Η Εθνική Λυρική Σκηνή εγκαινιάζει τη συνεργασία της με τη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου με τη «Λουτσία ντι Λαμμερμούρ» του Ντονιτσέτι, που κάνει πρεμιέρα στις 14/3, σε σκηνοθεσία της Κέιτι Μίτσελ. Ο Ευτύχης Δ. Χωριατάκης συνομίλησε με την Αγγλίδα δημιουργό.
Η Λυρική αναθέτει τα τελευταία χρόνια πολλές νέες παραγωγές σε θεατρικούς σκηνοθέτες, με κυμαινόμενη όμως επιτυχία. Εσείς, μια καταξιωμένη συνάδελφός τους, έχετε ήδη υπογράψει επιτυχημένες οπερατικές παραστάσεις, και μάλιστα διεθνώς.
Πώς τα καταφέρνετε;
Η όπερα είναι μια ιδιαίτερη μορφή τέχνης, που συνδυάζει ισότιμα μουσική και θέατρο. Ίσως οι θεατρικοί σκηνοθέτες δεν μπορούν να ανταποκριθούν πάντα στους περιορισμούς και στο συγκεκριμένο δραματουργικό πλαίσιο που θέτει πρώτα η μουσική. Προσωπικά, απέναντι σε μια τέτοια πρόκληση, προσπαθώ να υλοποιώ τη θεατρική μου σύλληψη, με σεβασμό στη μουσική.
Λέγεται συχνά ότι οι σκηνοθέτες λειτουργούν σαν ψυχολόγοι. Πώς δουλεύετε ειδικότερα με τους τραγουδιστές της όπερας;
Οι λυρικοί τραγουδιστές ξοδεύουν πολύ περισσότερη ενέργεια στην παραγωγή του ήχου απ’ ό,τι στο θεατρικό παίξιμο. Καθώς όμως στην όπερα συναισθήματα και ψυχολογία παίζουν διαχρονικά βασικό ρόλο, η ανάδειξή τους είναι κρίσιμη, ιδίως επειδή είναι άρρηκτα δεμένα με τη σκηνική, «σωματική» παρουσία των ερμηνευτών. Συνήθως επιχειρώ να εκμαιεύσω ό,τι καλύτερο μπορώ από τον καθέναν στο χώρο που αφήνει ελεύθερο, πέραν της μουσικής.
Ας έρθουμε στην πολυσυζητημένη σας «Λουτσία». Αντί μιας ιστορικά πιστής παρουσίασης ενός γοτθικού μελοδράματος, επιλέξατε τη μεταφορά της δράσης στο αστικό περιβάλλον της βικτοριανής εποχής, υιοθετώντας μια βαθιά φεμινιστική ματιά. Συνειδητή επιλογή;
Η όπερα του ρομαντικού 19ου αιώνα θέτει για μένα συχνά ζητήματα σχέσεων μεταξύ των δύο φύλων. Παρότι είναι λίγο απλοϊκό να θεωρούμε, με σημερινά κριτήρια, τις οπερατικές ηρωίδες θύματα, σίγουρα η ζωή των γυναικών εξαρτιόταν πολύ από τις οικογενειακές και κοινωνικές συνθήκες κάθε εποχής. Όσο ωραία όμως κι αν ηχεί η μουσική, θεωρώ απαράδεκτη τη σκηνική αναπαράσταση της μειονεκτικής θέσης των γυναικών. Θα έβρισκα π.χ. αδιανόητο να γραφόταν σήμερα ένα λιμπρέτο όπως αυτό του μοτσάρτειου «Έτσι κάνουν όλες»! Αισθάνομαι λοιπόν την ανάγκη να επαναοριοθετήσω τον δραματουργικό άξονα πολλών τέτοιων έργων. Ακόμη δε περισσότερο επειδή πιστεύω ότι η όπερα πρέπει να απευθύνεται στη νέα γενιά και στις δικές της προσδοκίες και όχι στους παραδοσιακούς φιλόμουσους. Διαφορετικά θα πεθάνει.
Ο επαναπροσδιορισμός των ισορροπιών μεταξύ των φύλων είναι πράγματι κομβικός στην παραγωγή...
Ειδικά για τη «Λουτσία» –ένα σκοτεινό θρίλερ με θαυμάσιο λιμπρέτο και αντρικούς χαρακτήρες περίπλοκους, συναρπαστικούς και σκηνικά πανταχού παρόντες–, έκρινα αναγκαίο να παρουσιαστεί η πλοκή μέσα από τα μάτια της κεντρικής ηρωίδας, προσθέτοντας και κάποιες σκηνές αμιγώς γυναικείας οπτικής, που βοηθούν στην κατανόηση της ψυχολογίας της. Γι’ αυτό, σε συνεργασία με τη σκηνογράφο Βίκι Μόρτιμερ, χωρίσαμε τον σκηνικό χώρο στα δύο, ώστε να συνυπάρξει το «δημόσιο» με το «ιδιωτικό». Μαζί με τα όσα συμβαίνουν σε κάθε σκηνή της παράστασης βλέπουμε και γεγονότα που διαδραματίζονται παράλληλα, καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας, συμπληρώνοντας κρίσιμα κενά.
Έχετε κάνει αρκετές αλλαγές σε σχέση με την αρχική παραγωγή του 2016. Πού οφείλονται;
Υπήρχαν πράγματα και σκηνές στον διχοτομημένο σκηνικό χώρο που δεν μου άρεσαν και τώρα είχα περισσότερο χρόνο να τα ξαναεπεξεργαστώ. Γενικά δεν έχω στόχο να προκαλώ, αλλά να προβληματίζω.
Παρότι δεν καταφέρατε να επιβλέψετε προσωπικά το αθηναϊκό ανέβασμα, πληροφορήθηκα ότι δουλέψατε με την πρωταγωνίστρια Χριστίνα Πουλίτση.
Πράγματι, συναντηθήκαμε στο Λονδίνο, στις πρόβες της πρόσφατης αναβίωσης. Είναι μια θαυμάσια καλλιτέχνις, που παρακολούθησε προσεκτικά επί μία εβδομάδα την όλη δουλειά, συζήτησε πολύ μαζί μου και συνεργάστηκε στενά με την εκεί πρωταγωνίστρια Λιζέτ Οροπέζα.
Η «Λουτσία ντι Λαμμερμούρ» παρουσιάζεται στην αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος» της ΕΛΣ, στο ΚΠΙΣΝ, για 8 παραστάσεις (14, 16-18, 21, 23-24 και 28/3).
Περισσότερες πληροφορίες
«Λουτσία ντι Λαμμερμούρ»
Η όπερα του Γκαετάνο Ντονιτσέτι, ένα από τα αριστουργήματα του ρομαντικού bel canto, επιστρέφει στην ΕΛΣ ύστερα από 37 χρόνια, στην πρώτη της συμπαραγωγή με τη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου