Μια από τις καλύτερες και εν μέρει υποτιμημένες ηθοποιούς του χολιγουντιανού σινεμά, Σέλεϊ Ντουβάλ, πέθανε σε ηλικία 75 ετών.
Η Αμερικανίδα με το ξεχωριστό, ενίοτε στοιχειωτικό, παρουσιαστικό, οφείλει το ξεκίνημα της καριέρας της στο θρυλικό σκηνοθέτη Ρόμπερτ Όλτμαν, με τον οποίο συνεργάστηκε σε επτά ταινίες. Ανάμεσά τους το γουέστερν "Η Έντιμος Κυρία και ο Χαρτοπαίκτης" (1971), το πρωτοποριακό "Nashville" (1975), το αδικημένο "Ποπάι ο Ναύτης" (1980), όπου η Ντουβάλ δίνει μια συγκινητική ερμηνεία, όπως επίσης το σπουδαίο "3 Women" (1977) για το οποίο βραβεύτηκε στις Κάννες. Σε συνεντεύξεις της έχει περιγράψει ως ιδανική την επαγγελματική σχέση της με τον Όλτμαν καθώς, όπως έχει δηλώσει χαρακτηριστικά: "Μου προσφέρει πραγματικά καλούς ρόλους. Δε μοιάζουν καθόλου μεταξύ τους και μου δείχνει τρομερή εμπιστοσύνη, αυτοπεποίθηση και σεβασμό, ενώ ούτε με εκφοβίζει ούτε βάζει περιορισμούς".
Δυστυχώς, κάτι αντίστοιχο δε θα μπορούσε να ειπωθεί για τη δουλειά της με τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ στην αριστουργηματική "Λάμψη" (1980), τη διασημότερη ταινία που πρωταγωνίστησε ποτέ. Στο ρόλο της συζύγου του διαταραγμένου συγγραφέα Τζακ Τόρανς (Τζακ Νίκολσον), η Ντουβάλ παραδίδει μια υπερηχητική ερμηνεία η οποία, ωστόσο, την έφτασε στα όριά της. Είναι γνωστό πως ο Κιούμπρικ υπήρξε απαιτητικός σε ακραίο βαθμό μαζί της, αφού δεν ήταν λίγες οι φορές που η ηθοποιός χρειάστηκε να κλαίει για διψήφιο αριθμό ωρών σε ληψεις που ξεπερνούσαν τις εκατό, ώσπου να ικανοποιηθεί από το αποτέλεσμα ο Κιούμπρικ.
Στη φιλμογραφία της Αμερικανίδας βρίσκουμε, ακόμα, συνεργασίες με τον Γούντι Άλεν ("Νευρικός Εραστής"), τον Τέρι Γκίλιαμ ("Οι Υπέροχοι Ληστές και τα Κουλουβάχατα της Ιστορίας"), τον Τιμ Μπάρτον ("Frankenweenie"), ενώ έπαιξε και στη γλυκιά κομεντι "Ρωξάννη" με τον Στιβ Μάρτιν σε ρόλο μοντέρνου Συρανό ντε Μπερζεράκ.