Λάτρης της χώρας μας και της κουζίνας της (υποδύθηκε τον εστιάτορα στη γυρισμένη στο Τρίκερι "Στοιχειωμένη Καρδιά"), ο Ματ Ντίλον ήταν απλός, άμεσος και φιλικός στη συνέντευξη Τύπου του βασισμένου σε αληθινά γεγονότα "Την Έλεγαν Μαρία". Μίλησε κυρίως για τον Μάρλον Μπράντο, τη μεγαλύτερη ερμηνευτική έμπνευσή του και πρωταγωνιστή του "Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι", τον οποίο υποδύεται στην ταινία της Τζεσικά Παλίντ. Με επίκεντρο τα γυρίσματά του και τη διαβόητη "σκηνή με το βούτυρο", η "...Μαρία" επιστρέφει στο σκάνδαλο που προκάλεσε το αριστούργημα του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι και τις αγνοημένες για χρόνια καταγγελίες της συμπρωταγωνίστριας Μαρία Σνάιντερ (η Αναμαρία Βαρτολομέι του "Γεγονότος") περί κακοποίησης. Η Παλίντ υιοθετεί την οπτική της και περιγράφει διεκπεραιωτικά μια προσωπική κάθοδο στην κόλαση, θέτοντας εν παρόδω και χωρίς αιχμές το ζήτημα των ορίων και της ηθικής στάσης στην καλλιτεχνική δημιουργία. Ο Ντίλον αναφέρθηκε ακόμα στην Κάμαλα Χάρις, την οποία ψήφισε στις αμερικανικές εκλογές, και φυσικά τον Γιώργο Λάνθιμο, με τον οποίο συνεργάστηκε στη μικρού μήκους "Nimic", για την οποία "μη με ρωτήσετε βέβαια αν κατάλαβα και πολλά. Θα ήθελα όμως πολύ να ξανασυνεργαστώ μαζί του. Πρέπει να είστε περήφανοι για αυτόν τον υπέροχο Ελληνα σκηνοθέτη. Αλλά κοιτάξτε: είναι Ελληνας, αλλά νιώθω πλέον ότι ανήκει σε όλους μας. Είναι και δικός μας".
Οι Έλληνες σκηνοθέτες οι οποίοι δεν είναι μόνο δικοί μας ευτυχώς πολλαπλασιάζονται. Η Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη ("Attenberg") βρέθηκε στην Σκοτία για το διεθνούς συμπαραγωγής "Harvest", ένα σκληρό δράμα εποχής πάνω στο υψηλό αντίτιμο της δημιουργίας ενός καινούριου κόσμου, του δικού μας, έτσι όπως το βιώνουν οι κάτοικοι ενός βρετανικού χωριού του 17ου αιώνα. Η έμπειρη σκηνοθέτρια υποβάλλει με τη ρεαλιστική, στα όρια του ζωντανού εφιάλτη, ατμόσφαιρά της, αλλά θυσιάζει την αληθοφάνεια των (φυσικών και ψυχολογικών) συγκρούσεων για χάρη μιας κραυγαλέας αλληγορίας πάνω στους "μοντέρνους καιρούς".
Ο Αλέξανδρος Αβρανάς ("Miss Violence"), από την άλλη, κάνει το come back του με μια ευρωπαϊκή συμπαραγωγή που γυρίστηκε στην Εσθονία. Το "Quiet Life" του προσεγγίζει με αποτελεσματική κινηματογραφική ψυχρότητα το πολυδιάστατο σύνδρομο της "παιδικής παραίτησης" και - μέσα από την ιστορία μιας ρώσικης οικογένειας που αναζητά άσυλο στην Σουηδία - ανοίγει τον ορίζοντα μιας προσωπικής τραγωδίας σε μια ευρεία και πικρή κοινωνική κριτική, θέτοντας ερωτήματα πάνω στην αόρατη "θεσμική" βία και την ασφυξία των (ατομικών) ηθικών αξιών την οποία αυτή προκαλεί.
Από τους δικούς μας δικούς μας τώρα, ο πρωτοεμφανιζόμενος Χάρης Ραφτογιάννης ("Αεραλάνδη") διασκεδάζει γλυκόπικρα με έναν κόσμο ο οποίος αναζητά ασφάλεια γερμανικής πιστοποίησης σε μια χαοτική καθημερινότητα βαλκανικής κοπής. Παράλληλα, στην κοίτη του "Ποταμιού" του κυλά μια προβλέψιμη ερωτική ιστορία δυο αταίριαστων "αποκλήρων" (Στεφανία Σωτηροπούλου και Μάκης Παπαδημητρίου), η οποία διαθέτει συναίσθημα, μα δεν κρύβει εκπλήξεις, περιορίζοντας και την εμβέλεια της κοινωνικής αλληγορίας του. Ο Στέργιος Πάσχος ("Ο Τελευταίος Ταξιτζής") επιβεβαιώνει τις σκηνοθετικές ικανότητές του στο "Λούλα LeBlanc", δυσκολεύεται όμως να τονώσει δραματικά και να συνδέσει λειτουργικά δυο παράλληλες ιστορίες πρώτου έρωτα. Αφηγηματικά ώριμος (απλώνει το χρόνο, αφήνει χώρο στους ηθοποιούς του, γεωμετρεί τα κάδρα του), στέκει σεναριακά διστακτικός, επενδύοντας σε μια μονοδιάστατη νοσταλγία. Συμμετέχοντας στο διεθνές διαγωνιστικό τμήμα, ο πολυβραβευμένος μικρομηκάς Δημήτρης Νάκος υπερασπίζεται με το ωμό "Κρέας" του ένα καθαρά κοινωνικό σινεμά. Αυτό που βάζει την ελληνική επαρχία κάτω από μεγεθυντικό φακό, υπογραμμίζοντας με ρεαλισμό, εδώ στα όρια ενός περιγραφικού νατουραλισμού, τα κρυμμένα μυστικά και τα διαχρονικά αδιέξοδά της. Αποδεικνύεται φέρελπις δημιουργός με ιδέες, αλλά όχι όλες τους απολύτως πετυχημένες.