
Η δεύτερη ταινία του Αλόνσο Ρουιζπαλάσιος («Gueros») φέρνει αμέσως στο νου την πρόσφατη ταινία του Μπαρτ Λέιτον «Μια Αμερικανική Ληστεία». Διότι όχι μόνο πρόκειται για άλλη μία αληθινή ιστορία κλοπής μουσειακών εκθεμάτων από ανίδεους ερασιτέχνες αλλά και γιατί οι δύο σκηνοθέτες προσπαθούν να βγάλουν από την κωμικοτραγική πρώτη ύλη τους κάτι παραπάνω από ένα απλό heist movie.
Ο Ρουιζπαλάσιος ξεκινάει από τους χαρακτήρες οι οποίοι κάθε άλλο παρά σοβαροί κακοποιοί μοιάζουν (και είναι). Σχεδόν 30άρηδες, αιώνιοι φοιτητές που ζουν με τους δικούς τους σε ένα ταχέως αναπτυσσόμενο οικιστικά προάστιο της Πόλης του Μεξικού το 1985, ο άβουλος και ανασφαλής Γουίλσον, αφηγητής της ταινίας, ακολουθεί τον φανφαρόνο και ανεύθυνο Χουάν, ο οποίος ζει στη σκιά του αυταρχικού πατέρα του, σε κάθε αθώα απερισκεψία του.
Όπως αυτή της εισβολής το βράδυ των Χριστουγέννων, όταν τα μέτρα ασφαλείας ατονούν, στο Εθνικό Ανθρωπολογικό Μουσείο. Έτσι, ύστερα από μια μικρή περιπέτεια, οι δύο φίλοι καταφέρνουν όχι μόνο να μπουν αλλά και να βγουν απαρατήρητοι από το πολιτιστικό αυτό θησαυροφυλάκιο, κουβαλώντας σχεδόν 150 πολύτιμα αντικείμενα από την εποχή των Μάγια, ανάμεσά τους και μια εντυπωσιακή νεκρική μάσκα. Αρχίζοντας να συνειδητοποιούν τις συνέπειες των πράξεών τους από τον τεράστιο αντίκτυπο που παίρνει στα ΜΜΕ η υπόθεση, οι δύο φίλοι φεύγουν για τον Νότο και –με ενδιάμεσο έναν γνωστό τους ξεναγό– κανονίζουν να συναντήσουν στο Ακαπούλκο έναν Βρετανό συλλέκτη για να πουλήσουν τη λεία τους.

Ο Ρουιζπαλάσιος ξεμπερδεύει σχετικά γρήγορα με τα της ληστείας, αφιερώνοντας χρόνο στο road trip των δύο χαρακτήρων, που το πέρασμα του χρόνου τούς φέρνει όλο και πιο κοντά σε μερικές επώδυνες συνειδητοποιήσεις. Όπως και οι ήρωες του «Μια Αμερικανική Ληστεία», πρόκειται για καλοαναθρεμένους μεσοαστούς που ασυναίσθητα αναζητούν διέξοδο από την πληκτική καθημερινότητά τους.
Μια καθημερινότητα που οι κομφορμιστικοί κι έμμεσα καταπιεστικοί κανόνες της (η κοινωνική επιτυχία του γιατρού πατέρα) γεννούν μια επιφανειακά αστεία, αλλά ουσιαστικά δραματική αταξία, η οποία από ψυχολογικής τάξεως εύκολα γίνεται κοινωνικής και τελικά ιστορικο-πολιτικής – η κλοπή αντιμετωπίζεται από όλους ως αντεθνική πράξη.
Η ταινία χειρίζεται όλες αυτές τις αναγωγές με διακριτικό χιούμορ και διηγηματική πρωτοτυπία (το ευρύ, ανοιχτό κάδρο, το οπερατικό μουσικό score, τα off σχόλια), μπολιάζοντας το πικρά σατιρικό δράμα με στοιχεία αστυνομικού θρίλερ. Η Ιστορία του Μεξικού επανέρχεται ως μόνιμο φόντο των εφήμερων, κωμικοτραγικών περιπετειών που εξελίσσονται σε μια ανιστόρητη καθημερινότητα και η υπενθύμιση πως κάθε πράξη δεν μπορεί να αιτιολογηθεί μονοσήμαντα και ολοκληρωτικά δίνει στα γεγονότα μια ανάλαφρα αποστασιοποιημένη διάσταση. Βραβείο σεναρίου στο Φεστιβάλ Βερολίνου και σκηνοθεσίας στις αθηναϊκές Νύχτες Πρεμιέρας.
Μεξικό. 2018. Διάρκεια: 128΄. Διανομή: ΣΠΕΝΤΖΟΣ FILM.
Περισσότερες πληροφορίες
Ληστεία στο Μουσείο
Το 1985 δύο τριαντάρηδες Μεξικάνοι, αιώνιοι φοιτητές που ζουν με τους δικούς τους, αποφασίζουν να κάνουν μια παράτολμη ληστεία. Το βράδυ των Χριστουγέννων εισβάλλουν στο Εθνικό Ανθρωπολογικό Μουσείο της πρωτεύουσας και αποσπούν τα πιο πολύτιμα κομμάτια του, ξεκινώντας άμεσα ένα ταξίδι στο Ακαπούλκο σε αναζήτηση αγοραστή.