Οι clubbers πίνουν νερό στο όνομά του! Ο Cj Jeff έχει καταφέρει να είναι αναγνωρίσιμος στην εγχώρια και τη διεθνή σκηνή, με κυκλοφορίες σε labels του εξωτερικού, με τη δική του εταιρεία Rhythmetic καθώς και με τη διεθνή παρουσία του από το «Fabric» μέχρι το Amsterdam Dance Event. Με αφορμή το επετειακό set για τα 19 χρόνια παρουσίας του στο DJing αυτό το Σάββατο 10/3, στο «Ypoga» (το παλιό «Dybbuk» στην Πατρ. Ιωακείμ 37), τον ρωτάμε για τη σημασία ενός residency, όπως το δικό του στο «Dybbuk», αλλά και για την κατάσταση του ελληνικού clubbing.
Ποιοι ήταν οι σημαντικοί σταθμοί μέσα σε αυτά τα 19 χρόνια σου στο DJing;
Θα πρέπει να αναφέρω οπωσδήποτε το «Cavo Paradiso» στη Μύκονο, που είναι σχεδόν συνομήλικο με την... καριέρα μου. Ξεκίνησα να παίζω στα decks του από την πρώτη χρονιά λειτουργίας του κι αισθάνομαι ότι έχω πολύ δυνατό δεσμό με αυτό το θρυλικό club. Όσο για την Αθήνα, το residency στο «Dybbuk» κάθε Πέμπτη, που βρίσκεται στον ένατο χρόνο, είναι πολύ σημαντικό σημείο αναφοράς.
Έχεις μια στενή σχέση με το «Dybbuk»...
Δεν μπορώ να εξηγήσω ακριβώς τι είναι αυτό που κάνει το βράδυ της Πέμπτης ξεχωριστό για μένα. Ίσως μπορούσαν να σου απαντήσουν οι συνεργάτες μου, οι οποίοι ξέρουν πόσο αγχώδης χαρακτήρας είμαι, όπως και την αγάπη που βάζω, και τη δουλειά που ρίχνω για να παρουσιάζουμε αυτό το σταθερό αποτέλεσμα. Ο καθένας το νιώθει και το καταλαβαίνει από τη στιγμή που θα μπει στο club.
Γιατί είναι σημαντικό για έναν DJ να έχει ένα σταθερό residency;
Διότι δημιουργεί επαφή και δεσμούς πολύ ιδιαίτερους με τους ανθρώπους που έρχονται να τον ακούσουν. Γίνονται φίλοι του και μέρος της ζωής του. Ένα residency αποτελεί το σταθερό άξονα γύρω από τον οποίο κινείται ένας DJ. Μπορεί να του δημιουργεί έντονο στρες, όπως σε μένα, επειδή πρέπει να διατηρεί διαρκώς υψηλά στάνταρ, αλλά η ηθική ικανοποίηση δεν μπορεί να περιγραφεί με λόγια όταν βλέπει ότι είναι επιτυχημένο έπειτα από τόσα χρόνια.
Πώς έχει εξελιχτεί ο ήχος σου μέσα στα χρόνια;
Αν και, μιλώντας με μουσικές ορολογίες, θα μπορούσες να πεις ότι έχει αλλάξει αρκετά, πιστεύω ότι παραμένει ο ίδιος ως προς το συναίσθημα που προκαλούν ένα μεμονωμένο track ή όλα μαζί στη ροή του set. Αυτά που θα κρύβονται πάντα από πίσω είναι η ατμόσφαιρα και η συναισθηματική διάθεση που επιθυμώ να ανακαλύψει κάθε clubber στο dancefloor.
Πώς θα τον περιέγραφες, λοιπόν, στην παρούσα φάση;
Η αλήθεια είναι ότι δεν θέλω να βάλω μια ταμπέλα και να τον κατατάξω σε ένα συγκεκριμένο είδος. Μου αρέσει όταν ακούω το «πάμε να ακούσουμε τον Cj Jeff». Αυτή είναι η μεγαλύτερη ικανοποίηση, έτσι απλά.
Ισχύει ο διαχωρισμός μεταξύ «mainstream» και «underground»; Σε προβληματίζει το πώς θα χαρακτηριστείς;
Υπάρχει μια λεπτή γραμμή σε αυτόν το διαχωρισμό, που έχει να κάνει με την αναγνωρισιμότητα. Αν δηλαδή κάποιος γίνει γνωστός με τη δουλειά του, αυτό τον κάνει mainstream; Κατά τη γνώμη μου, δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Προσωπικά δεν έχω τέτοιου είδους ανησυχίες. Κάνω πάντα ό,τι μου αρέσει, χωρίς να προβληματίζομαι για τέτοια θέματα.
Πώς έχει εξελιχτεί η ελληνική dance σκηνή μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια που τη ζεις;
Κάθε χρονιά νιώθω και πιο αισιόδοξος για την κινητικότητα που παρατηρώ. Θα έλεγα πως φέτος είναι μια πολύ καλή χρονιά, ιδιαίτερα στην Αθήνα. Υπάρχουν τέσσερα clubs που φιλοξενούν συστηματικά guests οι οποίοι παίζουν από deep house μέχρι techno, ικανοποιώντας κάθε μουσικό γούστο. Αν σε αυτήν την πληθώρα των events προσθέσεις τις μεγάλες παραγωγές με ονόματα από το παγκόσμιο στερέωμα, αυτό με κάνει αισιόδοξο ότι βρισκόμαστε στο σωστό δρόμο.
Παίζοντας στην Αθήνα και την επαρχία, θεωρείς ότι υπάρχει τελικά κοινό για την dance μουσική;
Μπορεί το ειδικό κοινό να μην είναι πολυπληθές, ωστόσο υπάρχουν ειδικές και ιδανικές συνθήκες, που δημιουργούν μια εμπειρία στο clubbing. Αυτή είναι μια ιδιαιτερότητα της dance μουσικής, η οποία την κάνει να μην εξαρτάται από το μέγεθος του κοινού.
Έχει δυναμική η ελληνική σκηνή στο εξωτερικό;
Αν κρίνεις από ονόματα όπως ο Detlef και ο Argy, τότε, ναι, έχει ένα αναγνωρίσιμο στίγμα και στο εξωτερικό.
Ποιοι είναι οι δικοί σου ήρωες από τη διεθνή σκηνή;
Ο Dennis Ferrer [σ.σ.: στην εταιρεία του Objektivity έχουν κυκλοφορήσει tracks του Cj Jeff] και ο Danny Tenaglia καταφέρνουν να παραμένουν άκρως επίκαιροι και ταυτόχρονα να θεωρούνται θρύλοι. Αυτό είναι το μεγαλύτερο επίτευγμα σε μια σκηνή όπου ο ήχος, τα πρόσωπα και οι προτεραιότητες αλλάζουν από τη μία ημέρα στην άλλη.
Ποια είναι η φιλοσοφία η δική σου και του Θοδωρή Τριανταφύλλου πίσω από τη Rhythmetic; Ποιες είναι οι επόμενες κυκλοφορίες;
Ο βασικός γνώμονας στην επιλογή της μουσικής είναι να παρουσιάζουμε με κάθε κυκλοφορία κάτι διαφορετικό στον κόσμο που αγαπάει και ακολουθεί το label τόσα χρόνια. Σύντομα επιστρέφω στη Rhythmetic με μια ξεχωριστή κυκλοφορία, για την οποία συνεργάζομαι με άλλον έναν θρύλο, τον Doc Martin. Με ένα remix θα συνεισφέρει ο Ελβετός DJ Le Roi, ένας από τους αγαπημένους μου καλλιτέχνες.
Πρόσφατα έπαιξες στο λονδρέζικο «Fabric». Περίγραψέ μου τα συναισθήματά σου.
Το «Fabric» είναι αδιαμφισβήτητα ένα από τα εμβληματικά clubs και αυτή η θέση του στην παγκόσμια σκηνή δεν είναι τυχαία. Η αίγλη και η φήμη του με περιέβαλαν αμέσως μόλις μπήκα εκεί μέσα.
Ποιο club ή φεστιβάλ στο εξωτερικό σού έχει μείνει αξέχαστο;
Το «Warung Beach Club» στη Βραζιλία έχει τα καλύτερα vibes και αποτελεί highlight των περιοδειών μου στο εξωτερικό.
Γιατί δεν έχουμε μεγάλα καλοκαιρινά φεστιβάλ στην Ελλάδα και μας έχουν κλέψει τη δόξα χώρες όπως η Κροατία;
Η διάθεση των promoters να στήσουν τέτοιου μεγέθους διοργανώσεις με διεθνές βεληνεκές υπάρχει. Από εκεί και πέρα, το μόνο πρόβλημα είναι του κράτους, που δεν υποστηρίζει τέτοιες προσπάθειες με ξεκάθαρο τουριστικό όφελος. Αυτό και μόνο είναι το πρόβλημα.
Δίνεις σημασία στο ντύσιμό σου. Ποιο είναι το πιο αγαπημένο κομμάτι στην γκαρνταρόμπα σου;
Τα πουκάμισα. Έχω πολλά πουκάμισα. Δεν ξέρω όμως ποιο να ξεχωρίσω!
Άκουσε το promo mix τού Cj Jeff για την εμφάνισή του στο «Fabric» και το EP που κυκλοφόρησε πρόσφατα στη Yoshitoshi: