Λίγο έξω από το Ορλάντο και δίπλα στην Ντίσνεϊλαντ, η 6χρονη Μούνι μεγαλώνει σε ένα μοτέλ μαζί με την άνεργη 22χρονη μητέρα της, η οποία δυσκολεύεται να πληρώσει το εβδομαδιαίο νοίκι. Ανάλαφρη όσο και ρεαλιστική ματιά σε μια κοινωνικά αποκλεισμένη Αμερική μέσα από μια ολόφρεσκη ιστορία ενηλικίωσης. Πλήθος βραβείων από ενώσεις κριτικών και υποψηφιότητα β΄ ρόλου Χρυσής Σφαίρας για το οσκαρικό φαβορί Γουίλεμ Νταφόε.
Δημιουργός με προσωπική ματιά, πιστή στην do-it-yourself ελευθερία τού (πραγματικά) ανεξάρτητου σινεμά, ο 46χρονος Σον Μπέικερ («Take Out», «Prince of Broadway») έγινε ευρύτερα γνωστός με το προπέρσινο «Tangerine», μια πρωτότυπη δραμεντί με ηρωίδα μια transgender που γυρίστηκε με ένα iPhone 5S. Μετανάστες, έφηβοι των λαϊκών συνοικιών και άνθρωποι της εργατικής τάξης, αυτοί είναι οι ήρωες των ταινιών του – losers του αμερικανικού ονείρου όπως η Χέιλι. Μια ασυμβίβαστη 22χρονη η οποία προσπαθεί, μέσα από δουλειές του ποδαριού που σπάνια ακολουθεί τους κανόνες τους, να μεγαλώσει μόνη την 6 ετών κόρη της Μούνι (φάτσα της χρονιάς η Μπρούκλιν Πρινς).
Οι δυο τους ζουν προσωρινά στο δωμάτιο του μοτέλ «Magic Castle» στα προάστια του Ορλάντο, βαμμένο στα φωτεινά χρώματα της παρακείμενης Ντίσνεϊλαντ. Η Χέιλι αγαπάει τη Μούνι, διασκεδάζει με ένα σωρό χαρωπές «ανοησίες» μαζί της, αλλά θέλει κι εκείνη να ζήσει τη ζωή της σαν ένα μεγάλο παιδί. Έτσι, είτε για να ξεσκάσει είτε για να δουλέψει (συχνά ως στρίπερ), την αφήνει να παίζει επί ώρες με τα άλλα παιδιά του μοτέλ, με τον επιστάτη Μπόμπι (ο Γουίλεμ Νταφόε τού χαρίζει μια ολοζώντανα καλόκαρδη αυστηρότητα) να αντικαθιστά για τη μικρή την απούσα πατρική φιγούρα.
Ο Μπέικερ ξεδιπλώνει μια τυπική ιστορία ενηλικίωσης και μάλιστα διπλής, καθώς οι περιπέτειες αυτού του καλοκαιριού θα φέρουν τις Μούνι και Χέιλι ένα βήμα μακρύτερα από την αθωότητα αλλά και κοντύτερα τη μία στην άλλη. Η μεταξύ τους σχέση, βαθιά προβληματική για τα συντηρητικά και πολιτικώς ορθά κοινωνικά δεδομένα, αντιμετωπίζεται από τον Μπέικερ ως το μοναδικό σωσίβιο σωτηρίας και για τις δύο (χιλιομπαλωμένο και μισοξεφούσκωτο) μέσα σε μια θάλασσα προκατάληψης, η οποία μοιάζει με ειδυλλιακή πισίνα για τους «παροικούντες» την παραμυθένια Ντίσνεϊλαντ και με τρικυμιώδη ωκεανό για όσους έχουν εξοστρακιστεί σε απόσταση ικανή για να βλέπουν, αλλά όχι και να αγγίζουν.
Πρόκειται για μια μεγάλη όσο και αχαρτογράφητη ανθρώπινη κοινότητα που δεν εμφανίζεται σε κανένα χολιγουντιανό δράμα, ένα (Florida) project το οποίο έχει τη δική του πολύβουη καθημερινότητα. Ο Μπέικερ την αποτυπώνει με αυτοσχεδιαστική φρεσκάδα και ζωηρό αφηγηματικό τέμπο, το οποίο μετατρέπει ένα «επεισοδιακό» σενάριο (η πλοκή βασίζεται σε σκηνές-βινιέτες) σε μια φέτα ζωής γεμάτη μικρές χαρές, τραυματικές συμπεριφορές, αστείες συμπτώσεις, ανόητες εντάσεις και όλα τα κοινότοπα απρόοπτα που άλλοτε φέρνουν κοντά και άλλοτε απομακρύνουν μεταξύ τους τους ανθρώπους ενός κοινωνικού μικρόκοσμου. Τη φωτεινή μα και τη σκοτεινή πλευρά αυτού του μικρόκοσμου αντανακλά το «Florida Project», αναδεικνύοντας την αδυναμία του να αυτοπροστατευτεί και υποστηρίζοντας την ικανότητά του να δραπετεύσει στο (δικό του) όνειρο.
ΗΠΑ. 2017. Διάρκεια: 111΄. Διανομή: SEVEN FILMS.
Περισσότερες πληροφορίες
The Florida Project
Λίγο έξω από το Ορλάντο και δίπλα στην Ντίσνεϊλαντ, η 6χρονη Μούνι μεγαλώνει σε ένα μοτέλ μαζί με την άνεργη 22χρονη μητέρα της, η οποία δυσκολεύεται να πληρώσει το εβδομαδιαίο νοίκι.