Το ημερολόγιο έγραφε 11 Οκτωβρίου 1974 όταν στις μαρκίζες των αμερικανικών κινηματογράφων κρεμάστηκε για πρώτη φορά ο μακροσκελής τίτλος της ταινίας "Ο Σχιζοφρενής Δολοφόνος με το Πριόνι". Τότε, λίγοι μπορούσαν να είχαν προβλέψει το μέγεθος της επίδρασης που έμελλε να καταφέρει το χαμηλού προϋπολογισμού φιλμ του σκηνοθέτη Τόμπι Χούπερ για δύο λόγους. Από τη μία, ο δημιουργός είχε μόλις άλλη μία ταινία στο όνομά του, το ακόμα μικρότερου μπάτζετ, ψυχεδελικό και αρκετά καμμένο "Eggshells" (1972) που λίγοι είχαν δει. Ο πήχης, επομένως, δεν ήταν ιδιαίτερα ψηλά. Από την άλλη, ο "Σχιζοφρενής Δολοφόνος" έδινε την εντύπωση πως έμοιαζε με δεκάδες άλλες αντίστοιχης αισθητικής παραγωγές, στην πλειοψηφία τους b-movies που προορίζονταν είτε για drive-ins είτε για αμφιβόλλου ποιότητας κινηματογράφους. Έλα, όμως, που η πραγματικότητα δε θα μπορούσε να είναι πιο διαφορετική.
Ο Χούπερ σκαρφίστηκε την πιο απλή πλοκή, ώστε να την μπολιάσει με όσο το δυνατόν περισσότερο τρόμο. Όλα ξεκινούν όταν μια παρέα νεαρών ταξιδιωτών αναγκάζεται να σταματήσει σε μια απομονωμένη επαρχιακή περιοχή και να εξερευνήσει τα λιγοστά σπίτια που υπάρχουν για τον εντοπισμό καυσίμων. Η αναζήτησή τους τούς οδηγεί σε μια μονοκατοικία που μοιάζει εγκαταλελειμμένη, αλλά εν ανγοία τους κατοικείται από μια ακραία, παρανοϊκή οικογένεια.
Όπως γράφαμε για το "Σχιζοφρενή Δολοφόνο" στη λίστα με τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών: "Η επίδραση που αφήνει η δεύτερη ταινία του Τόμπ Χούπερ μοιάζει με ολομέτωπη επίθεση στις αισθήσεις μέσα από ένα κινηματογραφικά πρωτοφανές μακελειό, χωρίς να έχει καν ανάγκη κάποιας μορφής στιλιζάρισμα. Ο παραλυτικός τρόμος του φιλμ οφείλεται στην απλότητά του. Υιοθετώντας έναν ντοκιμαντερίστικο ρεαλισμό, ο Χούπερ σερβίρει κυνικό, ωμό horror. Ο νατουραλισμός του ύφους σε συνδυασμό με το γεγονός πως κανένας θάνατος δε έρχεται προβλέψιμα ή ανόητα, επιτείνει την παραλυτική αγωνία που συνοδεύει την ταινία και βοηθά να υπογραμμιστεί το πιο αποστομωτικό: ότι η πιο τρομακτική εμπειρία είναι αυτή που αδυνατείς να κατανοήσεις γιατί συμβαίνει".
Ήταν τέτοια η τρομάρα που κέρασε το φιλμ στο κοινό, ώστε μόνο το '74 ξεπέρασε τα 16 εκατομμύρια δολάρια στις ΗΠΑ. Για να αντιληφθείτε το μέγεθος της επιτυχίας, το κόστος παραγωγής ήταν μόλις μεταξύ 80 και 140 χιλιάδων δολαρίων. Με δεδομένο, λοιπόν, το εμπορικό σουξέ, ακολούθησαν συνολικά οκτώ σίκουελ, πρίκουελ και ριμέικ στο σύμπαν του "Σχιζοφρενή Δολοφόνου", κανένα ωστόσο δεν πλησίασε τα επίπεδα του πρωτότυπου. Όσον αφορά το πολιτισμικό αντίκτυπο, βέβαια, η ταινία υπήρξε καθοριστική στο σμίλευμα αυτού που σήμερα αναγνωρίζουμε ως slasher movie, χάρη στον τρόπο που συστήνει το δολοφονικό μασκοφόρο ανταγωνιστή Leatherface. Εσύ, ακόμα να το δεις;