«Ημέρες Μουσικού Θεάτρου» στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ: απογείωση και …αποδόμηση της ελληνικής οπερέτας

Αφιερωμένες στην ελληνική οπερέτα, βασική έκφανση του εγχώριου ελαφρού μουσικού θεάτρου, ήσαν οι φετινές, εξαιρετικά ερεθιστικές «Ημέρες Μουσικού Θεάτρου» που διοργάνωσε η Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ.

«Ημέρες Μουσικού Θεάτρου» στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ: απογείωση και …αποδόμηση της ελληνικής οπερέτας

Αφιερωμένες στην ελληνική οπερέτα, βασική έκφανση του εγχώριου ελαφρού μουσικού θεάτρου, ήσαν οι φετινές, εξαιρετικά ερεθιστικές «Ημέρες Μουσικού Θεάτρου» που διοργάνωσε η Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ. Όσο και αν ο χαρακτηρισμός «θησαυροί» δεν ανταποκρίνεται και στα τρία έργα που παρουσιάσθηκαν, οι παραστάσεις έδωσαν τροφή για σκέψη ως προς το πώς πρέπει, πώς μπορεί και πώς …δεν ενδείκνυται ν’ανεβαίνει σκηνικά σήμερα η ελληνική οπερέτα!

Θέαμα συνδυασμένο πρωτίστως με τη διασκέδαση της ανελισσόμενης μεσοαστικής τάξης του Μεσοπολέμου, η οπερέτα έπεσε μεταπολεμικά σε ανυποληψία και -πλην ελαχίστων εξαιρέσεων- σε λήθη. Έγκυρος μελετητής και λάτρης του είδους, ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Εναλλακτικής Σκηνής Αλέξανδρος Ευκλείδης είχε ήδη επιμεληθεί προ ετών, στο Φουαγέ της παλιάς Λυρικής, της συναυλιακής παρουσίασης, με συνοδεία πιάνου, μιας σειράς από ξεχασμένα, έστω άνισης ποιότητας, έργα.

Για τα εγκαίνια της φετινής διοργάνωσης πρότεινε, πάντως, ένα αδιαμφισβήτητο διαμαντάκι, την «Σατανερί» του Θεόφραστου Σακελλαρίδη, του σημαντικότερου των συνθετών της αθηναϊκής οπερέτας και δημιουργού του μέχρι σήμερα δημοφιλέστατου «Βαφτιστικού». Το έργο παρουσιάσθηκε σε σκηνοθεσία δική του και Δημήτρη Δημόπουλου και σε μουσική διεύθυνση του συνθέτη Χαράλαμπου Γωγιού, ο οποίος αποκατέστησε και το πρωτότυπο μουσικό υλικό. Η ίδια δημιουργική ομάδα είχε υπογράψει και την πρώτη πλήρη μεταπολεμική αναβίωση του έργου, που έγινε στο Ρωμαϊκό Ωδείο Πάτρας (10-6-2014) για λογαριασμό του Εργαστηρίου Μουσικού Θεάτρου του τοπικού ΔΗΠΕΘΕ. Στην παράσταση της Εναλλακτικής Σκηνής, που παρακολουθήσαμε στις 19/5, ακούσθηκε για πρώτη φορά η αυθεντική ενορχήστρωση του 1930.

Απολύτως σύγχρονη (!) του θρυλικού «Μαχαγκόνυ» των Μπρεχτ/Βάϊλ, η «Σατανερί», μια «σατυρική φαντασμαγορία» σε πρόλογο και δύο μέρη, αποτελεί ένα ηθ(ικ)οπλαστικό πλην ευφυές έργο, στο οποίο ένας ταλαίπωρος και απηυδισμένος από την …εντιμότητά του δημόσιος ταμίας αμφιταλαντεύεται μεταξύ Κόλασης και Παραδείσου, αφού συγκρίνει τα οφέλη της ανηθικότητας έναντι της παραδοσιακής ηθικής στον διαρκώς μεταλλασσόμενο καπιταλισμό…

Η επικαιρότητα του θέματος επέτρεψε στους δεδομένης πείρας και αντίληψης σκηνοθέτες να στήσουν μιαν παράσταση με ρυθμό και αφηγηματική σαφήνεια, η οποία σεβάσθηκε και ανέδειξε το πρωτότυπο υλικό, τους κώδικες και τις περίτεχνες ισορροπίες του, συνοδεύοντας το από περιορισμένες, απολύτως στοχευμένες σύγχρονες αναφορές. Αντίστοιχα ίσχυσαν και σε επίπεδο οπτικοποίησης (σκηνικά-κοστούμια: Αλεξία Θεοδωράκη), ενώ καθοριστική απέβη η πεντακάθαρη άρθρωση του ενίοτε καθαρευουσιάνικου λόγου, ιδίως στο βαθμό που συνοδεύθηκε -ορθά- από την απουσία υπερτίτλων και μικροφώνων. Σε συνδυασμό με την ολόψυχη αφιέρωση και το δέσιμο του μεγάλου αριθμού μονωδών και χορωδών (το γυναικείο φωνητικό σύνολο chórεs – διεύθυνση: Μαρίνα Σάττι), θέαμα και ακρόαμα έρρευσαν απνευστί παρά την πλέον των 2 ωρών διάρκεια, προσφέροντας και γέλιο και αφορμή για …περίσκεψη.

Η διανομή ευτύχησε τόσο στο πρωταγωνιστικό ζεύγος όσο και στους πολυάριθμους δευτερεύοντες ρόλους. Με τη σβέλτη παρουσία, τη χάρη αλλά και τη …μανιέρα που έχει πλέον διαπλάσει -και τον καθιστούν αναντικατάστατο στις παραγωγές του είδους- ο τενόρος Δημήτρης Ναλμπάντης έλαμψε ως Ανδρέας. Πλάι του, η υψίφωνος Μυρτώ Μποκολίνη σκιαγράφησε, με προσεγμένο τραγούδι και υπόκριση, έναν σκηνικά ακαταμάχητο, άλλοτε προκλητικά επικίνδυνο, άλλοτε αποστασιοποιημένο Σατανά. Με φυσικότητα και κέφι αποδόθηκαν και οι υπόλοιποι -κατά βάση, καρατερίστικοι- χαρακτήρες, από τους οποίους ξεχώρισαν η Συναπίκω της Μαρίας Κατριβέση και ο Ξενοκράτης του έμπειρου Κωστή Ρασιδάκι.

Ο Γωγιός διηύθυνε με σφρίγος και ελαφρύ χέρι ένα 18μελές ενόργανο σύνολο εξαίρετων μουσικών, συντονίζοντας με άνεση όλους τους συντελεστές και αναδεικνύοντας πειστικά αυτό το συνειδητά απενοχοποιημένο σακελλαρίδειο κράμα από ρομαντικές άριες (με «δάνεια» από Γκουνώ μέχρι Βέρντι), δημοτικά, ρεμπέτικα, μπλουζ και φοξ τροτ! Η αρτιότητα της παράστασης στο μουσικό σκέλος τού οφείλει πολλά.

Η σοβαρότητα και το μεράκι που επενδύθηκε σε κάθε επίπεδο αλλά και η ώσμωση μεταξύ όλων των συντελεστών αξιοποιήθηκαν σε μιαν υποδειγματική δουλειά μουσικού θεάτρου, η οποία έδειξε την κατεύθυνση που πρέπει ν’ακολουθείται σε κάθε σύγχρονο ανέβασμα ελληνικής οπερέτας!

«Ημέρες Μουσικού Θεάτρου» στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ: απογείωση και …αποδόμηση της ελληνικής οπερέτας - εικόνα 1
Η πριγκήπισσα Ντόλλυ (Άννα Στυλιανάκη, πάνω αριστερά) και η δεσποινίδα επί των τιμών Μπέττυ (Χρύσα Μαλιαμάνη, κάτω αριστερά) αποχαιρετούν τους καπετάν Βάγγο (Χρήστος Κεχρής, πάνω δεξιά) και Πέτρο (Νίκος Κοτενίδης, κάτω δεξιά), προτού αυτοί αναχωρήσουν για να υπερασπισθούν τη νήσο Σάσσωνα που επιβουλεύονται οι Αλβανοί: σκηνή από την Γ’ πράξη της οπερέτας «Η Πριγκήπισσα της Σάσσωνος» του Σαμάρα © Δημήτρης Σακαλάκης

Αν η εναρκτήρια παραγωγή του κύκλου κατέδειξε τις δυνατότητες για μια νέα, φρέσκια σκηνική προσέγγιση της οπερέτας, η τελευταία -αυτή της «Πριγκήπισσας της Σάσσωνος» του Σαμάρα, που παρακολουθήσαμε στις 12/6- αποτέλεσε την πιθανότατα εντελέστερη «παραδοσιακή» παράσταση ελληνικού ελαφρού μουσικού θεάτρου που έχει προσφερθεί κατά τα τελευταία χρόνια.

Έξι σχεδόν δεκαετίες μετά το τελευταίο σκηνικό του ανέβασμα (ΕΛΣ, 1957), το έργο παρουσιάσθηκε προ τριετίας (27-5-2016) συναυλιακά -αλλά σε δραματουργική καθοδήγηση της διανομής από τον Ευκλείδη- στο θέατρο «Παλλάς». Η παρτιτούρα είχε τότε μόλις αποκατασταθεί εξαιρετικά από το μουσικολόγο Γιάννη Τσελίκα και το Κέντρο Ελληνικής Μουσικής.

Η παρούσα, πρώτη πλήρης σκηνική αναβίωση ανατέθηκε στο διακεκριμένο σκηνοθέτη Βίκτωρα Αρδίττη. Έχοντας επίγνωση ότι ξέρει λίγα για την οπερέτα και τον Σαμάρα και κληθείς ν’αντιμετωπίσει το δραματουργικά αδύναμο λιμπρέτο των Λάσκαρη και Δημητρακόπουλου (που παρότι αντανακλά μιαν ταραγμένη εποχή, κατά την οποία συντελέσθηκε η εδαφική εξάπλωση της Ελλάδας, ασχολείται πρωτίστως με έρωτες και τοπικές μικρο-ίντριγκες), αυτός ενέσκηψε με προσοχή και σεβασμό στο ενίοτε ετερόκλητο μουσικοθεατρικό υλικό, προτείνοντας μια ανάλαφρη παράσταση-κέντημα.

Ανέπλασε κατ’αρχάς επιτυχώς την ατμόσφαιρα της εποχής λίγο πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με τη βοήθεια του λιτού πλην λειτουργικού σκηνικού του Αντώνη Δαγκλίδη (που παρέπεμπε αφαιρετικά σε μιαν επτανησιακή έπαυλη), και των κοστουμιών της Αλεξίας Θεοδωράκη. Τοποθέτησε ακολούθως την πολυπληθή ορχήστρα πίσω από το σκηνικό, διασφαλίζοντας την εγγύτητα προς το κοινό μιας διανομής, που καθοδηγήθηκε -και κινήθηκε (από την Ίριδα Νικολάου)- με αλάνθαστη θεατρικότητα, ενώ απέδωσε φροντισμένα και την πρόζα. Τοποθέτησε, τέλος, χορωδούς και μη συμμετέχοντες μονωδούς στα άκρα της σκηνής, διευκολύνοντας (σαν άλλο «θέατρο εν θεάτρω») την αβίαστη «είσοδό» τους στα δρώμενα και μεγάλη ρευστότητα αφήγησης. Εύλογα, οι καθοριστικές στο έργο συνεχείς ανατροπές καταστάσεων και η πειστική σκιαγράφηση χαρακτήρων -τόσο αυτών των πρωταγωνιστικών ζευγαριών όσο και των αρκετών υποστηρικτικών ρόλων- αναδείχθηκαν με μοναδική γλαφυρότητα.

Έτερο παράγοντα της επιτυχίας αποτέλεσε η σωστή επιλογή μιας άκρως ισορροπημένης διανομής από νέους, ακμαίους μονωδούς, που αναμετρήθηκαν έντιμα με την συχνά απαιτητική -κυρίως για τις γυναίκες- φωνητική γραφή. Οι υψίφωνοι Άννα Στυλιανάκη (πριγκήπισσα Ντόλλυ) και Χρύσα Μαλιαμάνη (δεσποινίδα επί των τιμών Μπέττυ), ο τενόρος Χρήστος Κεχρής (καπετάν Βάγγος) και ο βαρύτονος Νίκος Κοτενίδης (Πέτρος) ενσάρκωσαν με μουσικοδραματική ακρίβεια τις ξένες αριστοκράτισσες και τους ηπειρώτες οπλαρχηγούς που αυτές ερωτεύονται …με αφορμή τις φήμες για επικείμενη επίθεση των Αλβανών στο -τότε ελληνικό- νησί! Καθ’όλα αξιόπιστη υπήρξε η συμμετοχή των Γιάννη Φίλια (Παρασκευάς), Βαγγέλη Μανιάτη (Δον Αλόντζο), Νίκου Καραγκιαούρη (Φον Κράπφεν), Ελένης Μπαρκαγιάννη (Μις Σαμπούκω) και Δημήτρη Σιγαλού (Σινιόρ Σιροπέτη), όπως και η εν γένει παρουσία της Χορωδίας του Δήμου Αθηναίων (διεύθυνση: Σταύρος Μπερής).

Έχοντας στη διάθεσή του την -εξοικειωμένη με το έργο- Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Αθηναίων, ο Μιχάλης Παπαπέτρου διέπλασε μια ρευστή, μελωδική ορχηστρική συνοδεία που ανέδειξε άρτια την περίτεχνη ενορχήστρωση στην οποία κοσμοπολίτικα στοιχεία (από τη γαλλική opéra-comique και δευτερευόντως τη βιεννέζικη οπερέτα, όπως βαλς και τανγκό) συνυπάρχουν αρμονικά με εθνικά ακούσματα (π.χ. παραδοσιακούς -δημοτικογενείς/επτανησιακούς- σκοπούς). Μόνο το ρυθμικά και αρμονικά δύσκολο φινάλε με τη σπονδυλωτή διάρθρωση έφερε όλους στα όρια τους…

«Ημέρες Μουσικού Θεάτρου» στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ: απογείωση και …αποδόμηση της ελληνικής οπερέτας - εικόνα 2
To σύνολο των μουσικών συντελεστών της οπερέτας «Η πρώτη αγάπη» του Νίκου Χατζηαποστόλου: διακρίνονται καθήμενοι σε πρώτο πλάνο (από αριστερά προς τα δεξιά) οι Διονύσης Τσαντίνης (Νίκος), Αναστασία Κότσαλη (Ελένη) και Γιώργος Ρούπας (Μιχαλάκης) και στην πίσω σειρά ο κοντραμπασίστας Δημήτρης Τίγκας, η Λητώ Μεσσήνη (Ρενέ), ο ακορντεονίστας Σταμάτης Πασόπουλος και ο κλαρινετίστας Μάριο Αδρόβερ Πάρδο © Γεράσιμος Δομένικος

Παραδόξως, προβληματισμό γέννησε η παρακολούθηση (30/5) παράστασης της αισθηματικής οπερέτας «Η πρώτη αγάπη» του Νίκου Χατζηαποστόλου, εμβόλιμης παραγωγής του κύκλου. Ήταν η πρώτη φορά που το συγκεκριμένο έργο παρουσιαζόταν σκηνικά στην Εθνική Λυρική Σκηνή, ενενήντα χρόνια μετά το πρώτο του ανέβασμα (1929). Μιαν αρκετά ακριβή εικόνα του -εν συγκρίσει με τα προηγούμενα, οπωσδήποτε υποδεέστερης μουσικοθεατρικής αξίας- έργου είχαμε αποκομίσει από την παλαιότερη (4-1-2015) συναυλιακή παρουσίασή του στο Φουαγέ του θέατρου «Ολύμπια».

Εν προκειμένω, η οπερέτα ανέβηκε σε συμπαραγωγή με την ανήσυχη ομάδα μουσικού θεάτρου «Ραφή», σε σκηνοθεσία – δραματουργική επεξεργασία Προμηθέα Αλειφερόπουλου και ενορχήστρωση – διασκευή του ταλαντούχου συνθέτη Μιχάλη Παρασκάκη.

Όπως και ο Αρδίττης, ο Αλειφερόπουλος (γνωστός ως ένας εξαιρετικά ικανός ηθοποιός) δεν έκρυψε την ελλιπή εξοικείωσή του με τον κόσμο της οπερέτας. Σε σχετικό σημείωμά του ανέφερε ότι, παρότι «δεν νιώθει σε καμία περίπτωση ότι είναι ένα έργο που τον αφορά η θεματολογία του, που τον ενδιαφέρει η πλοκή του ή που τον εκφράζει η ηθική του», ακούγοντας «παλιές εκτελέσεις μουσικών κομματιών του», «όμορφων μελωδιών, αρκετά ομόρροπων... με την ηθική και την αισθητική της εποχής του» εκτίμησε ότι του «…παρουσιάσθηκε η ευκαιρία να δούμε αυτές τις ηθικές αξίες που θεωρούμε ξεπερασμένες με μια κριτική ματιά, να τις σχολιάσουμε, να γελάσουμε στα μούτρα τους».

Η όλη παράσταση κινήθηκε πράγματι σε μια λογική συνειδητής αποφυγής της νοσταλγίας και υπερβολικού κυνισμού/σαρκασμού, που ελάχιστα, πάντως, κατέστησε το έργο «επίκαιρο» ή πιο σύγχρονο. Εκτός εάν κάτι τέτοιο σηματοδοτούσε η χρήση τηλεοπτικών -και δη λατινοαμερικάνικης/βραζιλιάνικης έμπνευσης- ή άλλων στερεοτύπων για τους γυναικείους χαρακτήρες (όπως η μετατροπή της πρωταγωνίστριας Ελένης -όχι πια Ντίνας!- σε κάτι μεταξύ καρτούν και υστερικής γεροντοκόρης, της όμορφης ζωντοχήρας Ρένας σε …σεξομανή Ρενέ ή η «μετατροπή» της υπηρέτριας Χαρίκλειας σε …τηλεκατευθυνόμενο όχημα!). Όχι τυχαία, οι δύο ανδρικοί χαρακτήρες (Νίκος – Μιχαλάκης) σκιαγραφήθηκαν πιο παραδοσιακά, με οικείες αναφορές σε αντίστοιχα πρότυπα του παλιού ασπρόμαυρου κινηματογράφου.

Η «πρώτη αγάπη», όμως, ανήκει στη μειοψηφία των έργων του ρεπερτορίου της οπερέτας που δεν χαρακτηρίζεται από την επικράτηση του στοιχείου της φάρσας και δη των περιπλοκών που συνεπάγεται η συζυγική απιστία, αλλά από την -σίγουρα αφελή- αναπόληση της ρομαντικής αγάπης των πρωταγωνιστών Ντίνας και Νίκου. Αναπόδραστα, η σκηνοθετική προσέγγιση έμενε διαρκώς μετέωρη, πολλώ δε μάλλον όταν υποστηριζόταν από μία μινιμαλιστική, όχι πάντοτε συνεκτική και καλόγουστη σκηνική εικόνα (σκηνικά –κοστούμια: Χριστίνα Σπανού).

Ούτε, όμως, σε μουσικό επίπεδο κύλησαν καλύτερα τα πράγματα. Αντί της αυθεντικής παρτιτούρας, προσφέρθηκε μία λιτή ενορχήστρωση/διασκευή του Παρασκάκη για τρία μόλις όργανα (κλαρινέτο, ακορντεόν, κοντραμπάσο). Παρά το ενδιαφέρον της πρότασης και την ποιότητα της εκτέλεσης, η επιλογή οργάνων που παραπέμπουν στον ήχο του μεσοπολέμου ήταν μάλλον ξένη προς τον κόσμο του αστικού τραγουδιού και της αθηναϊκής καντάδας, με τον οποίο είναι άρρηκτα συνδεδεμένη η εξόχως μελωδική, γλυκερή γραφή του Χατζηαποστόλου, ενώ απουσίασαν έντονα και οι εξίσου χαρακτηριστικές αναφορές σε δημοφιλείς κοσμοπολίτικους χορούς της εποχής. Ατυχώς, οι συνέπειες υπήρξαν ακόμη μεγαλύτερες σε φωνητικό επίπεδο, όπου η έλλειψη μελωδικότερης γραμμής δυσκόλευε συχνά τους τραγουδιστές, εκθέτοντάς τους σε αρκετά ορθοτονικά ολισθήματα… Παρότι όλοι τους έκαναν το καλύτερο δυνατό, μόνο ο μπασοβαρύτονος Διονύσης Τσαντίνης προσέφερε -ως Νίκος- ένα σχετικά ολοκληρωμένο μουσικοδραματικά πορτρέτο.

Τη συγκεκριμένη δουλειά επέλεξε η Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ για την πρώτη περιοδεία της, σε δέκα επιλεγμένους χώρους στην Περιφέρεια Αττικής και τους Δελφούς, το φετινό καλοκαίρι. Κατανοητή ίσως λόγω μεγεθών και αριθμού συντελεστών, η επιλογή ξένισε επί της ουσίας, ιδίως αν ήθελε θεωρηθεί ως ιδανικό δείγμα γνωριμίας του ευρύτερου, και δη νεώτερου κοινού με την ελληνική οπερέτα. Και τούτο γιατί σε κάθε -αναμφίβολα θεμιτή- απόπειρα «αποδόμησης» ενός μουσικοθεατρικού είδους ελλοχεύει συχνά ο κίνδυνος …απαξίωσής του!

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Μουσική

Τα Κουφονήσια γίνονται και φέτος το σταυροδρόμι της κλασικής μουσικής

Για ένατη χρονιά, το Φεστιβάλ Κλασικής Μουσικής Κουφονησίων συγκεντρώνει διεθνείς καλλιτέχνες, υπό την επιμέλεια του Κορνήλιου Μιχαηλίδη, με έξι μοναδικές συναυλίες και εκπαιδευτικά προγράμματα.

ΓΡΑΦΕΙ: ATHINORAMA TEAM
17/07/2024

Οι Last Drive αποχαιρετούν το κοινό τους σε δύο τελευταίες συναλίες

Το ελληνικό ροκ συγκρότημα ζωντανά στο "Gagarin" για δύο μοναδικές συναυλίες στη πρωτεύουσα.

Το 10ο Our Festival φέρνει στο Φεστιβάλ Ρεματιάς ένα τριήμερο μουσικής ποικιλομορφίας

Ανακαλύψτε την πολυμορφία της μουσικής σε ένα 3ήμερο κάτω από τα δέντρα του Ευριπίδειου Θεάτρου Ρεματιάς Χαλανδρίου, με jazz, bossa nova, ποίηση και σκληρό ήχο.

Ο Μίνως Μάτσας λέει τα τραγούδια των "αγνών πληγωμένων ψυχών"

Ο καταξιωμένος συνθέτης ενώνει το ρεμπέτικο με τον ήχο της Πορτογαλίας, της Αργεντινής και του Μισισιπή σε μια συναυλία στο Ηρώδειο.

Δέσποινα Βανδή, 30 χρόνια μετά, η αγάπη η αληθινή σου μοιάζει ακόμα με ουτοπία;

Σίγουρα όχι, πιστεύω, μετά την τόση λατρεία στο Θέατρο Πέτρας, από ένα νεανικό πλήθος που ήρθε ενθουσιωδώς να γιορτάσει μαζί της. Αποδεικνύοντας ότι, όσο κι αν απαξιοί η σοβαρή κριτική απέναντι σε ό,τι βλέπει ως βλαχομπαρόκ αχταρμά Δύσης και Ανατολής, εκείνη αντέχει μέσα στις δεκαετίες, παραμένοντας μια κοσμαγάπητη πριγκιπέσα της λαϊκοπόπ.

Για δωδέκατη χρονιά το Φεστιβάλ Μουσικής Δωματίου Χανίων στα Χανιά

Ο τίτλος του φεστιβάλ "ανατολικός και δυτικός άνεμος" μας εισάγει στη πολυπολιτισμική χροιά που θα ηχήσει από τις 26 Αυγούστου έως 4 Σεπτεμβρίου στη Κρήτη.

Το πρώτο Jazzét Festival είναι γεγονός

Το Θέατρο Πέτρας φιλοξενεί μια τριήμερη γιορτή της τζαζ με κορυφαίους καλλιτέχνες από την Ελλάδα και το εξωτερικό.