Το 47ο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους είναι επισήμως παρελθόν, αφού η διοργάνωση απένειμε τις δάφνες της αναδεικνύοντας νικητή του Χρυσού Διόνυσου το Δημήτρη Μουτσιάκα με τον "Γκέκα". Ωστόσο, το σύνολο του προγράμματος είναι ακόμα διαθέσιμο, δωρεάν, στη ψηφιακή πλατφόρμα του θεσμού (έως τα μεσάνυχτα της 9ης Σεπτεμβρίου), ενώ σημειώστε από τώρα τις ημερομηνίες 24-27/10 καθώς τότε ο κινηματογράφος Ίρις φιλοξενεί τις ταινίες του εθνικού και εθνικού σπουδαστικού τμήματος. Έως τότε, ακολουθούν οι πέντε αγαπημένες μας μικρού μήκους για φέτος.
"Η Μεγαλύτερη Μέρα του Κόσμου"
Ο Δημήτρης Χαραλαμπόπουλος ντεμπουτάρει με τη "Μεγαλύτερη Μέρα του Κόσμου" με πρωταγωνιστή τον Μάριο Μπανούσι ("Goodbye, Lindita"), στο οποίο η μνήμη, το βίωμα, τα πρόσωπα και τα συναισθήματα γίνονται ένα κινηματογραφικό κολάζ που αναδύει θαλπωρή. Με στιλ που θυμίζει το χειροποίητο σινεμά του Κωστή Χαραμουντάνη, δηλαδή ένα μιξ χαμηλότονου λυρισμού και αθωότητας, ο Χαραλαμπόπουλος πλάθει έναν κόσμο φαινομενικά κλειστό στον εαυτό του, ο οποίος, ωστόσο, σταδιακά αποκαλύπτει τις πραγματικές προθέσεις του, προτού συγκινήσει.
"Άσκοπη Μετακίνηση"
Αυτοαναφορική αλλά καθόλα προσβάσιμη, η "Άσκοπη Μετακίνηση" της Νικολέτας Λεούση μετατρέπει ένα κοινό βίωμα (τη βίαιη ανατροπή που έφεραν οι πανδημικές καραντίνες) σε αφορμή για την εκδήλωση ευγνωμοσύνης στους πιο κοντινούς ανθρώπους της. Η σκηνοθέτρια δεν πασχίζει να πείσει για τυχόν μεγαλόπνοες ιδέες της, ούτε να εντυπωσιάσει με κάποια εικαστική καλλιγραφία, για αυτό και ακριβώς η εν λόγω απλότητα στην προσέγγισή της, σε συνδυασμό με την απαλή τρυφερότητα που διακατέχει την ταινία, την καθιστούν μια καλοδεχούμενη, ευχάριστη έκπληξη.
"What Mary Didn’t Know"
Mια πικρή σάτιρα του αποικιοκρατικού τρόπου με τον οποίο οι βορειοευρωπαίοι αντιμετωπίζουν την Ελλάδα. Συνιστά, επίσης, ένα αφήγημα απότομης ενηλικίωσης μπολιασμένο με στοιχεία μεταφυσικού ρομαντισμού (ή νεορομαντισμού σωστότερα) και μαγικού ρεαλισμού, το οποίο μετατρέπει ένα νωπό τραύμα του έρωτα σε δίοδο μετάβασης προς την προσωπική ωρίμανση. Το "What Mary Didn’t Know" φέρνει έντονα τη σφραγίδα της δημιουργού του, από την εικαστική αρτιότητα μέχρι τη συμβολική παρουσία των ζώων, η οποία αντιλαμβάνεται τον ανθρώπινο ψυχισμό ως μια ανεξερεύνητη τροπικότητα. Η νεαρή ηρωίδα της, για παράδειγμα, βιώνει μια σχεδόν υπερβατική εμπειρία λίγο πριν το φινάλε της ταινίας, σε μια παραλιακή τοποθεσία που κατοικούν μονάχα αρχαία και τουρίστες, η οποία αποτελεί ταυτόχρονα απόρροια ενός ψυχοσωματικού σοκ και ατραπός προς κάτι καινούριο. Πιο προσιτό και γήινο από τα προηγούμενα φιλμ της Κοτζαμάνη, ένα έργο ωστόσο που διατηρεί τη διάθεση της σκηνοθέτριας να πιέζει με τόλμη τα όρια. Διαβάστε εδώ τη συνέντευξή μας με την Κωνσταντίνα Κοτζαμάνη.
"MJ"
Ο Γιώργος Φουρτούνης μετά το εξαιρετικό "Πίστομα", παρουσιάζει το "MJ". Ο πρωταγωνιστής Γιώργος Κατσής αποδεικνύει γιατί είναι ένας από τους καλύτερους νέους ηθοποιούς αυτήν τη στιγμή, τον είδαμε και στο "Black Stone", ενσαρκώνοντας απολαυστικά έναν τράπερ που φυσιογνωμικά θυμίζει κάτι μεταξύ Sin Boy και FY. Το "MJ" είναι η πρώτη φορά που η αναπαράσταση ενός τέτοιου (αντιηρωικού) χαρακτήρα δεν προκαλεί ετεροντροπή, μάλιστα η κωμωδία της κατάστασης προκύπτει οργανικά, ενώ θίγεται με ουσιαστικό νοιάξιμο ένας μουσικός κόσμος που ακόμα αντιμετωπίζεται ως κάτι εξωτικό από την ελληνική πραγματικότητα. Είναι σαφές πως ο Φουρτούνης ενδιαφέρεται να ψυχογραφήσει τον ήρωά του και να μην τον απεικονίσει ως καρικατούρα, προσπαθώντας να ψηλαφήσει τα αίτια που σήμερα τόσοι μιλένιαλς έχουν υπαρξιακή ανάγκη την καταξίωση, τα γρήγορα λεφτά και την απόκτηση ενός "GOAT status" - μια "live fast, die young" νοοτροπία με νέες ποιότητες. Εκεί εντοπίζεται και η αξία της μικρού μήκους, η οποία πιθανότατα να ήταν πιο ολοκληρωμένη με λίγη παραπάνω… ταινία. Όταν τα πράγματα σοβαρεύουν, σε μια καλώς εννοούμενη διαπεραστικά άβολη σκηνή, ύστερα γίνεται μια επαναφορά στην ελαφρότητα η οποία μοιάζει αποπροσανατολιστικά απότομη.
"ποπ"
Παρά τη μεγαλύτερη του απαιτούμενου διάρκεια, το "ποπ" (Λίνα Κουντουρά) είναι ένα απενοχοποιημένα φαν heist movie που ενσωματώνει τα απωθημένα τριών κοριτσιών και φίλων οι οποίες οδηγούνται στο έγκλημα λόγω του οικονομικού αδιεξόδου τους. Η Κουντουρά αντιμετωπίζει το σινεμά σαν παιχνίδι, "γουεσαντερσονικά" αν θέλετε, έτσι ξεπερνά τα όποια εμπόδια παραγωγής με ευρηματικές λύσεις που προσδίδουν χαρακτήρα.