Μερικές ώρες αφού χειροκροτήθηκε στην αίθουσα του κινηματογράφου Άστορ από το κοινό που παρακολούθησε σε ειδική αβάν πρεμιέρ την "Παρθενόπη" του Πάολο Σορεντίνο ("Η Τέλεια Ομορφιά"), η πρωταγωνίστρια Σελέστε Ντάλα Πόρτα βρίσκεται απέναντί μου στην ταράτσα του ξενοδοχείου "Τιτάνια".
Η ηθοποιός, προσκεκλημένη στην Αθήνα από την εταιρεία διανομής Film Group, το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Αιγαίου, την ιταλική πρεσβεία και το Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο Αθηνών, στη νέα ταινία του Ιταλού στιλίστα υποδύεται την Παρθενόπη, την κόρη μιας εύπορης ναπολιτάνικης οικογένειας, η οποία καθώς ενηλικιώνεται τη δεκαετία του ’60 αναμετράται με τα πρώτα σκιρτήματα του έρωτα, προτού κληθεί να συμφιλιωθεί με την πίκρα του απωθημένου και το φόβο της μοναξιάς. Λίγο πριν επιστρέψει στην πατρίδα της και με φόντο τον Παρθενώνα, η ανερχόμενη σταρ αφιέρωσε μερικά λεπτά για να απαντήσει στις ερωτήσεις μας σχετικά με το φιλμ, το πρώτο στην καριέρα της στο οποίο δεν βρίσκεται απλώς στο προσκήνιο, αλλά "κουβαλά" ολόκληρη την αφήγηση.
Η εμπειρία της "Παρθενόπης", φαντάζομαι, ήταν αρκετά έντονη για εσάς. Όχι μόνο εξαιτίας των όσων κληθήκατε να φέρετε εις πέρας, αλλά και της τεράστιας ευθύνης που επωμιστήκατε ως μια πανταχού παρούσα πρωταγωνίστρια. Κοιτώντας πίσω, πώς θυμάστε τα γυρίσματα;
Σαν να ευλογήθηκα με μια τρομερή τύχη. Νιώθω ιδιαίτερη τιμή που επιλέχθηκα για ένα ρόλο σαν κι αυτόν.
Με δεδομένο πως αυτή είναι ουσιαστικά η δεύτερη διαδοχική φορά που συνεργάζεστε με τον Σορεντίνο, μετά το σύντομο πέρασμά σας στο "Hand of God", αναρωτιέμαι πώς προσλαμβάνετε το σινεμά που κάνει ο σκηνοθέτης. Για εμένα, τα φιλμ του αφορούν πρωτίστως τη μελαγχολία, μεταξύ άλλων.
Συμφωνώ απόλυτα. Θα πρόσθετα, μάλιστα, ότι το αίσθημα της μελαγχολίας συνιστά βασικό συστατικό της σκηνοθετικής ματιάς του. Ομολογώ, επίσης, πως χάρη σε αυτό νιώθω μια οικειότητα με τις ταινίες του. Εντωμεταξύ, θυμάμαι πως κάποια στιγμή ο Πάολο μου είπε πως με επέλεξε γιατί έχω ένα μελαγχολικό βλέμμα ακόμα και όταν χαμογελάω. Επομένως, μοιάζει σαν όλα να ήρθαν στη θέση τους.
Εξίσου σημαντικό είναι το στοιχείο της νοσταλγίας, το οποίο είναι διάχυτο στην "Παρθενόπη". Από το πώς απεικονίζεται η ίδια η Νάπολη, σαν ένα καρτποσταλικό μέρος απαράλλαχτο μέσα τα χρόνια, μέχρι τη γοητεία που αποπνέουν τα πρόσωπα, το φέρσιμο, το γούστο των ηρώων. Νιώσατε καθόλου σαν να θέλατε να μεταφερθείτε, έστω για λίγο, σε εκείνη την εποχή;
Τολμώ να πω ότι, παραδόξως, τα γυρίσματα είχαν αυτή την επίδραση πάνω μου. Βοήθησε καθοριστικά το γεγονός πως η Νάπολη είναι ένας τόπος άχρονος. Παραμένει αναλλοίωτη μέσα στους αιώνες, αλλά και διαρκώς μεταβαλλόμενη. Πρόκειται για μια παράξενη και ξεχωριστή ισορροπία, την οποία πρέπει να βιώσεις από κοντά για να την αντιληφθείς. Την αδικώ έτσι όπως προσπαθώ να την περιγράψω. Υπό αυτήν την έννοια, δεν δυσκολεύτηκα καθόλου να μεταφερθώ στην εποχή που αναπαριστά η "Παρθενόπη" κι ας μην την είχα ζήσει, φυσικά. Πέρα από τον παράγοντα της νοσταλγίας, για τον Πάολο, η αναδρομή στις δεκαετίες του ’60 και του ’70 αποτέλεσε μια ιδανική ευκαιρία να αναδειχθούν πολύτιμες προβληματικές της περιόδου, όπως τα δύσκαμπτα εμπόδια που έπρεπε να υπερβεί μια γυναίκα εάν επιθυμούσε την καριέρα αντί της οικογένειας. Η διαδρομή του ρόλου μου που φτάνει ως το 2023, όταν ερμηνευτικά τη σκυτάλη παίρνει η Στεφανία Σαντρέλι, εξυπηρετεί ακριβώς αυτό το σχόλιο.
Μιας και αναφερθήκατε στην κ. Σαντρέλι, μια πραγματικά σπουδαία ηθοποιό, δεν μπορώ να μη σχολιάσω πως το παίξιμό σας απηχεί νοερά εμβληματικές ερμηνείες του ευρωπαϊκού σινεμά των 60s. Πρόχειρα θα τολμούσα να αναφέρω τη Μόνικα Βίτι των φιλμ του Αντονιόνι και την Μπριζίτ Μπαρντό της "Περιφρόνησης" (Ζαν-Λικ Γκοντάρ).
Πράγματι, οι επιρροές που αναφέρετε υπάρχουν στην ταινία. Επιδιώξαμε ένα κλείσιμο του ματιού σε ένα άτυπο είδος σινεμά που είχε στο επίκεντρο εμβληματικές ντίβες. Σ’ αυτές τις ταινίες όλη η δράση περιστρεφόταν γύρω από αυτές και εκείνες εξέπεμπαν μια υπερηχητική ενέργεια, κάτι που σήμερα δεν βλέπουμε τόσο συχνά στον κινηματογράφο.
Κλείνοντας, αναρωτιέμαι κατά πόσο σας απασχόλησε κατά τη διάρκεια της παραγωγής η έννοια του βλέμματος. Η Παρθενόπη είναι ένα πρόσωπο μονίμως σε έκθεση, υπό διεκδίκηση και σχολιασμό, σε βαθμό σχεδόν αποπνικτικό.
Πιστεύω πως οι συσχετισμοί αλλάζουν κατά τη διάρκεια της αφήγησης. Ναι, στην αρχή η Παρθενόπη είναι ένα υποκείμενο φορτισμένο από τα βλέμματα που την περιτριγυρίζουν, αλλά στο τέλος έχει ανεξαρτησία. Συζητάμε, παρεμπιπτόντως, για κάτι που βιώνει κάθε γυναίκα. Θυμάμαι, ας πούμε, στα δεκαοχτώ μου να βρίσκομαι σε παρόμοια κατάσταση, αντιλαμβανόμουν τον εαυτό μου μέσα από τα μάτια των άλλων. Το στοίχημα, όμως, είναι μεγαλώνοντας να απεγκλωβίζεσαι από αυτό.
Η λήψη των φωτογραφιών έγινε στο ξενοδοχείο Titania Hotel Athens του Ομίλου Η Hotels Collection.
Περισσότερες πληροφορίες
Παρθενόπη
Έχοντας το όνομα της Σειρήνας από την οποία πήρε το πρώτο όνομά της η γενέτειρά της Νάπολη, η Παρθενόπη είναι μια γυναίκα που αναζητά τη «φωνή» και την ταυτότητά της μεγαλώνοντας στη μεταπολεμική Ιταλία.