Τρεις ιστορίες, τρεις διαφορετικές χρονολογίες και πολλά κινηματογραφικά είδη. Πως ξεκίνησε η ιδέα της ταινίας;
Ήθελα να γυρίσω ένα μελόδραμα, αλλά να ανακατέψω το στιλ του με άλλα είδη. Ακόμα και slasher, γιατί η μείξη φόβου και έρωτα μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρουσα. Η αρχική ιδέα προέρχεται από τη νουβέλα του Χένρι Τζέιμς "Το θηρίο στη ζούγκλα", το οποίο είναι μια πολύ συγκινητική μελοδραματική ιστορία, αλλά ήθελα να την απλώσω στο χρόνο και στα κινηματογραφικά είδη. Έτσι σκέφτηκα κάτι το οποίο εξελίσσεται στο μέλλον, πάνω στο κόνσεπτ "αν θέλεις να βρεις δουλειά, πρέπει να είσαι υπεύθυνος και η υπευθυνότητα συνεπάγεται την εξάλειψη των συναισθημάτων". Από εκεί επέστρεψα στο παρόν, κατόπιν στο παρελθόν και άρχισα να δομώ το σενάριο πάνω σε τρεις ιστορίες, οι οποίες εξελίσσονται σε διαφορετικές χρονικές περιόδους.
Πως έγινε η επιλογή των πρωταγωνιστών Λεά Σεϊντού και Τζορτζ ΜακΚέι;
Για πρώτη φορά στη φιλμογραφία μου ένας γυναικείος χαρακτήρας είναι τόσο βασικός, παρών σχεδόν σε κάθε πλάνο. Είχαμε συνεργαστεί με την Λεά στο "De la Guerre" και επιθυμούσα να το ξανακάνουμε, γιατί έχει κάτι το διαχρονικό στην όψη και την προσωπικότητά της. Μπορεί εύκολα να είναι πειστική σε ταινία εποχής, ενώ ταυτόχρονα κουβαλάει πάνω της κάτι πολύ μοντέρνο, πολύ άμεσο. Επίσης, όσο και να την πλησιάσει η κάμερα, εκείνη διατηρεί πάντα ένα μυστήριο, κάτι το οποίο δίνει στα λόγια και τις εκφράσεις της μια διφορούμενη, μυστηριώδη και συναρπαστική διάσταση.
Το σενάριο ήταν λοιπόν γραμμένο για Λεά και τον Γκασπάρ Ουλιέλ, ο οποίος πέθανε αιφνιδιαστικά το 2022, λίγο πριν τα γυρίσματα. Αυτά αναβλήθηκαν και όταν το σχέδιο πήρε ξανά μπροστά, δεν ήθελα να τον αντικαταστήσω με κάποιον Γάλλο ηθοποιό. Ήθελα να αποφύγω τις συγκρίσεις κι ο Τζορτζ ήταν από τους τελευταίους αγγλόφωνους ηθοποιούς με τους οποίους κάναμε δοκιμές. Με κέρδισε αμέσως και όταν ήρθε στο Παρίσι για τις τελικές δοκιμές με την Λεά, η χημεία μεταξύ τους ήταν εξαιρετική.
Η ταινία αναρωτιέται διαρκώς πάνω στη σχέση τεχνολογίας και σινεμά. Η πρώτη σκηνή είναι γυρισμένη σε green screen, τα credits εμφανίζονται με QR code...
Η τεχνολογία βοήθησε και βοηθάει το σινεμά να εξελίσσεται, αλλά είναι ένα εργαλείο. Όταν η ταινία γίνεται βιντεοπαιχνίδι, δεν μου αρέσει. Αλλά όταν διευκολύνει ένα μπλοκμπάστερ στο να εκμοντερνιστεί, δεν έχω αντιρρήσεις. Τα "Mission Impossible", για παράδειγμα, τα απολαμβάνω, χτίζονται πάνω σε έναν ηθοποιό και έχουν κάτι το παλιομοδίτικο. Κάτι που δεν συμβαίνει με τις ταινίες της Marvel…
Η Τεχνητή Νοημοσύνη, όμως, δεν θέτει απειλητικές ερωτήσεις μόνο πάνω στην καλλιτεχνική έκφραση, αλλά και στην ίδια τη ζωή μας.
Λένε πως θα λύσει όλα τα προβλήματα. Δεν θέλω να ζήσω σε έναν κόσμο χωρίς προβλήματα. Με τρομάζει αυτή η προοπτική. Είμαστε άνθρωποι επειδή έχουμε φόβους, αμφιβολίες… Η απάντηση περί Τεχνητής Νοημοσύνης είναι απλή και την ίδια ώρα εξαιρετικά περίπλοκη. Στην αρχή της ταινίας μπαίνει το ερώτημα περί "φυσιολογικής" ζωής, με δουλειά και κοινωνική αποδοχή, αλλά χωρίς συναισθήματα. Από την άλλη, η απόρριψη. Υπάρχει άραγε εναλλακτική; Πραγματικά, δεν θα ήθελα να αντιμετωπίσω τέτοιο πολωτικό δίλημμα. Πιστεύω πως ο έρωτας είναι η απόλυτη αβεβαιότητα. Έρχεται μαζί με το ρίσκο, το φόβο, την ανασφάλεια… Είναι δυνατόν η Τεχνητή Νοημοσύνη να μας προσφέρει ασφαλείς ερωτικές επιλογές; Δεν ξέρω καν τι σημαίνει αυτή η δυνατότητα.
Όπως σ’ όλες τις ταινίες σας, έτσι κι εδώ υπάρχουν περισσότερες από μία σκηνές χορού….
Είναι πολύ απαιτητικές, τεχνικά δύσκολες σκηνές, αλλά μου αρέσουν, γιατί προσφέρουν μια επιπλέον διάσταση στους χαρακτήρες. Όταν χορεύεις εκτίθεσαι, εκφράζεσαι με τις δυνατόν λιγότερες αναστολές. Νιώθεις γυμνός. Έτσι προτιμώ μια σκηνή σε κλαμπ από μια ερωτική σκηνή που και πάλι κινδυνεύεις να εκτεθείς είτε ως ηθοποιός είτε ως σκηνοθέτης, αλλά αυτή μπορεί να είναι οργανωμένη και προβλέψιμη ως τις λεπτομέρειές της.
Οι ιστορίες της ταινίας εξελίσσονται στο 1910, το 2014 και το 2044. Πως επιλέξατε τις συγκεκριμένες ημερομηνίες;
Το 1910 είναι λίγα χρόνια μετά την έκδοση του βιβλίου και η χρονιά της μεγάλης πλημμύρας του Παρισιού, τη οποία βλέπουμε και στην ταινία. Είναι μια εποχή όπου όλα μοιάζουν αισιόδοξα κι ανάλαφρα, λίγο πριν ξεσπάσει ο Μεγάλος Πόλεμος και τα αλλάξει όλα. Για την ιστορία του Λος Άντζελες, ήθελα να εξελίσσεται πριν το κίνημα του #MeToo, γιατί οι αλλαγές που προκάλεσε έχουν σημασία στα όσα συμβαίνουν. Το 2014 είναι επίσης η χρονιά με το των μαζικών δολοφονιών του Έλιοτ Ρότζερ. Όσα εξομολογείται στην κάμερά του ο Λιούις Λιουάνσκι είναι ακριβείς αντιγραφές από τα σημειώματα και τις βιντεοεγγραφές του Ρότζερ. Πιο ανατριχιαστικά και από την αγριότερη, την πιο διεστραμμένη φαντασία. Τέλος, το 2044 αφορά ένα μέλλον κοντινό, το οποίο μπορούμε να το φανταστούμε. Δεν ήθελα να γίνω εντελώς αυθαίρετος, αλλά να δώσω στο θεατή τη δυνατότητα άμεσων συνδέσεων με το παρόν.
Στην τελευταία ιστορία έχουμε και τρεις επισκέψεις; Στο κλαμπ, όπου κάθε φορά η μουσική της βραδιάς είναι αφιερωμένη σε μια συγκεκριμένη χρονιά.
Οι ρυθμοί και οι μελωδίες του 1972 μου θυμίζουν κάτι ζεστό. Παράξενο, όπως Ανταμό στα γιαπωνέζικα, αλλά τρυφερό και ανθρώπινο. Το 1980, αντίθετα, είναι κάτι ψυχρό. Οι άνθρωποι χορεύουν μόνοι. Πιο μηχανικά, πιο άψυχα. Και το 1963 είναι γιατί ήθελα να τελειώσω με το "Evergreen" του Ρόι Όρμπισον. Μιλάει για τον έρωτα με έναν τρόπο που με εκφράζει.
Περισσότερες πληροφορίες
Το Θηρίο
Από το 1910 έως το 2044, η Γκαμπριέλ και ο Λιούις συναντιούνται ξανά και ξανά, κάθε φορά κάτω από διαφορετικές συνθήκες.