Αν και μπορεί να μην τους φαίνεται εκ πρώτης όψεως, οι ταινίες του Γιάννη Οικονομίδη έχουν την ικανότητα να μετατρέπουν τόπους οικείους και γνώριμους σε κάτι αμήχανο. Όπως το καυτό αθηναϊκό διαμέρισμα του "Σπιρτόκουτου" (2003), τα αφιλόξενα Άνω Λιόσια του "Μαχαιροβγάλτη", οι φυλακές Μαλανδρίνου στο "Μικρό Ψάρι" (2014), ακόμα και η βίαιη νυχτερινή ζωή της Λαμίας στην "Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς" (2020). Αυτήν τη φορά, για τις ανάγκες της έκτης μεγάλου μήκους του με τίτλο "Σπασμένη Φλέβα", ο σκηνοθέτης αφιερώνει μέρος των γυρισμάτων στα νότια προάστια της Αθήνας. Εκεί και συγκεκριμένα στη Βάρη, σε μια εντυπωσιακή βίλα με θέα τη θάλασσα, συναντάμε τον Οικονομίδη και το συνεργείο του, καθώς ετοιμάζεται το σετ για λήψη. Μπροστά από την κάμερα, ο Βασίλης Μπισμπίκης, ο οποίος ενσαρκώνει τον κεντρικό ήρωα Θωμά Αλεξόπουλο, αυτοσυγκεντρώνεται περιμένοντας να ακούσει την κλακέτα. Πιάνουν όλοι τις θέσεις τους, λίγα δευτερόλεπτα σιωπής και ύστερα ακούγεται η φωνή του Οικονομίδη: "Πάμε Βασίλη".
Για ένα καθαρό κούτελο
Τέσσερα χρόνια μετά την "Μπαλάντα", ο Μπισμπίκης συνεργάζεται ξανά με τον Οικονομίδη. Πώς θα περιέγραφε εκείνος τη σχέση τους; "Με τον Γιάννη πια δουλεύουμε μαζί κοντά δέκα χρόνια, είναι φίλος. Έχουμε αποκτήσει έναν κώδικα επικοινωνίας στον τρόπο που προσεγγίζουμε τις ερμηνείες. Ας πούμε, για τη "Σπασμένη Φλέβα” έχουμε ήδη δουλέψει ένα εξάμηνο, κάνοντας πρόβες στα Εξάρχεια καθημερινά επί δέκα ώρες. Η πρόκληση είναι μεγάλη, διότι ο ρόλος μου βρίσκεται σχεδόν σε όλες τις σκηνές. Αλλά είναι ευτυχία να δουλεύεις με τον Γιάννη, γιατί είναι ευγενής άνθρωπος και γνωρίζει πάρα πολύ καλά να κατευθύνει τους ηθοποιούς. Δεν μπορείς να τον κοροϊδέψεις". Συζητάμε με τον ηθοποιό σε ένα διάλειμμα των γυρισμάτων, όπου δεν μπορούμε να μην τον ρωτήσουμε ποιες είναι οι διαφορές μεταξύ των δύο ανδρών που έχει υποδυθεί. "Ο Θωμάς δεν έχει καμία σχέση με τον Μάνο της "Μπαλάντας”. Αυτός είναι ένας μάλλον επιπόλαιος τύπος, ο οποίος καθώς βιώνει μια ολική οικονομική καταστροφή και χάνει την επιχείρησή του, δανείζεται κάποια χρήματα από ανθρώπους που κανονικά δεν θα έπρεπε να προσεγγίσει. Στη συνέχεια κάνει μια σειρά από τραγικά λάθη, δεν ρυθμίζει τις οφειλές του, έτσι φτάνει σε μια προθεσμία την οποία συνειδητοποιεί πως είναι αδύνατο να τηρήσει. Τότε, μέσα σε μία εβδομάδα, βιώνει μια πραγματική οδύσσεια ώστε να βρεθεί μια λύση. Όσα κάνει δεν θα τολμήσω να τα χαρακτηρίσω ηθικά ή ανήθικα, διότι το κίνητρό του είναι η σωτηρία της οικογένειας και του σπιτιού του. Ταυτόχρονα, όντας ένας νεόπλουτος Νεοέλληνας, αναζητά και έναν τρόπο να διασώσει την αξιοπρέπειά του, το "κούτελό” του που λέμε".
Η σκηνή στην οποία τον παρακολουθούμε είναι ιδιαιτέρως απαιτητική, αλλά και κομβική για την πλοκή. Ο χαρακτήρας του, ο Θωμάς, επισκέπτεται σε απόγνωση το σπίτι μιας εύπορης γυναίκας με την οποία διατηρεί μια ιδιότυπη σχέση δούναι και λαβείν και η οποία φαίνεται να αποτελεί τη μοναδική σανίδα σωτηρίας του. Την ενσαρκώνει η πολύπειρη Μπέτυ Αρβανίτη, η οποία μοιράζεται μαζί μας περισσότερα για την ηρωίδα της: "Παρόλο που ο ρόλος μου είναι μικρός και συμπυκνωμένος καλούμαι να διεκπεραιώσω κάτι δύσκολο. Υποδύομαι μια πολύ πλούσια γυναίκα, η οποία έχει μια θυελλώδη σχέση με τον Θωμά που περνά από τον έρωτα και την τρυφερότητα στην απότομη προσγείωση, όταν εκείνος χρειάζεται χρήματα. Πρόκειται για μια κατάσταση, μάλιστα, η οποία την επηρεάζει σε τεράστιο βαθμό". Πώς, όμως, προέκυψε η συμμετοχή της στην παραγωγή; "Μου άρεσε πάρα πολύ το σενάριο. Και έπειτα, ήθελα τρομερά να δουλέψω με τον Γιάννη. Τον πιστεύω ιδιαίτερα ως σκηνοθέτη, γι’ αυτό και παρόλο που είχα πολλά χρόνια να παίξω στον κινηματογράφο, ήθελα να είμαι μέρος του κόσμου του. Ήταν ένα ρίσκο για μένα".
Καρδιές στα όρια
Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, στην ατμόσφαιρα κυριαρχεί ένα πολύ συγκεκριμένο συναίσθημα το οποίο, όμως, είναι πολύ δύσκολο να περιγραφεί. Εκδηλώνεται τα δευτερόλεπτα πριν τη δράση, όταν ο υπεύθυνος παραγωγής φωνάξει "ησυχία!" και οι πάντες, με κομμένη την ανάσα, έχουν καρφωμένο το βλέμμα σε ένα μόνιτορ, στο μπουμ, στο μακιγιάζ, οπουδήποτε. Όταν, δηλαδή, τα πράγματα αρχίσουν να συμβαίνουν και το σετ ζωντανεύει. Ο Οικονομίδης δείχνει να είναι απόλυτος κυρίαρχος αυτής της αίσθησης, ακόμα περισσότερο από τη στιγμή που η σκηνή της ημέρας απαιτεί την ένταση στο κόκκινο. Ο Μπισμπίκης καλείται να εκτελέσει ένα σχεδόν υστερικό ξέσπασμα, με το οποίο ο σκηνοθέτης δεν βιάζεται να ξεμπερδέψει. Αντίθετα, επιδεικνύει χαρακτηριστική υπομονή, επιμονή και ηρεμία. "Εσωτερική ένταση, διαύγεια, ψυχραιμία" είναι μερικές από τις οδηγίες που δίνει στον ηθοποιό, ο οποίος κάθε φορά προσθέτει επίπεδα στο παίξιμό του. "Η "Σπασμένη Φλέβα” είναι ένα σκοτεινό αστικό δράμα το οποίο σχετίζεται άμεσα με τη σύγχρονη Ελλάδα και όσα ζούμε, αλλά και με το θεσμό της οικογένειας ως δομής εξουσίας", μας λέει ο Οικονομίδης μεταξύ των λήψεων. Περιγραφή που δεν μας κάνει μεγάλη εντύπωση, αν σκεφτούμε ότι στο σενάριο συνεργάζεται ξανά με τον Βαγγέλη Μουρίκη, με τον οποίο είχαν συνυπογράψει το νουάρ "Μικρό Ψάρι". Ποια ήταν η αφορμή για την καινούργια τους δουλειά; "Την ιδέα γι’ αυτήν την ταινία την είχα κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Τη μοιράστηκα με τον Βαγγέλη κι αρχίσαμε να γράφουμε το σενάριο, δύο χρόνια το δουλεύαμε". Στο ενδιάμεσο, η επικαιρότητα της χώρας έχει γίνει ακόμα πιο εχθρική και βίαιη. Άραγε, η ελληνική πραγματικότητα γίνεται όλο και πιο "οικονομιδική" ή απλώς οι ταινίες του σκηνοθέτη πιο ρεαλιστικές; "Άσ’ τα να πάνε, Γιάννη… [γέλια] Δυστυχώς αυτό είναι μια αλήθεια, αλλά αποτελεί και θέμα προς διερεύνηση...".
Το ερώτημα πλανάται καθώς αποχωρούμε από την έπαυλη, μαζί με ακόμα μία απορία. Ποιος ακριβώς θα είναι ο (μικρός) ρόλος που κρατά ο ράπερ ΛΕΞ στη "Σπασμένη Φλέβα" και πώς θα ακούγεται το τραγούδι του που θα πέσει μαζί με τους τίτλους τέλους…
Περισσότερες φωτογραφίες από τα γυρίσματα της "Σπασμένης Φλέβας":