητικό ηχόχρωμα και το κατάλληλο ύφος που απαιτούν τα συγκεκριμένα ποιήματα, η μελοποίηση των οποίων αντλεί έμπνευση από τον Μπεργκ και τη «Δεύτερη σχολή της Βιέννης». Ατυχώς, η ερμηνεία της στιγματίσθηκε από τη θολή εκφορά του αδόμενου -σαν ιδιότυπο Sprechgesang- λόγου (σε αγγλική και γαλλική γλώσσα) και την ατελή του νοηματοδότηση, αμβλύνοντας τον απόηχο της ατμοσφαιρικής ορχηστρικής συνοδείας.

Σε κάθε περίπτωση, η επιτυχημένη συναυλία (που συνδιοργανώθηκε με το Μέγαρο Μουσικής) αποτέλεσε μια αναγκαία υπενθύμιση της μυθικής προσωπικότητας και του σημαντικού έργου του κοσμοπολίτη Αιγυπτιώτη συνθέτη, η πρόωρη απώλεια του οποίου υπήρξε εξίσου βαρύνουσα για τη μουσική μας ζωή με αυτήν του -σχεδόν στην ίδια ηλικία εκδημήσαντα!- Νίκου Σκαλκώτα...

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Μουσική

Τα Κουφονήσια γίνονται και φέτος το σταυροδρόμι της κλασικής μουσικής

Για ένατη χρονιά, το Φεστιβάλ Κλασικής Μουσικής Κουφονησίων συγκεντρώνει διεθνείς καλλιτέχνες, υπό την επιμέλεια του Κορνήλιου Μιχαηλίδη, με έξι μοναδικές συναυλίες και εκπαιδευτικά προγράμματα.

ΓΡΑΦΕΙ: ATHINORAMA TEAM
17/07/2024

Οι Last Drive αποχαιρετούν το κοινό τους σε δύο τελευταίες συναλίες

Το ελληνικό ροκ συγκρότημα ζωντανά στο "Gagarin" για δύο μοναδικές συναυλίες στη πρωτεύουσα.

Το 10ο Our Festival φέρνει στο Φεστιβάλ Ρεματιάς ένα τριήμερο μουσικής ποικιλομορφίας

Ανακαλύψτε την πολυμορφία της μουσικής σε ένα 3ήμερο κάτω από τα δέντρα του Ευριπίδειου Θεάτρου Ρεματιάς Χαλανδρίου, με jazz, bossa nova, ποίηση και σκληρό ήχο.

Ο Μίνως Μάτσας λέει τα τραγούδια των "αγνών πληγωμένων ψυχών"

Ο καταξιωμένος συνθέτης ενώνει το ρεμπέτικο με τον ήχο της Πορτογαλίας, της Αργεντινής και του Μισισιπή σε μια συναυλία στο Ηρώδειο.

Δέσποινα Βανδή, 30 χρόνια μετά, η αγάπη η αληθινή σου μοιάζει ακόμα με ουτοπία;

Σίγουρα όχι, πιστεύω, μετά την τόση λατρεία στο Θέατρο Πέτρας, από ένα νεανικό πλήθος που ήρθε ενθουσιωδώς να γιορτάσει μαζί της. Αποδεικνύοντας ότι, όσο κι αν απαξιοί η σοβαρή κριτική απέναντι σε ό,τι βλέπει ως βλαχομπαρόκ αχταρμά Δύσης και Ανατολής, εκείνη αντέχει μέσα στις δεκαετίες, παραμένοντας μια κοσμαγάπητη πριγκιπέσα της λαϊκοπόπ.

Για δωδέκατη χρονιά το Φεστιβάλ Μουσικής Δωματίου Χανίων στα Χανιά

Ο τίτλος του φεστιβάλ "ανατολικός και δυτικός άνεμος" μας εισάγει στη πολυπολιτισμική χροιά που θα ηχήσει από τις 26 Αυγούστου έως 4 Σεπτεμβρίου στη Κρήτη.

Το πρώτο Jazzét Festival είναι γεγονός

Το Θέατρο Πέτρας φιλοξενεί μια τριήμερη γιορτή της τζαζ με κορυφαίους καλλιτέχνες από την Ελλάδα και το εξωτερικό.