Κανείς δεν μπορεί να ξέρει σε πόσα σπίτια θα είχε φτάσει η ιρλανδική μουσική εάν οι εκτελέσεις folk κομματιών από τους Chieftains, και κυρίως τους Dubliners ("Wild Rover", "The Fields of Athenry"), δε σημείωναν εντυπωσιακή επιτυχία στα '60s και '70s. Οι θρύλοι The Pogues πήραν τη σκυτάλη και διεύρυναν την απήχηση της μουσικής αυτής υπογράφοντας τραγούδια - ύμνους ("Dirty Old Town", "Thousands Are Sailing"), ενώ αργότερα μπάντες όπως οι Flogging Molly και οι Dropkick Murphys υιοθετώντας πανκ αισθητική εξασφάλισαν τη διαχρονικότητα αιωνόβιων κομματιών.
Σήμερα αναδύεται μια τρομερά ταλαντούχα γενιά νεαρών Ιρλανδών μουσικών, η οποία οδηγεί την ντόπια folk μουσική σε μια φρέσκια ανανεωτική φάση. Πρόκειται για δημιουργούς που αντιλαμβάνονται την παράδοση ως μια αφορμή για συνεύρεση, διαφυγή από την πραγματικότητα, εξερεύνηση συναισθημάτων, πειραματισμό. Γιατί μπορεί να μεγάλωσαν θαυμάζοντας την κατακόκκινη γενειάδα του Luke Kelly ή τη χαοτική οδοντοστοιχία του Shane MacGowan, αλλά στη δισκοθήκη των γονιών τους βρήκαν επίσης τους Sweeney's Men, τους Planxty και τους Wolf Tones, την αμίμητη φωνή της μυθικής Margaret Barry, έως και τους Άγγλους Swan Arcade.
Οι μοντέρνοι εκπρόσωποι της ιρλανδικής μουσικής παράδοσης, λοιπόν, ως ουσιαστικοί γνώστες των κλασικών ερμηνευτών του είδους και επηρεασμένοι από μοντέρνα μουσικά στιλ, αφομοίωσαν τις αναφορές τους σε φρέσκες συνθέσεις οι οποίες ακούγονται ταυτόχρονα πιστές στο παρελθόν όσο και ατόφια πρωτόγνωρες, μυσταγωγικές, σύγχρονες. Οι μουσικοί που ακολουθούν αποτελούν απόδειξη πως κάτι πραγματικά σπουδαίο συμβαίνει στην Ιρλανδία, και πως το folk δεν είναι -ακόμη;- μουσειακό είδος.
Lankum
Αρχικά υπό το όνομα Lynched, το τετραμελές συγκρότημα των αδερφών Lynch όργωνε την Ιρλανδία παίζοντας δικά του και παραδοσιακά τραγούδια όπου έβρισκε: σε δρόμους, καταλήψεις, τέσσερις ανθρώπους και ένα σκύλο, ακόμα και λεωφορεία, με αντάλλαγμα μερικές μπύρες και ζεστό φαί. Τα μέλη της μπάντας όντας γαλουχημένα σε έναν DIY τρόπο ζωής και επηρεασμένοι από συγκροτήματα όπως οι NOFX, δεν επιδίωξαν ποτέ μια καριέρα μέσα από τη μουσική τους. Είναι χαρακτηριστικό πως ως Lynched κυκλοφόρησαν μόλις δύο δίσκους με απόσταση δέκα χρόνων μεταξύ τους ("Where Did We Go Wrong?!" - 2004, "Cold Old Fire" - 2014). Ήταν ο τελευταίος όμως που προσέλκυσε περισσότερους ακροατές και την προσοχή προεξεχουσών προσωπικοτήτων της βιομηχανίας όπως ο Τζουλς Χόλαντ, ο οποίος παρουσιάζοντάς τους στη δημοφιλή εκπομπή του "Later... with Jools Holland", τούς άνοιξε διάπλατα το δρόμο για το πρώτο τους συμβόλαιο.
Μη φανταστείτε πως άρχισαν να τσακώνονται μεταξύ τους οι πολυεθνικές... Εξάλλου κάτι τέτοιο μάλλον θα άφηνε αδιάφορη και την ίδια την μπάντα. Αντιθέτως ήταν η πάντα ανήσυχη Rough Trade που τους προσέγγισε, προσφέροντάς τους την ευκαιρία να δισκογραφήσουν σε μια ιστορική ανεξάρτητη εταιρία. Το καινούριο κεφάλαιο τούς βρήκε με νέο όνομα, σε μια προσπάθεια να αποφύγουν τυχόν συσχετισμούς με ρατσιστικά λιντσαρίσματα που συνέβαιναν εκείνη την περίοδο, και ως Lankum πλέον κυκλοφόρησαν το εκπληκτικό "Between The Earth And Sky" (2017). Ένα άλμπουμ που ενώνει το παρελθόν με το παρόν, χάρη στην παρουσία κομματιών όπως το πολιτικά φορτισμένο "Peat Bog Soldiers" που έγραψαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης οι Johann Esser και Wolfgang Langhoff, και τη σπαρακτική μπαλάντα "The Granite Gaze", μια σύνθεση των Lankum.
Το συγκρότημα δεν ακολούθησε κατά γράμμα τους άτυπους κανόνες της ιρλανδικής folk, ερμηνεύοντας για παράδειγμα παραδοσιακούς σκοπούς πολυφωνικά αντί με έναν τραγουδιστή, όπως είναι το σύνηθες. Αυτή η επιλογή ελευθέρωσε το πεδίο για να αποκαλυφθεί ο κρυμμένος τους άσσος, η ασύλληπτη φωνή της τραγουδίστριας Radie Peat. Το μέταλλο της χροιάς της είναι συγκλονιστικό, διαθέτει μια δυσεύρετη αρτιότητα και εκτοξεύει όλα τα κομμάτια που συμμετέχει η Peat. Το επιστέγασμα της επιτυχίας του δίσκου τους ήρθε με τα δύο βραβεία που απέσπασαν στα RTE Folk Awards (καλύτερου συγκροτήματος και τραγουδίστριας για την Peat). Καθώς γράφονται αυτές οι γραμμές οι Lankum ηχογραφούν το επόμενο, πολλά υποσχόμενο, άλμπουμ τους.
Lisa O'Neill
Ίσως να σας θυμίζει κάτι αυτό το όνομα, μιας και ο τελευταίος δίσκος της O'Neill με τίτλο "Heard A Long Gone Song" (2018) συμπεριλήφθηκε στα καλύτερα της χρονιάς που μας πέρασε. Αν πάλι όχι, θα θέλατε να σημειώσετε την περίπτωση της ερμηνεύτριας από την πόλη Κάβαν, κοντά στα βορειοιρλανδικά σύνορα. Εάν οι Lankum μιλούν για καταστάσεις, συνθήκες δυσάρεστες ή μη που περικυκλώνουν τα φαντασιακά υποκείμενα των κομματιών τους, η O'Neill τραγουδά για ξεχωριστές περιπτώσεις καθημερινών ανθρώπων. Για παράδειγμα το "Violet Gibson" παίρνει το όνομά του από τη Δουβλινέζα η οποία το 1926 ταξίδεψε στη Ρώμη με ένα περίστροφο στο χέρι για να δολοφονήσει τον Μουσολίνι, ενώ το "Rock the Machine" είναι αφιερωμένο στους εκατοντάδες Ιρλανδούς λιμενεργάτες που έχασαν τις δουλειές τους από τη δεκαετία του '60 έως το τέλος των '80s, εξαιτίας της αντικατάστασής τους από μηχανές.
Η φωνή της O'Neill ακούγεται αρχικά παράταιρη, όμως το ελαφρύ γρέζι της χροιάς της που φλερτάρει με τα φάλτσα, συνιστά το βασικό χαρακτηριστικό του ήχου της. Η φωνή της κρύβει μια βαθιά μελαγχολία, ένα συνοφρύωμα της καρδιάς που λυτρώνεται στις γλυκόπικρες μελωδίες της. Αυτές, με τη σειρά τους, συγκροτούνται από μια μίξη παλιών παραδοσιακών συνθέσεων και την προσθήκη νέων μουσικών προτάσεων, όπως συμβαίνει στο συγκλονιστικό "The Factory Girl". Ένα τραγούδι όπου η O'Neill συναντά τη Radie Peat των Lankum, ενώνουν τις βερσιόν των Margaret Barry και Nellie Weldon, και μαζί υπογράφουν ένα κομμάτι ατόφιας μαγείας.
Ye Vagabonds
Έντονα συναισθήματα και αβίαστος λυρισμός πηγάζει από τα αδέλφια Μπρίαν και Ντιάρμουιντ Μακ Γκλόιν όταν σμίγουν οι φωνές τους. Ίσως οι πιο πιστοί στην παράδοση σε σχέση με τους παραπάνω, ως Ye Vagabonds καταφέρνουν να βάλουν την προσωπική τους ταυτότητα σε επανεκτελέσεις folk κομματιών που έχουν ταυτιστεί με τις ερμηνείες συγκεκριμένων καλλιτεχνών. Τέτοια είναι η περίπτωση της σπαρακτικής σκωτσέζικης μπαλάντας "Willie O' Winsbury". Το τραγούδι που χρονολογείται από το 1775 αφηγείται την ιστορία του Γουίλιαμ, ενός άντρα ο οποίος αφήνει έγκυο την κόρη του βασιλιά εν τη απουσία του. Όταν εκείνος επιστρέψει απειλεί να τον απαγχονίσει, μένει έκθαμβος όμως από την ομορφιά του και τού προσφέρει όχι μόνο την κόρη, αλλά επίσης γη και χρυσάφι. Ο Γουίλιαμ δέχεται να ενωθεί με την πριγκίπισσα, αναγγέλλει όμως τα πλούτη αποκλειστικά δικά της.
Το τραγούδι έχει γνωρίσει σπουδαίες ερμηνείες από τους Sweeney's Men και τους Pentagle, με προσωπική αγαπημένη εκείνη της Anne Briggs, οι Ye Vagabonds όμως κατάφεραν με ανεπαίσθητες παρεμβάσεις να δώσουν διαστάσεις έπους σε μια ιδιαίτερη ιστορία ανόθευτης αγάπης. Το ενθουσιώδες ομώνυμο ντεμπούτο τους (2017) μας έδωσε μια καλή γεύση του εύρους του ταλέντου τους, αναμένουμε όμως την κυκλοφορία του "The Hare's Lament" (22/3) για να τους ακούσουμε σε πλήρη φόρμα, μιας και ήδη στο εξωτερικό χαιρετήθηκε με διθυράμβους.
Anna Mieke
Η ταλαντούχα τραγουδίστρια δεν έχει ακόμα κάποια ολοκληρωμένη κυκλοφορία στο ενεργητικό της, το πρώτο της άλμπουμ "Idle Mind" κυκλοφορεί στις 26/4, όμως όσα δείγματα μουσικής έχει διανείμει ως τώρα προδίδουν ένα μουσικά γόνιμο μέλλον. Η Mieke, σε αντίθεση με τους προηγούμενους, απέκτησε προοδευτικά στενή σχέση με την ιρλανδική παράδοση. Ξεκινώντας από διασκευές κομματιών της Rihanna και σπουδές στη φαρμακολογία, η γεννημένη στο Γουίκλοου καλλιτέχνιδα αποφάσισε να ασχοληθεί με τη μουσική όταν έπιασε στα χέρια της ένα μπουζούκι. Σωστά διαβάσατε, το ελληνικό μουσικό όργανο -με ορισμένες τροποποιήσεις- κρατά σημαντικό ρόλο στην εκτέλεση ιρλανδικών folk κομματιών από τη δεκαετία του '50 και έπειτα, όμως αυτό είναι το θέμα ενός άλλου κειμένου... Εν προκειμένω η Mieke χρησιμοποιεί το μπουζούκι όχι για να παίξει αμανέδες και ταξίμια, αλλά για να εκμεταλλευτεί τον ήχο των συγχορδιών που θυμίζουν μαντολίνο. Και το αποτέλεσμα είναι πράγματι γοητευτικό...
Ο κινηματογραφικός συνδετικός κρίκος
Συνήθως όταν συζητάμε για ένα μουσικό ρεύμα ή είδος με συγκεκριμένη εντοπιότητα, κάνουμε λόγο για μια σκηνή η οποία βρίσκει χώρο έκφρασης σε ένα δίκτυο κλαμπ, fanzines και άλλων μέσα διάδοσης της πληροφορίας. Αυτά υπάρχουν στο ρεύμα που απασχολεί το παρόν κείμενο, όμως την απεύθυνσή του εκτός ιρλανδικών συνόρων την επιτυγχάνει μέσα από τα ονειρικά βίντεό του ο Myles O'Reilly. Στο κανάλι του στο YouTube μπορεί να βρει κανείς δεκάδες βίντεο folk καλλιτεχνών που έχει καταγράψει με την κάμερά του ενώ παίζουν μουσική στα πιο απρόβλεπτα μέρη. Συνήθως κάθε κλιπ συνοδεύεται από μια παράλληλη ιστορία που εξελίσσεται μαζί με το εκάστοτε κομμάτι, κάνοντας εντονότερη τη συναισθηματική επίδραση που ασκεί η μουσική στον ακροατή.
Δείτε ενδεικτικά την ανατριχιαστική εκτέλεση του "Katie Cruel" από την Radie Peat:
Ο O'Reilly συγκέντρωσε όλους τους μουσικούς που πρωταγωνιστούν αυτήν τη στιγμή στη folk σκηνή της Ιρλανδίας, παλαιότερους και νέους, και τους κατέγραψε στο καίριο ντοκιμαντέρ "Backwards To Go Forwards" που κυκλοφόρησε μόλις τον περασμένο Ιανουάριο. Μπορείτε να το δείτε ολόκληρο δωρεάν εδώ:
Κλείνοντας αυτήν τη σύντομη μουσική καταγραφή, σας αφήνουμε με έναν εμβληματικό ερμηνευτή τραγουδιών που βρίσκονται υπό εξαφάνιση. Ο λόγος για τον Thomas McCarthy, ο οποίος διατηρεί ζωντανή την παράδοση των περιπλανώμενων ταξιδιωτών και τσιγγάνων της Ιρλανδίας, τραγουδώντας κομμάτια που δεν έχουν καταγραφεί πουθενά και επιζούν μονάχα από την προφορική τους διάδοση.